ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ
Εζησε και δημιούργησε με ακούραστο πείσμα, με πάθος και ελπίδα.



Ο Μενέλαος Λουντέμης με την γυναίκα του Εμυ και την μοναχοκόρη του Μυρτώ


Ο βόγκος του «ακούμπησε στο στήθος μας». Ο Μενέλαος Λουντέμης , αγωνίστηκε για όλα τα πανανθρώπινα ιδανικά. Το έργο του αποτελεί ραψωδία αναστάσιμη των ανθρώπων που αγωνίζονται για το «όραμα». Η «πένα» του, με αμεσότητα, λυρισμό, δύναμη και ρεαλισμό ακουμπά τις καρδιές μας και ενεργοποιεί τη σκέψη. Στις 22 Γενάρη συμπληρώθηκαν 46 χρόνια από το θάνατο του πολυγραφότατου, του πιο πολυδιαβασμένου Ελληνα συγγραφέα μετά τον Νίκο Καζαντζάκη, τον επονομαζόμενο και Μαξίμ Γκόργκι της Ελλάδας.
Η οικογένειά του που ήταν εύπορη, αλλά έχασε τα πάντα στον Μεγάλο Ξεριζωμό, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, αρχικά στην Αίγινα, ύστερα στην Εδεσσα και τελικά στο χωριό Εξαπλάτανος της Πέλλας όπου έζησε από το 1923 μέχρι το 1932 που έφυγε για την Κοζάνη. Ετσι, αναγκάστηκε από τα νεανικά του χρόνια να εργαστεί σκληρά ως λαντζέρης, λούστρος, ψάλτης, επιστάτης στα έργα του Γαλλικού Ποταμού. Η στράτευσή του και η πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ τού στοίχισε την αποβολή του απ' όλα τα γυμνάσια της χώρας.

Ετσι ακολουθώντας τον Μέλιο του («Ενα παιδί μετράει τ' άστρα») θα μετράμε πάντα τα άστρα όπως εκείνος μετράει τα όνειρά του, με αγωνία, προσδοκίες και αγάπη για τη ζωή. Θα φτάσουμε μαζί του στη μεγάλη πολιτεία, εκεί που βρίσκεται το σχολείο, η πραγματοποίηση του μεγάλου ονείρου. Ποτέ πριν δεν είχε πάει σε σχολείο... και τώρα το Γυμνάσιο φάνταζε στην καρδιά του σαν το ωραιότερο του κόσμου μέρος:
«-Κι άλλοτε, κύριε γυμνασιάρχα, μου κλείσατε το δρόμο και λυπάμαι που δε μ' αφήνετε να το ξεχάσω. Ξέρω ότι μισείτε τη φτώχεια. Οτι περιφρονείτε την κακοτυχιά των άλλων, ότι αποστρέφεστε την ορφάνια. Ξέρω ότι τα γράμματα τα πουλάτε μόνο σε κείνους, που τα πληρώνουν ακριβά. Μα - σας ρωτώ - ξέρετε κανέναν, που να τα 'χει πληρώσει ακριβότερα από μένα; Ορίστε τα "βιβλία" μου, κύριε γυμνασιάρχα. Τα καταθέτω στην έδρα. Είναι όλα κι όλα αυτό το τετράδιο. Σας το αφιερώνω. Για να σας θυμίζει ένα άρρωστο, άστεγο και καταδιωγμένο παιδί, και την απάνθρωπη στάση που του δείξατε. Χαίρετε»!

Δικάζεται για εσχάτη προδοσία

Στα Ελληνικά Γράμματα εμφανίσθηκε πολύ νωρίς, το 1927, με δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε εφημερίδες της Εδεσσας. Το 1930 ποιήματα και διηγήματά του δημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Εστία», ενώ το 1934 υπογράφει για πρώτη φορά ως Μενέλαος Λουντέμης στο διήγημά του «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια». Φθάνοντας μετά από οδύσσεια μετακινήσεων στην Αθήνα, συνδέθηκε στενά με τους Κώστα Βάρναλη, Αγγελο Σικελιανό και Μιλτιάδη Μαλακάση, ενώ ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Νίκος Βέης τον βοήθησε να παρακολουθήσει μαθήματα ως ακροατής. Το 1938 ήταν ήδη φτασμένος συγγραφέας.






Στην Κατοχή, οργανώθηκε στο ΕΑΜ και διετέλεσε Γραμματέας της Οργάνωσης Διανοουμένων. Κατά τον Εμφύλιο συλλαμβάνεται για τα «φρονήματα», δικάζεται για εσχάτη προδοσία και καταδικάζεται σε θάνατο. Το 1947 ο Λουντέμης συλλαμβάνεται και εξορίζεται στη Μακρόνησο, ενώ η γυναίκα του Εμυ με την τρίχρονη κόρη τους Μυρτώ εξορίζεται στη Χίο και μετά στο Τρίκερι. Από την εξορία, ο Λουντέμης γράφει:
(Η Μυρτώ ανεβαίνει τριών χρονών στο Γολγοθά) Αντίο μητερούλα, μητερούλα της Μυρτώς, και των χεριών μου. Με το γήινο βρέφος στην αγκαλιά, που μπήκε στο μαρτύριο. Τριάντα χρόνια μικρότερο απ' τον Χριστό, Αντίο ... Τώρα μας χωρίζουν οι ουρανοί. Αγρύπνιες ιδρωμένες και ατέλειωτες. Κι ένας κόσμος τρομαγμένος που κρυώνει - κρυώνει κάτω απ' τον βοριά και τα σίδερα).

Το 1956 τον μετέφεραν στην Αθήνα από τον τόπο εξορίας του για να δικαστεί, επειδή, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, στο βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες» υπάρχουν «....προπαρασκευαστικές πράξεις εσχάτης προδοσίας....». Στη δίκη που έγινε με τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47, οι μάρτυρες υποστήριξαν ότι το βιβλίο του «προπαγανδίζει τας πολιτικάς του ιδέας, θίγει την έννοια του κράτους, κλονίζει την εμπιστοσύνη του λαού στη Δικαιοσύνη, καλλιεργεί το μίσος».

Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν (Αγις Θέρος, Γιώργος Θεοτοκάς, Κώστας Βάρναλης, Στράτης Δούκας, Ασημάκης Πανσέληνος, Κώστας Κοτζιάς). Αφού διαβάστηκε το κατηγορητήριο, ερωτώμενος από τον πρόεδρο περί της ενοχής του απαντά: «Ναι, είμαι ένοχος. Οχι όμως γι' αυτά που έγραψα, αλλά γι' αυτά που δεν έγραψα και ακριβώς γιατί δεν τα έγραψα. Κατηγορούμαι ότι έγραψα για τους απλούς ανθρώπους, για τους ανθρώπους του μόχθου, για τους φτωχούς. Μα για ποιους έπρεπε να γράψω; Εγώ αυτούς γνώρισα, αυτούς αγάπησα, μαζί τους μοιράστηκα και τις χαρές και τις πίκρες μου. Δίπλα τους γεύτηκα κι εγώ την πίκρα της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής αδικίας και ήταν οι μόνοι που μου συμπαραστάθηκαν. Γι' αυτό και αισθάνομαι φταίχτης που δεν έγραψα όσα έπρεπε να γράψω γι' αυτούς». Οταν φτάνει να περιγράψει το δράμα του παιδιού και της γυναίκας του ο πρόεδρος παρατηρεί: «Αν πράγματι νιώθεις στοργή για το παιδί και τη γυναίκα σου, θα 'πρεπε να 'χεις κάνει δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ». Και ο Λουντέμης απαντά: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάμω πάλι τέσσερα εγώ». Αλλωστε, το γράφει και στο «Ενα παιδί μετράει τ' άστρα»: «Ζωντανός θα πει περήφανος»!

Αυτοεξορία και απώλεια ελληνικής ιθαγένειας

Μετά τη δίκη και την απαγόρευση κυκλοφορίας των βιβλίων του το κλίμα ήταν βαρύ για τον Λουντέμη. Γι' αυτό αναγκάζεται να πάρει το δρόμο της αυτοεξορίας και της πολιτικής προσφυγιάς, το 1959, αφαιρώντας του μάλιστα την ελληνική ιθαγένεια η τότε ελληνική κυβέρνηση. Ο λόγος; Επειδή παραβρέθηκε στα εγκαίνια του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης Μπούχενβαλτ και μίλησε ζητώντας να εξαφανιστούν από το πρόσωπο της Γης όλοι οι τόποι ομαδικής εξόντωσης. «Η καλύτερη τιμή για την ανθρωπότητα», είπε, «θα ήταν να μην εγκαινιάζει τέτοια μνημεία. Βρισκόμαστε τούτη τη στιγμή σε μια μητρόπολη των στρατοπέδων. Μα υπάρχουν και οι αποικίες... Ερχομαι από μία απ' αυτές. Βρίσκεται στο Αιγαίο και λέγεται Αη-Στράτης».

Στην εφημερίδα «Μακεδονία», στις 07/05/1959 και με τίτλο «Συνεχίζονται οι διενέξεις των εις το παραπέτασμα καταφυγόντων συμμοριτών», δίνεται η πληροφορία πως από τον Μάρτη του 1959 έφτασε στην Οστράβα της Τσεχοσλοβακίας και ο Μενέλαος Λουντέμης που μίλησε στους πολιτικούς εξόριστους: «[...] Εξ άλλου - κατά τους επαναπατρισθέντας πάντοτε- προ διμήνου αφίχθη επίσης εις Οστράβαν και ο γνωστός κομμουνιστής λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης , ο οποίος, ομιλήσας προς τους συγκεντρωθέντας Ελληνας συμμορίτας, κατεφέρθη δριμύτατα εναντίον των επαναπατριζομένων διά τους οποίους είπεν ότι μόλις φθάσουν εις την Ελλάδα σπεύδουν να ενισχύσουν τον εναντίον του Κ.Κ.Ε. αγώνα και επιφέρουν μεγίστην ζημίαν εις το έργον της Ε.Δ.Α. Αμεσον αποτέλεσμα της ομιλίας αυτής του Λουντέμη ήτο ν' αρχίση ασκουμένη έντονος τρομοκρατία εις βάρος παντός εκδηλούντος πρόθεσιν επαναπατρισμού».

Στη Ρουμανία συνεχίζει το συγγραφικό του έργο, αλλά νοσταλγεί πάντα την Ελλάδα. Μετά τη μεταπολίτευση και μετά από μεγάλες περιπέτειες ανακτά την ελληνική ιθαγένεια και επιστρέφει το 1976. Δεν πρόλαβε να χαρεί για την επάνοδό του και στις 22 Γενάρη 1977 πεθαίνει από καρδιακή προσβολή και ενταφιάζεται στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

«Η Επανάσταση κοίταξε το παιδί της στα μάτια»

Ο Μενέλαος Λουντέμης ανήκει στους λογοτέχνες που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό. Οπως ο ίδιος υποστήριζε, δεν τον ενδιέφερε η Τέχνη, αλλά η καταγραφή της πραγματικότητας και η κατάδειξη της κοινωνικής ανισότητας... Για την Οχτωβριανή Επανάσταση έγραψε στη συλλογή του «Κραυγή στα πέρατα»: «Είδα το Λένιν. Τον είδα να τρέχει χέρι - χέρι με τη ζωή. Να σπρώχνει κατά τον ανήφορο, με τον ώμο, την Ιστορία. Τον είδα να λαχανιάζει και να βιάζεται. Γιατί όλα τότε ήταν βιαστικά. Ολα. Οι ώρες, οι σελίδες, οι στιγμές. "Σήμερα νωρίς - αύριο θα 'ν' αργά". Η Επανάσταση κοίταξε το παιδί της στα μάτια. Ναι. Ηταν καιρός. Το φώναξε κι η "Αβρόρα" από το ποτάμι. Ηταν καιρός. Θολός σιγόψελνε δίπλα της κι ο Νέβας. Τον ακολούθησαν σιγοψέλνοντας και τα κανάλια. Ηταν καιρός. Η πόλη σώπαινε πνιγμένη στα σκότη. Και μόνο το "Σμόλνυ" έφεγγε. Μόνο το "Σμόλνυ" έφεγγε σαν φανάρι. Για να δείξει στο μέλλον να περάσει"».

«Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι, γιατί ούρλιαζαν οι άνθρωποι»

Ανάμεσα σε αυτά τα ξεχωριστά, αλλά λιγότερο γνωστά βιβλία του Μενέλαου Λουντέμη είναι «Το Ρολόι Του Κόσμου Χτυπάει Μεσάνυχτα», ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα που συνιστά μια τοιχογραφία του παγκόσμιου σκηνικού τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, εναρμονισμένο με τις αγωνίες του καιρού του, τις οποίες όμως επεκτείνει σε διαχρονικούς προβληματισμούς οικουμενικών διαστάσεων.

Ενα από τα πιο βιωματικά του έργα, που χαρακτηρίζει και περιγράφει τη ζωή και τη στάση του ενήλικα και κομμουνιστή Μενέλαου Λουντέμη σαν πολιτικό εξόριστο στη Μακρόνησο είναι το «Οδός Αβύσσου Αριθμός 0». Κάτοικοι της οδού Αβύσσου, στον αριθμό μηδέν και κεντρικά πρόσωπα αυτής της φρίκης ο Γιώργης και ο Παναής. Αγρια θεριά, αμετανόητοι κομμουνιστές, που δε θα υπογράψουν δήλωση και δε θα χάσουν την ελπίδα τους για ζωή. Στο έργο αυτό ο Λουντέμης γράφει για τις πιο μαύρες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας, τις οποίες και ο ίδιος έχει ζήσει ως πολιτικός κρατούμενος στη Μακρόνησο. Γράφει, για να καταγγείλει, για να αναδείξει από τη μια μεριά το αίσχος της Μακρονήσου, την ωμότητα και βιαιότητα των βασανιστηρίων - «όταν ο θάνατος γίνεται εύκολος, η ζωή γίνεται δύσκολη» - και από την άλλη να αναδείξει τον ηρωισμό και την αυτοθυσία των κομμουνιστών. Η Μακρόνησος, στο έργο του Λουντέμη, δεν είναι απλά ένα κολαστήρι. Είναι γέννημα - θρέμμα του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος, που προκειμένου να διασφαλίσει τη διαιώνισή του δεν διστάζει να στήνει Μακρονήσια.
«... Και σαν ξημέρωσε η οχτώ του Δεκέμβρη σύρτηκε απ' τη μιαν άκρη του νησιού ως την άλλη η πελώρια σκιά του τρόμου. Δήμιοι, νεκροί, πληγωμένοι... κείτουνταν χάμω, μέσα σ' έναν πέτρινο αγρό σπαρμένον με ανθρώπινα κορμιά. Εκείνο το πρωί τα κοκόρια του Λαυρίου - για πρώτη φορά - δε λάλησαν. Μόνο τα σκυλιά της πόλης ανέβηκαν στο καρβουνόχωμα και κλαίανε όλη τη νύχτα. Οσο για τους ανθρώπους, όλες αυτές τις νύχτες, παρακολουθούσαν τη ζωή απ' τις χαραμάδες... Σάστιζαν πως, αυτό που γινόταν αντίκρυ, δεν το είχε γράψει ακόμα η Αποκάλυψη...».






Μα για ποιους έπρεπε να γράψω;

Οι «Βουρκωμένες μέρες» είναι μια συλλογή κειμένων, που διηγούνται ιστορίες ανθρωπιάς στο πιο απάνθρωπο ιστορικό πλαίσιο, αυτό του δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και του Εμφύλιου που ακολούθησε. Τα 14 διηγήματα, με ήρωες ανθρώπους του μόχθου, της πάλης για κοινωνική απελευθέρωση, ανθρώπους καθημερινούς, κυνηγημένους από το παρακράτος, θύματα μιας αχαλίνωτης μισαλλοδοξίας, στέκονται εκεί αντίκρυ μας με μάτια απορημένα σ' ένα ατέλειωτο «γιατί». Με αδρό, πλούσιο, παραστατικό λόγο καταγράφει τις ταλαιπωρίες ενός λαού που υφίσταται τη βία μέσα στις φυλακές και τις εξορίες, ενός λαού όμως αλύγιστου, περήφανου, που ψάχνει για φως και ελπίδα. Το βιβλίο όμως εκρίθη από την Ασφάλεια «αντεθνικό και επαναστατικό». Στη δίκη που έγινε την Τρίτη, 13 Μαρτίου του 1956, με τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47, η Εισαγγελία είχε προσάψει στον Μενέλαο Λουντέμη την κατηγορία ότι είναι έργο υπονομευτικό και αντεθνικό και ότι η δημοσίευσή του αποτελεί προπαρασκευαστική πράξη εσχάτης προδοσίας. Ο Λουντέμης μαζί με τους τρεις συγκατηγορούμενούς του (Ν. Αμπατιέλο, Γ. Χριστοδουλάκη, Ι. Γαμβιέλο) είχαν μεταχθεί στην Αθήνα από τον Αη-Στράτη, όπου βρίσκονταν εκτοπισμένοι, για να δικαστούν.

Αφού διαβάστηκε το κατηγορητήριο ερωτώμενος από τον πρόεδρο περί της ενοχής του απαντά: «Ναι, είμαι ένοχος. Οχι όμως γι' αυτά που έγραψα, αλλά γι' αυτά που δεν έγραψα και ακριβώς γιατί δεν τα έγραψα. Κατηγορούμαι ότι έγραψα για τους απλούς ανθρώπους, για τους ανθρώπους του μόχθου, για τους φτωχούς. Μα για ποιους έπρεπε να γράψω; Εγώ αυτούς γνώρισα, αυτούς αγάπησα, μαζί τους μοιράστηκα και τις χαρές και τις πίκρες μου. Δίπλα τους γεύτηκα κι εγώ την πίκρα της εκμετάλλευσης και της κοινωνικής αδικίας και ήταν οι μόνοι που μου συμπαραστάθηκαν. Γι' αυτό και αισθάνομαι φταίχτης που δεν έγραψα όσα έπρεπε να γράψω γι' αυτούς».

Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν (Αγις Θέρος, Γιώργος Θεοτοκάς, Κώστας Βάρναλης, Στρατής Δούκας, Ασημάκης Πανσέληνος, Κώστας Κοτζιάς), υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Απολογούμενος, ο Λουντέμης δέχτηκε παρέμβαση του προέδρου, ο οποίος του είπε πως «αν πράγματι νιώθεις στοργή για το παιδί και τη γυναίκα σου, θα 'πρεπε να 'χεις κάνει δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ». Και η απάντηση του Λουντέμη: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάνω πάλι τέσσερα εγώ».

... αρκαντάς. Συγκάτοικε της κόλασης

Γραμμένο στη Μακρόνησο για τον Ναζίμ Χικμέτ: «Ναζίμ Χικμέτ, αρκαντάς. Συγκάτοικε της κόλασης. Σ' άκουσα που βόγκηξες εψές για την Ελλάδα. Ηταν νύχτα ώρα πικρή. Κι ο βόγκος ακούμπησε στο στήθος μας. Ηταν η ώρα που δέναμε τις πληγές μας. Κι ανασηκώσαμε τον επίδεσμο για να σ' ακούσουμε. Να σ' ακούσουμε -απ' το μικρό μπουντρούμι της Σταμπούλ- Να βογκάς μες σ' όλα τα μπουντρούμια του κόσμου. Τώρα, Ναζίμ, μπορώ να σου το πω. Τώρα που μου στένεψαν τον κόσμο. Τώρα που γεύτηκα της αλυσίδας τη σκουριά. Τώρα, Ναζίμ, μπορώ να σου το πω: Πως στο δεξί βραχιόλι της χειροπέδας μου αισθάνομαι το χέρι το δικό σου. Ναζίμ, ομοθάνατε αδελφέ μου. Μας έφτασε απρόσμενα το γράμμα σου εδώ χτες βράδυ. Σαν ένα πουλί που έφυγε απ' το κλουβί του. Σαν ένα χέρι που ανέβηκε από τα κύματα. Το διαβάσαμε, ριγώντας συλλαβιστά, κάτω απ' το γιαταγάνι του μισοφέγγαρου. Και πήραμε τον όρκο: Να σου κεντήσουμε στο ρούχο τη στάμπα του Μακρονησιώτη. Και να σε κράξουμε επίτιμο μάρτυρα και συντοπίτη μας. Η φυλακή μας είναι ξέσκεπη εδώ, Ναζίμ. Γκρεμότοπος που τον ζώνει ολοτρόγυρα η πίσσα. Και πάνω του σαλεύουμε ολόρθοι σκελετοί. Πώς ήρθε και μας βρήκε το χαρτί σου; Εδώ δεν άραξε άλλο τίποτε, ποτές - παρά μονάχα οι δήμιοι κι οι βοριάδες. Πώς βρήκε τη στράτα το χαρτί σου; Αυτό που γίνηκε στον τόπο μου, αρκαντάς, δεν εματάγινε ποτές, αλλού, στη σφαίρα, κι ουδέ μιλιέται, ουδέ γρικιέται»...

Πηγές:
Δημοσιεύματα στον «Ριζοσπάστη».
Εφημ. «Μακεδονία», 07/05/1959, σελ. 3.
Εκπομπή του Δαυίδ Ναχμίας,
εκπομπή «Ιχνηλάτες» αφιερωμένη στον Μενέλαο Λουντέμη, που προβλήθηκε το 2002 στη ΝΕΤ,
Διεύθυνση Ειδήσεων - Τμήμα Αρχείου της ΕΡΤ.
Λογοτεχνικό αφιέρωμα Δημήτρη Δαμασκηνού.

Από τον Ριζοσπάστη
Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ



Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.



© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved