Η Δράση του ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού)




"Σταύρου Τσουμάνη: Η Δράση του ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού)(αυτοβιογραφικό βιβλίο)"

Την ίδρυση του ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού) δεν μπορούμε να την προσδιορίσουμε με κάποια συγκεκριμένη ημερομηνία. Οι ψαράδες της Πρέβεζας, οι θαλασσινοί και ναυτικοί του Αμβρακικού κόλπου και σε κάποιο βαθμό και της γειτονικής μας Λευκάδας, που τελικά επάνδρωσαν την μονάδα του ΕΛΑΝ, άρχισαν την πατριωτική τους δράση με την κατάρρευση του Αλβανικού Μετώπου. Όταν τα Γερμανικά στρατεύματα έκλεισαν τους δημόσιους δρόμους Ιωαννίνων-Άρτας και Άρτας-Πρέβεζας και χιλιάδες αξιωματικοί και στρατιώτες της ΙΙΙ Μεραρχίας, καταγόμενοι κυρίως από την Πελοπόννησο, βρέθηκαν εγκλωβισμένοι στη μικρή χερσόνησο Νικόπολης-Πρέβεζας και κινδύνευαν να θεωρηθούν αιχμάλωτοι πολέμου, οι ψαράδες μας για πολλές μέρες και νύχτες ανέλαβαν και τους μετέφεραν με τις ψαρόβαρκές τους, τα ψαροκάικα και με κάθε άλλο πλεούμενο που διέθεταν στις απέναντι από την Πρέβεζα ακτές του Ξηρομέρου της Αιτωλοακαρνανίας, όπου δεν είχαν φθάσει ακόμη οι ιταλοΓερμανοί καταχτητές και από κει εύκολα και χωρίς έλεγχο, συντόμευαν την πορεία τους για τις πατρίδες τους, παίρνοντας μαζί τους και τον τιμημένο οπλισμό τους, που θα χρησιμοποιούσαν αργότερα στον Αγώνα ενάντια στους καταχτητές.

Από την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου (Απρίλης 1941) και ολόκληρο το καλοκαίρι αυτού του χρόνου, οι ψαράδες της Πρέβεζας με πρωτοβουλία μερικών που έπαιξαν πρωτοποριακό ρόλο αργότερα στην εαμική Εθνική Αντίσταση, όπως του Μπάμπη Γαντζία, Αποστόλη Καστάνη, Πάνου Τσιτσέ, Στάθη Τσούκα, Χαράλ. Τσόγκα, Κώστα Προβατά και της γυναίκας του Παρασκευής Λευτέρη Κωστούλα, Νίκου Σμπόνια, Σταύρου Τσουμάνη και πολλών άλλων, κλέβαμε οπλισμό από τις αποθήκες στη Βάση Πρέβεζας, όπου τον είχαν συγκεντρώσει οι καταχτητές από τον αφοπλισμό του στρατού μας, και τον μεταφέραμε σε κρυψώνες. Ο οπλισμός αυτός χρειάστηκε αργότερα για τον εξοπλισμό των ανταρτών μας.

Εδώ μπορούμε να πούμε πως κλείνει η πρώτη φάση της αυθόρμητης πατριωτικής δράσης όλων εκείνων των θαλασσινών μας, που εντάχθηκαν αργότερα στο ΕΛΑΝ.

Βρισκόμαστε στους πρώτους μήνες της κατοχής, όταν, κάτω από τις βαριές μπότες της ιταλογερμανικής κατοχής, "όλα τα σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά". Λόγω της στρατηγικής θέσης του Νομού μας σαν πιθανότατου χώρου συμμαχικής απόβασης, οι καταχτητές είχαν εγκαταστήσει μια Μεραρχία ενισχυμένη στο χώρο ανάμεσα στην πόλη Πρέβεζα και το χωριό Καστροσυκιά. Εκεί ο κατοχικός στρατός ήταν διπλάσιος από τον ντόπιο πληθυσμό. Απαγορευόταν κάθε έξοδος από την πόλη χωρίς άδεια. Απαγορευόταν συγκέντρωση άνω των 3 ατόμων. Απαγορευόταν η κυκλοφορία τη νύχτα μετά τις 10 η ώρα. Απαγορευόταν η χρήση ραδιοφώνου. Όσα ραδιόφωνα υπήρχαν τα κατάσχεσαν ή τα σφράγισαν. Η αστυνομία των καταχτητών, η Καραμπινιερία και η Φινάντσα είχε εξαπολύσει κύμα άγριας τρομοκρατίας. Τα κρατητήριά τους ήταν καθημερινά γεμάτα για ασήμαντες η ανύπαρκτες αιτίες, και οι ξυλοδαρμοί και τα βασανιστήρια απερίγραπτα. Σκοπός των καταχτητών ήταν να λυγίσουν το ηθικό του λαού μας και να τον αναγκάσουν αδιαμαρτύρητα να υποταχθεί.

Από την άλλη μεριά το σταμάτημα του εμπορίου, η έλλειψη τροφίμων, τα οποία καταλήστευαν οι καταχτητές με ένα δικό τους κατοχικό χαρτονόμισμα που κυκλοφόρησαν, το περίφημο μεντιτεράνιαν, συνέθεταν μια εικόνα ζοφερή, αποπνιχτική. Τότε, τέλος του 1941 αρχές του 1942, άρχισε να γίνεται και σε μας γνωστή η Οργάνωση του ΕΑΜ.

Πρώτοι ή από τους πρώτους οργανώθηκαν στο ΕΑΜ οι Μπάμπης Γαντζίας, Λύσσανδρος Βασιλάς, Νίκος Σμπόνιας και άλλοι, παρά την αυστηρή επιλογή των στρατολογουμένων και τους συνωμοτικούς κανόνες που έπρεπε να τηρούνται για να μη μάθουν οι καταχτητές την ύπαρξη της Οργάνωσης και τη χτυπήσουν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ως το καλοκαίρι του 1942, είχαμε οργανωθεί το σύνολο σχεδόν των ψαράδων και γενικά των ναυτικών της Πρέβεζας. Ανάμεσα σ’ άλλους αναφέρω τα ονόματα μερικών που δεν έλειψαν από καμιά αποστολή, που μας ανέθετε η Οργάνωσή μας, όπως, Παύλου Σορώκου, Στάθη Τσούκα, Χρίστου Γκέλη, Γιώργου Χουλιάρα και άλλων. Αν και δεν είμαστε οργανωμένοι ακόμα σε ξεχωριστή κλαδική οργάνωση του ΕΑΜ, συνεδριάζαμε στις πεντάδες μας, διαβάζαμε τον αντιστασιακό τύπο, και εκτελούσαμε τα καθήκοντα που μας ανέθετε κάθε φορά το κεντρικό εαμικό όργανο του Νομού μας.

Εδώ πρέπει να ειπώ πως το αποπνικτικό κλίμα που δοκιμάζαμε στην πρώτη περίοδο της κατοχής άλλαξε ριζικά. Ξέραμε τώρα πως δεν είμαστε σκόρπια και ασύνδετα άτομα εκτεθειμένα στη βαρβαρότητα και τη σκληρότητα των φασιστών καταχτητών. Ξέραμε πως υπήρχε ένα Κεντρικό Όργανο που συντόνιζε τον Αγώνα και μας ανέθετε απλά καθήκοντα που μπορούσαν να εκτελεστούν με επιτυχία. Η γνώση ότι ανήκουμε σε μια πανελλαδική οργάνωση, όλοι οι Έλληνες, ανεξάρτητα από πολιτικές τοποθετήσεις και ιδεολογικές πεποιθήσεις, αναπτέρωσε το ηθικό μας και αποκατάστησε την αυτοπεποίθησή μας. Συνειδητοποιήσαμε τη δύναμή μας. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη υπηρεσία που πρόσφερε το ΕΑΜ στο λαό μας. Θυμάμαι τη βαθιά συγκίνηση και περηφάνια που δοκίμασα όταν οργανώθηκα στο ΕΑΜ.

Από τα πρώτα καθήκοντα που μας ανέθεσε η οργάνωσή μας, ήταν να καθοδηγήσουμε ο καθένας το οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον να περιφρονούμε τους καταχτητές, να αποφεύγουμε κάθε επαφή μαζί τους, να μην τους χαιρετούμε και να μην τους διευκολύνουμε σε τίποτε απ’ ό,τι περνούσε απ’ το χέρι μας. Κάναμε παθητική Αντίσταση, μια Αντίσταση σιωπηλή, η οποία ωστόσο είχε τρομακτικό αντίχτυπο στο ηθικό του στρατού κατοχής, που καταλάβαινε πως βρισκόταν σε εχθρικό περιβάλλον. Ανάμεσα στα πελώρια προβλήματα που αντιμετώπιζε τότε ο λαός μας, το βασικότερο ήταν η διατροφή, το φάσμα της πείνας. Μαζικές και πετυχημένες ήταν οι κινητοποιήσεις με την καθοδήγηση του ΕΑΜ για διανομή τροφίμων. Οι αρχές κατοχής και η διοίκηση της κατοχικής κυβέρνησης αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν δελτίο διανομής τροφίμων.

Σε μας τους ψαράδες, η οργάνωση είχε αναθέσει ειδικότερα καθήκοντα, να φυγαδεύουμε τους καταδιωκόμενους από τους καταχτητές πατριώτες, να μεταφέρουμε στις Οργανώσεις την αλληλογραφία και τον παράνομο αντιστασιακό τύπο στο Ξηρόμερο και Λευκάδα, και κάθε άλλη σχετική με τον Αγώνα μας αποστολή. Για την καλύτερη εκτέλεση αυτών των καθηκόντων μας, είχαμε οργανώσει μια αλυσίδα από γιάφκες, που άρχιζαν απ’ το Τσαβαλοχώρι, απ’ το σπίτι του Αποστόλη Καστάνη και άλλων συναγωνιστών, ως τον Άγιο Θωμά και τους Αγίους Αποστόλους. Στον Άγιο Θωμά, ο μπάρμπα Γιάννης Σαουσάντος, οι κόρες του Καίτη και Γαλάτεια και οι γαμπροί του Ηλίας Ζιώγας και Σπύρος Κονταράτος, καθώς και ο Δημητρός Κάππας, είχαν θέσει ολοκληρωτικά τον εαυτό τους στη διάθεση του Αγώνα και το σπίτι τους είχε γίνει κέντρο διερχομένων Αγωνιστών. Η οικογένεια Σαουσάντου έδωσε στον Αγώνα δυο λαμπρά στελέχη, τον Ηλία Ζιώγα και τον Σπύρο Κονταράτο, τον υπεύθυνο τύπου και διαφώτισης που με τα φλογερά πατριωτικά του άρθρα στην παράνομη εφημερίδα μας, αναπτέρωνε το ηθικό μας, σκορπούσε ρίγη συγκίνησης και εθνικής υπερηφάνειας και μας παρορμούσε σε πράξεις αυτοθυσίας.

Ο γιός του του μπάρμπα Γιάννη, ο Άλκης Σαουσάντος τραυματίας στις συγκρούσεις έμεινε ανάπηρος για όλη του τη ζωή. Αλλά και η οικογένεια Κώστα Προβατά που κρατούσε τη γιάφκα στους Αγίους Αποστόλους πρόσφερε πολλά στον Αγώνα. Ποιος θα ξεχάσει την Παρασκευή Προβατά την αξιοθαύμαστη αυτή αγωνίστρια που, αν και ήταν τότε μικρομάνα, ήταν κάθε στιγμή, μέρα και νύχτα, έτοιμη και πρόθυμη να εξυπηρετήσει, να ταΐσει, να κρύψει κάθε αγωνιστή καταδιωκόμενο, κάθε παράνομο που θα ‘πρεπε να διαπεραιωθεί στο Ξηρόμερο.

Σε όλη τη διάρκεια του 1942 οι οργανωμένοι στο ΕΑΜ ψαράδες της Πρέβεζας εκτελούσαμε καθημερινά καθήκοντα και αποστολές, που μας ανάθετε η Οργάνωσή μας, καθήκοντα, όπως είπαμε, συνδέσμου με τις γειτονικές οργανώσεις, μεταφοράς τύπου, αλληλογραφίας και φυγάδευσης καταδιωκομένων. Αμέτρητα είναι τα επεισόδια που είχαν με τους φρουρούς της κατοχικής αστυνομίας και των καταδιωκτικών τους που αλώνιζαν τον Αμβρακικό για να τους εξαπατούμε και να ξεφεύγουμε τον έλεγχό τους. Θα χρειάζονταν πολλές σελίδες για να περιγραφούν όλα αυτά που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αυθεντικό υλικό για να γραφούν σπαρταριστές κωμωδίες.

Στα τέλη του 1942 μάθαμε για την ανατίναξη της γέφυρας Γοργοποτάμου. Ήταν το μεγαλύτερο σαμποτάζ στην Ευρώπη, μια πολύ δύσκολη επιχείρηση, που είχαν εκτελέσει σε συνεργασία αντάρτικες ομάδες του Άρη Βελουχιώτη και του Ν. Ζέρβα με τη βοήθεια και μιας ομάδας Άγγλων σαμποτέρ που ‘χαν έρθει ειδικά γι’ αυτήν την επιχείρηση σαμποτάζ που σταμάτησε για πολλές βδομάδες τον ανεφοδιασμό της Στρατιάς των Γερμανών στην Αφρική και ίσως ήταν ένας σοβαρός λόγος για την τελική συντριβή της από τα συμμαχικά στρατεύματα της Αφρικής. Αυτό το κατόρθωμα γέμιζε τις καρδιές μας με ενθουσιασμό και τα ονόματα των πρωταγωνιστών αυτού του εγχειρήματος γίνανε ποίημα, τραγούδι, πολεμικός παιάνας. Από στόμα σε στόμα, το όνομα του Άρη Βελουχιώτη που έμελλε να γίνει ο Αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ γινόταν θρύλος. Πόσο διαφορετική θα ήταν για την πατρίδα μας η κατάσταση, αν οι δυο Οργανώσεις ΕΔΕΣ, ΕΑΜ-ΕΛΑΣ συνεργάζονταν αδελφικά! Αλλά σ’ αυτό το ζήτημα, για τη δολιότητα των άλλων «συμμάχων» που με τόση επιτηδειότητα εφάρμοσαν σε μας το δοκιμασμένο δόγμα τους «διαίρει και βασίλευε» θα αναφερθώ πάρα κάτω.

Ύστερα από το σαμποτάζ του Γοργοπόταμου, τα τρομοκρατικά μέτρα των καταχτητών εντάθηκαν σ’ όλη την Ελλάδα. Στις αρχές του Δεκέμβρη 1942 συνέλαβαν κάμποσους μόνιμους και εφέδρους αξιωματικούς στην περιοχή μας και τους έστειλαν ομήρους στην Ιταλία. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήσαν ο μόνιμος Ταγμ/ρχης Αλ. Παπαγεωργίου, ο μόνιμος υπολοχαγός Ντίνος Θεοχάρης, οι έφεδροι αξιωματικοί Περικλής Τόλιας, Χρίστος Κουτσοτόλης, Γιάννης Μουστάκης, Γαβρίλης Λιόντος και άλλοι. Από την πλευρά της Οργάνωσής μας εντάθηκαν επίσης τα μέτρα επαγρύπνησης. Συστήθηκε στους εφέδρους και μόνιμους αξιωματικούς μας που στο σύνολό τους είχαν ενταχθεί στο ΕΑΜ, να μη κοιμούνται στα σπίτια τους και να είναι έτοιμοι ώστε στην κατάλληλη στιγμή, που η Οργάνωση θα έχει προετοιμάσει το έδαφος να φύγουν απ’ την πόλη για το βουνό για να αναπτύξουν και στην περιφέρειά μας αντάρτικο. Πραγματικά προηγήθηκε η έξοδος απ’ την πόλη για το βουνό του έφεδρου υπολοχαγού και γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ Μιχάλη Ντούσια και ακολούθησε κατά τα τέλη Δεκέμβρη και η έξοδος των αξιωματικών Αποστόλη Κωνσταντινίδη Ταγματάρχη, Αποστόλη Χαλιμά λοχαγού, Κώστα Μαραγκού λοχαγού, Νίκου Τσούκα, Αναστάσιου Μπάλκου, Γρηγόρη Μούργελα Κώστα Παπακωνσταντίνου ανθυπολοχαγών. Ελπιδοφόρες έφθαναν απ’ τα χωριά μας οι ειδήσεις. Απ’ άκρη σ’ άκρη η αγροτιά μας, δεξιοί, κεντρώοι, αριστεροί, άνδρες και γυναίκες, παπάδες και δάσκαλοι, πρόεδροι κοινοτήτων, γραμματικοί και έφεδροι αξιωματικοί είχαν προσχωρήσει στο ΕΑΜ και βρίσκονταν σε πατριωτικό συναγερμό. Μαθαίνουμε τις πρώτες ένοπλες συγκρούσεις των ενόπλων ομάδων με τους καταχτητές του Παπα-Καίσαρη στις Φιλιάτες, του Σπύρου Κόκορη στη Παραμυθιά και του Σπύρου Σκεύη στην περιφέρειά μας. Μαθαίναμε επίσης ότι έφυγαν από την Πάργα και βγήκαν στο βουνό μια ομάδα με επικεφαλής τους Μέμο Πριφτη, Πέτρο Γιούργα, Αλέκο Μπάγκα κλπ. Άλλη ομάδα εργατών του λιμανιού της Κέρκυρας, που είχαν διαφύγει τη σύλληψή τους και είχαν καταφύγει στην περιφέρειά μας τους εξόπλισε ο Ντούσιας και τους χρησιμοποιούσε σαν ομάδα περιφρούρησης στις διάφορες πολιτικές συγκεντρώσεις που γίνονταν στα χωριά. Άλλη πάλι ομάδα με αρχηγό το Γρηγόρη Παπαδόπουλο μάθαμε ότι είχε κάνει την εμφάνισή της στην περιφέρειά μας. Τα ίδια αισιόδοξα μηνύματα μας έφθαναν από τις γειτονικές μας περιφέρειες. Στα Τζουμέρκα είχε δημιουργηθεί αρχηγείο Ανταρτών του ΕΑΜ – δεν είχαμε ακούσει ακόμη για την ονομασία του ένοπλου τμήματος του ΕΑΜ σε ΕΛΑΣ. Διοικητής του Αρχηγείου Ανταρτών Ηπείρου ήταν ο Ταγμ/ρχης Άγγελος Πίσπερης και ακούγαμε ότι είχε προσχωρήσει στο ΕΑΜ ο στρατηγός Νάσης, ο Πρεβεζιάνος λοχαγός Γιάννης Σταμούλης ήρωας του Αλβανικού Μετώπου, και όλοι σχεδόν οι μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί της Άρτας. Στο γειτονικό μας Ξηρόμερο μαθαίναμε ότι είχε δημιουργηθεί από τον γιατρό Τσέλιο (ψευδώνυμο Γεροδήμο) απ’ τον Αστακό άλλη ένοπλη ομάδα καθώς και η ομάδα Λάκη Κατσαρού που κινούνταν στα κοντινά μας χωριά γύρω από το βουνό Περγάντι. Στην Λευκάδα είχε κάνει την εμφάνισή της η ένοπλη ομάδα του θρυλικού και αξέχαστου ήρωα Π. Γιαννούλη. Στην περιφέρεια του Νομού Ιωαννίνων, όπου, λόγω της πείνας, είχαν εγκαταλείψει τα μεγαλοαστικά κέντρα οι χιλιάδες ταξιδεμένοι ηπειρώτες και είχαν εγκατασταθεί στα χωριά της καταγωγής τους, το Εαμικό Κινημα ήταν μαζικότερο και αναπτύσσονταν ανετότερα απ’ ό,τι σε μας. Και ενώ όλα εξελίσσονταν ευνοϊκά, μας έφθασε η πρώτη απαισιόδοξη πληροφορία. Οι μόνιμοι, αξιωματικοί που ήταν περίπου 1 1/2 χρόνο οργανωμένοι στο ΕΑΜ, έφυγαν και εντάχθηκαν στον ΕΔΕΣ. Ειπώθηκε πως κάποια παρεξήγηση η κακή συμπεριφορά προς αυτούς του Μιχάλη Ντούσια, που εκπροσωπούσε το ΕΑΜ, ήταν η αιτία της αποχώρησής τους.

Το γεγονός όμως ότι λίγες μέρες πριν από την αποχώρηση των αξιωματικών είχε φθάσει στο γειτονικό μας Σούλι συμμαχική στρατιωτική αποστολή, με επικεφαλής τον τότε συνταγματάρχη του Αγγλικού Στρατού Έντυ (που αργότερα έγινε ταξίαρχος) και τον υπαρχηγό του ΕΔΕΣ Κομνηνό Πυρομάγλου, μπορεί να μας οδηγήσει στη σκέψη πως και αν υπήρξε κάποια διαφωνία ανάμεσα στο Ντούσια και τους αξιωματικούς, αυτή θα ήταν απλώς η αφορμή. «Η αιτία ήταν η επέμβαση σ’ αυτούς των Άγγλων και των πρακτόρων τους που άρχισαν από τότε μια αχαλίνωτη αντιεαμική προπαγάνδα κατηγορώντας το ΕΑΜ σαν κομμουνιστική οργάνωση, που απόβλεπε να καταλάβει την εξουσία μετά την απελευθέρωση και να επιβάλλει καθεστώς κομμουνιστικό, διχτατορικό, εφαρμόζοντας τη διχτατορία του προλεταριάτου, που θα περνούσε «διά στόματος μάχαιρας» όλους τους αντίθετους και πρώτους απ’ όλους τους αξιωματικούς.

Για μας τους απλούς ψαράδες που δεν ξέραμε ως τότε πολλά πράγματα γύρω από τον κομμουνισμό, σοσιαλισμό και κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, ενώ η αποχώρηση των αξιωματικών και η αντιεαμική προπαγάνδα μας συνεκλόνισε, γιατί από διαίσθηση καταλαβαίναμε ότι η διαμάχη ανάμεσα στους Έλληνες δεν προοιώνιζε καλά αποτελέσματα, από την άλλη δεν υπήρξε σε μας ούτε μιας στιγμής δισταγμός να κάνουμε την επιλογή μας. Κανένας από τους οργανωμένους ψαράδες, απ’ ό,τι ξέρω, δεν έφυγε από το ΕΑΜ για να ενταχθεί στον ΕΔΕΣ. Είπαμε: Αν οι κομμουνιστές αγωνίζονται με τόση αυταπάρνηση για τη λευτεριά, την ανεξαρτησία, την ισοτιμία και τη δικαιοσύνη, γιατί όχι; είμαστε και εμείς κομμουνιστές.

Δεν θα σταθώ πολύ στις δραστηριότητές των ψαράδων στο διάστημα από τις αρχές του 1943 ως το Σ/βρη του ίδιου χρόνου. Με την ένταση των σχέσεων των δύο Οργανώσεων, που συνέπεσε να εμφανισθή αποκλειστικά σχεδόν απ’ όλη την Ελλάδα στην περιοχή μας, εντάθηκαν και οι δικές μας προσπάθειες να κρατήσουμε στις γραμμές μας τους συμπατριώτες μας, και να υπηρετήσουμε με πείσμα την οργάνωσή μας στον διμέτωπο τώρα αγώνα της.

Οι Γερμανοί καταχτητές στην απεγνωσμένη προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τη νικηφόρα προέλαση του σοβιετικού στρατού στο Ανατολικό μέτωπο, είχαν αρχίσει να επιστρατεύουν σ’ όλη την Ευρώπη νέους και να τους στέλνουν στο μέτωπο, η να τους χρησιμοποιούν σαν εργάτες στη Γερμανία. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες πέτυχαν τους σκοπούς τους αυτούς. Στην πατρίδα μας χάρη στις μαχητικές κινητοποιήσεις του ΕΑΜ, οι προσπάθειές τους ματαιώθηκαν. Θα αναφερθώ σε μια σχετική αποστολή που ανάθεσε σε μας η Οργάνωσή μας. Είχε γίνει γνωστό ότι ο Νομάρχης Πρέβεζας, εκτελώντας εντολή της κατοχικής κυβέρνησης, ετοίμαζε κατάσταση νέων για να σταλούν στη Γερμανία σαν εργάτες. Έπρεπε να απειληθεί ο Νομάρχης να ματαιώσει αυτή την αποστολή. Οι αγωνιστές στους όποιους ανέθεσε η Οργάνωσή μας να κάνουμε το διάβημα στον Νομάρχη ήταν οι πάρα κάτω: Επικεφαλής ο Σπ. Βρυώνης πλαισιούμενος από τους Τάκη Παπαδημητρίου, Πάνο Τσιτσέ, Σταύρο Τσουμάνη και Λευτέρη Κωστούλα. Πραγματικά, οπλισμένοι με πιστόλια, πήγαμε στη Νομαρχία, αφοπλίσαμε και ακινητοποιήσαμε τη φρουρά του Νομάρχη και είπαμε στο Νομάρχη ορθά-κοφτά: «Αν θελήσει να συντάξει μια τέτοια κατάσταση νέων, η ενέργειά του θα θεωρηθεί προδοτική και η τιμωρία του θα είναι η πρέπουσα». Ο Νομάρχης τρομοκρατημένος από το δυναμικό αυτό διάβημά μας, μας βεβαίωσε ότι είχε τέτοια διαταγή αλλά με προσωπικό του κίνδυνο δεν θα την εκτελούσε και πραγματικά δεν την εκτέλεσε.

Το παραπάνω γεγονός γνωρίζω διότι ήμουν στην περιφρούρηση (έξω από τη Νομαρχία) της παραπάνω ομάδας του Σ. Βρυώνη. Σε αντίθεση με το παραπάνω θα αναφερθώ ενδεικτικά στον τότε Δήμαρχο Πρεβέζης Χαρίλαο Τσάντη ο όποιος αν και δεν ήταν οργανωμένος στο ΕΑΜ, με προσωπικό κίνδυνο της ζωής του κάλυπτε και βοηθούσε τους αγωνιστές σε οποιαδήποτε οργάνωση και αν ήτανε. Συγκεκριμένα όταν ο Μιχάλης Σαρδελής, ένας βοσκός που ξεχνώ το όνομά του, και ο Σταύρος Τσουμάνης κάναμε ένα σοβαρό αλλά ασυνείδητο σαμποτάζ στον αερολιμένα Πρεβέζης (Άγιος Σπυρίδωνας), βάζοντας άθελα φωτιά στα βαρέλια με βενζίνες που μετακινούσαμε για να τα φορτώσουμε στα αυτοκίνητα (αγγαρεία). Η Γερμανική διοίκηση του αερολιμένα πήρε εντολή να μην μας εκτελέσουνε επί τόπου (ο Χίτλερ είχε δώσει αμνηστία λόγω επιτυχιών στο ανατολικό μέτωπο) και μας συνοδεύσανε στη Γερμανική Κομαντατούρ Πρεβέζης. Όταν ο Γερμανός Φρούραρχος ρώτησε τον τότε Δήμαρχο Πρεβέζης Χαρίλαο Τσάντη, μέσω της διερμηνέως Γερτρούδης Κατηφόρη, τι γνωρίζει για μας η απάντησή του ήταν πως είναι βέβαιος ότι αποκλείεται να θέλαμε να κάνουμε σαμποτάζ.

Αυτή η επιμονή του Χαριλαου Τσάντη έπεισε τους Γερμανούς και μας άφησαν σχεδόν ελεύθερους, μας έσωσε από επί τόπου εκτέλεση.

Πολλές άλλες παρόμοιες ενέργειες αυτού του σεμνού ανθρώπου χαρακτηρίζουν την πατριωτική δράση του, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Έχω προσωπική αντίληψη και θα μπορούσα να παραθέσω άπειρα παραδείγματα από τα οποία προκύπτει πως ο λαός, οι απλοί άνθρωποι δεν έκαναν διάκριση στους αγωνιστές είτε ανήκουν στο ΕΑΜ είτε στον ΕΔΕΣ αλλά βοηθούσαν όποιον αγωνιζόταν ενάντια στους κατακτητές.

Στο μεταξύ οι σκόρπιες ανταρτικές ομάδες μας, στις οποίες είχε προστεθεί και μια ακόμη του Σπύρου Τσουκνίδα (Ιωάννου), οργάνωσαν το 24ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Το αρχηγείο Ανταρτών Ηπείρου που είχε τώρα ονομασθεί VΙΙΙ Μεραρχια έστειλε επαγγελματίες μόνιμους αξιωματικούς τους Θεόδωρο Ζαλοκώστα (ψευδώνυμο Νίκο Παλιούρα) και τον Γιάννη Σταμούλη μόνιμο λοχαγό. Ο Μιχάλης Ντούσιας, που ως τότε οργάνωνε και καθοδηγούσε τις αντάρτικες ομάδες περιορίσθηκε στα πολιτικά του καθήκοντα, σαν γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής.

Πολύ νωρίτερα από τη συγκρότηση του 24ου Συντ/τος είχαν φύγει για το βουνό πολλά παιδιά από την πόλη και πολλοί ψαράδες. Ανάμεσα στους πρώτους θα αναφέρω τον Ιωσήφ Ζαλοκώστα και τον δοξασμένο έφεδρο ανθυπολοχαγό Γιάννη Ζιώγα (Βέρο).

Με τη συγκρότηση του 24ου Συντ/τος οι κατακτητές, που είχαν προχωρημένες βάσεις με ένα τάγμα τους, στην Καμαρίνα (Ζάλογγο) και έκαναν επιδρομές στα χωριά, τα οποία κυριολεκτικά λεηλατούσαν, αποσύρθηκαν και περιορίστηκαν στα παράλια, όπου περιχαρακώθηκαν. Μερικές μικροσυγκρούσεις των ανταρτικών ομάδων του ΕΔΕΣ, του Συντ/τός μας και των γειτονικών ανταρτικών ομάδων, του ΕΛΑΣ Άρτης και Γιαννίνων, είχαν σαν συνέπεια εκτεταμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών και Ιταλών που κράτησαν ως τον Αύγουστο του 1943. Αποτέλεσμα αυτών των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων ήταν τεράστιες υλικές καταστροφές. Έκαψαν ολόκληρα χωριά, σκότωσαν γυναικόπαιδα, άρπαξαν γιδοπρόβατα, λεηλάτησαν τα νοικοκυριά και κατάστρεψαν ολοκληρωτικά τα χωριά του Φαναριού. Σκοπός τους ήταν να μην μπορούν να ανεφοδιάζονται οι αντάρτες με τρόφιμα.

Δυσκόλεψαν τον αγώνα αλλά δεν πέτυχαν το σκοπό τους. Το αντάρτικο φούντωσε ακόμα περισσότερο και τότε μάθαμε με αφάνταστη χαρά πως οι δύο οργανώσεις ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ συμφώνησαν να συνεργάζονται στις στρατιωτικές αποστολές τους και ο κάθε πολίτης ήταν ελεύθερος σ’ όλη την Ελλάδα να κάνη ελεύθερα την επιλογή του και να εντάσσεται στην πολιτική η στρατιωτική οργάνωση της προτιμήσεώς του.

Απ’ ό,τι ξέρω, στην περιφέρειά μας κανένας οργανωμένος στο ΕΑΜ δεν έφυγε για τον ΕΔΕΣ. Από τον ΕΔΕΣ όμως έφυγε μια ομάδα με επικεφαλής τον Θ. Κτενά και κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ.

Βάσει αυτής της συμφωνίας σχηματίστηκε κοινό 24ο Σύν/γμα με αντάρτες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ και με συνδιοίκηση από την πλευρά του ΕΔΕΣ τον λοχαγό Α. Χαλιμά, από την πλευρά του ΕΛΑΣ τον συνταγματάρχη Κώστα Κουτσομητόπουλο. Το Σ/βρη αυτού του χρόνου ακολούθησε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Η Οργάνωσή μας ανάθεσε σε μας τους ψαράδες το καθήκον να φυγαδεύουμε στο Ξηρόμερο τους Ιταλούς αξιωματικούς και στρατιώτες που ήθελαν να φύγουν από τους Γερμανούς, και να γυρίσουν στην πατρίδα τους ή να καταταγούν στον ΕΛΑΣ.

Εννοείται ότι οι Γερμανοί, μόλις έγινε η συνθηκολόγηση των Ιταλών, έθεσαν το ερώτημα στις ιταλικές μονάδες που βρίσκονταν στην περιοχή μας, ποιοι θέλουν να συνεχίσουν μαζί τους τον πόλεμο και ποιοι όχι. Ελάχιστοι Ιταλοί φασίστες δέχθηκαν να συνεχίσουν τον πόλεμο. Όσοι δεν δέχθηκαν αφοπλίστηκαν και κλείστηκαν σε στρατόπεδα, φρουρούμενα αυστηρά, από τους Γερμανούς με τη βοήθεια των συνεργατών τους Ιταλών φασιστών. Κάθε Ιταλός που θα έκανε την απόπειρα να έλθει σε επαφή με ντόπιους Έλληνες εκτελούνταν επί τόπου. Ωστόσο ένας σημαντικός αριθμός ιταλών αντιφασιστών μπόρεσε να ξεφύγει τον έλεγχο και να μεταφερθεί από μας στο Ξηρόμερο.

Το άλλο σημαντικό καθήκον που μας ανάθεσε η οργάνωσή μας ήταν η περισυλλογή ιταλικού οπλισμού και πυρομαχικών. Ο καθένας μας τότε ανέπτυξε πρωτοβουλία και, παρόλες τις δυσκολίες και τους κινδύνους, οι ψαράδες της Πρέβεζας σ’ όλο το διάστημα του Σ/βρη και του Οκτώβρη του 1943, βρίσκονταν συνεχώς σε κινητοποίηση για την εκτέλεση αυτών των αποστολών και το αποτέλεσμα ήταν αξιόλογο.

Δυστυχώς όμως, στο τέλος του Οκτώβρη μάθαμε τα θλιβερά γεγονότα της σύγκρουσης ΕΔΕΣ-ΕΛΑΣ, με αποτέλεσμα οι εδεσίτες, διαθέτοντας ισχυρότερες δυνάμεις στην περιοχή μας, να διαλύσουν προσωρινά το 24ο Σύν/γμα του ΕΛΑΣ και με μάχες που κράτησαν μέρες κατάφεραν να καταλάβουν τη μισή περίπου περιοχή του Νομού μας. Μια πολύ δύσκολη κατάσταση είχε τώρα δημιουργηθεί για την οργάνωσή μας. Ο ελεύθερος χώρος, στον οποίον μπορούσαν να κινηθούν οι οργανώσεις μας, τόσο οι πολιτικές όσο και το ένοπλο τμήμα τους περιορίστηκε στα χωριά του Ζαλόγγου, δηλαδή σε μια στενή λωρίδα ανάμεσα στους Γερμανούς και τον ΕΔΕΣ και με αποκομμένη ή πολύ δύσκολη την από ξηράς επικοινωνία με τις ανώτερες Οργανώσεις της Ηπείρου. Τότε προέκυψε επιτακτική η ανάγκη της εξασφάλισης της επαφής με τα κεντρικά όργανα της Ηπείρου, μέσω Ξηρομέρου και Βάλτου και φυσικά την αποστολή αυτή, ο γραμματέας της Επιτροπής Πόλης του ΕΑΜ και του κόμματος Σπύρος Περδίκης, ανέθεσε στους ψαράδες. Υπεύθυνο όρισε τον Αποστόλη Καστάνη, και αυτός με τη σειρά του οργάνωσε μια βοηθητική Επιτροπή, μια, μπορούμε να πούμε κλαδική οργάνωση των ψαράδων, εξαρτημένη από την Επιτροπή Πόλης του ΕΑΜ, με τους Αποστόλη Κασίμη (Τσιροκώλη), Πάνο Τσιτσέ, Σταύρο Τσουμάνη και Λάμπη Κωστούλα. Μάλιστα τον Καστάνη, που διέθετε ένα καΐκι, τον αποκαλούσαμε «Ναύαρχο» και το καΐκι του «Ναυαρχίδα»!!

Η οργάνωση μας είχε τώρα μισοστρατιωτικό χαρακτήρα. Βγάζαμε υπηρεσία συνδέσμων την ημέρα και βρισκόμαστε πάντοτε σε ετοιμότητα για κάθε αποστολή που θα μας ανέθετε η Οργάνωση. Αυτή η αναδιοργάνωσή μας αποτελεί μπορώ να ειπώ την τρίτη φάση των ψαράδων μας που τελικό εντάχθηκαν στο ΕΛΑΝ.

Πριν προχωρήσω θα ήθελα να σταθώ στους λόγους που προκάλεσαν το σπάσιμο της συνεργασίας ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ και σε συνέχεια τις αδελφοκτόνες συγκρούσεις, που κράτησαν ως την απελευθέρωση και μετά από αυτή. Δύσκολα θα εξηγηθούν τα γεγονότα, αν δεν παρθεί υπόψη η δολιότητα των ηγετών της συμμαχικής αποστολής, και τα καταχθόνια σχέδιά τους, που ήταν, όχι μόνο να διασπάσουν με κάθε τρόπο την ενότητα του Ελληνικού λαού, αλλά και να τον οδηγήσουν σε εμφύλιο σπαραγμό. Έχει γραφεί, και πιστεύω πως είναι βέβαιο, ότι και ο ίδιος ο Ζέρβας ήθελε τη συνεργασία. Υπάρχουν γράμματα του Ν. Ζέρβα προς τον Άρη Βελουχιώτη που τον αποκαλεί «άδελφέ Άρη». Οι σύμβουλοί του όμως Άγγλοι μεθόδευσαν τις ενέργειές τους. Με την ελπίδα ότι θα επεκτείνουν την επιρροή του ΕΔΕΣ σ’ όλη την Ελλάδα δέχτηκαν τη συμφωνία για συνεργασία, που όπως είπαμε πραγματοποιήθηκε το καλοκαιρι του 1943, Όταν όμως είδαν ότι αυτή η προσπάθεια δεν απέδωσε, άλλαξαν ταχτική. Προσανατολίστηκαν να εδραιώσουν με κάθε θυσία τον ΕΔΕΣ σε μια περιοχή την πιο κατάλληλη γι’ αυτούς και σαν τέτοια διάλεξαν τα απρόσιτα βουνά του Σουλιού, από τα όποία θα εξορμούσαν για να καταλάβουν μια πόλη: τήν Πρέβεζα.

Όπως είπα και πάρα πάνω, μεταπηδήσεις οργανωμένων στο ΕΑΜ για τον ΕΔΕΣ στην περιφέρειά μας, δεν παρατηρήθηκαν. Το ίδιο και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι άφθονες λίρες που διέθεσαν γι’ αυτό το σκοπό οι Άγγλοι [όμως] απέδωσαν. Διάφορα τυχοδιωκτικά στοιχεία απ όλη την Ελλάδα και άλλοι που από κακούς χειρισμούς και αναπόφευχτα λάθη των υπεύθυνων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχαν δυσαρεστηθεί, βρήκαν καταφύγιο στον ΕΔΕΣ. Αν προστεθούν σ’ αυτούς οι μαυραγορίτες που είχαν απειληθεί από τις οργανώσεις μας, θα μπορέσει κανένας αβίαστα να συμπεράνει πως οι αντάρτες του ΕΔΕΣ αποτελούνταν κυρίως από ξένους, δηλαδή προερχόμενους από τα μεγαλοαστικά κέντρα, που εύκολα μετατράπηκαν σε ορκισμένους αντιεαμίτες και αντικομμουνιστές. Αλλά για τις διαπιστώσεις μου γύρω απ’ αύτό το θέμα που οδήγησε στο αλληλοσπαραγμό, με τα γνωστά τραγικά για την πατρίδα και το λαό μας αποτελέσματα, θα αναφερθώ εκτενέστερα στη συνέχεια των αναμνήσεών μου.

Οι συγκρούσεις ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ συνεχίστηκαν από τον Οχτώβρη ως τις 2 του Φλεβάρη 1944, όπότε υπογράφηκε η γνωστή συμφωνία της Πλάκας, βάσει της όποιας σταμάτησαν οι εχθροπραξίες ανάμεσα στις δυο Οργανώσεις, και τα τμήματα της κάθε οργάνωσης θα έμεναν οριστικά στις θέσεις που κατείχαν την ήμέρα εκείνη (2-2-1944).

Σ’ αυτό το τρίμηνο παρακολουθούσαμε με αγωνία τις μάχες. Ακούγαμε τότε τα ονόματα του Μιχάλη Ντούσια, του Μήτσου Κύρλα (πού μόλις είχε βγει από τα στρατόπεδα των Γερμανών), του Γιάννη Ζιώγα, του Γρηγόρη Παπαδοπούλου, του Θωμά Ζάχου (Μπατάγια), του Νίκου Κιάμου και Σπύρου Κόκορη, που μετά τη διάλυση του 24ου Συντ/τος είχαν οργανώσει νέες ένοπλες ομάδες ενισχυμένες από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ και που με αυτές ίδρυσαν το Αρχηγείο ΕΛΑΣ Ζαλόγγου. Έτσι, όχι μόνον κατάφεραν να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους τα χωριά της περιοχής Ζαλόγγου, όπου είχαν περιορισθεί μετά τη μεγάλη επίθεση του ΕΔΕΣ (τέλη Οκτώβρη 1943), αλλά και είχαν αναλάβει αγώνα για ανακατάληψη ολόκληρης της περιοχής του Νομού. Με μια επιθετική τους ενέργεια ανακατέλαβαν το χωριό Τρίκαστρο, πέρασαν τον Αχέροντα και έφθασαν ως το χωριό Ζωτικό του Σουλιού καθώς και το Μοναστήρι Ρωμανού, που ήταν η έδρα του ΕΔΕΣ. Με αντεπίθεση του ΕΔΕΣ αναγκάστηκαν να συμπτυχθούν πάλιν ως τα υψώματα Γούση κοντά στο χωριό Βρυσούλα και η συμφωνία της Πλάκας βρήκε τα τμήματά μας να κατέχουν το μεγαλύτερο τμήμα του Νομού μας, ως τη Γέφυρα του Αχέροντα Βουβοποτάμου-Γλυκής-και φυσικά ολόκληρο το Φανάρι.

Με ανακούφιση μάθαμε τη συμφωνία της Πλάκας. Είχαμε συμφιλιωθεί με τους ντόπιους οπαδούς του ΕΔΕΣ.

Το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ Ζαλόγγου παραδίδονταν στις αρχές Απρίλη από τους Μ. Ντούσια και Δ. Κύρλα που το είχαν συγκροτήσει και το διοικούσαν ως τότε, στον μόνιμο λοχαγό Γιώργη Αραχναίο (Κατεμή) που τον είχε στείλει η ΙΙΙ Μεραρχία και ο οποίος, μαζί με το μόνιμο ανθυπολοχαγό Θ. Ζαλοκώστα ανέλαβαν την ανασυγκρότησή του σε Σύνταγμα και την Διοίκηση του. Με τις σπάνιες στρατιωτικές ικανότητες του Αραχναίου και την ολόπλευρη βοήθεια των πολιτικών οργανώσεων το 24ο Σύνταγμα είχε γίνει και πάλι μια αξιόμαχη μονάδα. Τότε είχε έρθει στο Σύνταγμά μας μαζί με τον Αραχναίο και ο θρυλικός γενειοφόρος (μοναδικός στο Σύν/γμά μας) Γιάννης Παπάρας (Παπακωνσταντίνου).

Οι νίκες των συμμαχικών στρατευμάτων στο Δυτ. Μέτωπο και η ακάθεκτη προέλαση του κόκκινου στρατού που συνέτριβε τις χιτλερικές στρατιές στο Ανατολικό Μέτωπο, έδειχναν ότι η τελική νίκη των συμμάχων ήταν ζήτημα μηνών.

Στο μεταξύ είχε δημιουργηθεί η Κυβέρνηση του βουνού η Π.Ε.Ε.Α. και είχε συγκληθεί το Εθνικό Συμβούλιο στους Κορυσχάδες-Εύρυτανιας από αντιπροσώπους (εθνοσυμβούλους) που εκλέχτηκαν με μυστική ψηφοφορία. Εμείς στείλαμε στο Εθνικό Συμβούλιο τους αγωνιστές Κοσμά Μπουραμάνη, Βασίλη Παπαδήμα και Μιχάλη Ντούσια.

Όλα έδειχναν πως συμφιλιωμένοι με τους οπαδούς του ΕΔΕΣ και ενωμένοι, με την απελευθέρωση θα υλοποιούσαμε τους σκοπούς μας που εκτός από την απελευθέρωση ήταν και η εδραίωση σε στέρεες βάσεις της Δημοκρατίας που τόσο βάναυσα καταργούσαν κάθε τόσο διάφοροι τρομοκράτες με τελευταίο τον Μεταξά. Δυστυχώς αυτό δεν άρεσε στους Άγγλους, γιατί μια ελεύθερη, ανεξάρτητη και Δημοκρατική χώρα δεν ανέχεται την εξάρτηση από ξένους και δεν υποτάσσει την εσωτερική και εξωτερική της πολιτική σε ξένα συμφέροντα.

Ήταν και είναι και στα μικρά παιδιά γνωστό, πως η κακοδαιμονία της πατρίδας μας, η υποανάπτυξη, η φτώχεια, η αγραμματοσύνη και γενικά η καθυστέρηση, οφείλονταν στην ανάμιξη των ξένων στα εσωτερικά μας, ιδιαίτερα των Άγγλων που επιδίωκαν πάντοτε με Κυβερνήσεις φιλικές- «υποχείριές» τους να ελέγχουν απόλυτα αυτό το γεωγραφικό χώρο, για την εξασφάλιση των συμφερόντων τους.

Σένα παλλαϊκό κινημα σαν του ΕΑΜ, ήταν επόμενο να περάσουν στις γραμμές του και στοιχεία εξτρεμιστικά και ανώριμα να αφομοιώσουν την πολιτική του ΕΑΜ και συνεπώς τα λάθη ήταν αναπόφευκτα.

Εκμεταλλευόμενοι αυτά τα λάθη μας και τις αναπόφευχτες αντιθέσεις που δημιουργούσαν σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι Άγγλοι εξαπόλυσαν μια κακοηθέστατη συκοφαντική εκστρατεία, προπαγανδίζοντας με όλα τα μέσα ότι τάχα το ΕΑΜ απόβλεπε στην ανατροπή του αστικού καθεστώτος και στην εγκαθίδρυση κομμουνιστικού καθεστώτος που θα προσδένονταν, αν επικρατούσε, στη Σοβ. «Ενωση. Η ιστορική αλήθεια όμως είναι ότι το ΕΑΜ όχι μόνον δεν είχε θέσει ζήτημα ανατροπής του καθεστώτος αλλά είχε διακηρύξει με όλα τα μέσα πως και για τη μορφή του πολιτεύματος, αν θα ήταν Βασιλευομένη η Προεδρική Δημοκρατία, θα αποφαίνονταν ο λαός με ένα πραγματικό δημοκρατικό Δημοψήφισμα.

Η ηγεσία του ΕΑΜ ήταν τόσο προσκολλημένη σ’ αυτούς τους σκοπούς και τις διακηρύξεις της, ώστε ενώ είχε κάτω από τον έλεγχο του ΕΛΑΣ ενός στρατού από εθελοντές πρόθυμους να προσφέρουν τη ζωή τους, άφησε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία να διαπραγματευθεί από θέση ισχύος την διαμόρφωση μετά την απελευθέρωση ενός καθεστώτος πραγματικά και ακλόνητα Δημοκρατικού. Αυτό το σφάλμα της τότε ηγεσίας θα το καταλογίσει η ιστορία εις βάρος της.

Αλλά ας έλθουμε και πάλι στα γεγονότα:

Ενώ όλα πήγαιναν, όπως είπαμε, καλά, αιφνιδιαστικά και απροειδοποίητα, μονάδες του ΕΔΕΣ αριθμητικά ισχυρότατες και άριστα εξοπλισμένες, ανέλαβαν τα ξημερώματα της 27-6-1944, γενική επίθεση σ’ όλο το μήκος του Μετώπου ενάντια στο 24ο Σύνταγμά μας που ύστερα από τετραήμερο σκληρό αμυντικό αγώνα αναγκάστηκε για δεύτερη φορά να συμπτυχθεί στα υψώματα του Ζαλόγγου, αυτή τη φορά δεν είχε άλλο χώρο να ελιχθεί και η θα έπρεπε να παραδοθεί στον ΕΔΕΣ η να αιχμαλωτισθεί από τους Γερμανούς, που δεν απείχαν περισσότερο από λίγα χιλιόμετρα στα νώτα του.

Η μόνη διέξοδος για τη σωτηρία του Συν/τος ήταν να γλιστρήσει κυριολεκτικά ανάμεσα από τους Γερμανούς και να διαπεραιωθει στο ελασιτοκρατούμενο Ξηρόμερο. Και αυτή τη δύσκολη και επικινδυνη επιχείρηση την ανέλαβαν και την έφεραν σε πέρας οι ψαράδες της Πρέβεζας και του Αμβρακικού κόλπου.

Εδώ κλείνει η τρίτη φάση των αγωνιστών θαλασσινών μας και ανοίγει η τέταρτη και τελευταία φάση, κατά την οποία οι ψαράδες ιδρύουν το ΕΛΑΝ ή μάλλον οργανώνονται με στρατιωτικά κριτήρια και παίρνουν την ονομασία του ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού).

Αυτές τις μέρες που με αγωνία παρακολουθούσαμε τις μάχες στο Ζάλογγο, και που το αποτέλεσμα μπρος στην συντριπτική υπεροχή του ΕΔΕΣ ήταν προδιαγραμμένο για το Σύνταγμά μας, οι υπεύθυνοι του ΕΑΜ Πρέβεζας Σπ. Περδίκης και του κόμματος Κώστας Κατσιμπίρης, κάλεσαν τη βοηθητική επιτροπή που είχαν οργανώσει 5-6 μήνες νωρίτερα, δηλαδή τον Αποστόλη Καστάνη, Π. Τσιτσέ, Α. Τσιροκώλη, Στ. Τσουμάνη κλπ. και μας ανέθεσαν να πάρουμε όλα τα κατάλληλα μέτρα για τη μεταφορά του Συν/τος στο Ξηρόμερο. Για την επιτυχια αυτού του σκοπού έθεσαν στη διάθεσή μας, συνδέσμους για αποκατάσταση επαφής με τη Διοίκηση του 24ου Συν/τος και του 2/39 Συντ/τος του ΕΛΑΣ Αιτωλοακαρνανιας. Εμείς καλέσαμε και τους Στάθη Τσούκα, Χαρ. Τσόγκα, Παύλο Σιρώκα, Κοσμά Τσιλιγκάρη, Αθ. Κουμπούρα, Θεοφ. Μπαγιάστα, Χριστοφ. Γκέλη, Απ. Νικολάρα και Γιώργο Χουλιάρα και, μέσω αυτών θέσαμε σε συναγερμό όλους τους ψαράδες Πρέβεζας και Καρακονησιάς. Δώσαμε εντολή να βρίσκονται σε επιφυλακή και να είναι έτοιμοι να έχουν προσορμίσει τα πλεούμενά τους στους υποδειχθέντες ορμίσκους, παίρνοντας όλα τα απαιτούμενα μέτρα, ώστε να μη προκαλέσουν καμία υποψία στους Γερμανούς. στην κατάλληλη στιγμή θα τους ειδοποιούσαμε να συγκεντρώσουν τα πλεούμενά τους στις εκβολές του ποταμού Λούρου, απ’ όπου θα παραλαβαίναμε τους αντάρτες του Συν/τος και θα τους μεταφέραμε στο Ξηρόμερο. Τους είπαμε ότι όποιος δεν θέλει να πάρει μέρος σ’ αύτή τη δύσκολη και επικίνδυνη αποστολή είναι ελεύθερος να μην ελθει. Αλλά κανένας δεν λιποψύχησε. Η επιχείρηση ήταν πραγματικά δύσκολη. Οι Γερμανοί παρακολουθώντας τις μάχες, ήσαν βέβαιοι, ότι τα πιεζόμενα στο Ζάλογγο τμήματα του ΕΛΑΣ θα υποχωρούσαν και θα έπεφταν στα χέρια τους. Γι’ αυτό είχαν κινητοποιήσει έφιππες περιπόλους από τη θέση Μάζωμα, Σμυρτούλα και κατά μήκος της δεξιάς όχθης του ποταμού Λούρου ως το χωριό Λούρο. Ταυτόχρονα είχαν εκτείνει τις περιπολίες των εξοπλισμένων καταδιωκτικών τους από την παραλία της Πρέβεζας ως τη Βόνιτσα και έκαναν αυστηρό έλεγχο σε κάθε πλεούμενο σ’ αύτή την περιοχή. Παρόλα αυτά φθάσαμε στην καθορισμένη περιοχή (εκβολές Λούρου) και υποδεχθήκαμε τα πρώτα τμήματα του 24ου Συντ/τος που είχαν γλιστρήσει αθέατα από τους Γερμανούς. Ανάμεσά τους θυμάμαι ήταν και δυο παπάδες αντάρτες και γύρω στα 100-150 γυναικόπαιδα, οικογενειών που τους είχαν κάψει τα σπίτια οι εδεσίτες.

Ήταν πραγματικά ένα θαύμα που τους μεταφέραμε στο Ξηρόμερο χωρις κανένα απρόοπτο.

Σε συνεχή επαφή με τις οργανώσεις του ΕΑΜ η μεταφορά των ανταρτών και των πολιτικών στελεχών συνεχίστηκε για πολλές μέρες. Γιατί καθώς τα τμήματα του Συντ/τος υποχώρησαν από το Ζάλογγο ήταν αδύνατο να φθάσουν στο σημείο αποβάσεώς τους, ταυτόχρονα συνταγμένα και συγκεντρωμένα. Χωρίστηκαν σε μικρές ομάδες και κρύφτηκαν στον σπαρμένο με καλαμπόκια κάμπο, Παληοροφόρου, Πολυβρύσου, Καμαρίνας και Σαμψούντας και λίγοι-λίγοι έφθαναν στα σημεία, που τους υποδείκνυαν οι σύνδεσμοι, που βρίσκονταν σε επαφή μαζί μας. Με τα πρώτα τμήματα που μεταφέραμε ήταν ο στρατιωτικός διοικητής του Συν/τος Αραχναίος και ο πολιτικός Μήτσος Κύρλας. Αυτή τη πρώτη μεταφορά με 50-60 αντάρτες την έκανε ο Σταύρος Τσουμάνης. Τους μεταφέραμε στη παραλία του χωριού Παληάμπελα όπου περίμενε και τους παρέλαβε ο διοικητής λόχου του 2/39 Συν/τος Λάκης Κατσαρός. Σ’ αύτή την επιχείρηση διακρίθηκαν για την παλληκαριά τους τα ατρόμητα παληκάρια Στάθης Τσούκας, Χαριλαος Τσόγκας και άλλοι.

Με τη μεταφορά του Συν/τος από τις Ηπειρωτικές ακτές στο Ξηρόμερο, η εαμική οργάνωση των ψαράδων, υπάγεται πια στην στρατιωτική οργάνωση και παίρνει την ονομασία ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού).

Η οργάνωση αυτού του τμήματος ανατέθηκε από τη Διοίκηση του Συν/τος Αραχναίο και Ντούσια στο γραμματέα του ΕΑΜ Πρέβεζας Σπ. Περδικη που είχε έλθει και αυτός στο Ξηρόμερο. Αυτός στη συνέχεια πήρε για συνεργάτες του τον Απόστ. Πουλιάνο και λιγο αργότερα, με εντολή της Διοίκησης και τον Τσιλια Σαρδελή.

Ειδικά καθήκοντα που δόθηκαν από τη Διοίκηση του Συντ/τος στο ΕΛΑΝ ήταν:

να εγκατασταθούν στην παραλιακή θέση Αγια Μαρίνας, να συνδεθούν εκεί με τον αγωνιστή του ΕΑΜ Ευγένιο Λιότσο, και μέσω αυτού να πάρουν επαφή με τις γύρω τοπικές οργανώσεις του ΕΑΜ και να εκτελέσουν με το καλύτερο τρόπο δύο αποστολές: Πρώτο να εξασφαλίσουν συνεχή επαφή με τις οργανώσεις της Πρέβεζας και ιδίως με τις γιάφκες Αγίων Αποστόλων και Αγίου Θωμά, ώστε να συνεχιστεί η μεταφορά ανταρτών που είχαν μείνει πίσω, επίσης η μεταφορά οπλισμού και άλλου υλικού και δεύτερο, σε συνεργασία με τον εκεί Σταθμό Πολιτοφυλακής, να επιτηρούν και να ελέγχουν κάθε κίνηση στην παραλία απ’ το χωριό Λουτράκι ως τον κάβο Γαλάδα. Ταυτόχρονα να επισημαίνουν και να αναφέρουν στο Σύν/μα τις κινήσεις των εξοπλισμένων καϊκιών που είχαν επιτάξει οι Γερμανοί και έλεγχαν μ’ αύτά ολόκληρο τον Αμβρακικό, από το στενό του Άκτιου-Πρέβεζας ως την Αμφιλοχία. Για τον ίδιο σκοπό η Διοίκηση του Συντ/τος είχε διαθέσει τον αγωνιστή Γιώργο Κιτσοπάνο, που είχε διακριθεί για τη παλληκαριά του, να εγκατασταθεί στη Ν. Καμαρίνα (Μερτάρι) και με τη βοήθεια των εκεί αγωνιστών Γ. Ζάρογγα και του γιού του Σπύρου, να δημιουργήσει μόνιμη ομάδα και να εγκαταστήσει φυλάκιο στο Φάρο του Κάβου Παναγιάς. Και σ’ αυτόν δόθηκε εντολή να διατηρεί επαφή με την οργάνωση Βόνιτσας, Πρέβεζας, Αγίων Αποστόλων και Αγίου Θωμά και να προσπαθήσει, στρατολογώντας ντόπιους αγωνιστές να επεκτείνει τον έλεγχο και την επιτήρηση της παραλίας από Ν. Καμαρίνα ως το Άκτιο.

Συνοψίζοντας τα γεγονότα γύρω από τη διοίκηση, τη φυσιογνωμία και τις αποστολές του ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού) υπογραμμίζω ότι η πρώτη Διοίκηση αποτελέστηκε από τους Σπύρο Περδίκη υπεύθυνο στρατιωτικό, Βασίλη Σαρδελή καπετάνιο και Αποστόλη Πουλιάνο κομματικό υπεύθυνο. Στην περίπτωση του ΕΛΑΝ η διοίκησή του έγινε τριμελής, αν και είχε καταργηθεί γενικά από ένα χρόνο περίπου νωρίτερα η συμμετοχή κομματικού αντιπροσώπου στη Διοίκηση του ΕΛΑΝ, όπως γράφει σχετικό δημοσίευμα του περιοδικού «Εθνική Αντίσταση».

Η Διοίκηση του ΕΛΑΝ επανειλημμένα ζήτησε από το Σύνταγμα να το εφοδιάσει με οπλισμό αλλά δεν της ικανοποίησε το αίτημα αυτό και γιατί δεν διέθετε αποθέματα οπλισμού, αφού δε μπορούσε να εξοπλίσει αντάρτες για να συμπληρώσει τα κενά των λόχων του και γιατί η αποστολή του ΕΛΑΝ δεν ήταν καθαρώς μαχητική, επιχειρησιακή, αλλά όπως είπαμε παραπάνω, είχαν ανατεθεί σ’ αυτό καθήκοντα επαφής και επιτήρησης των ακτών, για την εκτέλεση των όποιων ήταν αρκετά τα πιστόλια με τα οποία ήταν εφοδιασμένοι οι περισσότεροι αντάρτες του ΕΛΑΝ και τα λίγα όπλα που είχαν μερικοί. Και αυτή η αποστολή του ΕΛΑΝ δεν ήταν απλώς σοβαρή αλλά αποφασιστικής σημασίας για τη Διοίκηση του Συν/τος.

Δεν είχαν περάσει πολλές μέρες από τη μεταφορά του Συν/τος στο Ξηρόμερο, και τη συγκρότηση του ΕΛΑΝ στη νέα του οργανωτική διάρθρωση και εξάρτηση, οπότε οργανώνεται από τον ΕΛΑΣ η επιχείρηση για τη κατάληψη της Αμφιλοχίας. Είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση του ΕΛΑΣ σε Πανελλαδική κλίμακα, που την εκτέλεσαν το 2/39 Σύν/μα, που ενήργησε την κύρια επίθεση κατά της Γερμανικής φρουράς της Αμφιλοχίας και της εκεί σοβαρής δύναμης Χωροφυλακής με ταυτόχρονη συμμετοχή του 3/40 Συν/τος, με αποστολή την παρεμπόδιση κάθε μετακίνησης Γερμανικών δυνάμεων από Άρτα στην Αμφιλοχία και του δικού μας 24ου Συν/τος με αποστολή την παρεμπόδιση κάθε αποστολής ενίσχυσης Γερμανικών δυνάμεων, από τις φρουρές της Λευκάδας, Ζαβέρδας, Μοναστηρακίου, Βόνιτσας και από αλλού.

Το Σύνταγμά μας, παρόλο που δεν είχε ολοκληρώσει ακόμα την αναδιοργάνωσή του και είχε ελαττωμένη δύναμη, όχι μόνον παρεμπόδισε, στο τριήμερο που κράτησε η μάχη της Αμφιλοχίας, τις ενισχύσεις που έστελναν οι Γερμανοί στο δημόσιο δρόμο Λευκάδας-Βόνιτσας-Αμφιλοχιας, αλλά ο 1ος λόχος του, με διοικητή τον ατρόμητο Κώστα Νούτσο, ύστερα από λυσσώδη μάχη κατέλαβε το Γερμανικό Φυλάκιο Μοναστηρακίου, πήρε λάφυρα, ρουχισμό, τρόφιμα και δυο μεγάλα Γερμανικά μουλάρια και πυρπόλησε το Φυλάκιο. Ο λόχος μας είχε ένα νεκρό και μερικούς τραυματίες. Είχαν και οι Γερμανοί νεκρούς και τραυματίες. Σ’ αύτή τη μάχη θυμάμαι την ηρωική Αντίσταση που πρόβαλλε ο λόχος με διοικητή τον Γιάννη Ζιώγα, ο οποίος τελικά ανάγκασε τους Γερμανούς να παραιτηθούν από την προσπάθειά τους να κατευθυνθούν προς Αμφιλοχία σε ενίσχυση της εκεί φρουράς τους, η οποία καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Δεν επέζησε ούτε ένας Γερμανός απ’ αύτή τη Φρουρά. Στη μάχη αυτή πήραμε μέρος και όσοι αντάρτες του ΕΛΑΝ διέθεταν οπλισμό.

Αργότερα κατά τα μέσα Αύγούστου 1944 το Σύν/μα απόσπασε στο ΕΛΑΝ μια ένοπλη ομάδα από τους Μήτσο Γεωργίου (Καταραχιά), σκοπευτή οπλοπολυβόλου, Μιχάλη Νικολαΐδη, γεμιστή και τους Κώστα Προβατά, Ηλία Ζιώγα, Ανδρέα Μαρινόπουλο, Γιώργο Ζαλοκώστα, Κώστα Τσούκα και Κώστα Πυνέλο (παρατσούκλι). Όπως είπαμε, δεν διαθέταμε αρκετό οπλισμό, ούτε εξοπλισμένα πλωτά μέσα, για να ενεργούμε επιθέσεις ενάντια στα εξοπλισμένα περιπολικά των Γερμανών, ούτε είχαμε εντολή (ούτε δυνατότητες) να ενεργούμε επιθέσεις σ’ αυτά τα περιπολικά. Αντίθετα, είχαμε εντολή να αποφεύγουμε άσκοπες προκλήσεις κατά των Γερμανών.

Η μάχη του Αμβρακικού όπως την περιγράφει ο Μ. Γεωργίου δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Για την ιστορική ακρίβεια το επεισόδιο που περιγράφει ο Μ.Γ. συνέβη ως εξής:

Η Διοίκηση του ΕΛΑΝ βρισκόταν στην παραλία, κάτω από το χωριό Παληάμπελα, όπότε ένας σύνδεσμος μας είπε ότι έρχονται προερχόμενα από την Αμφιλοχία δύο καΐκια γεμάτα δοσιλόγους από Αγρίνιο και Αμφιλοχία. Ο Μήτσος Γεωργίου καθώς και άλλοι αντάρτες του ΕΛΑΝ που ήταν εκεί, κατεχόμενοι από μαχητική διάθεση πρότειναν να τους επιτεθούμε. Παρά τις αντιρρήσεις του Σπ. Περδικη, που έκρινε, πολύ σωστά, πως ένα τέτοιο εγχείρημα αποτελούσε παραφροσύνη, τελικά, για να μη μείνει η εντύπωση ότι φοβάται, υποχώρησε κακώς στη γνώμη της πλειοψηφίας. Μπήκε κι αυτός στο μόνο πλωτό μέσο που διέθετε εκείνη τη στιγμή το ΕΛΑΝ, ένα ψαροκάικο, μισού τόνου (μπρατέλο) του Στάθη Τσούκα, χωρίς πετρελαιομηχανή και με τα κουπιά, χωρίς πανί (γιατί ήταν μπουνάτσα άπνοια) ανοιχτήκαμε περίπου 1200 μέτρα από την παραλία και περιμέναμε την εμφάνιση των εχθρικών καϊκιών.

Ύστερα από αναμονή 1 ½ ώρας περίπου είδαμε να έρχεται ένα (και όχι δύο όπως ανακριβώς αναφέρει ο Μ.Γ.) από τα αναμενόμενα καΐκια. Ήταν ένα καΐκι εξοπλισμένο από τους Γερμανούς με βαριά πολυβόλα και αντιαρματικά. Όταν πλησίασε στα 200 περίπου μέτρα, για να τους παραπλανήσουμε τους φωνάξαμε να μας ρυμουλκήσουν, αλλά δεν σταμάτησαν. Τότε ο Μ. Γεωργίου έβαλε εναντίον του με το οπλοπολυβόλο μια-δυο ριπές και μερικές τουφεκιές με τα ατομικά όπλα οι άλλοι αντάρτες. Για μια στιγμή το εχθρικό καΐκι έκοψε ταχύτητα αλλά το οπλοπολυβόλο μας έπαθε εμπλοκή, πράγμα που το αντιλήφθηκε ο καπετάνιος του καταδιωκτικού, έβαλε τη μηχανή του ολοταχώς και κατευθύνθηκε προς Πρέβεζα. Στο καΐκι δεν είδαμε Γερμανούς, οι όποιοι υποχωρούσαν συντεταγμένοι και δεν είχαν κανένα λόγο να μετακινούνται με ψαροκάικο. Τα γραφόμενα περί σκοτωμού και τραυματισμού (18 νεκροί, 22 τραυματίες), είναι αποκυήματα της φαντασίας του Μ. Γ. Πώς ήταν δυνατόν με 2 ή 3 ριπές και με λιγότερο από 30 τουφεκιές να σκοτωθούν τόσοι άνθρωποι καλυμμένοι μάλιστα από την κουπαστή του 15τοννου καϊκιού;

Αν ήταν μέσα Γερμανοί και αν είχαν νεκρούς και τραυματίες δεν θα έστρεφαν τα όπλα εναντίον μας και να μας κάνουν σκόνη 7 άτομα στριμωγμένα σε μια ψαρόβαρκα 1/2 τόνου; Ύστερα από πολλή ώρα πέρασε και το άλλο καΐκι χωρίς να κάνουμε την κουταμάρα να το πειράξουμε.

Μετά απ’ αυτό το επεισόδιο, ο Σπ. Περδικης πήρε εντολή απ’ την Οργάνωση να πάει στην Πρέβεζα σαν γραμματέας του ΕΑΜ της πόλης, όπου εν όψει της απελευθέρωσης της Πρέβεζας, τον ανέμεναν σοβαρά καθήκοντα. Στη θέση του στη Διοίκηση του ΕΛΑΝ ήλθε ο Βύρων Μπασαράς. Στο μεταξύ και πριν από πολλές μέρες νωρίτερα, είχε αποχωρήσει από τη Διοίκηση του ΕΛΑΝ ο Απ. Πουλιάνος. Λιγες μέρες αργότερα η Διοίκηση του Συν/τος όρισε υπεύθυνο του ΕΛΑΝ τον αγωνιστή Αντώνη Τσακαλώτο. Ο Αντώνης Τσακαλώτος, συνδυάζοντας τόλμη, αποφασιστικότητα, διοικητικές ικανότητες και γνώσεις αξιωματικού Λιμενικού Σώματος, μας οργάνωσε τόσο τέλεια για την εκπλήρωση καθηκόντων λιμενικής Αστυνομίας ώστε θα τη ζήλευαν και τα καλύτερα λιμεναρχεία της πατρίδας. Ο Αντώνης Τσακαλώτος, χωρίς να τηρήσει τους τύπους, σύμφωνα με τους όποιους έπρεπε η Διοίκηση του ΕΛΑΝ να αποτελείται από τον στρατιωτικό, τον ίδιο και έναν πολιτικό υπεύθυνο (καπετάνιο), τον Βασίλη Σαρδελή, πήρε για συνεργάτες του στη Διοίκηση και τους Ηλία Ζιώγα και Βύρωνα Μπασαρά, κατανέμοντας στον καθένα απ’ αυτούς ειδικά καθήκοντα.

Ο Τσακαλώτος έμεινε συνεχώς διοικητής του ΕΛΑΝ ως τη συμφωνία της Βάρκιζας. Πρέπει να ειπώ εδώ, ότι από την απελευθέρωση του Ξηρομέρου και της Πρέβεζας, τα καθήκοντα που είχαν ανατεθεί στο ΕΛΑΝ ήταν καθήκοντα λιμεναρχείου.

Κατά τις 20 Αύγούστου 1944 το 24ο Σύν/γμα ανάλαβε μια πολύ σοβαρή στρατιωτική επιχείρηση. Στο βουνό του Ξηρομέρου Περγαντί οι Γερμανοί είχαν εγκαταστημένο έναν ασύρματο μεγάλης εμβέλειας. Τον μεγαλύτερο που διέθεταν στην Ελλάδα. Ένας λόχος μέσω συνδέσμων υπηρετούσε αυτό τον ασύρματο στην ψηλότερη κορυφή του βουνού. Άλλοι που έζησαν και διεύθυναν αυτή τη μεγάλη επιχείρηση έχουν καθήκον να περιγράψουν αυτή την μεγάλη και νικηφόρα επιχείρηση. Εκείνο που πρέπει να ειπώ είναι, ότι σ’ αυτή την επιχείρηση πήραμε μέρος και εμείς οι αντάρτες του ΕΛΑΝ. Το αποτέλεσμα αυτής της λαμπρής επιχείρησης ήταν το πάρσιμο του ασυρμάτου, για τη μεταφορά του όποιου χρειάστηκαν να φορτωθούν 40 γερά ζώα. Φυσικά ο ασύρματος στάλθηκε «δώρο» στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ.

Μετά την απελευθέρωση της Βόνιτσας από τους Γερμανούς καταχτητές και την εγκατάσταση σ’ αύτή την πόλη της Διοίκησης του 24ου Συν/τος, ο γράφων βρισκόμουν μαζί με άλλους αντάρτες του ΕΛΑΝ και του ΕΛΑΣ σε φυλάκιο του Κάβου Παναγιάς. Ήταν απόγευμα. Είδαμε από εκεί ένα καΐκι, από τα εξοπλισμένα των Γερμανών, που τα χρησιμοποιούσαν 60 για περιπολία, να έρχεται από την κατεύθυνση των εκβολών του ποταμού Λούρου και να κατευθύνεται προς Λασκάρα. Μαζί με τον αντάρτη Πάνο Λελοβίτη, ένα ατρόμητο παλληκάρι, αποφασίσαμε, χωρίς να ζητήσουμε την άδεια των ανωτέρων μας, να το χτυπήσουμε. Πήραμε το επαναληπτικό αντιαρματικό, που υπήρχε εκεί και με ένα πριάρι ξανοιχτήκαμε με πανί και φθάσαμε στο απέναντι νησάκι που λέγεται «Γαϊδουρονήσι». Δεν ήξερα καλά τον χειρισμό του όπλου, τον σύντροφό μου Λελοβίτη που ήξερε τον είχε πιάσει η θάλασσα. Ώσπου να συνέλθει ο Λελοβίτης και να μου δείξει τον χειρισμό του όπλου, το καΐκι θα απομακρυνόταν. Πήρα λοιπόν το όπλο και έριξα την πρώτη βολή. Καθώς δεν είχαν τοποθετήσει σωστά το όπλο στον ώμο μου, χτυπήθηκα από το κοντάκι του στο πρόσωπο και στα σαγόνια μου και ζαλίστηκα. Πήρε αμέσως το όπλο ο Λελοβίτης που είχε συνέλθει κάπως και έβαλε μερικά βλήματα. Συνέχισα εγώ, αφού στο μεταξύ πρόσεξα κι έμαθα το χειρισμό του όπλου. Η απόσταση ήταν μικρή, όλες οι βολές βρήκαν τον στόχο τους και δημιούργησαν ρήγματα στα ύφαλα και το εξοπλισμένο Γερμανικό άρχισε να βουλιάζει και ώσπου να φθάσει στην Πρέβεζα μισοβούλιαξε και αχρηστεύθηκε. Ο σκελετός του βρίσκεται από τότε μέχρι σήμερα στο Καρνάγιο της Μαργαρώνας. Ήταν το περιπολικό που είχαμε προσπαθήσει χωρίς επιτυχία να χτυπήσουμε με επικεφαλής τον Σπ. Περδικη και σκοπευτή το Μήτσο Γεωργίου.

Γυρίζοντας από κει μού είπαν να παρουσιασθώ στη Διοίκηση του Συν/τος. Παρουσιάστηκα στον στρατιωτικό Αραχναίο και στον καπετάνιο Ντούσια. Ήταν εκεί και ο Μήτσος Κύρλας. Με συγχάρηκαν και οι τρεις, αλλά ο Αραχναίος με παρετήρησε λέγοντάς μου ότι δεν επιτρέπεται να ενεργούμε με ατομική πρωτοβουλία, αλλά ύστερα από συνεννόηση και έγκριση της υπεύθυνης Διοίκησης. Μπορεί, μου είπε, τα βλήματα που χαλάσατε να μας είναι πολύ πιο απαραίτητα σε άλλη, πιο σοβαρή επιχείρηση. Θα εννοούσε ίσως την απόβαση στηv Πρέβεζα που με μυστικότητα προετοίμαζαν.

Λίγες μέρες αργότερα, θα ήταν γύρω στις 10 του Σεπτέμβρη η Διοίκηση του ΕΛΑΝ διέταξε όλοι οι ελανϊτες με τα πλεούμενά μας να είμαστε σε ετοιμότητα, Πραγματικά συγκεντρώσαμε τα πριάρια και τα ψαροκάϊκά μας στη Βόνιτσα.

Όταν νύχτωσε, ο Διοικητής του ΕΛΑΝ Α. Τσακαλώτος, φώναξε ονομαστικά μερικούς από μας και με τα πριάρια μας μας οδήγησε στον ορμίσκο κάτω από τον Κάβο Παναγιάς. Εκεί ήταν συγκεντρωμένοι οι αντάρτες του 1ου λόχου του Συν/τος με τον ηρωικό Διοικητή του Κώστα Νούτσο. Ήταν εκεί και ο Αραχναίος και ο Ντούσιας. Μας είπαν ότι πλησιάζει η ώρα να απελευθερώσουμε τη Πρέβεζα. Η επιτυχία αυτού του σκοπού μας, είπαν, εξαρτάται από την απόλυτη μυστικότητα των ενεργειών μας. Ούτε φωνές, ούτε θόρυβοι, ούτε τσιγάρο. Πήραμε τους αντάρτες στα πριάρια μας και αθόρυβα ξεκινήσαμε για τους Αγίους Αποστόλους. Αυτές τις μέρες είχαν εντείνει τις περιπολίες τους τα καταδιωκτικά των Γερμανών. Η διαταγή ήταν μόλις επισημάνουμε από μακριά την κίνηση τέτοιου καταδιωκτικού, να κανονίσουμε την πλεύση μας σε ανάλογη κατεύθυνση ώστε να αποφύγουμε συνάντηση και σύγκρουση μ’ αυτά. Ευτυχώς διασχίσαμε το στενό ως την απέναντι ακτή Λασκάρας, χωρίς να συναντήσουμε εχθρικό καταδιωκτικό. Βγάλαμε άνετα τους αντάρτες στην παραλία, κάτω από τους Αγίους Αποστόλους, όπου συναντήσαμε μια ομάδα με επικεφαλής αν θυμάμαι καλά τους Κώστα Προβατά, Αποστόλη Καστάνη και μερικούς άλλους, που είχαν προηγηθεί και είχαν φθάσει εκεί μια ή δυο μέρες νωρίτερα από μας, για να οδηγήσουν τους άντρες του λόχου σε θέσεις που είχε προκαθορίσει η Διοίκηση του Συν/τος. Η παρουσία του λόχου στην περιοχή αυτή του Αγίου Θωμά, έπρεπε να είναι απόλυτα μυστική, αφού οι Γερμανοί βρίσκονταν ακόμα στην πόλη της Πρέβεζας, δηλαδή σε μια απόσταση 4-5 χιλιομέτρων. Οι αντάρτες έπρεπε να καλυφθούν στους πυκνούς θάμνους με τους όποιους ήταν ευτυχώς σκεπασμένη η περιοχή, ώστε να μην γίνουν αντιληπτοί από κανένα κάτοικο της περιοχής, ακόμα και από φίλους μας.

Αφού αποβιβάσαμε το λόχο και αφήσαμε εκεί δυο πριάρια στη διάθεση του λόχου, για να επικοινωνεί μ’ αυτά με το Σύνταγμα, οι άλλοι γυρίσαμε στη βάση μας στη Βόνιτσα.

Όπως μάθαμε, η Διοίκηση του Συντ/τος είχε αποφασίσει να προωθήσει τον 1ο λόχο να καταλάβει το στενό της Σμυρτούλας, καταστρέφοντας τα μικρά γεφύρια στο δρόμο εκείνης της περιοχής και, κυκλώνοντας από παντού τη Γερμανική φρουρά, που υπολογίζονταν σε 350 περίπου άνδρες μέσα στη πόλη, να τους αναγκάσει να παραδοθούν. Αυτό το σκοπό είχε το προγεφύρωμα που είχε δημιουργηθεί στον Άγιο Θωμά με τον 1ο λόχο.

Άγνωστο πως διέρρευσε αυτή η πρόθεση του Συντ/τος, πάντως έγινε γνωστή και θορύβησε τους κάτοικους της πόλης, οι όποιοι συγκρότησαν μικρή επιτροπή των οργανώσεων ΕΑΜ και ΕΔΕΣ, που πήγε στη Βόνιτσα, συνάντησε τη Διοίκηση του Συντάγματος και παρακάλεσε να ματαιωθεί αυτή η ενέργειά της, μια ενέργεια που θα είχε σαν συνέπεια τον βομβαρδισμό της πόλης από τα Γερμανικά πυροβολεία Σαμψούντας και Λούρου, με ανυπολόγιστα ανθρώπινα θύματα και άλλες ύλικές καταστροφές,

Η Διοίκηση του Συν/τος υποχώρησε, κακώς κατά τη γνώμη μου, γιατί αν είχε εκτελεσθεί νικηφόρα αυτή η επιχείρηση θα είχε αποφευχθεί η σύγκρουση που έγινε αργότερα με τον ΕΔΕΣ.

Την άλλη μέρα ο Διοικητής μας Αντώνιος Τσακαλώτος διέταξε μερικά πριάρια να πάνε με μυστικότητα στην περιοχή Ακτίνου, απέναντι από την Πρέβεζα. Δυο μέρες παραμείναμε εκεί σε επιφυλακή. Μια νύχτα θα ήταν νομίζω 13 του Σεπτέμβρη, ακούσαμε μια τρομακτική έκρηξη και μια μεγάλη λάμψη κάπου στον ελαιώνα της Πρέβεζας. Από συνδέσμους που ήρθαν από την Πρέβεζα μάθαμε πως οι Γερμανοί είχαν ανατινάξει οπλισμό, πυρομαχικά και άλλο πολεμικό υλικό, που τον είχαν συγκεντρώσει κάπου έξω από την πόλη. Σχεδόν ταυτόχρονα πήραμε εντολή και φορτώσαμε τα πριάρια μας τους άνδρες του 2ου λόχου του Συν/τός μας, με διοικητή τον Θωμά Ζάχο (Μπατάγια) και καπετάνιο τον Σπ. Τσουκνίδα και να τους μεταφέρουμε στην παραλία της πόλης. Την ίδια στιγμή άλλα πλεούμενα του ΕΛΑΝ μετέφεραν από τη Βόνιτσα την υπόλοιπη δύναμη του Συν/τος με επικεφαλής τον καπετάνιο Μιχάλη Ντούσια.

Ο διοικητής Αραχναίος ήταν άρρωστος.

Παρόλο που δεν είχε καλά-καλά ξημερώσει ο λαός της Πρέβεζας είχε κατεβεί στην προκυμαία και χειροκροτούσε και ζητωκραύγαζε τους αντάρτες με ακράτητο ενθουσιασμό. Ποτέ άλλοτε δεν δοκίμασα αυτή τη βαθιά συγκίνηση που δοκίμασα αυτή τη μέρα.

Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω τις ενέργειες της Διοίκησης του Συν/τος. Μάθαμε όμως πως ενώ ο 2ος λόχος, που είχαμε αποβιβάσει τα μεσάνυχτα, είχε εντολή να μη σταθεί ούτε λεπτό στην πόλη, αλλά να βαδίσει ταχύτατα κατευθείαν προς Παργινόσκαλα και Καλαμίτσι, να καταλάβει θέσεις μάχης και να παρεμποδίσει ενδεχόμενη απόβαση Γερμανών προερχόμενων από Κέρκυρα η εδεσιτών, ο λόχος αυτός δεν εκτέλεσε την διαταγή που είχε, υπακούοντας σε διαταγή του γραμματέα της περιφερειακής οργανώσεως του Κ.Κ.Ε. Μήτσου Ηπειρώτη. Για τις τραγικές συνέπειες αυτής της ενέργειας, αναρμόδιου οργάνου, σε ζητήματα καθαρώς στρατιωτικά, άλλοι είναι αρμόδιοι να γράψουν αν δεν τα έχουν ως τώρα γράψει. Εκείνο που πρέπει να ειπώ είναι πως η χαρά μας για την απελευθέρωση της πατρίδας μας δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, τμήματα του ΕΔΕΣ αποβιβάστηκαν στην Παργινόσκαλα κι έφθασαν στην Πρέβεζα. Τα υποδέχθηκε στην πόρτα του Άι Λιά ο γραμματέας του Κόμματος Ηπειρώτης κι εγκαταστάθηκαν σε μερικά κτίρια στην πόλη χωρίς να αντιμετωπίσουν καμμιά Αντίσταση. Μάθαμε ότι αργά τη νύχτα, συναντήθηκαν οι Διοικήσεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ και συμφώνησαν για τη συνύπαρξη των δύο οργανώσεων και την συνδιοίκηση της πόλης. Συγκρότησαν κοινό Φρουραρχείο, κοινές περιπόλους και ακόμα πως κάθε ενέργειά τους για την αντιμετώπιση των πελώριων προβλημάτων που προέκυπταν για το λαό της πόλης και της περιοχής θα την αποφάσιζαν με κοινή συνεννόηση. Αποφάσισαν ακόμη την Κυριακή 18 του Σ/βρη, δηλαδή 3 ή 4 μέρες από την ημέρα αυτή, να γίνει παλλαϊκή συγκέντρωση ολόκληρου του λαού της Πρέβεζας, εαμιτών και εδεσιτών για έναν πανηγυρικό γιορτασμό της απελευθέρωσης,

Η συνεργασία των δύο διοικήσεων ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ φαινόταν ομαλή, αλλά αποδείχθηκε πως δεν ήταν ειλικρινής από την πλευρά του ΕΔΕΣ. Την Κυριακή, καθορισμένη μέρα για τον γιορτασμό της απελευθέρωσης, οι επικεφαλής των εδεσιτών όχι μόνον δεν ήρθαν στη γιορτή αλλά είχε εξαφανισθεί ο αξιωματικός που εκτελούσε μαζί με τον Αραχναίο χρέη Φρουράρχου, καθώς και όλοι οι αντάρτες του ΕΔΕΣ. Η γιορτή πραγματοποιήθηκε και ήταν παλλαϊκή. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, γέροι κι ανάμεσά τους πολλοί Πρεβεζιάνοι οπαδοί του ΕΔΕΣ, ήρθαν μ’ ακράτητο ενθουσιασμό να γιορτάσουν την απελευθέρωση, ήταν η μεγαλύτερη και η πιο ενθουσιώδικη γιορτή που έγινε ποτέ στη Πρέβεζα,

Η απουσία των Εδεσιτών από την γιορτή και προπαντός η εξαφάνισή τους από την πόλη δημιούργησε τη βάσιμη υποψία ότι κάτι προετοίμαζαν. Το απόγευμα της ίδιας μέρας έφθασε η δυσάρεστη πληροφορία ότι οι εδεσίτες συνέλαβαν τους άνδρες ενός συνεργείου που είχε συγκροτηθεί από αντάρτες και πολίτες για την περισυλλογή και συγκέντρωση οπλισμού και πυρομαχικών, που είχαν αφήσει φεύγοντας οι Γερμανοί.

Με βάση αυτά μόνον τα στοιχεία, αργά το απόγευμα της ίδιας μέρας, διατάχθηκε από τη Διοίκηση του Συν/τος γενική επιφυλακή. Αυτή τη διαταγή μάς τη γνωστοποίησε ο Διοικητής του ΕΛΑΝ Αντ. Τσακαλώτος που είχε σαν έδρα του το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας και επιπρόσθετα διέταξε να βρισκόμαστε όλοι στις θέσεις μας και, όσοι από μας είχαμε όπλα, αναλάβαμε να περιπολούμε την παραλία της πόλης, από τη Βάση ως το Διοικητήριο.

Τα τμήματα του 24ου Συν/τος μοιράστηκαν και κατέλαβαν ο 1ος και 3ος λόχος το Φρούριο του Αγίου Ανδρέα, ο 2ος λόχος, μαζί με τη Διοίκηση του Συντ/τος και τον υπεύθυνο του εφεδρικού ΕΛΑΣ Πρέβεζας στο Φρούριο Αγίου Στεφάνου. Η υποδειγματική διμοιρία της ΕΠΟΝ τοποθετήθηκε στο Γυμνάσιο Πρέβεζας. Άλλα τμήματα του Συν/τος τοποθετήθηκαν στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο και στη γέφυρα της Πόρτας του Άι Λιά. Ομάδες του εφεδρικού ΕΛΑΣ διατάχθηκαν να σχηματίσουν κινητές περιπόλους και να επαγρυπνούν τη νύχτα σ’ όλη την περιμετρική τάφρο της πόλης. Η διαταγή του Συν/τος ήταν να αντιτάξουμε ανυποχώρητη άμυνα σε ενδεχόμενη επιθετική απόπειρα των εδεσιτών. Δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία πως αν η επίθεση των εδεσιτών είχε εκδηλωθεί αυτή τη νύχτα θα συντριβόταν. Το κάθε σπίτι της πόλης θα μεταβαλλόταν σε άπαρτο φρούριο. Θα είχαμε την παραλία ελεύθερη και την επικοινωνία με το Άκτιο και με το 2/39 Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, για να έλθει αν χρειάζονταν σε ενίσχυσή μας άνετα. Αλλά η νύχτα πέρασε ήσυχα. Οι εδεσίτες φαίνεται αντιλήφθηκαν την κινητοποίησή μας και την αδιάσπαστη αμυντική διάταξη των δυνάμεών μας και δεν αποφάσισαν την επίθεση. Και ίσως δεν θα την αποτολμούσαν ποτέ, αν το πρωί της όλης μέρας δεν χαλάρωναν τα μέτρα που είχε πάρει τη νύχτα η Διοίκηση του Συντ/τος. Λαθεμένα, κατά τη γνώμη μου, η Διοίκηση του Συντ/τος εκτίμησε ότι οι εδεσίτες δεν θα αποτολμούσαν επίθεση την ημέρα και χωρίς να είχε προηγηθεί απ’ αυτούς προειδοποίηση ή τελεσίγραφο να εγκαταλείψουμε την πόλη. Ήταν λάθος της που υπέκυψε στις αιτήσεις των ανταρτών να ξεκουρασθούν από την ένταση και το ξενύχτι και που δεν είχε προβλέψει εφεδρικά ξεκούραστα τμήματα που θα συνέχιζαν και την ημέρα τα μέτρα επαγρύπνησης. Η Διοίκηση του Συν/τος είχε ειδοποιήσει τηλεφωνικώς τις διοικήσεις των τμημάτων της και των πολιτικών οργανώσεων να συγκεντρωθούν στις 9 η ώρα το πρωί στο Φρούριο του Αγίου Ανδρέα για μια πλατειά σύσκεψη και τη λήψη περαιτέρω μέτρων για την αντιμετώπιση της κατάστασης,

Ακριβώς αυτή την ώρα, 8 1/2 το πρωί της Δευτέρας 19 του Σεπτέμβρη οι εδεσίτες απρόσκλητα, απροειδοποίητα και αιφνιδιαστικά άρχισαν την επίθεσή τους σ’ όλα τα σημεία με καταιγιστικά πυρά, ορειβατικού πυροβολικού, όλμων, βαρειών πολυβόλων, οπλοπολυβόλων, αντιαρματικών. Η αδελφοκτόνα μάχη της Πρέβεζας είχε αρχίσει. Παρά την συντριπτική υπεροχή των εδεσιτών σε άνδρες και οπλισμό οι αντάρτες μας, μόνιμοι και εφεδρικοί, όσοι μπόρεσαν, μετά την χαλάρωση της επαγρύπνησης και τον αιφνιδιασμό, να μπουν στα Φρούρια του Αγίου Ανδρέα, Αγίου Γεωργίου και στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, απόκρουσαν όλες τις λυσσασμένες επιθέσεις που κράτησαν 13 ολόκληρες μέρες και νύχτες, από τις 19 του Σεπτέμβρη ως τις 3 του Οχτώβρη 1944. Αποκλεισμένοι 13 μέρες και νύχτες χωρίς τρόφιμα με πρόσθετη ανάγκη να διατραφούν και αρκετά γυναικόπαιδα, που είχαν καταφύγει στα Φρούρια, οι αντάρτες μας απόδειξαν για μια ακόμη φορά πως όταν κανείς μάχεται για την υπεράσπιση της ελευθερίας, οι αριθμοί και τα μέσα δεν είναι ικανά να εξασφαλίσουν στον επιδρομέα τη νίκη.

Το ΕΛΑΝ με επικεφαλής τον ατρόμητο αλλά και συνετό στις ενέργειές του Αντώνη Τσακαλώτο, κράτησε γερά το κτίριο της Εθνικής Τράπεζας όπου όσοι βρέθηκαν εκεί πολέμησαν με απαράμιλλο ενθουσιασμό.

Ανάμεσά τους και ο Μήτσος Γεωργίου (Καταραχιάς) που διακρίθηκε για την παλληκαριά του και τραυματίστηκε.

Οι εδεσίτες είχαν μπει στην πόλη και τις 3-4 πρώτες μέρες είχαν αποκλείσει από παντού τους αμυνόμενους στα Φρούρια και την Τράπεζα και απόκοψαν κάθε επικοινωνία μεταξύ τους και με τον έξω κόσμο. Όμως την 4η νομίζω μέρα οι πολιορκημένοι άρχισαν τις αντεπιθέσεις τους και κατάφεραν να εκκαθαρίσουν χώρους τόσον μπροστά από τα Φρούρια, όσο και από την Τράπεζα, έτσι ώστε έγινε δυνατή η προσέγγιση του ΕΛΑΝ και η μεταφορά στο Άκτιο τραυματιών. Προπαντός αποκαταστάθηκε επαφή του Συντ/τος με την Μεραρχια και με την ΧΙΙΙ Μεραρχια του ΕΛΑΣ.

Όσοι βρεθήκαμε έξω από τον κλοιό των εδεσιτών παρακολουθούσαμε με κομμένη την αναπνοή την ηρωική Αντίσταση των συντρόφων μας χωρίς να ξέρουμε που θα κατέληγε αυτή η θανάσιμη σύγκρουση. Μάθαμε όμως πως η Διοίκηση του Συν/τος προετοίμαζε γενική αντεπίθεση και ανακατάληψη της Πρέβεζας με την ενίσχυση 2 λόχων του 2/39 Συν/τος. Και πραγματικά, τη νύχτα της 1ης προς 2 του Οχτώβρη μεταφέραμε από το Άκτιο, ένα λόχο του 2/39 Συν/τος με επικεφαλής τον ατρόμητο πολεμιστή Π. Γιαννούλη, τον οποίον αποβιβάσαμε στη Βάση Πρέβεζας, αφού, όπως ειπαμε προηγούμενα, με πετυχημένες εξόδους και αντεπιθέσεις από το Φρούριο του Αγίου Γεωργίου είχε εκκαθαριστεί το μπρος από αυτό το Φρούριο έδαφος, ήτοι δεξιά απ’ το Καφενείο Χαμπέου και αριστερά από το πηγάδι Γκινάκα ως τη Βάση. Ο άλλος λόχος του 2/39, ενισχυμένος με αποσπάσματα του εφεδρικού Ξηρομέρου ήταν στο Άκτιο έτοιμος να αποβιβασθεί σε σημείο που θα υπόδειχνε η Διοίκηση του Συντ/τος, ανάλογα με την εξέλιξη της αντεπίθεσης. Ο Γιαννούλης βγαίνοντας στη Βάση έκανε μια άμεση αναγνώριση στα γύρω από τη Βάση σπίτια. Στο σπίτι του Καράμπεη, έπιασε στον ύπνο μια ομάδα εδεσιτών που στρατωνίζονταν εκεί, την οποία αιχμαλώτισε και αφόπλισε και σε συνέχεια ανέβηκε στο Φρούριο του Αγίου Γεωργίου για να παρουσιασθεί στη Διοίκηση του Συντ/τος για την εκτέλεση της προετοιμαζόμενης αντεπίθεσης. Δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία ότι η αντεπίθεση, που είχε σαν πρώτο αντικειμενικό σκοπό το διώξιμο των εδεσιτών από την πόλη και την προώθηση των τμημάτων μας μέχρι τα υψώματα της Σμυρτούλας, θα ήταν νικηφόρα.

Δεύτερος αντικειμενικός σκοπός θα ήταν η απώθηση των εδεσιτών πέρα από το Ζάλογγο, και σε συνέχεια η πλήρης διάλυση του ΕΔΕΣ. Αλλά δυστυχώς είχε υπογραφεί στο μεταξύ η περίφημη συμφωνία της Καζέρτας, με την οποία η ηγεσία του ΕΑΜ, εκτός των άλλων απαράδεκτων όρων της, είχε αποδεχθεί και την παραχώρηση της πόλης και του Νομού Πρέβεζας στον ΕΔΕΣ.

Όπως μάθαμε, οι «σύμμαχοι» αξιωματικοί άγγλοι που βρίσκονταν ανάμεσα στους επιτιθέμενους εδεσίτες σαν «παρατηρητές», αλλά στην πραγματικότητα διεύθυναν αυτοί την επίθεση, βλέποντας τις προετοιμασίες μας, ήλθαν σε επαφή με τα Φρούρια και ζήτησαν κατάπαυση του πυρός και εκεχειρία 3 ημερών. Οι προτάσεις αυτές απορρίφθηκαν, τόσο από τη Διοίκηση του Συντ/τος όσο και από τους διοικητές του Φρουρίου Αγ. Ανδρέα και Τράπεζας.

Λίγες ώρες αργότερα μετά την άφιξη του Γιαννούλη, φθάνει διαταγή από την ΙΙΙ Μεραρχία, με την οποία διατάσσονταν η Διοίκηση του Συντ/τος να αποσύρει τις δυνάμεις της από Πρέβεζα και να περάσει στο Άκτιο. Μια τέτοια διαταγή θεωρήθηκε απίστευτη. Για να βεβαιωθούν για την ακρίβεια αυτής της απαράδεκτης διαταγής πήγαν τη νύχτα στο Άκτιο ο Αραχναίος και ο Ντούσιας, για να επικοινωνήσουν τηλεφωνικώς με τον ίδιο το Διοικητή της Μεραρχίας, στρατηγό Αυγερόπουλο. Μετά την επιβεβαίωση από το Στρατηγό της διαταγής για εγκατάλειψη της Πρέβεζας ακολούθησε έντονη διαμαρτυρία ιδίως από τον καπετάνιο Ντούσια, που, έχοντας και την ιδιότητα του εθνοσυμβούλου δεν σέβονταν τους κανόνες της πειθαρχίας στους ανωτέρους όπως ο επαγγελματίας μόνιμος αξιωματικός Αραχναίος, ζήτησε από το Στρατηγό να ανακαλέσει αυτή τη διαταγή ότι το Σύν/γμα είναι έτοιμο να κάνει αντεπίθεση και ότι δεν θα πειθαρχήσει σ’ αυτή τη διαταγή. Αλλά ο Στρατηγός επέμενε ανένδοτος. Είπε: «Βεβαιωθείτε ότι και εγώ συμφωνώ μαζί σας, αλλά πειθαρχώ στη διαταγή του Γενικού Στρατηγείου. Μια δική σας απειθαρχία θα δημιουργούσε προβλήματα, ίσως πολιτικά αξεπέραστα», για πολύ ώρα ο Αραχναίος και Ντούσιας έμειναν εκεί στο τηλέφωνο αμίλητοι και αφάνταστα στενοχωρημένοι. Έτσι για μια ακόμη φορά το ΕΛΑΝ ανάλαβε την μεταφορά του Συν/τος από Πρέβεζα στο Ξηρόμερο, πολλών ανδρών του εφεδρικού και το σύνολο σχεδόν των πολιτικών στελεχών.

Το αποτέλεσμα της μάχης της Πρέβεζας ήταν πολλοί νεκροί και περισσότεροι τραυματίες και από τις δύο πλευρές. Περισσότερους, φυσικά, είχαν οι επιτιθέμενοι, τους όποιους άλλοι ανέβαζαν σε 150, άλλοι σε 130 και άλλοι σε 80.

Στην Τράπεζα σκοτώθηκε ο μαχητής Αβρ. Λεσπέρογλου. Στο Κάστρο Αγ. Ανδρέα είχαν 7 νεκρούς, ανάμεσα στους όποιους τον διοικητή του 3ου λόχου, Αριστείδη Τσούτση, τον διμοιρίτη Σωτήρη Ντούρο, Κώστα Δέδη και αλλους που τα ονόματά τους δεν τα συγκρατώ. Η υποδειγματική ομάδα της ΕΠΟΝ που είχε τοποθετηθεί στο Γυμνάσιο, και 15 από τα παιδιά αυτά εκτελέστηκαν από τους εδεσίτες «εν ψυχρώ», στην Παργινόσκαλα, μαζί με άλλους περίπου 80 έγκριτους Πρεβεζάνους πολιτες ανάμεσα στους όποιους αναφέρω τον Γυμνασιάρχη Χρ. Κοντό, τον γιατρό Χρίστο Μαϊδάτση, τον Επιθεωρητή Δημοτικών Σχολείων Νίκο Σπαθή, τον υπάλληλο ή διευθυντή της Αγροτικής Τράπεζας Σπ. Τραυλό, τον τηλεγραφητή και ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ Μιχάλη Ρέντζο, μαζί με τα ξαδέλφια του εμπόρους Κοσμά Ρέντζο και Μιχάλη Ρέντζο, τον Διευθυντή του Γραφείου Τεχνικών Υπηρεσιών Πρέβεζας κλπ. Τον ακριβή κατάλογο των θυμάτων αυτής της μάχης και εκεινων που εκτελέστηκαν «εν ψυχρώ» και τάφηκαν σ’ ένα κοινό τάφο στη θέση Παργινόσκαλα, τον έχουν δημοσιεύσει πολλοί άλλοι νωρίτερα από εμέ. Πριν φύγουμε από τη Πρέβεζα δεν είχαμε μάθει τίποτε γι’ αυτό το ανήκουστο έγκλημα που ξεπερνά σε αγριότητα και τα πιο φοβερά εγκλήματα των Γερμανών. Τα μάθαμε ύστερα από λίγες μέρες, όταν πια βρισκόμαστε στο Ξηρόμερο.

Με την πολύνεκρη αυτή σύγκρουση ΕΔΕΣ-ΕΛΑΣ στην Πρέβεζα οι «σύμμαχοι» Άγγλοι είχαν ολοκληρώσει το σκοπό τους: την εχθρότητα ανάμεσα στους οπαδούς των δύο οργανώσεων και το βαθύ μίσος που δημιουργεί το αίμα των αδικοσκοτωμένων ανθρώπων. Μίσος που συσκοτίζει τη σκέψη και δεν επιτρέπει τη λογική κρίση, για να βλέπει κανείς σωστά και να επισημαίνει τον κύριο εχθρό που στην περίπτωσή μας δεν ήταν άλλοι από τους Άγγλους.

Η εαμική κατά 90% Πρέβεζα εδεσιτοκρατείτο τώρα και δοκίμαζε ο λαός της μια καταπίεση πολύ σκληρότέρη και από εκείνη των ξένων καταχτητών.

Μετά τη μάχη της Πρέβεζας η Διοίκηση του ΕΛΑΝ εγκαταστάθηκε στη Βόνιτσα και τα καθήκοντά μας ήταν καθήκοντα Λιμενικού Σώματος, που με την οργανωτική ικανότητα του Αντ. Τσακαλώτου, τα εκτελούσαμε υποδειγματικά. Το ΕΛΑΝ είχε αναλάβει την επιτήρηση, και σε στενή συνεργασία με τα τμήματα του ΕΛΑΣ, τον έλεγχο της παραλίας από Κάβο Γελάδας ως το Άκτιο και πέρα από κεί ως την παραλία του χωριού Άγιος Νικόλαος.

Κατά τα τέλη Οχτώβρη αρχές Νοέμβρη 1944, με την άφιξη στην Αθήνα της Κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας», όπως την χαρακτήριζαν, στην οποία, όπως είναι γνωστό, έπαιρναν μέρος και αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ήρθαν στην Πρέβεζα και ναυλοχούσαν εκεί μόνιμα σχεδόν ως το τέλος του Δεκέμβρη, δυο αντιτορπιλικά του πολεμικού ναυτικού. Το ένα ήταν το «ΠΑΝΘΗΡ». Το άλλο δεν θυμάμαι πως λεγότανε. Ενώ οι σχέσεις των αξιωματικών και του πληρώματος αυτών των σκαφών με τις αρχές των εδεσιτών στην Πρέβεζα ήταν αδελφικές, μ’ εμάς, που είμαστε απέναντι στο Άκτιο, δηλαδή σε ελάχιστη απόσταση, ήταν εχθρικές. Και όχι μόνο δεν έκρυβαν την εχθρότητά τους, αλλά και προκλητικά προσπαθούσαν να μας ταπεινώνουν και να μας δείχνουν πως δεν μας υπολόγιζαν. Δεν τηρούσαν ούτε και τους στοιχειώδεις κανόνες που ακολουθούν σε κάθε πλεύση τα σκάφη. Αν και είχαν ειδοποιηθεί από τη Διοίκηση του 24ου Συντ/τος, ότι πριν από κάθε κίνησή τους προς την περιοχή μας να την γνωστοποιούν τηλεφωνικώς μέσω Ακτίου, αυτοί απροειδοποίητα, παρέπλεαν και πολλές φορές χωρίς κανένα λόγο μυδραλιοβολούσαν τα παράλια του Ξηρομέρου, όπου ήξεραν ότι υπήρχαν φυλάκια του ΕΛΑΝ και του ΕΛΑΣ.

Μια ομάδα είμαστε φυλάκιο στο Κάβο Γελάδας. Ένα απόγευμα είδαμε να ’ρχεται ολοταχώς από Πρέβεζα μια τορπιλάκατος, χωρίς να μας προειδοποιήσει. Της ρίξαμε μερικές τουφεκιές, δεν μας απάντησε, έκανε στροφή και γύρισε προς Πρέβεζα. Την άλλη μέρα το πρωί πριν ξημερώσει, με ξυπνάει ο Βασιλης Σκαράπνης (παρατσούκλι) που ήταν εκείνη την ώρα σκοπός και μου λέγει ότι απ’ τη θάλασσα βγαίνει καπνός. Βγήκα από τη καλύβα που κοιμόμαστε οι άνδρες του φυλάκιου αλλά ήταν ακόμα νύχτα και πραγματικά δεν φαινόταν τίποτε άλλο απ’ τον καπνό. Ήταν φανερό ότι ήταν καράβι, αλλά πριν προφθάσω να φωνάξω συναγερμό, άρχισαν να μυδραλιοβολούν το φυλάκιό μας καταιγιστικά, με εμπρηστικά και κρουσιφλεγή βλήματα με αποτέλεσμα να πάρει φωτιά η καλύβα μας και να καούν τα ρούχα μας και τα λίγα πυρομαχικά μας. -Ήταν το «ΠΑΝΘΗΡ», ενάντια στο οποίο ρίξαμε μερικές βολές με αποτέλεσμα φυσικά να του γρατσουνίσουμε τους προφυλακτήρες των πυροβόλων του. Τις ίδιες απρόοπτες επιθέσεις έκανε το πολεμικό αυτό και σε πολλά άλλα φυλάκιά μας. Τις διαμαρτυρίες της Διοικήσεώς μας, τις έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια.

Αναφέρομαι στο επεισόδιο αυτό για να τονίσω τις προθέσεις και τις εχθρικές διαθέσεις της Κυβέρνησης Γεωργ. Παπανδρέου, που εκδηλώνονταν αρκετές φορές πριν από τα γεγονότα του Δεκέμβρη.

Η Διοίκηση του Συντ/τος, όπως έμαθα αργότερα, είχε μελετήσει σχέδιο με την εφαρμογή του οποίου θα ήταν πολύ εύκολο, αν όχι να βυθίσει τα πολεμικά αυτά, αλλά σίγουρα να τα αχρηστεύσει για μεγάλο διάστημα. Όμως δεν το εφάρμοσε γιατί η ανωτέρα Διοίκηση του ΕΛΑΣ το απαγόρευσε.

Από τις αρχές του Δεκέμβρη, που είχαν αρχίσει οι συγκρούσεις στην Αθήνα, το ΕΛΑΝ, όπως και όλα τα τμήματα του Συν/τος, βρισκόμαστε σ’ επιφυλακή και επιτηρούσαμε στενά τα παράλια της περιοχής μας, για απόκρουση ενδεχόμενης απόβασης του ΕΔΕΣ πού είχε συγκεντρώσει σοβαρές δυνάμεις, εκτός από την πόλη Πρέβεζας και στο νησάκι Κορωνησιά (Καρακονησιά). Υπήρχαν πληροφορίες, που αποδείχθηκαν βάσιμες, σύμφωνα με τις οποίες ο ΕΔΕΣ σε συνεργασία με τα αντιτορπιλικά, που ναυλοχούσαν στην Πρέβεζα, είχαν σκοπό να καταλάβουν την Αμφιλοχία, να αποβιβασθούν σε διάφορα σημεία του Ξηρόμερου, για να απασχολήσουν τις εκεί δυνάμεις του ΕΛΑΣ, ενώ ταυτόχρονα θα αποβιβάζονταν αγγλικές δυνάμεις από Πάτρα στο Κρυονέρι κοντά στο Μεσολόγγι οι οποίες θα προχωρούσαν στο δημόσιο δρόμο Μεσολόγγι-Αγρινιο-Καρβασαρά, θα ενώνονταν εκεί με τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ, που με την συνεργασία των αντιτορπιλικών θα είχαν καταλάβει την Αμφιλοχία και θα απέκοπταν ολόκληρο το Ξηρόμερο και μεγάλο τμήμα του Νομού Ακαρνανίας από τις υπόλοιπες δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Πραγματικά το σχέδιο αυτό το έθεσαν σε εφαρμογή. Κατά τα μέσα Δεκέμβρη αγγλικό Τάγμα επανδρωμένο από ινδούς κυρίως στρατιώτες έκανε απόβαση στο Κρυονέρι. Εκεί, όμως, κατατοπισμένη η Ταξιαρχία και το 2/39 Σύνταγμα του ΕΛΑΣ για τα σχέδια των άγγλων, δύο νομίζω λόχοι, είχαν καταλάβει θέσεις και περίμεναν. Tους άφησαν να ολοκληρώσουν την απόβασή τους και μετά τους κύκλωσαν, τους αιχμαλώτισαν και τους αφόπλισαν χωρίς να συναφθεί μάχη. Αλλά με διαταγή του Γεν. Στρατηγείου, νομίζω, τους επέστρεψαν μόνο τα πυροβόλα, το σχέδιο των άγγλων για αποκοπή του Ξηρομέρου είχε αποτύχει, και επομένως είχε ματαιωθεί και η απόπειρα των εδεσιτών να καταλάβουν με τη βοήθεια των αντιτορπιλικών την Αμφιλοχία. Η παρουσία του ΕΔΕΣ στην Πρέβεζα εγκυμονούσε τον κίνδυνο ανάληψης επιθετικών ενεργειών ενάντια στον ΕΛΑΣ, παρόμοιων με την αποτυχημένη απόπειρά τους, και ίσως αυτός ήταν ο λόγος που το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ αποφάσισε την ολοκληρωτική εκκαθάριση του ΕΔΕΣ από την Ήπειρο.

Το λάθος της ηγεσίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ήταν κατά τη γνώμη μου, ότι για την εκκαθάριση του ΕΔΕΣ, έφθαναν και περίσσευαν οι δυνάμεις της ΙΙΙ Μεραρχιας του ΕΛΑΣ. Και αντί να χρησιμοποιούνταν δυνάμεις του Θεσσαλικού και Μακεδονικού ΕΛΑΣ για την εκκαθάριση του ΕΔΕΣ, οι δυνάμεις αυτές έπρεπε να κινηθούν για ενίσχυση των ασθενών δυνάμεων του ΕΛΑΣ Αθηνών που αντιμετώπιζαν τα αγγλικά τανκς και τελικά υπόκυψαν.

Από τα μέσα Δεκέμβρη, ίσως 20 Δεκέμβρη, άρχισε η εκκαθάριση του ΕΔΕΣ, που την ανέβαλε η ΙΙΙ Μεραρχία, ενισχυμένη με συντάγματα του ΕΛΑΣ Θεσσαλίας -Μακεδονίας και με την παρουσία, όπως είναι γνωστό, της ίδιας της διοίκησης του Γενικού Στρατηγείου με τους Στ. Σαράφη και Άρη Βελουχιώτη.

Στο 24ο Σύνταγμα ανάθεσαν την εκκαθάριση της Λευκάδας, που την κατείχε ένα Σύνταγμα του ΕΔΕΣ, με Διοικητή το λοχαγό Κώστα Μαραγκό, ενισχυμένο με όλες τις συμμορίες των Γερμανοντυμένων ταγματασφαλιτών τους όποιους στην περιοχή αποκαλούσαν Ράλληδες.

Εκτός από τους ντόπιους Λευκαδιτες Ράλληδες είχαν βρει εκεί καταφύγιο και όλες οι παρόμοιες συμμορίες του Ξηρομέρου του Βάλτου και του Αγρινίου. Αυτές οι συμμορίες είχαν κυριολεκτικά οργιάσει στη Λευκάδα, εκτελώντας εκατοντάδες αγωνιστές. Πάνω από 300 είχαν θανατώσει ρίχνοντάς τους ζωντανούς πολλές φορές σε κάποιο βάραθρο στο χωριό Χαραδιάτικα. Οι εδεσίτες, όμως, συνεργάζονταν με αυτά τα καθάρματα.

Λεγότανε τότε ότι η Μεραρχία ανέθεσε στο 24ο Σύνταγμα την εκκαθάριση της Λευκάδας και δεν το έστειλε στην Ήπειρο για να μήν προβούν οι αντάρτες του σε αντεκδικήσεις σε βάρος εδεσιτών που είχαν διαπράξει το έγκλημα της Παργινόσκαλας,

Η αποβατική επιχείρηση του Συντάγματος στη Λευκάδα ήταν δύσκολη αλλά την εκτέλεσε νικηφόρα και σχεδόν αναίμακτα. Μετά την εκκαθάριση της Λευκάδας το ΕΛΑΣ μετέφερε και πάλι τους άντρες του 24ου συντάγματος στην Πρέβεζα, όπου συνέχισε και εκεί, κατά τρόπο άψογο, τα λιμενικά του καθήκοντα, Αισθάνομαι υποχρεωμένος να αναφέρω μερικούς από τους αγωνιστές που θυμάμαι οι όποιοι διακρίθηκαν περισσότερο για την αυτοθυσία, παλληκαριά και υπηρεσίες που προσφέρανε στο κίνημα Εθνικής Αντίστασης του νομού Πρεβέζης.

Οι απόντες από τη ζωή Αραχναίος Γεώργιος (Κατεμής) αρχηγός του 24ου Συντ/τος, Κύρλας Δημήτριος πολιτικό καθοδηγητής του ίδιου Συντ/τος, Κατσεμπίρης Κώστας πολιτικός καθοδηγητής (Πάτρα), Κόκορης Σπύρος, Ζώης Σκεύης Σπύρος από την Παραμυθιά Πρεβέζης Ράτος Κώστας (Παπακώστας) Γεώργιος Αναγνώστου από τον Κατζά (Στεφάνη), Οικονόμου Χαράλαμπος (Ρεμπής) και Λελοβίτης Νικόλαος με τους δύο γιούς του Πάνο και Τάκη από το Παλαιορόφορο, η οικογένεια Αναγνωστοπούλου Βαγγέλη με τους δυο γιούς του Αλέκο και Περικλή (από τα Γιάννενα) Τσούτσης Αριστειδης, Κώστας Δέδης, Μαντάς Σπύρος, οι αδελφοί Νικολάρα Σωτήρης (σκαντέρης) και Αποστόλης, Κιτσοπάνος Γεώργιος, Λεσπέρογλου Αβραάμ, Σακκάς Θεόδωρος, Σκεπετάρης Σπύρος, ΠαπαΝικος Κώστας, Κορωναίος Σταύρος, Βασιλάς Λύσσανδρος, Καββαδιας, Θεοδόσης Κτενάς, Ντίλιος Γιάννης, Παππάς Χρήστος, Λελοβίτης Σπύρος, Φυσσέκης Γιάννης, Σωτήρης Ντούρος, Σαγανάς Γεώργιος και άλλοι.

Οι αγωνιστές που μπορεί να επέζησαν, οι έντιμοι και γενναίοι αδερφοί Νούτσος Κώστας (λοχαγός), Γιάννης και Χρήστος από το Μιχαλίτσι Πρεβέζης, Μαϊδάτσης Βασιλειος (Διοικητής Τάγματος) Φρασσίλας Χρήστος υπασπιστής 24ου Συντάγματος, ο θρυλικός καπετάν Παπάρας Γιάννης (Παπακωνσταντίνου από την Αθήνα), Μπανάσης Δημήτριος από τα Λέλοβα.

Οι έντιμοι και γενναίοι αδερφοί Ράπτης Χριστόφορος και Περικλής, Σπύρος Τσουκνίδας του Ιωάννου Λελοβίτη Χρύσα, Ορωπό, Γαζια Ερασμια, Ντούσια Μαρια (Μπουραζιάνη) και Ζάχος Θωμάς (ή Μπατάγιας) Διοικητής λόχου του ίδιου Συντάγματος όπως και οι αδερφοί Αναγνώστου Ανδρέας, (Κατζάς), Στεφάνη Ζαλοκώστας Ιωσήφ και Βαγγέλης Ζώγας Γιάννης και Ηλίας, Πολύζος Τάκης και Βαγγέλης, Λάκης Σαρδελής, Κορωναίος Θεόδωρος, Τσούκας Ευστάθιος, Χαρίλαος Τσόγης, Αφεντουλίδης Κώστας από τους πρώτους αντάρτες που δραπέτευσε από τις Ιταλικές φυλακές Πρεβέζης, Σμπόνιας Νικόλαος, Αντωνίου Γεώργιος, Λευτέρης Κωστούλας, Τσιτσές Πάνος, Σαουσάντος Γιάννης, με τις κόρες του Καίτη και Γαλάτεια και το γιό του Άλκη, Γεωργίου Μήτσος (ή Καταραχιάς), Προβατάς Κώστας και Παρασκευή, οι αδερφοί Απέργης Νίκος και Πολυδεύκης, Ζηκίδης Ηρακλής και Τάκης, Μαρίνος Ανδρέας, Κακκαβούλης Κοσμάς, Γεράσιμος Τσουμάνης, Παπανίκος Βαγγέλης, Μασούρας Τάκης και Κατσιγιάννης από τη Βόνιτσα, Σπυράκη Γεώργιος, Σορόκας Παύλος, Αναγνωστοπούλου Νίνα και Βαρβάρα από τα Γιάννενα οι νεαροί και γενναίοι επονίτες Σκλαβενιτης Γιάννης, Αναστάσιος Καρμανιάλας, Παπασσάβας Γεώργιος, και Μπρίτσος Κώστας (ή Λαγός) και οι άφοβοι Ανωγιάτης Σπύρος και Νικολαΐδης Μιχάλης, Ζαρώγας Γ. και ο γιός του Σπύρος από το Μυρτάρι Βόνιτσας.

Οι στρατιωτικοί και πολιτικοί καθοδηγητές του εφεδρικού ΕΛΑΣ νομού Πρεβέζης που έντεχνα συνδύαζαν το λόγο με το τουφέκι ενάντια στους κατακτητές: Ντούσιας Μιχάλης οργανωτής του ΕΑΜ νομού Πρεβέζης πολιτικός καθοδηγητής καπετάνιος του 24ου Συντάγματος και εθνοσύμβουλος, Περδίκης Σπύρος γραμματέας Νομαρχιακής Πρεβέζης και προσωρινός στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΝ Αμβρακικού, Βελησσάρης Σμπόνιας, Χρήστος Χήτας, Μακρυγιάννης, Γατζίας Χαράλαμπος, Πυθαγόρας Κωστούλας, πολιτικοί καθοδηγητές, οι γενναίοι στρατιωτικοί αρχηγοί του εφεδρικού ΕΛΑΣ Πρεβέζης Σπύρος Βρυώνης και Παπαδιώτης Θωμάς, ο έντιμος και άφοβος στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΝ Αμβρακικού Αντώνης Τσακαλώτος, Μπασαράς Βύρων υπαρχηγός, και Βασίλειος Σαρδελής Καπετάνιος.

Τελειώνοντας εδώ την πολύ περιληπτική εξιστόρηση των γεγονότων που έζησα σαν απλός αντάρτης του ΕΛΑΝ γνωρίζω ότι έχω παραλείψει πολλά περιστατικά που το καθένα τους έχει τη σημασία του και την ιστορική του αξία. Προπαντός έχω παραλείψει ονόματα αγωνιστών από τους όποιους άλλοι έδωσαν στον Μεγάλο αγώνα ό,τι πολυτιμότερο είχαν, τη ζωή τους, άλλοι έμειναν για όλη τους τη ζωή ανάπηροι, άλλοι θυσίασαν τις περιουσίες και την καριέρα τους και άλλοι με τους συνεχείς και ανυποχώρητους αγώνες τους, που συνεχίστηκαν και συνεχίζονται αναδείχτηκαν άξιοι λαϊκοί ηγέτες. Όπως και σε άλλο σημείο υπογράμμισα όσοι αγωνιστές ζουν, έχουν καθήκον επιτακτικό να γράψουν τις δικές τους αναμνήσεις για να πλουτισθεί το αρχείο της Αντίστασης και να μείνει σαν Iερή παρακαταθήκη στις μελλούμενες γενιές,

Θα ήταν παράλειψή μου αν, πριν κλείσω την αφήγησή μου δεν διατύπωνα μερικά ειδικά συμπεράσματα και γενικές πολιτικές απόψεις μου.
1. Κάτω από τις ειδικές συνθήκες που αντιμετώπισε στην περιοχή μας το μαχητικό τμήμα του ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, συνθήκες που δεν πιστεύω να αντιμετώπισε κανένα άλλο τμήμα στην πατρίδα μας, το ΕΛΑΝ Πρέβεζας (Αμβρακικού), δηλαδή οι αγωνιστές που το επάνδρωσαν, πρόσφεραν υπηρεσίες αποφασιστικής σημασίας. Προβληματική θα’ ταν οπωσδήποτε η επιβίωση του 24ου Συντ/τος, που ασφυκτιούσε κάτω από την πίεση των Γερμανών και του ΕΔΕΣ και τελικά δέχονταν μόνο αυτό το Σύνταγμα την πίεση ολόκληρης της δύναμης του ΕΔΕΣ που είχε στόχο και σκοπό του να κυριαρχήσει στην περιοχή αυτή.
2. Από το αφήγημά μου βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα πως το ιστόρημα του φίλου και συναγωνιστή Μήτσου Γεωργίου έχει πολλές ανακρίβειες και έτσι δεν δίνει αντικειμενικά την ιστορική αλήθεια. Οι αγωνιστές δεν επιτρέπεται να αυτοπροβάλλονται σαν να υπήρξαν οι βασικοί συντελεστές του αγώνα, όπως δυστυχώς έπραξε ο Γεωργίου. Όμως από το άλλο μέρος είναι απόλυτα σωστό και αναμφισβήτητο ότι ο Μήτσος Γεωργίου-Καταραχιάς υπήρξε έντιμος και γενναίος αγωνιστής του κινήματος Εθνικής Αντίστασης στην περιοχή μας. Η αιώνια τιμή και δόξα ανήκει σε όλους τους ανθρώπους που πάλεψαν τους βάρβαρους κατακτητές ανεξαιρέτως σε ποια πολιτική ή στρατιωτική παράταξη ανήκανε. Το αιώνιο αίσχος και κατάρα ανήκει στους προδότες και διασπαστές του κινήματος Εθνικής Αντίστασης του λαού μας ανεξαιρέτως σε ποια πολιτική ή στρατιωτική παράταξη ανήκανε.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εθνική Αντίσταση», συλλογή 29η, Νοέμβρης 1981, σ.49-67.
Πηγή: παρα ποδα



Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved