H μεγάλη μάχη του Αλμυρού, 13-15 Αυγούστου 1943



Αντάρτες του ΕΛΑΣ Όθρυος, τέταρτος από αριστερά ο Παντελής Παπαζήσης 'Φουρτούνας' από τον Αλμυρό.


Ο Αλμυρός είναι από τις πρώτες επαρχιακές πόλεις, που αντιστάθηκαν δυναμικά στον εισβολέα Γερμανο-Ιταλό κατακτητή και των Βλαχο-λεγεωναρίων συνεργατών τους.
Πρωτοστάτες του αντιστασιακού κινήματος της πόλης ήταν τα πιο δυναμικά στελέχη της τότε κομματικής οργάνωσής του Κ.Κ.Ε. Αλμυρού. Άνθρωποι με Πανθεσσαλική αγωνιστική προσωπικότητα, όπως ο Δημήτρης Τσαρδάκας, ο Γιάννης Κακασής, ο Θανάσης Συρόπουλος, ο Δημήτρης Χουχούμης, ο Απόστολος Μπιντάκας, ο Χρήστος Μέτσιος, ο Γιάννης Τζιότζιος, ο Σούλης Τσαμανής, ο Παναγιώτης Περδίκης, ο Στάθης Καραγιώργης, ο Αποστόλης Παπανάτσιος, ο Σάκης Μίχος και άλλοι πολλοί που τότε αποτελούσαν το πιο ζωντανό κύτταρο της Αλμυριώτικης κοινωνίας. Στον Αλμυρό έγινε η πρώτη ένοπλη αντάρτικη ομάδα που ήταν και η πρώτη σε όλη την Ελλάδα τον Μάη του 1941 και την αποτελούσαν όλοι οι διωκόμενοι κομμουνιστές.
Αρχηγός της ομάδας ήταν ένας ατσαλωμένος κομμουνιστής, βγαλμένος μέσα από τα τότε καπνομάγαζα της περιοχής ο Δημήτρης Τσαρδάκας, τη δύναμη της οποίας την αποτελούσαν 42 άτομα.

Στην περιοχή του Αλμυρού και συγκεκριμένα στη θέση Τσουρνάτ της Όθρυος δημιούργησε ο Ε.Λ.Α.Σ. το πρώτο και μοναδικό σε όλη την Ελλάδα εργοστάσιο κατασκευής και επισκευής όπλων βλημάτων όλμων – χειροβομβίδων και ναρκών. Δημιουργός και διοικητής του εργοστασίου ήταν ο Βολιώτης Ελασίτης αξιωματικός, ο Αλέκος Παπαγεωργίου. Το δε τεχνικό προσωπικό το αποτελούσαν 106 πεπειραμένοι τεχνικοί, όλοι από το Νομό Μαγνησίας.

Επίσης πάνω ακριβώς από το Κουρί, ο Ε.Λ.Α.Σ. δημιούργησε και λειτούργησε το αεροδρόμιο, όπου προσγειώνονταν Αγγλικά συμμαχικά αεροπλάνα και μεταφέρανε πολεμικό υλικό για την ενίσχυσή του. Από το Κουρί έφυγε και γύρισε η αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ. για το Κάιρο και όλα αυτά συνέβησαν την εποχή που σχεδόν όλη η Ελλάδα στέναζε κάτω από την μπότα του κατακτητή.

Η μάχη

Τώρα ας έρθουμε να εξιστορήσουμε τα συγκεκριμένα γεγονότα, όπως ακριβώς συνέβησαν εκείνη την περίοδο από την 13η έως την 15η Αυγούστου του 1943.

Το αρχηγείο του ΕΛΑΣ Ρούμελης, παίρνει την απόφαση να οργανώσει επίθεση στην πόλη του Αλμυρού. Όλοι γνωρίζουν ότι η επιχείρηση θα είναι δύσκολη και ο σχεδιασμός της πρέπει να γίνει με μεγάλη λεπτομέρεια. Το αρχηγείο Ρούμελης διέθετε βέβαια ορισμένες πληροφορίες για τη σύνθεση των κατοχικών δυνάμεων στον Αλμυρό, αρκετές από τις οποίες αποδείχθηκαν όμως λανθασμένες. Οι πληροφορίες ανέφεραν ότι οι Ιταλοί δεν επρόκειτο να δώσουν μάχη εάν ο ΕΛΑΣ εμφανιζόταν στην πόλη, όμως η οργάνωση του ΕΑΜ στην πόλη και το αρχηγείο της Όθρυος διαφωνούσαν υποστηρίζοντας ότι οι ιταλικές δυνάμεις θα πρόβαλλαν αντίσταση. Η οργάνωση του ΕΑΜ Αλμυρού μάλιστα υποστήριζε ότι αν η επιχείρηση στον Αλμυρό αποτύγχανε, ο ανεφοδιασμός και το δίκτυο του ΕΛΑΣ θα διακινδυνεύονταν, όπως ακριβώς είχε συμβεί το 1942. Τελικά το σχέδιο έτυχε έγκρισης του ΓΑ του ΕΛΑΣ και όλες οι οργανώσεις τάχθηκαν στη διάθεση του αρχηγείου της Ρούμελης για το σχεδιασμό της επιχείρησης.

Η αιτιολογία του αρχηγείου της Ρούμελης για την αναγκαιότητα της επιχείρησης στον Αλμυρό εδραζόταν στη λογική ότι αφού το μέτωπο της Σικελίας είχε δημιουργηθεί, μια τέτοια επιχείρηση θα έδινε την εντύπωση ότι προετοιμάζεται ακόμα μια αποβατική επιχείρηση των Συμμάχων στην Ελλάδα, θα μετακινούσαν σημαντικές δυνάμεις και θα έτσι οι συμμαχικές δυνάμεις στην Ιταλία θα ανακουφίζονταν. Ενδεχομένως δε μια τέτοια πίεση θα οδηγούσε στην ταχύτερη συνθηκολόγηση των Ιταλών. Σημαντικός παράγοντας υπήρξε επίσης και το γεγονός ότι επειδή ο Αλμυρός φυλασσόταν μόνο από ιταλικές δυνάμεις, μια επιτυχία του ΕΛΑΣ εκεί θα του εξασφάλιζε πολεμικό υλικό ώστε να εξοπλιστεί άρτια και να μπορεί να επιχειρεί και εντός κατοικημένων περιοχών.
Έτσι η το ΕΑΜ Αλμυρού ξεκίνησε να καταρτίζει ένα σχέδιο με τα φυλάκια και τις θέσεις των Ιταλών εντός και γύρω από την πόλη. Όρισαν επίσης τους συνδέσμους που θα οδηγούσαν τον ΕΛΑΣ εντός της πόλης και η επιχείρηση ορίστηκε για τις 12/08/1943.

Εικόνα κατεστραμμένου σπιτιού στον Αλμυρό, αμέσως μετά τη μάχη

Η συγκεκριμένη μάχη ήταν η πρώτη που θα έδινε ο ΕΛΑΣ σε κατοικημένη περιοχή και γι’ αυτό χρειαζόταν ιδιαίτερος προσχεδιασμός και μελέτη. Τον Αλμυρό τον περιφρουρούσαν περίπου 1.300 άρτια εξοπλισμένοι Ιταλοί, συν 80 λεγεωνάριοι Βλάχοι, που ήταν ντόπιοι και γνώριζαν καλά πρόσωπα και πράγματα στην πόλη, με βαρύ και ελαφρύ σύγχρονο οπλισμό. Από την πλευρά του ΕΛΑΣ οι οργανωμένες δυνάμεις ήταν 600 αντάρτες και ορισμένοι εφεδρο-ελασίτες από την οργάνωση του ΕΑΜ που χρησιμοποιήθηκαν για σύνδεσμοι μέσα και έξω στον Αλμυρό καθώς και η υποδειγματική ΕΠΟΝ Αλμυρού.

Προς τη μία τα ξημερώματα 13/08/1943, στο εκκλησάκι του Αη-Γιάννη στο χωριό Πλάτανος συγκεντρώθηκαν τα μάχιμα τμήματα του ΕΛΑΣ και συναντήθηκαν με τους συνδέσμους που θα τους μετέφεραν στις θέσεις για την επίθεση. Οι Ιταλοί είχαν τις περισσότερες δυνάμεις τους συγκεντρωμένες στο Γυμνάσιο της πόλης, στο δημοτικό σχολείο του Αγ. Δημητρίου και στο κέντρο της πόλης, έδρα της Καραμπιναρίας.

Η επίθεση ξεκίνησε κατά το ξημέρωμα, με τον ΕΛΑΣ να αιφνιδιάζει αρχικά τον αντίπαλο, να διαλύει τις μικροεστίες αντίστασής του στην πόλη και να εξαπολύει αλλεπάλληλες επιθέσεις στις τρεις βασικές έδρες των Ιταλών. Το κτύπημα ήταν αιφνιδιαστικό και οι ιταλικές απώλειες τεράστιες σε νεκρούς, τραυματίες, αλλά και σε πολεμικό υλικό, που οι αντάρτες με την επιμελητεία τους προωθούσαν όλη τη νύκτα προς την Όθρυ. Παρά το γεγονός ότι η υποδειγματική ΕΠΟΝ του Αλμυρού είχε από την προηγούμενη καταλάβει θέσεις και κτήρια απέναντι από τις νευραλγικές θέσεις των Ιταλών, ωστόσο δεν έγινε κατορθωτό να βοηθηθεί σημαντικά η επίθεση του ΕΛΑΣ. Οι Ιταλοί συνέχιζαν την άμυνά τους πεισματικά, ρίχνανε βλήματα όλμων αδιακρίτως σε σπίτια Αλμυριωτών και σκότωναν άμαχο πληθυσμό γυναίκες και μικρά παιδιά. Η μάχη κράτησε όλη τη νύχτα και κοντά στα χαράματα της 14ης Αυγούστου, ο ΕΛΑΣ αναγκάστηκε να υποχωρήσει στρατηγικά από την πόλη προς τα βουνά της Όθρυς, ανενόχλητος, αφού οι Ιταλοί δεν πραγματοποίησαν αντεπίθεση.

Οι Ιταλοί το πρωΐ, αφού πρώτα μάζεψαν τους νεκρούς και τους τραυματίες, που τον αριθμό τους ποτέ κανείς δεν έμαθε, αμέσως άρχισαν τα πρώτα αντίποινα. Πήγαν στα σπίτια -που η ΕΠΟΝ το βράδυ της μάχης χρησιμοποίησε- και όσους απλούς πολίτες βρήκαν, τους εκτέλεσαν στην πόρτα του σπιτιού τους, 32 ήταν το σύνολο των αμάχων που σκότωσαν.
Αμέσως μετά κάλεσαν τον κόσμο να συγκεντρωθεί στην πλατεία μπροστά στο σπίτι του Ιταλού συνταγματάρχη διοικητή.
Εκεί ο συνταγματάρχης, σε μια πολύ σύντομη ομιλία κατηγορεί τους πολίτες, ότι όχι μόνο ήξεραν για την επίθεση των ανταρτών, αλλά και τους βοήθησαν. Γι’ αυτό οι Ιταλοί ήθελαν να πάρουν εκδίκηση. Ο συνταγματάρχης, έδωσε εντολή και έδιωξαν τις γυναίκες και τα μικρά παιδιά. Σε μια πρώτη πρόχειρη ανακοίνωση που έκαναν κράτησαν 88 άνδρες με διάφορες κατηγορίες, τους οποίους σίγουρα περίμενε το εκτελεστικό απόσπασμα. Στο μεταξύ από Λάρισα έφτασε μια φάλαγγα αυτοκινήτων με στρατό, κανόνια και όλμους, για να καταδιώξουν τα αντάρτικα τμήματα.

Την άλλη ημέρα το πρωΐ, στις 15 Αυγούστου, ημέρα της γιορτής της Παναγίας, οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν δυνατά, με σκοπό όλοι οι κάτοικοι να συγκεντρωθούν όχι στις εκκλησιές, αλλά στην πλατεία του Αλμυρού, για να τους μιλήσει ο στρατηγός, διοικητής της μεραρχίας που ήρθε από τη Λάρισα. Ο κόσμος συγκεντρώθηκε και αμέσως οι Ιταλοί τοποθέτησαν σε όλους τους δρόμους γύρω από την πλατεία πολυβόλα. Όι πολίτες είδαν τα πολυβόλα, ανησύχησαν και φώναξαν να τους μιλήσει ο στρατηγός, που εκείνη τη στιγμή συσκέπτονταν με τον συνταγματάρχη καραμπινιέρο, για το πόσους τελικά πολίτες έπρεπε να εκτελέσουν. Σε λίγο δώσανε διαταγή να διώξουν τις γυναίκες και τα μικρά παιδιά.
Η διαταγή εκτελέστηκε, οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά φύγανε. Αμέσως μετά ξεχώρισαν άλλους 210 άνδρες και με τους 88 που ήδη κρατούσαν από την προηγούμενη μέρα, σύνολο 298 τους οποίους προόριζαν για ομήρους. Από αυτούς ξεχώρισαν 38 άνδρες για να τους εκτελέσουν για παραδειγματισμό, μπροστά στα μάτια των υπόλοιπων κρατούμενων. Αυτό έγινε κοντά στο βασίλεμα του ήλιου, όπου φόρτωσαν τους ομήρους στα αυτοκίνητα σχημάτισαν μια φάλαγγα με προορισμό τη Λάρισα. Επί της οδού Βόλου, μπροστά από τη φάλαγγα πεζοί οι μελλοθάνατοι τραβούσαν προς το νεκροταφείο, διότι αυτόν τον τόπο καθόρισαν για την εκτέλεση τους.
Στο νεκροταφείο που φτάσανε, σταμάτησε η φάλαγγα και προτού αρχίσει η εκτέλεση, έρχεται ένας μοτοσικλετιστής αγγελιοφόρος Ιταλός, με μια γραπτή διαταγή στο χέρι, ζήτησε και πήρε δύο από τους μελλοθάνατους, τον Κώστα Τέζα και το Δημήτρη Κοντογεωργάκη. Κάποιος φαίνεται μεσολάβησε και γλίτωσαν το εκτελεστικό απόσπασμα.

Δίνεται η διαταγή και η εκτέλεση αρχίζει. Τους στήνουν στον τοίχο ανά δώδεκα. Το «λάβετε θέσεις, σκοπεύσατε, πυρ» ακούγεται Ιταλικά τρεις φορές, μπροστά στα μάτια των ομήρων και μιας μικρής μερίδας γυναικών που, από μακριά, παρακολουθούσαν την εκτέλεση. Το έργο των Ιταλών τελείωσε. Η φάλαγγα ξεκίνησε για τη Λάρισα και οι χαροκαμένες μάνες, γυναίκες και αδερφές έτρεξαν να μαζέψουν τα άψυχα κορμιά των δικών τους και να τα θάψουν. Στο μεταξύ το σούρουπο έπεσε σχεδόν για τα καλά, οι πρώτες γυναίκες που έφτασαν έψαχναν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους νεκρούς και ενώ γύριζαν τα άψυχα κορμιά των νεκρών βλέπουν έναν άνδρα βουτηγμένο στο αίμα να σηκώνεται τραυματισμένος και να τρέχει. Ήταν ο Κώστας Μπόσγας, που είχε τύχη βουνό και γλίτωσε τελικώς την εκτέλεση, με ένα μικρό διαμπερές κοιλιακό τραύμα, και τη χαριστική βολή του Ιταλού αξιωματικού, διότι τον είχαν πλακώσει τα σώματα των άλλων εκτελεσμένων.

----------------------



Ο Γ. Κουτμάνης έφιππος

Η παρακάτω περιγραφή προέρχεται από τον Γ. Κουτμάνη, από το χωριό Σούρπη που υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ ως αξιωματικός:

"Η δύναμη της φρουράς του Αλμυρού εκείνη την εποχή ήταν περίπου 1300 Ιταλοί συν 80 λεγεωνάριοι Βλάχοι, που ήταν ντόπιοι και γνώριζαν καλά πρόσωπα και πράγματα στην πόλη. Διέθεταν βαρύ και σύγχρονο οπλισμό και ήταν καλά οχυρωμένοι στα βασικότερα τμήματα της πόλης. Είχαν χτιστά πολυβολεία σχεδόν σε κάθε σταυροδρόμι και συρματοπλέγματα. Ο ΕΛΑΣ διέθεσε περίπου 800 αντάρτες, εκ των οποίων 600 θα προχωρούσαν σε σχήμα βεντάλια στο εσωτερικό της πόλης και θα εξουδετέρωναν τα φυλάκια. Διαθέταμε επίσης δύο ιταλικούς όλμους και αρκετά βλήματα. Στην επιχείρηση συμμετείχε το 136 τάγμα του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Αλέκο Ραχούτη και καπετάνιο τον Κώστα Κονταγκώνα και το 111/36 τάγμα Όθρυος με διοικητή τον Χριστόφορο Τσιγαρίδα (Γερακοβούνη). Στη δύναμη του 111/36 προστέθηκε και το τμήμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ Αλμυρού.

Στις 12 το βράδυ ξεκίνησε η μάχη με ριπές αυτομάτων και χειροβομβίδες που έριξαν οι αντάρτες που αποβραδίς είχαν περάσει και πιάσει ορισμένες θέσεις μέσα στην πόλη. Στην αρχή οι Ιταλοί αιφνιδιάστηκαν και έτρεξαν προς τους στρατώνες τους, ενώ ο ΕΛΑΣ ξεκινούσε την έφοδο. Τα ακριανά φυλάκια της πόλης έπεσαν σύντομα και οι Ιταλοί συμπτύχθηκαν σύντομα στο εσωτερικό της πόλης, Δημοτικό, Καραμπιναρία και στο Γυμνάσιο και από εκεί άρχισαν να βάλουν αδιακρίτως προς τους αντάρτες αλλά και τον ντόπιο πληθυσμό. Έτσι γκρεμίστηκαν πολλά σπίτια και σκοτώθηκαν πολλοί άμαχοι. Οι βολές όλμων του ΕΛΑΣ ήταν μεν εύστοχες, αλλά παρά τις ζημιές δεν κατάφεραν να διευκολύνουν την έφοδο των τμημάτων ενάντια στα κτήρια. Οι όλμοι των Ιταλών κόντεψαν να μας σακατέψουν. Ήταν καλά οχυρωμένοι και με βαρύ οπλισμό. Τον μόνο στόχο που καταφέραμε να κυριεύσουμε και να ανατινάξουμε ήταν το νοσοκομείο. Εκεί είχαν καταφύγει Ιταλοί και από τα πολλά πυρά που ρίξαμε πήραν φωτιά παραπλήσια οικήματα, όπου στεγάζονταν ιταλικές υπηρεσίες.

Κυριεύτηκαν δύο πολυβόλα και μερικά βαριά όπλα, πυροβόλα, άλλα όμως τα αχρηστεύσαμε γιατί ήταν αδύνατο να μεταφερθούν. Οι Ιταλοί παρά τον αιφνιδιασμό ανασυντάχθηκαν με επιτυχία, ενώ εμείς λόγω της έλλειψης σε βαριά όπλα και εφεδρείες όλο και λιγοστεύαμε την ένταση των επιθέσεων. Ύστερα από αυτή την κατάσταση και ενώ πλησίαζε το ξημέρωμα, άρχισαν να καταφθάνουν ενισχύσεις του εχθρού από τις γύρω περιοχές, που το πολύ απείχαν 8 χιλιόμετρα από την πόλη. Τότε διατάχθηκε η υποχώρησή μας που έγινε κανονικά και με οπισθοφυλακή. Τα τμήματά μας αποσύρθηκαν προς την Όθρυ. Πήραμε μαζί μας και τους τραυματίες και θάψαμε τους νεκρούς. Τον αριθμό δεν τον γνωρίζω."


Καρατσώκης Γεώργιος, ετών 31

Απώλειες

Κατά τον Δ. Κολοβό, ο ΕΛΑΣ είχε 15 νεκρούς και βαριά τραυματίες, ενώ οι Ιταλοί δεν ανακοίνωσαν τους νεκρούς τους, οι οποίοι κατά τους υπολογισμούς του ήταν περίπου 100- 140, αριθμός μάλλον μεγάλος. Ο Στέφανος Σαράφης υπολογίζει τους νεκρούς των Ιταλών σε περίπου 50 και τους τραυματίες σε περίπου 150. Ο πρόεδρος της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ Αλμυρού Μιχάλης Χρυσόπουλος, ανταρτοεπονίτης τότε, παραθέτει την εγκυρότερη ίσως καταγραφή υπολογίζοντας τις απώλειες ως εξής: Ιταλοί νεκροί και τραυματίες: 170, πεσόντες του ΕΛΑΣ: 20, άμαχοι νεκροί: 32.

Οι διαπιστωμένοι πεσόντες του ΕΛΑΣ και της υποδειγματικής ΕΠΟΝ ήταν οι εξής:

  1. Χρήστος Παπαγιάννης.
  2. Βαγγέλης Χρήστου, του Τριαντάφυλλου, ετών 35 από τον Πτελεό Μαγνησίας.
  3. Δημήτρης Ντάτης, του Κώστα από τη Μάκρη Φθιώτιδας.
  4. "Απόλλωνας", από την υποδειγματική ΕΠΟΝ, 19 ετών από τον Προυσό Ευρυτανίας.
  5. Βασίλης Κεχαγιάς, από την ΕΠΟΝ Αλμυρού, σύνδεσμος του ΕΛΑΣ για την επιχείρηση.
  6. Δημήτρης Αλεξανδρής, από τη Νέα Αγχίαλο Μαγνησίας.
  7. Κώστας Γιαννακόπουλος, του Γεωργίου, ετών 38, από τους Κοκκωτούς Αλμυρού.

Αντίποινα

Ως αντίποινα για την επιχείρηση του ΕΛΑΣ στον Αλμυρό, οι Ιταλικές κατοχικές δυνάμεις και οι Βλάχοι λεγεωνάριοι συνέλαβαν και εκτέλεσαν στις επόμενες ημέρες 35 κατοίκους του Αλμυρού ως αντίποινα. Η εκτέλεση έγινε σε πεντάδες στο νεκροταφείο της πόλης. Ανάμεσα στους εκτελεσθέντες ήταν και ο Γιώργος Καρατσώκης, ΕΠΟΝίτης και σύνδεσμος των ανταρτών για τη μάχη. Στις 15/08/1943, οι Ιταλοί κατέκαψαν επίσης πολλά από τα δημόσια κτήρια της πόλης.

Στις 16/08/1943 μετά τη μάχη του Αλμυρού, οι Γερμανοί βομβάρδισαν το χωριό Πλάτανος ως αντίποινα χρησιμοποιώντας αεροπλάνα "Stukas" που έριξαν εμπρηστικές βόμβες στα σπίτια. Μια ημέρα μετά, τμήμα των Ιταλικών δυνάμεων του Αλμυρού επικουρούμενο από έναν λόχο της λεγεώνας των Βλάχων εισήλθαν στον Πλάτανο και ξεκίνησαν να καίνε αδιακρίτως και να πλιατσικολογούν τα σπίτια του χωριού.

Οι εκτελεσθέντες από τους Ιταλούς στο νεκροταφείο της πόλης του Αλμυρού ήταν οι εξής:



  1. Βαλουξής Γεώργιος, ετών 28
  2. Βαλσάμης Μηνάς, ετών 31
  3. Βασιλάκος Παναγιώτης, ετών 28
  4. Βλάχος Νίκαρδος, ετών 33
  5. Βούλγαρης Γιάννης, ετών 37
  6. Γκρούγιας Θεμιστοκλής, ετών 29
  7. Δημητρέλος Παυσανίας, ετών 49
  8. Δάρας Λευτέρης, ετών 30
  9. Ευθυμίου Νίκος, ετών 22
  10. Ευσταθιάδης Χαράλαμπος, ετών 56
  11. Ζιώγας Χαράλαμπος, ετών 40
  12. Καπής Στέργιος, ετών 38
  13. Κοσμάς Γιάννης, ετών 34
  14. Καρατσώκης Γεώργιος, ετών 31
  15. Κουτρούμπας Γεώργιος, ετών 59
  16. Κολοβός Χρήστος, ετών 37
  17. Κολοβός Κώστας, ετών 35
  18. Κούργιας Δημήτρης ετών 35
  19. Κρικελάς Παύλος, ετών 43
  20. Κοντομάνος Κώστας, ετών 48
  21. Κανελόπουλος Στάθης, ετών 45
  22. Κυπαρίσης Γεώργιος, ετών 28
  23. Λαλόπουλος Δημήτριος, ετών 26
  24. Μανταδιώτης Κώστας, ετών 45
  25. Μαραγκός Σπύρος, ετών 47
  26. Μπαγλατζής Μιχάλης, ετών 30
  27. Παπαδόπουλος Στάθης, ετών 40
  28. Παπάς Σπύρος, ετών 43
  29. Σπανός Γιάννης, ετών 43
  30. Σιδέρης Βαγγέλης, ετών 50
  31. Σιδέρης Χρήστος, ετών 55
  32. Σαρρής Θανάσης, ετών 41
  33. Τσικρικάς Αποστόλης, ετών 27
  34. Φράγγος Γεώργιος, ετών 47
  35. Φώτης Αθανάσιος, ετών 50.

Πληροφορίες πήραμε από: Κόκκινο Φάκελο και από άρθρο του προέδρου του παραρτήματος ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ Αλμυρού, Τσαμπίρα Θανάση.



Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved

Χρησιμοποιούμε μόνο τα απολύτως απαραίτητα cookies.
Τα απολύτως απαραίτητα cookies είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία του ethniki-antistasi-dse.gr διότι σας επιτρέπουν να επισκέπτεστε τις ιστοσελίδες του με ασφάλεια. Μπορείτε να απενεργοποιήσετε τα απαραίτητα cookie στις ρυθμίσεις του προγράμματος περιήγησής σας αλλά αυτό μπορεί να επηρεάσει το ethniki-antistasi-dse.gr .