8 Μάρτη 1857, Νέα Υόρκη: οι εργάτριες στην κλωστοϋφαντουργία διαδηλώνουν. Διεκδικούν μείωση των ωρών εργασίας σε 10, εξίσωση των μισθών τους με των ανδρών, υγιεινές συνθήκες δουλειάς.
8 Μάρτη:
Ο αγώνας για τη χειραφέτηση των γυναικών στοιχείο της ταξικής πάλης
Μικρό ιστορικό
Η 8η Μάρτη είναι άρρηκτα
συνδεδεμένη με το εργατικό κίνημα, με τους αγώνες
των εργατριών και την ιστορία τους. Στις 8 Μαρτίου
1857, οι εργαζόμενες στα ραφτάδικα της Νέας Υόρκης
κατέβηκαν σε απεργία και πραγματοποίησαν μεγάλη
διαδήλωση. Διεκδικούσαν ανθρώπινες συνθήκες
δουλειάς και μείωση των ωρών εργασίας. Οι γυναίκες
εκείνη την εποχή δούλευαν στα εργοστάσια ακόμα και
16 ώρες τη μέρα, ενώ οι μισθοί τους ήταν σημαντικά
μικρότεροι από τους μισθούς των ανδρών. Ετσι, στα
αιτήματα των εργατριών της Νέας Υόρκης
περιλαμβανόταν η μείωση των ωρών εργασίας στις 10
αλλά και η εξίσωση των μισθών ανδρών και γυναικών.
Η απεργία και οι μεγάλες μαχητικές διαδηλώσεις
αντιμετωπίστηκαν από τους καπιταλιστές και την
κυβέρνηση με την αστυνομία και τα όπλα και τελικά
βάφτηκαν στο αίμα των εργατριών.
Η απεργία της 8ης του Μάρτη
1857 αναδείχθηκε σε μια από τις πιο σημαντικές
στιγμές του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Η
μεγάλη σημασία της έγκειται στο γεγονός ότι έθεσε
στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της πάλης για τα
εργασιακά δικαιώματα και κατά της ανισοτιμίας
ανδρών και γυναικών. Γι' αυτό και το 1910 η Κλάρα
Τσέτκιν πρότεινε στη Β' Διεθνή Συνδιάσκεψη των
σοσιαλιστριών γυναικών, δηλαδή γυναικών από
κόμματα της εργατικής τάξης, την καθιέρωση της 8ης
Μάρτη ως Παγκόσμιας Μέρας της Γυναίκας, προς τιμήν
της μεγάλης διαδήλωσης των απεργών εργατριών της
Νέας Υόρκης το 1857, πρόταση που έγινε αποδεκτή.
Η επικράτηση του
καπιταλιστικού συστήματος έναντι της φεουδαρχίας
σηματοδότησε μεγάλες αλλαγές όσον αφορά τη θέση
της γυναίκας στην κοινωνία. Και αυτό γιατί ο
καπιταλισμός, βάζοντας μαζικά τις γυναίκες στην
παραγωγή, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να
αναπτυχθούν και η πάλη και οι αγώνες τους. Ωστόσο,
οι συνθήκες ζωής και δουλειάς που επιφύλαξε για
τις εργάτριες ο καπιταλισμός ήταν άθλιες.
Ο 19ος αιώνας, που συνδέεται
με την ανάπτυξη της βιομηχανίας στις ανεπτυγμένες
τότε καπιταλιστικές χώρες, σχετίζεται άμεσα και
στενά με τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των
γυναικών.
Στην Ευρώπη και την Αμερική,
γυναίκες της εργατικής τάξης δούλευαν μαζί με
ανήλικα παιδιά σε εργοστάσια και ορυχεία. Από τα
χαράματα μέχρι το βράδυ, χωρίς καμία ώρα
ξεκούρασης. Οποια τολμούσε να καθίσει το πλήρωνε
κυριολεκτικά με αίμα. Δε διαχωρίζονταν από τους
άντρες συναδέλφους τους, παρά μόνο στο μεροκάματο.
Η πρώτη γυναικεία απεργία
έγινε στην αγγλική πόλη Ουόρτσεστερ το 1804 από
τις εργάτριες που κατασκεύαζαν γάντια. Στις ΗΠΑ, η
πρώτη αποκλειστικά γυναικεία απεργία έγινε το 1820
στις βιοτεχνίες ενδυμάτων του Νιού Ινγκλαντ, με
αιτήματα για καλύτερες συνθήκες δουλειάς,
αξιοπρεπείς μισθούς και μικρότερα ωράρια εργασίας.
Το 1828 απήργησαν οι υφάντριες στο Ντόβερ, με
επιτυχία 100%. Το 1831 τις ακολούθησαν οι Γαλλίδες
καπελούδες. Το 1834 και το 1836 έγιναν δύο ακόμη
μεγάλες απεργίες από τις βαμβακεργάτριες της
βιομηχανίας Λόουελ στη Μασαχουσέτη, επίσης
πετυχημένες. Το 1844, οι εργάτριες της
συγκεκριμένης βαμβακοβιομηχανίας ίδρυσαν το πρώτο
γυναικείο εργατικό σωματείο. Η έντονη
δραστηριότητά του είχε ως αποτέλεσμα τις πρώτες
μεταρρυθμίσεις στις συνθήκες εργασίας στην
κλωστοϋφαντουργία.
Το 1900 οι εργαζόμενες στις
βιομηχανίες ενδυμάτων συγκρότησαν μερικά από τα
πιο σημαντικά σωματεία στην ιστορία των ΗΠΑ. Οι
συνθήκες εργασίας στα κέντρα του εμπορίου
ενδυμάτων στις μεγάλες πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη,
ήταν εκείνη την εποχή μεσαιωνικές. Συχνά
εκδηλώνονταν πυρκαγιές που έθεταν σε κίνδυνο τη
ζωή των εργατριών και των εργατών, ο φωτισμός κάτω
από το οποίο έπρεπε να δουλεύουν ήταν ανεπαρκής, ο
ήχος των μηχανημάτων εκκωφαντικός και το
περιβάλλον ανθυγιεινό. Στις εργάτριες επιβάλλονταν
πρόστιμα για οτιδήποτε βάζει ο νους: Επειδή
μιλούσαν, επειδή γελούσαν ή τραγουδούσαν, για τους
λεκέδες από τα λάδια των μηχανών πάνω στα
υφάσματα, για τα γαζιά που ήταν πολύ σφιχτά ή πολύ
χαλαρά.
Το Φλεβάρη του 1910 έγινε στη
Νέα Υόρκη μια μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση, στην
οποία πήραν μέρος πάνω από 20.000 εργάτριες. Για
13 βδομάδες, μέσα στο καταχείμωνο, γυναίκες μεταξύ
16 και 25 ετών διοργάνωσαν και συμμετείχαν σε
πικετοφορίες σε καθημερινή βάση. Σε αυτές δέχονταν
συχνά την επίθεση των αστυνομικών. Τα δικαστήρια
ήταν, φυσικά, προκατειλημμένα υπέρ των εργοδοτών.
Ωστόσο, η απεργία δε διαλύθηκε, παρά μόνο όταν
έγιναν συμβιβασμοί στις περισσότερες επιχειρήσεις.
Ο ενθουσιασμός και το πείσμα των γυναικών υπήρξαν
πρωτοφανείς. Ενα χρόνο αργότερα, στις 25 Μαρτίου
του 1911, σε πυρκαγιά που ξέσπασε σε βιομηχανία
έχασαν τη ζωή τους 146 εργάτες, ανάμεσά τους και
πολλές γυναίκες, ηλικίας μεταξύ 13 και 25 ετών,
που είχαν πρόσφατα μεταναστεύσει στις ΗΠΑ.
Το Μάρτη του 1911, ένα χρόνο
μετά την καθιέρωση της 8ης Μάρτη ως Παγκόσμιας
Μέρας της Γυναίκες, 1.000.000 άντρες και γυναίκες
τίμησαν αγωνιστικά με μαζικές συγκεντρώσεις την
επέτειο. Ακολούθησαν πολλές διαδηλώσεις γυναικών
στις 8 του Μάρτη, διεκδικητικές και τιμητικές
ταυτόχρονα.
Στις 8 Μάρτη 1912, 23.000
εργάτριες στην κλωστοϋφαντουργία της Νέας Υόρκης
απήργησαν και ζήτησαν για μια κόμη φορά 10ωρο,
καλύτερες συνθήκες, ίσο μισθό με τους άντρες,
κατάργηση της παιδικής εργασίας και δικαίωμα
ψήφου. Το σύνθημα «ψωμί και τριαντάφυλλα»
κατέκλυσε τους δρόμους της Νέας Υόρκης και η
αστυνομία έδωσε, ξανά, ένα άσχημο τέλος.
Στις 8 Μάρτη 1914 διαδήλωσαν
χιλιάδες γυναίκες στη Γερμανία, διεκδικώντας
δικαίωμα ψήφου, το οποίο κατέκτησαν ύστερα από 4
χρόνια.
Στις 8 Μάρτη 1917 (με το νέο
ημερολόγιο) η απεργία γυναικών στον τομέα
κλωστοϋφαντουργίας στη Ρωσία συνοδεύτηκε από μια
τεράστια διαδήλωση στην Πετρούπολη.
Οι προσπάθειες αυτών των
γυναικών σηματοδότησαν το ξεκίνημα ενός
οργανωμένου γυναικείου κινήματος. Ηταν, όπως
έγραψε η Κλάρα Τσέτκιν, σαν το χελιδόνι που
προαναγγέλλει τον ερχομό της άνοιξης.
Στην Ελλάδα, η πρώτη απεργία
εργατριών έγινε στις 13 Απρίλη 1892, από τις
υφάντριες του εργοστασίου των Αδελφών Ρετσίνα,
στον Πειραιά. Εκείνη τη χρονιά, οι εργοδότες
αποφάσισαν να μειώσουν την αμοιβή των εργατριών,
από 80 σε 65 λεπτά το τόπι υφάσματος.>
Τα επόμενα χρόνια, οι γυναίκες
της εργατικής τάξης έλαβαν μέρος σε πολλές
κινητοποιήσεις, δίνοντας και θύματα στον αγώνα για
την κατάκτηση των εργασιακών τους δικαιωμάτων,
κάνοντας το πρώτο ουσιαστικό βήμα για τη
χειραφέτηση και την ισοτιμία τους.
Το 1924 οι καπνεργάτες
κατεβαίνουν σε απεργία. Οι συνθήκες εργασίας τους
ήταν άσχημες, τα μεροκάματά τους μικρά ενώ η
εφεύρεση και η αξιοποίηση των μηχανών έφερναν
ανεργία. Στην απεργία των καπνεργατών της Καβάλας
σκοτώθηκε η καπνεργάτρια Μαρία Χουσιάδου.
Το 1926 στην απεργία στο
εργοστάσιο «Παπαστράτος» στο Αγρίνιο, στην ομάδα
των εργατών που περιφρουρούν την απεργία και τις
συγκεντρώσεις συμμετείχε και η εργάτρια Βασιλική
Γεωργαντζέλη, μητέρα 2 παιδιών και 6 μηνών έγκυος.
Σκοτώθηκε στις 8 Αυγούστου 1926, κατά τη διάρκεια
πορείας των απεργών, από τα πυρά της αστυνομίας.
Το 1927 σκοτώθηκε η καπνεργάτρια Κωνσταντέλλη,
επίσης από το Αγρίνιο. Αλλά και η Αναστασία
Καρανικόλα, στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις
των καπνεργατών της Θεσσαλονίκης, στις 9 Μάη 1936.
Εργάτριες σε επιχειρήσεις με πλυντήρια στις ΗΠΑ γύρω στα 1900: δουλεύουν κάτω από κακές συνθήκες, με βαρύ έργο και χαμηλούς μισθούς.
Μέρα των γυναικών του καθημερινού μόχθου
Η 8η Μάρτη ως επέτειος,
φέρνει στη μνήμη τον αγώνα των εργατριών της
Νέας Υόρκης. Αποτελεί μέρα τιμής για τους αγώνες
αυτούς, απολογισμού της πάλης για την ισοτιμία
των γυναικών της εργατικής τάξης και των άλλων
φτωχών λαϊκών στρωμάτων ως αναπόσπαστο τμήμα του
εργατικού, λαϊκού κινήματος, μέρα που το
εργατικό και το γυναικείο κίνημα σχεδιάζουν τα
επόμενα βήματα και τη συνέχεια της δράσης τους.
Αυτό βάζει τη σφραγίδα του στην επέτειο. Αυτό
πρέπει να βάζει τη σφραγίδα του και στην
ανάδειξή του ως ιδιαίτερο σταθμό της πάλης του
εργατικού, του γυναικείου και γενικότερα του
λαϊκού κινήματος. Από κει απορρέουν καθήκοντα
για τράβηγμα των εργαζομένων γυναικών, των
γυναικών των φτωχών λαϊκών στρωμάτων στην πάλη,
δοσμένης με την ταξική, πραγματική διάσταση, και
μέσα από την ιδιαίτερη πτυχή του φυλετικού
ζητήματος. Οι εργάτριες της Νέας Υόρκης πάλευαν
για ισοτιμία. Η ίδια η συμμετοχή στην παραγωγή
αναδεικνύει με οξύτητα τα ιδιαίτερα ζητήματα της
ανισοτιμίας λόγω φύλου.
Το γυναικείο ζήτημα ως
ιστορικό κοινωνικό φαινόμενο είναι ένα σύμπλεγμα
οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών ανισοτιμιών
και διακρίσεων που εκδηλώνονται σε όλες τις
κοινωνικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των
σχέσεων των δύο φύλων και πηγάζει από τις
ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης.
Απ' αυτή τη σκοπιά
προσεγγίζουμε το περιεχόμενο της ειδικής
δουλειάς με τις γυναίκες του λαού, αυτή είναι
και η ρίζα της ανισοτιμίας που στις ταξικές
κοινωνίες και ιδιαίτερα στον καπιταλισμό έχει
συγκεκριμένο περιεχόμενο. Που αφ' ενός
δυσκολεύει το τράβηγμά τους στους αγώνες, αφ'
ετέρου αποτελεί κρίκο για το τράβηγμά τους στους
αγώνες.
Το γυναικείο ζήτημα, η
αστική πολιτική και ιδεολογία, αλλά και οι
οπορτουνιστές, το εμφανίζουν ως πρόβλημα μεταξύ
των σχέσεων των δύο φύλων, στην πραγματικότητα
όμως αυτό το φυλετικό ζήτημα είναι αναπόσπαστο
στοιχείο της ταξικής εκμεταλλευτικής κοινωνίας.
Επομένως, η 8η Μάρτη είναι
μέρα ανάμνησης του πρώτου βήματος αφύπνισης της
εργατικής τάξης και των ίδιων των εργατριών
γυναικών και στην πορεία σηματοδότησε και την
αγωνιστική αφύπνιση των γυναικών από τα άλλα
φτωχά λαϊκά στρώματα, (αυτοαπασχολούμενες,
αγροτιά) πάνω στο πρόβλημα των διακρίσεων σε
βάρος των γυναικών και της έλλειψης ισοτιμίας
των δύο φύλων.
Ο όρος «ισοτιμία»
αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες των φύλων.
Λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες που
προκύπτουν από την αναπαραγωγική λειτουργία, τα
κοινωνικά προβλήματα που βιώνουν οι γυναίκες,
ώστε αυτά να μη λειτουργούν ως εμπόδια στην
ανάπτυξη της συνείδησης και της δράσης τους.
Η 8η Μάρτη δεν είναι μέρα
αφιερωμένη γενικά στις γυναίκες, αλλά
συγκεκριμένα στις γυναίκες που βιώνουν την
ταξική εκμετάλλευση, την κοινωνική καταπίεση και
τη φυλετική ανισοτιμία. Είναι, δηλαδή, η μέρα
των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών
στρωμάτων, των γυναικών του μεροκάματου και του
καθημερινού μόχθου και όχι η μέρα των αστών
γυναικών, των επιχειρηματιών. Δεν είναι μια
τυχαία μέρα, μια ακόμα μέσα στις πολλές
«Παγκόσμιες Μέρες» που το καπιταλιστικό σύστημα
έχει καθιερώσει για μια σειρά θέματα, αλλά φέρει
τη σφραγίδα των αγώνων ενάντια στην εκμετάλλευση
και την ανισοτιμία.
Η 8η Μάρτη σημαδεύεται με
ηρωικές θυσίες των γυναικών. Ο πραγματικός
χαρακτήρας της 8ης Μάρτη, η ιστορία της επετείου
και της καθιέρωσής της δεν είναι γνωστός σε
πολλές από τις γυναίκες της εργατικής τάξης και
των λαϊκών στρωμάτων. Η άγνοια αυτή είναι
αποτέλεσμα της προσπάθειας της αστικής τάξης να
συσκοτίσει την πραγματική αιτία της ανισοτιμίας
που είναι η ταξική εκμετάλλευση, ακόμα και να
διαστρεβλώσει τα φυλετικά της χαρακτηριστικά,
φτάνοντας στον εκχυδαϊσμό τους. Ετσι κατάφερε να
αλλοιώσει το νόημά της, τον αγωνιστικό και
διεκδικητικό χαρακτήρα της επετείου. Να τη
μετατρέψει από σύμβολο ταξικού λαϊκού αγώνα για
όλα τα κοινωνικά δικαιώματα των γυναικών του
λαού, την ίδια τη ζωή τους, σε μια ανούσια μέρα
που οι γυναίκες «γιορτάζουν» και «διασκεδάζουν»
μεταξύ τους. Η επιχείρηση διαστρέβλωσης δεν
περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη μέρα αλλά
είναι μέρος της συνολικότερης προσπάθειας της
αστικής τάξης και των πολιτικών της εκφραστών να
δώσουν στην «ισότητα», όπως λένε, νόημα και
περιεχόμενο κομμένο και ραμμένο στα δικά τους
μέτρα και συμφέροντα.
Μέσα από τη συστηματική της
παρέμβαση η αστική τάξη επιδιώκει να συσκοτίσει
και να θολώσει τις αιτίες του προβλήματος της
ανισοτιμίας, να χειραγωγήσει τις γυναίκες των
λαϊκών στρωμάτων, να τις στοιχίσει πίσω από
πρότυπα και αξίες ξένα από την ταξική, λαϊκή
τους καταγωγή και τα συμφέροντά τους, που
προσβάλλουν την προσωπικότητα και εχθρεύονται τα
δικαιώματά τους, να τις εγκλωβίσει τελικά στα
όρια του καπιταλιστικού συστήματος.
Στον καπιταλισμό, οι
προοδευτικές ιδέες στην πολιτική των αστικών
κομμάτων χάνουν κάθε νόημα και κάθε σημασία.
Είναι γνωστές οι προσπάθειες διαφόρων φορέων
αλλά και θεσμών του αστικού κράτους να
αφιερώνουν την 8η Μάρτη στη γυναικεία ομορφιά.
Για παράδειγμα, πριν από μερικά χρόνια, ο Δήμος
Θεσσαλονίκης καλούσε τις γυναίκες στην πλατεία
Αριστοτέλους, για μαθήματα μακιγιάζ. Επίσης,
πριν από μερικά χρόνια αποφασίστηκε στις 8 Μάρτη
να μετακινούνται οι γυναίκες χωρίς εισιτήριο
στις αστικές συγκοινωνίες, ξεχνώντας πόσα
πληρώνουν τις υπόλοιπες μέρες.
Δε σημαίνει κατ' ανάγκη ότι
όλα αυτά είναι αρνητικά. Αλλά δεν πρέπει να
ξεχνάμε ότι στον πυρήνα του προβλήματος
βρίσκονται οι ίδιες οι εργάτριες, οι υπάλληλοι
στην παραγωγική διαδικασία και γενικότερα η
εργατική οικογένεια. Η μέρα αυτή είναι μέρα του
εργατικού κινήματος για τη γυναίκα και πρέπει να
γιορτάζεται με το πραγματικό της νόημα. Δεν
πρέπει να επιτρέψουμε η 8 του Μάρτη να
αλλοιωθεί, να χάσει το χαρακτήρα της, να γίνει
μια βαρετή μέρα για τις γυναίκες ή μια μέρα που
οι γυναίκες πρέπει να ξεχάσουν τα προβλήματά
τους. Αλλωστε, η γυναίκα δεν πέρασε σε δεύτερη
μοίρα, δεν υποτάχθηκε στο ανδρικό φύλο, γιατί
κάποιοι άνδρες άρχισαν να σκέφτονται υποτιμητικά
σε βάρος των γυναικών, αλλά γιατί υπάρχει ταξική
εκμετάλλευση.
Το καπιταλιστικό σύστημα
έδωσε τη δυνατότητα στην πιο πλατιά
χρησιμοποίηση της γυναικείας μισθωτής εργασίας,
ως φτηνότερης βέβαια εργατικής δύναμης, σε σχέση
με τον άντρα. Η εργασία των γυναικών και των
παιδιών έγινε αντικείμενο της πιο σκληρής
εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο. Ο καπιταλισμός
στην πορεία εξέλιξής του προσπάθησε να
αντιμετωπίσει ζητήματα που αφορούν την ιδιαίτερη
πτυχή του προβλήματος της ανισοτιμίας λόγω
φύλου. Αναγκάστηκε να δώσει ορισμένα εφόδια στις
γυναίκες (μόρφωση, κάποιες κοινωνικές παροχές,
δικαίωμα ψήφου, οικογενειακό δίκαιο, κ.ά.), για
να μπορεί να τις εκμεταλλευτεί περισσότερο.
Εκανε παραχωρήσεις χωρίς όμως να χάσει το ταξικό
προνόμιο να εκμεταλλεύεται το γυναικείο φύλο. Η
ίδια η ταξική πάλη και οι κατακτήσεις των
γυναικών στις σοσιαλιστικές χώρες βοήθησαν να
υπάρχουν ορισμένες κατακτήσεις.
Αρκετές γυναίκες που ανήκαν
σε αστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μέσω των
«φεμινιστικών» φορέων τους είχαν μια ορισμένη
προσφορά σε αγώνες για την ψήφο των γυναικών,
για την κατάργηση αναχρονιστικών νόμων. Στη
διάρκεια του 20ού αιώνα, αστικά και
οπορτουνιστικά κόμματα υιοθέτησαν στα
προγράμματα, και κυρίως στις διακηρύξεις τους,
θέσεις για την ισότητα της γυναίκας. Ταυτόχρονα,
τα κόμματα αυτά την ισοτιμία των γυναικών τη
βλέπουν στα χαρτιά και όχι στη ζωή, τη βλέπουν
σε αντιπαράθεση με τους άντρες και την «εξουσία»
που κατέχουν, εξ ου και η «πατριαρχική κοινωνία»
που επικαλούνται. Βλέπουν την ισοτιμία να
σταματά εκεί που απειλείται η κερδοφορία του
κεφαλαίου και η σταθερότητα του αστικού
πολιτικού συστήματος. Δε θέλουν και δεν μπορούν
να χτυπήσουν την ανισότητα στη ρίζα, γιατί αυτό
το χτύπημα έρχεται σε αντίθεση με τον
εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού
συστήματος που υπηρετούν.
Η θέση της γυναίκας στο
σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο παραμένει
ανισότιμη, παρά τη θεσμική εξίσωση που δεν έχει
αναιρέσει ολοκληρωτικά τις κοινωνικές
προκαταλήψεις και τις γενικότερες διακρίσεις σε
βάρος των γυναικών της εργατικής τάξης και των
λαϊκών στρωμάτων.
Τα καπιταλιστικά κράτη της
Δυτικής Ευρώπης μπορεί να έκαναν ορισμένες
παραχωρήσεις, αστικούς εκσυγχρονισμούς σε τομείς
που αφορούν τις γυναίκες, όμως ο ιδεολογικός και
πολιτικός πυρήνας του καπιταλισμού, δηλαδή η
άρνηση της ταξικότητας της ανισοτιμίας των
γυναικών, όχι μόνο παραμένει, αλλά ανάλογα με
τις εκάστοτε συνθήκες, οικονομικές και
πολιτικές, προσαρμόζεται σε αντιδραστική
κατεύθυνση.
Η αστική αρχή της «ισότητας»
στο πλαίσιο του εκμεταλλευτικού συστήματος, της
ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής στο
όνομα των «ίσων ευκαιριών», στην πράξη παίρνει
το περιεχόμενο της περικοπής ή και κατάργησης
ιδιαίτερων κατακτήσεων, θετικών ρυθμίσεων υπέρ
των εργαζόμενων γυναικών. Π.χ. η απαγόρευση της
νυχτερινής εργασίας των γυναικών στη βιομηχανία,
η διαφορά στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης με
αυτά των αντρών κ.λπ.
Στις σημερινές συνθήκες
διεύρυνσης της καπιταλιστικής αγοράς, η σύγχρονη
στρατηγική της ΕΕ, του κεφαλαίου γενικότερα για
τις γυναίκες έχει βασικό στοιχείο την παράταση
του εργάσιμου βίου και ταυτόχρονα τη συμπίεση
της τιμής της εργατικής δύναμης για αύξηση της
παραγωγής ή ιδιοποίηση της υπεραξίας, του
κέρδους του καπιταλιστή.
Οι ελαστικές εργασιακές
σχέσεις, η μερική απασχόληση, η εργασία με
«μπλοκάκι» υπηρετούν αυτόν το στόχο του
κεφαλαίου. Πρώτα εφαρμόστηκαν στις εργαζόμενες
γυναίκες και τους νέους στο όνομα των
ψευδεπίγραφων «ιδιαίτερων» αναγκών τους για
περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τη φροντίδα της
οικογένειας, το «συνδυασμό οικογενειακών και
επαγγελματικών υποχρεώσεων» ή για τη μελέτη των
σπουδαστών και στη συνέχεια γενικεύτηκαν κυρίως
στους εργαζόμενους στον τομέα των υπηρεσιών.
Γενικότερα, η γυναικεία
εργασία χρησιμοποιείται για να χτυπηθούν οι
εργασιακές σχέσεις, οι μισθοί, τα μεροκάματα, να
μειωθεί το εργατικό εισόδημα χωρίς να μειωθεί ο
γενικός εργάσιμος χρόνος, μάλιστα ανατρέπεται
και ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας, το
8ωρο και 7ωρο που υπήρχε μέχρι σήμερα.
Αξιοποιείται αντιδραστικά η
σχέση της γυναίκας με τη μητρότητα και
γενικότερα με την οικογένεια, χρησιμοποιώντας τη
γυναικεία εργασία στις πιο κακοπληρωμένες
δουλειές, ασταθείς και στερημένες από τα
συλλογικά κατοχυρωμένα εργασιακά δικαιώματα, ως
συμπληρωματική στο οικογενειακό εισόδημα σε
υποβαθμισμένες υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας
της Τοπικής Διοίκησης ή σε διάφορες ΜΚΟ και
«κοινωνικούς συνεταιρισμούς» (άτυπη μέριμνα την
ονομάζει η ΕΕ), σε ληξιπρόθεσμα ανάλογα
προγράμματα της ΕΕ ή σε αυτά της
«επιχειρηματικότητας», της «κατάρτισης» και της
«διά βίου εκπαίδευσης».
Τα μέτρα που παίρνονται από
ΕΕ και αστικές κυβερνήσεις για «το συνδυασμό της
επαγγελματικής με την ιδιωτική και οικογενειακή
ζωή», επενδυμένα με τον προοδευτικό μανδύα της
συμμετοχής και των αντρών στην οικογενειακή
φροντίδα, κυρίως αποσκοπούν στο χτύπημα
εργασιακών δικαιωμάτων και των δύο φύλων μιας
και συνδέονται με την προώθηση της
«ευελφάλειας». Στοχεύουν στο να μη γίνεται η
μητρότητα ασύμφορη για την εργοδοσία. Συμβάλλουν
στη διαμόρφωση συνείδησης ότι το μεγάλωμα των
παιδιών και γενικότερα η φροντίδα των μελών της
οικογένειας είναι ατομική - οικογενειακή υπόθεση
και όχι ευθύνη του κράτους για παροχή ανάλογων
υποδομών και υπηρεσιών.
Σε συνθήκες βαθιάς,
παρατεταμένης και γενικευμένης οικονομικής
καπιταλιστικής κρίσης αξιοποιούνται οι συνθήκες
εργασίας που δημιουργήθηκαν τα προηγούμενα
χρόνια στο όνομα των ιδιαίτερων αναγκών των
γυναικών, για ένα εργασιακό περιβάλλον με
ελάχιστα έως ανύπαρκτα εργασιακά και κοινωνικά
δικαιώματα, που θυμίζει εργασιακό μεσαίωνα. Η
μεγαλύτερη ανεργία των γυναικών έναντι των
αντρών (31,1% έναντι 24% το Νοέμβρη του 2012)
δεν αναιρεί την τάση μεγαλύτερης αύξησης της
ανεργίας των αντρών έναντι αυτής των γυναικών
(από το 2008 μέχρι το 2012 η ανεργία στους
άντρες αυξήθηκε κατά 17,1 και στις γυναίκες κατά
16,7 ποσοστιαίες μονάδες). Το γεγονός αυτό έχει
οδηγήσει στις μέρες μας, ο γυναικείος από παλιά
πετσοκομμένος μισθός να είναι το μοναδικό
οικογενειακό εισόδημα φτωχών λαϊκών οικογενειών.
Οι ανάγκες αυτών των οικογενειών δεν μπορούν να
καλυφθούν ούτε για τα στοιχειώδη, εάν
συνυπολογίσουμε τις δραστικές περικοπές σε
κοινωνικές παροχές, τις αυξημένες πληρωμές που
απαιτούνται για υπηρεσίες Παιδείας, Υγείας,
Πρόνοιας, που ξεκίνησαν να εφαρμόζονται στο
όνομα του «συγκερασμού οικογενειακών και
επαγγελματικών υποχρεώσεων» των γυναικών και
τώρα λόγω δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Η αστική
τάξη, για να ικανοποιήσει την ανάγκη του
κεφαλαίου για αύξηση της γυναικείας μισθωτής
εργασίας, διαχειρίζεται τις σύγχρονες λαϊκές
ανάγκες για υπηρεσίες πρόνοιας με παροχή
υποβαθμισμένων και εμπορευματοποιημένων ανάλογων
υπηρεσιών της Τοπικής Διοίκησης όπως προγράμματα
λειτουργίας βρεφονηπιακών σταθμών, «Βοήθεια στο
Σπίτι», Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών
και ΑμεΑ κ.λπ. ή με υπηρεσίες του ιδιωτικού
επιχειρηματικού τομέα και τελευταία με την
ενσωμάτωση των «δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης»
διαφόρων φορέων και της Τοπικής Διοίκησης στην
επίσημη κρατική προνοιακή πολιτική.
Στη θέση των συλλογικών
εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων
ανακηρύσσεται ως μέγιστο δημοκρατικό δικαίωμα η
ατομική ικανότητα και η ατομική ή οικογενειακή
υποχρέωση και ευθύνη. Στην ταξική κοινωνία των
άνισων ταξικών δικαιωμάτων μόνο με άνισο τρόπο
μπορεί να αναπτυχθεί οποιαδήποτε ικανότητα.
Δηλαδή, είναι απαραίτητες οι θετικές διακρίσεις
- ρυθμίσεις υπέρ των γυναικών ως μέτρο για την
άμβλυνση των συνεπειών που πηγάζουν από την
ανισότιμη θέση τους στο καπιταλιστικό σύστημα.
Τα καπιταλιστικά κράτη και
οι διακρατικές ενώσεις (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΔΝΤ κ.λπ.) με
την πολιτική τους καθόρισαν και καθορίζουν τη
σημερινή τραγική κατάσταση και για τη θέση των
γυναικών σε μια σειρά από χώρες του κόσμου. Από
τις ΗΠΑ και γενικά τις πιο αναπτυγμένες
καπιταλιστικές κοινωνίες έως αυτές της Αφρικής,
της Ασίας κ.λπ. ξεδιπλώνεται όλη η γκάμα της
γυναικείας ανισοτιμίας και καπιταλιστικής
βαρβαρότητας σε βάρος τους, ανάλογα με το
επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού και τη θέση
του κάθε κράτους στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Τα
προβλήματα των γυναικών της Μέσης Ανατολής και
της Ασίας είναι συνέπεια της πολιτικής του
ιμπεριαλισμού στις χώρες αυτές και βεβαίως της
κυριαρχίας της αστικής τάξης της κάθε χώρας.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι
ο πόλεμος των Αμερικανών και των Ευρωπαίων
συμμάχων τους στο Αφγανιστάν ξεκίνησε με το
πρόσχημα του εκδημοκρατισμού, της κατάργησης της
«μπούρκας» και της θανατικής ποινής με
λιθοβολισμό στις Αφγανές. Ο φονταμενταλισμός
ανακηρύχθηκε ως κύριος εχθρός όλης της
ανθρωπότητας, για να συγκαλυφθεί η βάρβαρη,
επιθετική πολιτική του ιμπεριαλισμού.
Μια σειρά λεγόμενες «Μη
Κυβερνητικές Οργανώσεις» και Διεθνείς Γυναικείες
Οργανώσεις, κυρίως με την καθοδήγηση της
σοσιαλδημοκρατίας, στο όνομα καταπάτησης των
δικαιωμάτων των γυναικών και των υπαρκτών τους
προβλημάτων αθωώνουν τον καπιταλισμό που είναι ο
βασικός ένοχος. Βέβαια δεν παραγνωρίζουμε
αναχρονιστικές και αντιδραστικές αντιλήψεις που
αποτυπώνονται θεσμικά και έχουν την έκφρασή τους
στον καθημερινό τρόπο ζωής των γυναικών. Ομως,
όλες αυτές οι οργανώσεις προβάλλουν ως κύρια
αιτία πολιτιστικές - θρησκευτικές και εθνικές
διαφορές.
Φιλελεύθεροι και
σοσιαλδημοκράτες, και μέσω των γυναικείων
οργανώσεων που επηρεάζουν, προβάλλουν την
αντιδραστική αντίληψη ότι το αστικό κράτος και
οι διακρατικές ιμπεριαλιστικές ενώσεις μπορούν
να μετατραπούν σε ουδέτερα - αταξικά όργανα
συμφιλίωσης των αντιθέσεων της ταξικά
διαιρεμένης κοινωνίας. Το επιχείρημα αυτό
υπονομεύει την αναγκαιότητα της όξυνσης της
ταξικής πάλης σε κάθε χώρα ξεχωριστά.
Η συμβολή των γυναικών στην ταξική πάλη
Οι γυναίκες είχαν σημαντική
συμβολή στους μεγάλους αγώνες που αναπτύχθηκαν
εκείνη την περίοδο. Από τη συμμετοχή τους αυτή
αναδείχθηκαν παραδείγματα σπουδαίων ηρωίδων και
αγωνιστριών, που θυσίασαν στον αγώνα ακόμα και
την ίδια τους τη ζωή. Το 1924 οργανώθηκαν
μεγάλες και μαχητικές διαδηλώσεις από τους
καπνεργάτες της Καβάλας, που ζητούσαν αύξηση των
εξευτελιστικών τους μεροκάματων και μείωση του
12ωρου. Στο οδόφραγμα των κινητοποιήσεων αυτών
δολοφονήθηκε η καπνεργάτρια Μαρία Χουσιάδου,
μέλος του ΚΚΕ. Το 1927, στη μεγάλη απεργία στην
οποία συμμετείχαν 40.000 καπνεργάτες,
δολοφονήθηκε η Βασιλική Γεωργαντζέλη, εργάτρια
στο εργοστάσιο του «Παπαστράτου». Ηρωικοί ήταν
και οι αγώνες στους οποίους συμμετείχαν οι
κλωστοϋφαντουργίνες, αλλά και οι αγρότισσες, την
ίδια περίοδο.
Το 1927, επίσης, με πρόταση
της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ενιαίου Μετώπου
Εργατών - Αγροτών - Προσφύγων, που σχηματίστηκε
με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, ήρθε για συζήτηση το
πρόβλημα της γυναικείας ψήφου στην κυβέρνηση
Παπαναστασίου. Η νέα νομοθεσία «Περί Δήμων και
Κοινοτήτων», που ψηφίστηκε, περιόριζε το
δικαίωμα ψήφου στις Κοινοτικές και Δημοτικές
εκλογές και μόνο στις γυναίκες άνω των 30 ετών
και σε αυτές που γνώριζαν ανάγνωση και γραφή.
Στους άντρες δεν έκανε καμία διάκριση.
Στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος
(1928) αποφασίστηκε η έκδοση γυναικείου
διαφωτιστικού οργάνου και το 1929 κυκλοφόρησε η
εφημερίδα «Εργάτρια» από το γυναικείο γραφείο
της Αθήνας που αποτελούνταν από μέλη του
Κόμματος και της Νεολαίας. Το Συνέδριο αποφάσισε
επίσης τη συγκρότηση γυναικείων βοηθητικών
επιτροπών από το κέντρο ως τις τοπικές
οργανώσεις, σε όλη τη δομή του Κόμματος, ενώ
μερίμνησε και για την ανάδειξη γυναικών στις
Κομματικές Οργανώσεις και στο κίνημα.
Το Φλεβάρη του 1929, το
Ενιαίο Μέτωπο Εργατών - Αγροτών, στο πρόγραμμά
του για τις γερουσιαστικές εκλογές, ζητούσε
εξίσωση του μεροκάματου των εργατριών και
αγροτισσών με αυτό των ανδρών. Είχε επίσης
αιτήματα για απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας
των νέων κάτω των 18 ετών και άδεια τοκετού.
Το πολιτικό στίγμα για την
ανάγκη της ιδιαίτερης δουλειάς στις εργάτριες
δόθηκε με ανάγλυφο τρόπο από την Απόφαση της
Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, το
1930. Στόχος της ιδιαίτερης αυτής δουλειάς ήταν
να αναδειχθούν οι εργάτριες στην οργάνωση και
διεξαγωγή της ταξικής πάλης. «Οι εργάτριες
επιβάλλεται να συμμετάσχουν στην αυτοάμυνα και
την περιφρούρηση της απεργίας ενάντια στους
απεργοσπάστες» (...) «...εκλογή γυναικείων
επιτροπών αγώνα στους τόπους δουλειάς που
ασχολούνται κατά πλειοψηφία εργάτριες και ο
συντονισμός της δράσης τους από την κεντρική
επιτροπή αγώνα όλων των σωματείων», αναφέρεται
στην Απόφαση.
Με το Ιδιώνυμο, τον
αντικομμουνιστικό νόμο του Βενιζέλου το 1929,
άρχισαν οι συλλήψεις, στάλθηκαν οι πρώτες
κομμουνίστριες στις φυλακές «Αβέρωφ». Στη
συνέχεια οι διώξεις γενικεύθηκαν και αμέτρητες
αγωνίστριες στάλθηκαν στις φυλακές και στις
εξορίες. Στάθηκαν αλύγιστες, με το κεφάλι ψηλά,
κατέβαλαν μεγάλες θυσίες, κάποιες φορές ακόμα
και την ίδια τους τη ζωή.
Στον αγώνα ενάντια στη
δικτατορία του Μεταξά, αλλά και γενικότερα στον
αντιφασιστικό αγώνα, η συμβολή των γυναικών ήταν
ιδιαίτερα σημαντική. Η 4η Ολομέλεια της ΚΕ του
ΚΚΕ είχε έγκαιρα επισημάνει το Σεπτέμβρη του
1935 πως «για τον επιτυχή αγώνα ενάντια στο
φασισμό, την επίθεση του κεφαλαίου και τον
κίνδυνο πολέμου, απαιτείται να τραβηχτούν στο
Ενιαίο Παλλαϊκό Μέτωπο οι δυνάμεις των
γυναικών». Η σοβαρή και ενωμένη αντίδραση που
πρόβαλαν οι Ελληνίδες τόσο πριν, όσο και μετά
την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, τον Αύγουστο
του 1936, οφείλεται στη δράση του ΚΚΕ ανάμεσα
στις γυναίκες.
Από τα χαρακτηριστικότερα
παραδείγματα της περιόδου αυτής είναι η
περίπτωση της Ηλέκτρας Αποστόλου. Η Ηλέκτρα
στάθηκε παράδειγμα κομμουνιστικής δράσης και
στάσης ζωής, ηρωισμού και αντοχής στις δυσκολίες
της ταξικής πάλης, ακόμα και στα πιο φριχτά
βασανιστήρια. Από το 1926 που εντάχθηκε στην
ΟΚΝΕ, μέχρι τον Ιούλη του 1944, όταν βασανίστηκε
μέχρι θανάτου, η ζωή της και η δράση της είναι
αστείρευτη πηγή διδαγμάτων.
Οι ηρωικές σελίδες της Εθνικής Αντίστασης και του ΔΣΕ
Σε
ολόκληρη την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης οι
γυναίκες βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της
εθνικοαπελευθερωτικής πάλης, μέσα από τη
συμμετοχή τους στις γραμμές του ΕΑΜ και του
ΕΛΑΣ, με μαχητικότητα και αυτοθυσία και σε
πολλές περιπτώσεις και με το όπλο στο χέρι. Στην
Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος το 1942
μπήκε ως καθήκον να συγκεντρωθούν οι πλατιές
μάζες των εργαζόμενων γυναικών της πόλης και της
υπαίθρου στις πολύμορφες γυναικείες οργανώσεις
και στις δυνάμεις του ΕΑΜ.
Οι γυναίκες συμμετέχουν
ενεργά στην εθνικοαπελευθερωτική πάλη, ακόμη και
από τη θέση της μαχήτριας με το όπλο στο χέρι.
Στην περίοδο της Εθνικής Αντίστασης ανέλαβαν και
έφεραν σε πέρας πολλές και δύσκολες αποστολές
από τις γραμμές του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Μαρτυρίες
υπάρχουν πολλές. Από την ΙΧ Μεραρχία ΕΛΑΣ Φ.16,
24/10/44 στο Σμόλικα έχουμε το εξής περιστατικό:
«Αντάρτισσες στην πρώτη γραμμή στα υψώματα
Αμυνταίου».
«Δέκα μέρες μείναμε εκεί,
πάντα πρώτες στις μάχες, στις ενέδρες, στις
περιπολίες. Δεχόμασταν τα πυρά του εχθρού χωρίς
καθόλου να φοβηθούμε, ώσπου με λύπη μας γυρίσαμε
στην έδρα της Μεραρχίας όπου μας κάλεσαν».
Επίσης από την ΚΟΜΕΠ
(Αύγουστος 1944 αρ. φύλλου 29, σελ. 661)
διαβάζουμε τα εξής:
«Τον κυριότερο ρόλο στις
διαδηλώσεις του θεσσαλικού λαού κατά της
γερμανικής και ράλλικης τρομοκρατίας έπαιξαν οι
γυναίκες, όχι μόνο οι οργανωμένες, αλλά κοντά σ'
αυτές και οι χιλιάδες ανοργάνωτες. 1.500
γυναίκες με μαύρη μαντίλα από τον κάμπο της
Λάρισας πλημμύρισαν την πόλη και ζήτησαν από
τους Γερμανούς να σταματήσει η τρομοκρατία των
Ράλληδων και να αφεθούν ελεύθεροι οι όμηροι.
Αλλες 1.200 γυναίκες της επαρχίας Αγιάς, με μια
ηρωική τους έξοδο στη Λάρισα, έκαναν το ίδιο.
Αντιμετώπισαν την τρομοκρατία των εασαδιτών που
τις κολλούσαν στον τοίχο μπρος σε εκτελεστικό
απόσπασμα, αντιμετώπισαν συλλήψεις, αλλά δεν
έφυγαν, παρά την άλλη μέρα, αφού απελευθέρωσαν
αυτές που είχαν πιαστεί...».
Σ' αυτές τις συνθήκες
κατακτούν με τη δράση τους δικαιώματα που το
αστικό καθεστώς δεν είχε λύσει όλα τα
προηγούμενα χρόνια και, το κυριότερο, σπάζουν
προκαταλήψεις για τη θέση και το ρόλο της
γυναίκας στην κοινωνία. Συμμετέχουν στις εκλογές
στην Ελεύθερη Ελλάδα και εκλέγονται στα λαϊκά
όργανα, αναλαμβάνοντας και απ' αυτές τις θέσεις
ευθύνες.
Από την ΚΟΜΕΠ του Απρίλη 1944 (σελ. 587)
διαβάζουμε:
«Η γυναίκα είχε μια ιστορική
κατάχτηση με την Αυτοδιοίκηση. Απόχτησε την
ισοτιμία της. Σε πολλά χωριά στην ελεύθερη
Ρούμελη 7 γυναίκες στην αυτοδιοίκηση, 5 γυναίκες
δικαστίνες... Ακόμα και στα επαρχιακά και
νομαρχιακά συμβούλια υπάρχουν γυναίκες».
Στην Εθνοσυνέλευση που έγινε
με εκλογή Εθνικού Συμβουλίου συμμετέχουν 4
γυναίκες αντιπρόσωποι, η Μαρία Σβώλου, η Φωτεινή
Φιλιππίδη της Λάρισας, η Χρύσα Χατζηβασιλείου
και η Καίτη Νισσυρίου (Ζεύγου), η Μαυροειδή Μάχη
(Πελοπόννησος και Καλάβρυτα).
Το Εθνικό Συμβούλιο της
«Πανελλαδικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης»
(ΠΕΕΑ), στην πρώτη σύνοδό της το 1944,
θεσμοθέτησε την ισοτιμία της γυναίκας.
Οι γυναίκες απέκτησαν και
άσκησαν για πρώτη φορά το δικαίωμα του εκλέγειν
και εκλέγεσθαι στις εκλογές που
πραγματοποιήθηκαν για την ανάδειξη του Εθνικού
Συμβουλίου στην Ελεύθερη Ελλάδα, τον Απρίλη του
1944. Μάλιστα, ως αντιπρόσωποι σε αυτό
αναδείχθηκαν πέντε γυναίκες, ενώ αρκετές
εκλέχτηκαν στα όργανα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης
και άλλες συμπεριελήφθησαν στη σύνθεση των
δικαστηρίων, στους θεσμούς της Λαϊκής
Δικαιοσύνης.
Στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, τον
Οκτώβρη του 1945, εκτιμάται πως υπάρχει
καθυστέρηση στη δουλειά στις γυναίκες. Η
Πολιτική Απόφαση του Συνεδρίου επισήμανε πως:
«...Δεν μπορεί να νοηθεί επιτυχία του
λαϊκοδημοκρατικού αγώνα χωρίς τις γυναίκες, που
αποτελούν το μισό του πληθυσμού μας. Οι γυναίκες
κέρδισαν στα χρόνια του εθνικού αγώνα τιμητική
θέση στο στρατόπεδο του μαχόμενου έθνους.
Συνεχίζουμε και σήμερα τον αγώνα τους στις
πόλεις και τα χωριά. Το Κόμμα μας πρέπει να
βάλει τέλος στην υποτίμηση της συμβολής της
γυναίκας σε όλο το λαϊκοδημοκρατικό αγώνα και να
δουλέψει και για την οργάνωση των πλατιών μαζών
των γυναικών, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων
τους και τη στρατολογία στο Κόμμα των πρωτοπόρων
γυναικών και την ανάδειξη γυναικείων στελεχών
του Κόμματος».
Στο Πρόγραμμα Λαϊκής
Δημοκρατίας, που ψήφισε το Συνέδριο, αναφέρεται:
«Η γυναίκα και το παιδί θα προστατευτούν. Αδειες
πριν και μετά τη γέννα στην εργαζόμενη μητέρα,
μέτρα και πρόνοια του κράτους θα δώσουνε τη
δυνατότητα στην Ελληνίδα να γεννά και να
ανατρέφει το παιδί της δίχως την καθημερινή
αγωνία.
Η γυναίκα θα παίρνει για ίση
δουλιά ίσο μεροκάματο και μισθό με τον άνδρα. Θα
απαλλαχτεί όπως και οι νέοι από βαριές
ανθυγιεινές δουλιές».
Προκειμένου να ξεπεραστεί η
καθυστέρηση, αποφασίζονται μια σειρά ιδεολογικών
και οργανωτικών μέτρων. Ενα από αυτά ήταν η
ίδρυση Γυναικείας Επιτροπής στην ΚΕ και στα
παρακάτω όργανα, μέχρι τις Αχτιδικές Επιτροπές.
Το 1946 ιδρύθηκε η
Πανελλαδική Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΟΓ) από 35
γυναικείους συλλόγους και οργανώσεις. Ανάμεσα
στους στόχους της συμπεριλήφθηκαν η προστασία
της μητέρας και του παιδιού, η πολιτική,
κοινωνική και οικονομική ισοτιμία των γυναικών,
η άμυνα κατά του φασισμού και η εμπέδωση της
ειρήνης. Στις 26-29 Μάη 1946, στην Αθήνα, έγινε
το πρώτο Συνέδριο της ΠΟΓ, το πρώτο Πανελλαδικό
Συνέδριο στην ιστορία του γυναικείου κινήματος
της Ελλάδας. Επαιξε σημαντικό ρόλο στη συνένωση
της δράσης των γυναικείων οργανώσεων και
συλλόγων. Εξέδωσε και παρέδωσε στη Βουλή
ψήφισμα, στο οποίο διακήρυσσε την ανάγκη να
αναγνωριστούν ίσα πολιτικά δικαιώματα σε άντρες
και γυναίκες. «Να δοθούν και στην Ελληνίδα
πολιτικά δικαιώματα ίσα με τον άντρα για να
εκλέγει και να εκλέγεται στις δημοτικές και στις
βουλευτικές εκλογές. Να διευκολυνθεί η εγγραφή
των γυναικών στους εκλογικούς καταλόγους και να
επιτραπεί η συμμετοχή γυναικών αντιπροσώπων στη
σύνταξη των εκλογικών καταλόγων», ανέφερε το
ψήφισμα μεταξύ άλλων.
Τα χρόνια 1946-1949, η
περίοδος του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ),
αποτελούν κορυφαία στιγμή της ταξικής πάλης. Η
όξυνση της ταξικής πάλης δεν μπορούσε παρά να
έχει αντανάκλαση και στη δράση των γυναικών. Σε
μαζική κλίμακα οι γυναίκες συμμετείχαν στα
τμήματα του ΔΣΕ. Η γυναικεία συμμετοχή στο ΔΣΕ
άρχισε από ένα σχετικά μικρό ποσοστό, γύρω στο
12%-15% και μέσα στο 1949 έφτασε σε πολλά
τμήματα ακόμα και να ξεπερνάει το 30%-35%.
Υπήρχαν μάχιμα τμήματα όπου η γυναικεία
συμμετοχή έφτανε μέχρι το 50%. Ο ρόλος τους,
διευρυμένος και ουσιαστικός, δεν περιοριζόταν
μόνο στο στρατιωτικό τομέα. Δίπλα στο θεσμό των
Πολιτικών Επιτρόπων, καθιερώθηκε ο θεσμός των
υπευθύνων γυναικών, σε όλη τη διοικητική
ιεραρχία του ΔΣΕ, από το Γενικό Αρχηγείο μέχρι
τα τμήματα. Οι υπεύθυνες της γυναικείας δουλειάς
έγιναν απαραίτητα στελέχη του ΔΣΕ. Συμμετείχαν
στην επεξεργασία στρατιωτικών σχεδιασμών,
οργάνωναν την ειδική δουλειά στις γυναίκες,
προετοίμαζαν ιδεολογικά, πολιτικά και ψυχολογικά
τις μαχήτριες για να εκπληρώσουν το ρόλο τους
και την αποστολή τους. Η δράση του ΔΣΕ τσάκισε
αποφασιστικά και στην πράξη αντιδραστικές
αντιλήψεις και προκαταλήψεις. Με τη μεγάλη της
συμβολή στο ΔΣΕ, η γυναίκα ξερίζωσε σε μεγάλο
βαθμό την υποτίμηση απ' τον εαυτό της και από
τους συναγωνιστές της. Για την απόδοση των
μαχητριών βοήθησε σημαντικά η ξεχωριστή δουλειά
που οργανώθηκε για τις γυναίκες.
Σ' αυτές τις συνθήκες,
ιδρύθηκε η Πανελλαδική Δημοκρατική Ενωση
Γυναικών (ΠΔΕΓ), στις 25 Οκτώβρη 1948, απ' τις
γυναίκες του ΔΣΕ, του ΚΚΕ, του ΑΚΕ, του ΑΦΖ
(Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών Σλαβομακεδόνων)
και της ΔΝΕ (Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας), με
σκοπό να συντονίσει και να εντείνει την πάλη των
γυναικών για τη λευτεριά, την ειρήνη, τη λαϊκή
δημοκρατία. Με στόχο να παλέψει για την
εξασφάλιση της γυναικείας ισοτιμίας και τα
δικαιώματα της μάνας και του παιδιού. Να
προσχωρήσει στην Παγκόσμια Δημοκρατική
Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΔΟΓ) που ιδρύθηκε το 1945,
για να συντονίσει την πάλη των γυναικών στην
Ελλάδα με αυτή των γυναικών σε ολόκληρο τον
κόσμο, ενάντια στον πόλεμο, για την ειρήνη και
τη δημοκρατία. Ξεχωριστή στιγμή αποτέλεσε η
πραγματοποίηση της πρώτης Πανελλαδικής
Συνδιάσκεψης της ΠΔΕΓ 1-8 Μάρτη του 1949. Σε
ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, κυριολεκτικά μέσα
στη φωτιά της μάχης, σε ένα πολεμικό αμπρί στο
Βίτσι συγκεντρώθηκαν πάνω από 400 άτομα:
Μαχήτριες του ΔΣΕ, γυναίκες αντιπρόσωποι από τις
Λαϊκές Δημοκρατίες, αντιπροσωπεία της ΠΔΟΓ.
Μετά το ΔΣΕ
Μετά την ήττα του ΔΣΕ
χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες, καθώς και
παιδιά, πέρασαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες και στην
ΕΣΣΔ. Η ιδιαίτερη δραστηριότητα του Κόμματος
στις γυναίκες έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες
συνθήκες. Η 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, τον Οκτώβρη
του 1950, ασχολήθηκε, στο δεύτερο θέμα της, με
την κατάσταση, τα προβλήματα και τις δυσκολίες
που αντιμετώπιζαν οι πολιτικοί πρόσφυγες, άντρες
και γυναίκες. Το πέρασμα από το πολεμικό μέτωπο
στο ειρηνικό μέτωπο της δουλειάς επέβαλε να
προσαρμοστούν οι πολιτικοί πρόσφυγες προκειμένου
να συμβάλουν στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Επρεπε
να ξεπεραστούν προβλήματα χαμηλής ειδίκευσης των
γυναικών, απόσυρσής τους από τις συνελεύσεις, τα
μαθήματα, τις κομματικές σχολές, απομάκρυνσης
από την παραγωγή, ιδιαίτερα των μητέρων.
Το ΠΓ με ιδιαίτερη απόφασή
του το 1952 «Για την κομματική δουλειά στις
γυναίκες» εκτίμησε πως είχε σημειωθεί υποχώρηση
σε σχέση με την περίοδο του ΔΣΕ. Χρειάστηκε
ένταση της ιδεολογικοπολιτικής και
διαπαιδαγωγητικής δουλειάς στις γυναίκες,
διαφώτιση, αλλά και πρακτική βοήθεια και
ενθάρρυνση. Για να ανυψωθεί το μορφωτικό τους
επίπεδο, να αποκτήσουν επαγγελματική και τεχνική
ειδίκευση, να συμμετέχουν ενεργά στην παραγωγή,
στη σοσιαλιστική άμιλλα, στην κομματική ζωή. Η
προσπάθεια αυτή ανέδειξε πολλές πρωτοπόρες
γυναίκες, άξιες μαχήτριες στη δύσκολη πορεία της
οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Την ίδια περίοδο στην
Ελλάδα, χιλιάδες γυναίκες βρίσκονταν στις
φυλακές και στις εξορίες, υφίσταντο πιέσεις,
εξευτελισμούς, βασανιστήρια. Αντιμετώπιζαν τις
διώξεις με θάρρος και αξιοπρέπεια. Το ΚΚΕ με
απόφαση του ΠΓ έθεσε στόχο και τη δημιουργία
πατριωτικής γυναικείας οργάνωσης, για να
αγωνιστεί για το ψωμί, την ειρήνη, την προστασία
του παιδιού, για τα δικαιώματα της γυναίκας, για
την ανεξαρτησία της πατρίδας.
Σε αντίξοες συνθήκες το
κίνημα αναπτύχθηκε αργά, αλλά σταθερά και οι
γυναίκες είχαν κι αυτές τη συμβολή τους στους
αγώνες της περιόδου αυτής. Το 1963 ιδρύθηκε η
Συντονιστική Επιτροπή Εργαζόμενων Γυναικών
(ΣΕΕΓ). Στις 25 Μάη 1964 ιδρύθηκε η Πανελλήνια
Ενωση Γυναικών (ΠΕΓ), η οποία έγινε μέλος της
ΠΔΟΓ. Ανάμεσα στους σκοπούς της αναφέρονταν η
πλήρης οικονομική, πολιτική, νομική και
κοινωνική ισοτιμία της γυναίκας, η αναγνώριση
της μητρότητας ως κοινωνικού λειτουργήματος, η
εξασφάλιση σύγχρονων όρων ζωής, εργασίας,
μόρφωσης, ψυχαγωγίας της αγρότισσας, η
πνευματική και πολιτιστική ανύψωση των γυναικών,
η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, η απλούστευση
της εργασίας του νοικοκυριού. Η ΠΕΓ είχε τη δική
της συμβολή στην πάλη για την ανάπτυξη του
γυναικείου κινήματος και το τράβηγμα των
γυναικών στη μαζική και κοινωνική δραστηριότητα.
Η συμβολή και η δράση της όμως ανακόπηκε από την
επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, το 1967.
Η πάλη δε σταμάτησε, παρά
τις δυσμενείς συνθήκες της χούντας, όπως και η
ιδιαίτερη δουλειά στο κίνημα των γυναικών. Τα
συμπεράσματα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, τον Οκτώβρη
του 1970, εκτίμησαν θετικά τη συμβολή των
γυναικών στην παράνομη κομματική δουλειά και τη
μαζική αντιδικτατορική δράση, μετά τη 12η πλατιά
Ολομέλεια της ΚΕ (1968). Ιδιαίτερη ήταν και η
συμπαράσταση, υλική και ηθική, προς τον
αγωνιζόμενο λαό, των Ελληνίδων που ζούσαν έξω
από τη χώρα. Δημιουργήθηκε και ανέπτυξε
ικανοποιητική δράση η Συντονιστική Επιτροπή
Αντιδικτατορικής Κίνησης Εκπατρισμένων Ελληνίδων
(ΣΕΑΚΕΕ).
Μετά την πολιτική αλλαγή του
Ιούλη του 1974 και την κατάκτηση από το Κόμμα
της νομιμοποίησής του, η ανάπτυξη του γυναικείου
κινήματος τέθηκε σε νέα βάση. Σε ολόκληρη τη
χώρα ιδρύθηκαν σύλλογοι γυναικών, με τη συμβολή
των κομμουνιστριών, το 1975 πραγματοποίησαν
πανελλαδική συνδιάσκεψη για τη συγκρότηση
Ομοσπονδίας και το 1976 συνήλθε το 1ο Συνέδριο
της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας (ΟΓΕ).
Για ένα σημαντικό χρονικό
διάστημα, ιδιαίτερα μετά τη διάλυση των
Κομματικών Οργανώσεων το 1958 και τη δράση μέσα
από την ΕΔΑ, η ιδεολογική, πολιτική και
οργανωτική δράση του Κόμματος για το γυναικείο
ζήτημα ατόνησε. Το ζήτημα δεν αντιμετωπιζόταν
τόσο ως συστατικό του εκμεταλλευτικού
συστήματος, αλλά με μια σχετική μονομέρεια,
κυρίως ως δράση στο μαζικό και στο οργανωμένο
γυναικείο κίνημα. Ατόνησε με τον τρόπο αυτό η
αυτοτελής ειδική δουλειά που έπρεπε να κάνει το
Κόμμα, προκειμένου να εξειδικεύσει τη γενική
πολιτική του στις γυναίκες. Το κίνημα των
γυναικών εξελίσσεται και μέσα από την
ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση για το χαρακτήρα
και το ρόλο του, αλλά και για το δρόμο μέσα από
τον οποίο μπορεί να κατακτηθεί οριστικά η
ισοτιμία των γυναικών.
Τον Οκτώβρη του 1979
συνέρχεται Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και κάνει
την εξής εκτίμηση: «... Η ΚΕ θεωρεί θετικά τα
βήματα που σημειώνονται στην ανάπτυξη του
γυναικείου κινήματος με τη δημιουργία νέων
γυναικείων συλλόγων, με μέλη με διαφορετικούς
ιδεολογικούς προσανατολισμούς. Η σημασία του
γυναικείου κινήματος αποκτά σήμερα πρόσθετη
βαρύτητα, καθώς οξύνονται τα προβλήματα των
γυναικών και πλαταίνουν οι δυνατότητες μαζικής
κινητοποίησης, ενάντια σε κάθε είδους διακρίσεις
σε βάρος της γυναίκας και ιδεολογικής
αντιμετώπισης των διαφόρων αντιλήψεων και
πρακτικής που σημαίνουν υποτίμηση των
γυναικών... Μέσα στα πλαίσια αυτά να
αποκρουστούν οι αστικές και μικροαστικές θεωρίες
του νεοφεμινισμού».
Σ' αυτές τις συνθήκες το
κίνημα των γυναικών εξελίσσεται και μέσα από την
ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση για το χαρακτήρα
του, το ρόλο του. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ
αντιμετωπίζουν τυπικά τη λύση ορισμένων
προβλημάτων των γυναικών, με νόμους και θεσμούς,
που στην ουσία υπονομεύουν το ίδιο το κίνημα,
αφού προσπαθούν να εναποθέσουν την αντιμετώπιση
των προβλημάτων στη συμμετοχή, υποτίθεται,
εκπροσώπων των γυναικών στους αστικούς θεσμούς
μακριά και έξω από την πάλη των ίδιων των
γυναικών.
Η αστική προπαγάνδα και πολιτική για την «ισότητα» εχθρικά πρότυπα για τις γυναίκες του λαού
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον
επιδεικνύουν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις για τη
συμμετοχή γυναικών στα λεγόμενα «Κέντρα Λήψης
των Αποφάσεων», για την ανάδειξή τους δηλαδή στα
όργανα της αστικής εξουσίας. Τελευταία το
ενδιαφέρον τους στρέφεται και στην αύξηση της
συμμετοχής των γυναικών στη διοίκηση των
καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που την εντάσσουν
και αυτή στη «γυναικεία επιχειρηματικότητα». Το
ενδιαφέρον τους στόχο έχει να εγκλωβίσει τις
εργαζόμενες γυναίκες, να τις πείσει πως η
πολιτική καθορίζεται από το φύλο και όχι από την
τάξη αυτών που την ασκούν, να πολλαπλασιάσει
τους μηχανισμούς χειραγώγησής τους. Ταυτόχρονα,
ως επιδίωξη που ωθεί στην ισοτιμία, αποτελεί και
πολιτική συμμαχιών της αστικής τάξης με τα
μεσαία στρώματα αφού εκτός από τις γυναίκες της
αστικής τάξης, μόνο γυναίκες από τα μεσαία
στρώματα έχουν τη δυνατότητα τέτοιας συμμετοχής.
Γιατί είναι φανερό πως η ανάδειξη εργαζόμενων
γυναικών και γυναικών από τα φτωχά λαϊκά
στρώματα είναι αδύνατη. Ποια γυναίκα του λαού
έχει την οικονομική δυνατότητα και άνεση, αλλά
και τον απαιτούμενο ελεύθερο χρόνο, αφού όλα τα
βάρη του νοικοκυριού, της ανατροφής των παιδιών,
της φροντίδας των ηλικιωμένων είναι φορτωμένα
στην πλάτη της. Παρ' όλ' αυτά αποτελεί
προπαγανδιστικό επιχείρημα και δόλωμα
ενσωμάτωσης και χειραγώγησης, ιδιαίτερα για νέες
κοπέλες με ανώτατη μόρφωση και την τάση που
έχουν οι αστοί να τις αξιοποιούν. Βέβαια, η
αξιοποίηση είναι για κάποιες και όχι για όλες,
αυτό είναι ακατόρθωτο. Γι' αυτό το σκοπό
καλλιεργείται ο ατομικός ανταγωνισμός. Δηλαδή,
καλλιεργούνται τα πρότυπα και οι αξίες που ωθούν
στην αναζήτηση της ανέλιξης στα πλαίσια του
συστήματος για ατομική καταξίωση, που σημαίνει
ευκαιρία να αλλάξουν τάξη και ταξικό στρατόπεδο
για ίδιον όφελος. Ολα αυτά είναι εχθρικές αξίες
και πρότυπα για τις γυναίκες και τις νέες
γυναίκες των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Μέσα από τη συζήτηση για τις
ποσοστώσεις και τα αντίστοιχα μέτρα που
αποφασίζουν, καλλιεργούν αυταπάτες πως η
ανάδειξη γυναικών στα Κοινοβούλια, στις
κυβερνήσεις και τα υπουργεία, στα όργανα δηλαδή
και τους θεσμούς της αστικής εξουσίας, μπορεί να
επιφέρει αλλαγές στην πολιτική που αυτά ασκούν,
να τη βελτιώσει σε όφελος των γυναικών της
εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Από την προσπάθεια αυτή δε λείπουν και τα ακραία
παραδείγματα αποπροσανατολισμού και
διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, με
χαρακτηριστική την προσπάθεια να συγκαλυφθεί η
φύση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Σε
ψήφισμα που επεξεργάστηκε η Επιτροπή Δικαιωμάτων
των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων της ΕΕ και
ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2010, δε
δίστασαν να υποστηρίξουν πως η οικονομική κρίση
συνδέεται με τον τρόπο διοίκησης του
χρηματοπιστωτικού συστήματος, στο τιμόνι του
οποίου βρίσκονται κατά κύριο λόγο άνδρες και
ελάχιστες μόνο γυναίκες. Δε δίστασαν να
ισχυριστούν πως για την οικονομική κρίση
ευθύνεται το χαμηλό ποσοστό γυναικών στις
διαδικασίες λήψης αποφάσεων των
χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της ΕΕ και στις
διοικήσεις των κεντρικών τραπεζών. Προκειμένου
να αθωώσουν το καπιταλιστικό σύστημα και να
κρατήσουν τις εργαζόμενες μακριά από την πάλη
για την ανατροπή του, καλλιεργούν την αντίθεση
ανάμεσα στα δύο φύλα και κρύβουν πίσω από το
δίπολο άνδρας - γυναίκα τη βασική αντίθεση
κεφαλαίου - εργασίας.
Οσον αφορά στη συμμετοχή των
γυναικών στη διοίκηση των καπιταλιστικών
επιχειρήσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει
υιοθετήσει το στόχο να ανέλθει το ελάχιστο
ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στα Διοικητικά
Συμβούλια των εισηγμένων στο χρηματιστήριο
εταιρειών στο 40% έως το 2020. Τον ίδιο στόχο με
χρονικό όριο τα 2018 έχει θέσει όσον αφορά στις
δημόσιες εισηγμένες στο χρηματιστήριο
επιχειρήσεις. Ορισμένα κράτη - μέλη της ΕΕ έχουν
νομοθετήσει σχετικές ρυθμίσεις, ενώ άλλα έχουν
ορίσει μια περίοδο «εθελοντικής προσαρμογής»
στους στόχους αυτούς για τις επιχειρήσεις, πριν
προχωρήσουν στην υποχρέωσή τους με νόμο να
προσαρμόσουν τη σύνθεση των Διοικητικών τους
Συμβουλίων.
Μέσα από τη συζήτηση για τις
ποσοστώσεις και την ανάδειξη γυναικών τόσο στα
κυβερνητικά όργανα όσο και στη διοίκηση των
επιχειρήσεων, βρίσκουν ιδανικό έδαφος για να
προβάλλουν στις γυναίκες της εργατικής τάξης και
των άλλων λαϊκών στρωμάτων πρότυπα που δεν είναι
μόνο ξένα αλλά και εχθρικά ως προς τα δικά τους
ταξικά συμφέροντα. Οι γυναίκες της εργατικής
τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων δεν πρέπει
να τρέφουν καμία αυταπάτη για το ρόλο των αστών
γυναικών στους πολιτικούς θεσμούς, στα διάφορα
αξιώματα και τις διοικητικές θέσεις. Εξάλλου, η
ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου πραγματοποιείται
με τη συμβολή των γυναικών της αστικής τάξης
στις κυβερνητικές και άλλες θεσμικές θέσεις,
όπου εκπροσωπούν με συνέπεια και χωρίς καμία
ταλάντευση την τάξη τους και τα συμφέροντά της.
Οι εργαζόμενες, οι άνεργες
και οι νέες των λαϊκών στρωμάτων δεν πρέπει να
υιοθετήσουν ως πρότυπα τις επιχειρηματίες,
ιδιοκτήτριες, μεγαλομετόχους και ανώτερα στελέχη
καπιταλιστικών επιχειρήσεων που τις προβάλλουν
και καλλιεργούν αυταπάτες ότι και μια γυναίκα
του μεροκάματου μπορεί να ακολουθήσει παρόμοιο
δρόμο. Με τις ποσοστώσεις στόχο έχουν να
ενισχύσουν τους μηχανισμούς χειραγώγησης της
μεγάλης πλειοψηφίας των γυναικών, των γυναικών
δηλαδή που δεν ανήκουν στην αστική τάξη, που δεν
πρόκειται, στα πλαίσια του καπιταλισμού, να
βρεθούν σε υπουργικές καρέκλες, ούτε στη θέση
των ιδιοκτητριών ή μεγαλοστελεχών επιχειρήσεων,
λόγω της κοινωνικής τους θέσης. Προσπαθούν όμως
να σβήσουν από τα μάτια τους την ταξική διαφορά
και κατ' επέκταση τα διαφορετικά, αντίθετα
συμφέροντα που αντικειμενικά έχουν από τις
γυναίκες της αστικής τάξης, να τις κάνουν να
συνταχθούν και οι ίδιες πίσω από τα επιχειρήματα
και τις απόψεις των εκμεταλλευτών τους.
Με στόχο να καλλιεργήσουν
αυταπάτες και ψεύτικες ελπίδες, ΕΕ και
κυβερνήσεις υλοποιούν και συγκεκριμένα
προγράμματα για την ενίσχυση της «γυναικείας
επιχειρηματικότητας». Την ίδια στιγμή, πίσω από
τα προγράμματα αυτά και τις μικροεπιδοτήσεις που
τα συνοδεύουν, βρίσκεται η πραγματικότητα που
βιώνουν οι αυτοαπασχολούμενες. Η πραγματικότητα
αυτή απέχει πολύ από την εικόνα της «γυναίκας
επιχειρηματία», που έχει «τη δική της
επιχείρηση», εργάζεται «χωρίς αφεντικό πάνω από
το κεφάλι της» και ασχολείται με ένα αντικείμενο
που ανταποκρίνεται στα ενδιαφέροντα, στις
κλίσεις της και την επιστημονική της μόρφωση,
όπως συμβαίνει με τα πρότυπα των γυναικών που
προβάλλουν. Οι αυτοαπασχολούμενες
μικροεμπόρισσες και επιστημόνισσες, στην
πραγματικότητα παλεύουν να επιβιώσουν σε
συνθήκες φορολεηλασίας και ανταγωνισμού με τις
μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Το δικαίωμά
τους στη μητρότητα δεν υποστηρίζεται ούτε από
στοιχειώδεις παροχές. Δεν έχουν δικαίωμα σε
άδειες, επιδόματα ή άλλες κοινωνικές παροχές.
Αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να βάλουν λουκέτο και
να βρεθούν άνεργες ή να φυτοζωούν, πνιγμένες σε
χρέη και οφειλές, πολλές φορές χωρίς εισόδημα
και παροχές ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Προβάλλοντας ως πρότυπα
γυναίκες της αστικής τάξης, δεν αρκούνται μόνο
στις αυταπάτες, αλλά θέλουν οι γυναίκες της
λαϊκής οικογένειας να στηρίζουν ενεργά την
πολιτική και τα μέτρα υπέρ των εκμεταλλευτών
τους, να στοιχισθούν πίσω από επιχειρήματα και
απόψεις με ενοποιητικό στοιχείο το φύλο, που
είναι πέρα για πέρα εχθρικές για τα δικαιώματα
και τη ζωή τους. Προτάσσουν, για παράδειγμα, το
επιχείρημα πως η μείωση της φορολογίας του
κεφαλαίου, ο περιορισμός του «εργατικού κόστους»
και άλλα παρόμοια διευκολύνουν την ανάπτυξη της
«γυναικείας επιχειρηματικότητας». Επιδιώκουν
δηλαδή οι εργαζόμενες να διεκδικούν μείωση της
φορολογίας για το κεφάλαιο, τη στιγμή μάλιστα
που η φορολεηλασία πνίγει τις δικές τους
οικογένειες. Να βάζουν θετικό πρόσημο στα
λεγόμενα μέτρα τόνωσης της «ανταγωνιστικότητας»,
στα μέτρα δηλαδή αυτά που μειώνουν τους μισθούς
και πετσοκόβουν τα εργασιακά και ασφαλιστικά
τους δικαιώματα, προκειμένου να αυξηθεί η
κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Η «ισότητα» αξιοποιείται
ακόμα από τις επιχειρήσεις και τους
μονοπωλιακούς ομίλους σαν «βιτρίνα» πίσω από την
οποία εκθέτουν την κοινωνική τους ευαισθησία και
σαν εργαλείο για την προώθηση του «κοινωνικού
εταιρισμού» και την υποταγή των εργαζομένων στα
συμφέροντα και την κερδοφορία των
επιχειρηματικών ομίλων. Στα πλαίσια της
Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης οι επιχειρήσεις
εμφανίζονται πρόθυμες να εφαρμόσουν «πολιτικές
ισότητας των φύλων». Τέτοιες πολιτικές είναι,
για παράδειγμα, η διατήρηση υψηλής αναλογίας
γυναικών στα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης των
πολυεθνικών επιχειρήσεων και στις διευθυντικές
θέσεις, η «συνεχής επαγγελματική κατάρτιση των
γυναικών εργαζομένων με στόχο την ανάπτυξη
δεξιοτήτων», η «εναρμόνιση επαγγελματικών και
οικογενειακών υποχρεώσεων». Μέσα από αυτές
καλλιεργούν την αυταπάτη ότι υπάρχουν κοινές
λύσεις για το κεφάλαιο και τους εργαζόμενους,
διαφημίζουν την «προσφορά» των μονοπωλίων στις
γυναίκες και στην υπόθεση της «ισότητας». Με τον
τρόπο αυτό προσπαθούν να παρουσιάσουν ως κοινά
τα συμφέροντα των μονοπωλίων και των γυναικών,
να εξωραΐσουν την επιχειρηματική δράση, να
ανοίξουν το δρόμο στην ταξική συνεργασία, στη
συναίνεση στην αντιλαϊκή πολιτική, στην αποδοχή
της ως μονόδρομου.
Το εργατικό κίνημα, και πιο
αποφασιστικά η επαναστατική πρωτοπορία του, το
Κομμουνιστικό Κόμμα, υπερασπίζεται και ευνοεί τη
συμμετοχή των γυναικών με ταξικά κριτήρια, πρώτ'
απ' όλα των μισθωτών γυναικών, αλλά και των
αυτοαπασχολούμενων, των γυναικών των φτωχών
λαϊκών στρωμάτων, στην οργανωμένη ζωή και δράση
και στα όργανα συνδικάτων, του ριζοσπαστικού
γυναικείου κινήματος και γενικότερα στην ταξική
πάλη, στην επαναστατική, στις γραμμές του
Κόμματος.
Η συμμετοχή σ' αυτόν τον
αγώνα μπορεί να φέρει καρπούς και για τις
γυναίκες και για τους άνδρες της εργατικής τάξης
και των σύμμαχων λαϊκών στρωμάτων.
Μπορεί να απελευθερώσει την
εργατική τάξη και όλους «της Γης τους
κολασμένους», να καταργήσει την ταξική
εκμετάλλευση και να οδηγήσει στη γυναικεία
ισοτιμία. Στο σοσιαλισμό αυτό έγινε πράξη.
Εφαλτήριο για την οργάνωση εργαζόμενων, άνεργων, νέων γυναικών
Η φετινή 8η Μάρτη βρίσκει τις εργαζόμενες, τις
άνεργες, τις αυτοαπασχολούμενες γυναίκες, τις
φτωχές αγρότισσες, τις συνταξιούχους, τις νέες
των λαϊκών οικογενειών, τις μετανάστριες να
παλεύουν με την ανεργία και τα εκρηκτικά ποσοστά
της, με τη φτώχεια που απειλεί τις ίδιες και τις
οικογένειές τους, με την επίθεση στα εργασιακά,
στα ασφαλιστικά και κοινωνικά τους δικαιώματα.
Στις συνθήκες της καπιταλιστικής κρίσης και της
σαρωτικής επίθεσης στα δικαιώματα της εργατικής
τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων ο
αγωνιστικός γιορτασμός της 8ης Μάρτη μπορεί να
αποτελέσει αφορμή για την παραπέρα οργάνωση της
πάλης των γυναικών.
Η ιστορία της ηρωικής
κινητοποίησης των υφαντριών της Νέας Υόρκης και
της καθιέρωσης της 8ης Μάρτη ως Μέρας της
Εργαζόμενης Γυναίκας έχει, παρά τα χρόνια που τη
χωρίζουν από τις σημερινές γυναίκες,
διαπαιδαγωγητικό περιεχόμενο, αποτελεί σύμβολο
αγώνα που φωτίζει και τη σημερινή πάλη των
γυναικών για ισοτιμία και χειραφέτηση. Η 8η
Μάρτη διδάσκει, όπως διδάσκουν στο σύνολό τους
οι αγώνες ενάντια στην ταξική εκμετάλλευση και
την ανισοτιμία, πού πρέπει να κατευθύνεται η
πάλη των γυναικών της εργατικής τάξης και των
άλλων λαϊκών στρωμάτων και σήμερα. Δείχνει πως η
απελευθέρωση της γυναίκας από την ταξική
εκμετάλλευση και τη διπλή καταπίεση, η
πραγματική ισοτιμία της με τον άνδρα μπορούν να
πραγματοποιηθούν μόνο με την κατάργηση της
εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Πως όσο τα
μέσα παραγωγής και ο πλούτος συγκεντρώνονται σε
λίγα χέρια, τόσο η εκμετάλλευση θα γίνεται
στυγνότερη, απροκάλυπτη, βάρβαρη και οι γυναίκες
θα αποτελούν το καύσιμο για τη μεγαλύτερη
κερδοφορία και την «ανταγωνιστικότητα» των
μονοπωλίων.
Ο φετινός γιορτασμός της 8ης
Μάρτη πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο για την
οργάνωση κινητοποιήσεων με αιχμή τα οξυμένα
προβλήματα που βιώνουν οι γυναίκες και οι
οικογένειές τους. Να γίνει αφορμή για να
αναπτυχθεί συζήτηση και προβληματισμός για την
ανάγκη να πάρουν οι γυναίκες μέρος στους
ταξικούς αγώνες, αφετηρία για να ανέβει η
συμμετοχή τους στο κίνημα και την πάλη. Να
σημάνει το δυνάμωμα της Κοινωνικής Συμμαχίας: Με
τη συμμετοχή των εργαζόμενων γυναικών στα
σωματεία τους, στους συλλόγους και τις ομάδες
γυναικών της ΟΓΕ, με την εγγραφή των φτωχών
αγροτισσών στους αγροτικούς συλλόγους και στις
Επιτροπές Αγώνα της ΠΑΣΥ, με τη συσπείρωση των
αυτοαπασχολούμενων γυναικών στις επιτροπές της
ΠΑΣΕΒΕ, με τη δράση των σπουδαστριών στο πλευρό
των δυνάμεων του ΜΑΣ.
Η 8η Μάρτη θυμίζει πως η
θέση των γυναικών είναι στους αγώνες της
εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων,
στην αντεπίθεση με στόχο την αλλαγή τάξης στην
εξουσία, για να καταργηθεί η ταξική εκμετάλλευση
και να ανοίξει ο δρόμος για την κατάκτηση της
ισοτιμίας.
Η συμβολή του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος στην οργάνωση της λαϊκής συμμαχίας μέσα από τη δράση της ΟΓΕ
Η ΟΓΕ πήρε μέρος στη συγκρότηση της Κοινωνικής
Συμμαχίας το Σεπτέμβρη του 2010 ως αποτέλεσμα
της ανάγκης που γεννήθηκε στο έδαφος των
αντιδραστικών εξελίξεων, της πιο άμεσης
διασύνδεσης και συντονισμού των ταξικών δυνάμεων
στο εργατικό κίνημα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ
και αυτών των αντιμονοπωλιακών συσπειρώσεων των
αυτοαπασχολουμένων την ΠΑΣΕΒΕ και των αγροτών
την ΠΑΣΥ, του αγωνιστικού μετώπου των σπουδαστών
- φοιτητών ΜΑΣ και του ριζοσπαστικού γυναικείου
κινήματος, την ΟΓΕ σε ενιαίο μέτωπο πάλης.
Η ΟΓΕ με τη συμμετοχή της
στην κοινωνική συμμαχία, στις λαϊκές επιτροπές
στις συνοικίες και στις γειτονιές που είναι η
τοπική έκφραση της κοινωνικής συμμαχίας,
απέκτησε δυναμική η οποία αναδεικνύεται στις
πρωτοβουλίες και στις μορφές δράσης της.
Ταυτόχρονα, ανέλαβε και αυξημένες ευθύνες.>
Ο αέρας αισιοδοξίας και
αγωνιστικότητας διαπέρασε όλους τους συλλόγους
και τις ομάδες της ΟΓΕ σε όλη τη χώρα, ενώ τα
αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Οι σύλλογοι
και οι ομάδες αναλαμβάνουν τη νέα τους ευθύνη να
δυναμώσουν την κοινωνική συμμαχία με τη
συμμετοχή γυναικών, με τη διεκδίκηση αιτημάτων
που απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες τους,
διατηρώντας το διακριτό ρόλο τους μέσα σε αυτήν.
Εβαλε το στόχο της
μαζικοποίησης της οργάνωσης ιδιαίτερα με νέες
γυναίκες της εργατικής λαϊκής οικογένειας.
Δημιούργησε και άλλες ομάδες και πυρήνες σε
πολλές περιοχές της χώρας. Σε κάθε επίθεση, στα
δικαιώματα και στις κατακτήσεις των γυναικών του
λαού, απάντησε μαχητικά διαμορφώνοντας αιτήματα
που απαντάνε στα σημερινά οξυμένα προβλήματα,
που ανοίγουν το δρόμο προοπτικής για την
οριστική λύση τους. Η αποτελεσματικότητα των
αγώνων, των αγώνων και του γυναικείου κινήματος
κρίνεται πάνω από όλα από το περιεχόμενο, την
κατεύθυνση και τους στόχους που βάζει, από την
ενεργό συμμετοχή των γυναικών στην οργάνωση του
αγώνα, από την ικανότητά μας ολοένα και
περισσότερες λαϊκές γυναίκες να κατανοούν το
χαρακτήρα της γενικευμένης επίθεσης που δέχεται
ολόκληρη η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά
στρώματα και την ανάλογη απάντηση που πρέπει να
δώσει το ταξικό και το ριζοσπαστικό κίνημα.
Σήμερα η ΟΓΕ στοχεύει στην
ενίσχυση του ενιαίου μετώπου πάλης εργατών,
υπαλλήλων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα,
αυτοαπασχολούμενων, φτωχών αγροτών, γυναικών,
νεολαίας, για τη διεκδίκηση μιας αξιοπρεπούς
ζωής για τις λαϊκές οικογένειες και για ένα
σίγουρο μέλλον για τα παιδιά τους. Προοπτική και
μέλλον για να απαλλαγούν από τα μονοπώλια, την
EE, το NATO, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που
τα υπηρετούν. Για να απαλλαγεί το συνδικαλιστικό
κίνημα από τις συμβιβασμένες και ξεπουλημένες
ηγεσίες.
Ενιαίο μέτωπο πάλης για
αγωνιστική διεκδίκηση του δικαιώματος του λαού
και της δυνατότητας να γίνει ο αφέντης του
πλούτου που παράγει, για έναν άλλο δρόμο
ανάπτυξης και εξουσίας που θα έχει σκοπό την
ευημερία του λαού, την ανάπτυξη για το λαό και
όχι για τα μονοπώλια.
Η δημιουργία της Κοινωνικής
Συμμαχίας, του ενιαίου μετώπου αγώνα, ήταν από
τις πιο σημαντικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις,
που σε συνθήκες οικονομικής καπιταλιστικής
κρίσης, όπου οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι,
τα φτωχά λαϊκά στρώματα δέχονται ένα τσουνάμι
από άγρια αντεργατικά αντιλαϊκά μέτρα, αποκτά
ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Οπως και ο αγώνας να
απαλλαγεί ο λαός από τους δυνάστες του, τους
βιομήχανους, τους εφοπλιστές, τους τραπεζίτες,
να διεκδικήσει τη δική του εξουσία.
Οι γυναίκες των φτωχών
λαϊκών οικογενειών είναι φοβισμένες,
αγανακτισμένες, πιέζονται από τα προβλήματα των
μελών της οικογένειάς τους, η πλειοψηφία τους
είναι έξω από σωματεία, από το κίνημα, υποχωρούν
και πάνε πολλές φορές πίσω από τις ανάγκες τους.
Αυτές τις γυναίκες έχει χρέος το ριζοσπαστικό
γυναικείο κίνημα να βοηθήσει. Να τους δώσει να
καταλάβουν ότι δεν αξίζει αυτή η ζωή που ζούμε.
Οτι πρέπει να παλέψουν και οι ίδιες για το ψωμί
των παιδιών τους. Οτι δεν πρόκειται κανένα
συσσίτιο εκκλησίας ή Δήμου ή διάφορων ομάδων να
λύσουν το πρόβλημα, όταν ταυτόχρονα δεν έχουν
σχέδιο πάλης, διεκδίκησης και ανατροπής.
Πέρασαν δυο χρόνια, η
Κοινωνική Συμμαχία αναπτύχθηκε, απόκτησε ποδάρια
στις γειτονιές, οι Λαϊκές Επιτροπές και οι
Επιτροπές Αγώνα που στήθηκαν σε όλη τη χώρα
έχουν και τη «σφραγίδα» των Συλλόγων Γυναικών
και των Ομάδων της ΟΓΕ, πολλές Επιτροπές
στεγάζονται στα γραφεία των Συλλόγων μας.
Οι Λαϊκές Επιτροπές δεν
είναι ένα συντονιστικό φορέων, μαζικών
οργανώσεων, που παλεύουν για ένα συγκεκριμένο
πρόβλημα, όπως το χαράτσι της ΔΕΗ. Είναι η κοινή
δράση, των κοινωνικών δυνάμεων, της κοινωνικής
συμμαχίας, σε κάθε πόλη, σε κάθε γειτονιά.
Στις Λαϊκές Επιτροπές
συμμετέχουν εργάτες και εργάτριες, υπάλληλοι που
ζουν ή εργάζονται στις περιοχές, άνεργοι,
αυτοαπασχολούμενοι, έμποροι και βιοτέχνες,
φτωχοί αγρότες, νέοι και νέες, γυναίκες από
αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις, γυναίκες των
λαϊκών οικογενειών. Ολοι συμμετέχουν μέσα από τα
σωματεία τους, τους συλλόγους τους, αντίστοιχα
και οι γυναίκες μέσα από τα σωματεία, από το
σύλλογο γυναικών. Βεβαίως, συμμετέχει και
πλατύτερος κόσμος που ακόμα δεν είναι ενταγμένος
σε κάποιο φορέα, αλλά ζει και βιώνει και αυτός
την ίδια επίθεση και τις ίδιες δυσκολίες, έχει
τη διάθεση να παλέψει για τα οξυμένα προβλήματα.
Η εμπειρία δείχνει ότι
χρειάζεται οι Σύλλογοι και οι Ομάδες της ΟΓΕ να
έχουν ακόμη πιο αποφασιστική συμβολή στην
οργάνωση των εργαζομένων γυναικών, των γυναικών
από τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στους
συνδικαλιστικούς τους φορείς, αλλά και στους
συλλόγους και στις ομάδες της ΟΓΕ. Και
ταυτόχρονα το δυνάμωμα της συμμετοχής των
γυναικών, των συλλόγων, των ομάδων, στη δράση
των Λαϊκών Επιτροπών, παράλληλα με την αυτοτελή
τους δράση στις γυναίκες της γειτονιάς.
Κάθε Σύλλογος ή Ομάδα πρέπει
να συζητάει με τα μέλη του τις εξελίξεις, να
παρακολουθεί τι γίνεται σε κάθε περιοχή, τι
οξυμένα προβλήματα υπάρχουν, να παίρνει
αποφάσεις, να βάζει σχέδιο, να προτείνει
τρόπους, να καλεί σε κοινή δράση.
Να συμμετέχει στις
πρωτοβουλίες με όλα τα μέλη, αλλά και να
δουλεύει με τις πλατιές γυναίκες για να
συμμετέχουν στο κίνημα. Είναι φανερό ότι όσο πιο
μαζικός γίνεται ο Σύλλογος ή Ομάδα Γυναικών,
όπως και κάθε μία από τις συσπειρώσεις της
Κοινωνικής Συμμαχίας, τόσο μαζικότερη θα γίνεται
και η Λαϊκή Επιτροπή, θα συμμετέχουν όλο και
περισσότερες γυναίκες στις αποφάσεις, και στις
κινητοποιήσεις. Ηδη μετριούνται πολλές νέες
ομάδες της ΟΓΕ, που μπορούν να συμβάλουν σε κάθε
περιοχή συσπειρώνοντας γυναίκες ώστε να
ενισχύεται η Λαϊκή Επιτροπή.
Αυτό σημαίνει ότι ο κάθε
φορέας, η κάθε συσπείρωση έχει τη δικιά της
δράση, στο χώρο ευθύνης του. Δεν περιμένει ο
Σύλλογος Γυναικών να γίνει μια παρέμβαση ή μια
πρωτοβουλία από όλους μαζί, για να
κινητοποιηθεί.
Σήμερα, δυο χρόνια μετά τη
συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας τα πράγματα
έχουν γίνει ακόμα πιο δραματικά για τους
εργαζόμενους των λαϊκών στρωμάτων, για τις
γυναίκες. Μετά και την ψήφιση των τελευταίων
μέτρων και του πιο αντιλαϊκού προϋπολογισμού των
τελευταίων χρόνων η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο
εκρηκτική για τις λαϊκές οικογένειες. Οι
Σύλλογοι και οι Ομάδες της ΟΓΕ συνολικά, η
Κοινωνική Συμμαχία, οι Λαϊκές Επιτροπές,
καλούνται να οργανώσουν τη λαϊκή πάλη και να
χειριστούν ακόμα πιο δύσκολες καταστάσεις. Από
τα πράγματα πολλοί περισσότεροι και περισσότερες
θα στερηθούν ακόμα και το ίδιο τους το ψωμί, μια
μπουκιά για τα παιδιά τους. Γι' αυτό και η ΟΓΕ
καλεί τις γυναίκες των Συλλόγων και των Ομάδων
της να ανοιχτούν πλατιά στις γυναίκες, να
συζητήσουν μαζί τους, να τις βοηθήσουν να
ενταχθούν στο εργατικό, λαϊκό κίνημα, να
συμμετέχουν στις απεργίες και τις αγωνιστικές
κινητοποιήσεις, να συμβάλουν στην προετοιμασία
της αντεπίθεσης, μέχρι το μεγάλο άλμα: την
ανατροπή της κατάστασης που ζούμε σήμερα, την
ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, την
απαλλαγή από τα δεσμά της εκμετάλλευσης.
Το Α' Συνέδριο της
Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Γυναικών
Στις 26-29 Μάη του 1946
συνήλθε στην Αθήνα το πρώτο, ιστορικό, Συνέδριο
της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Γυναικών (ΠΟΓ).
Στο Συνέδριο, σύμφωνα με
στοιχεία της Ρόζας Ιμβριώτη, «πήραν μέρος
213 σωματεία, επαγγελματικά, επιστημονικά,
φιλανθρωπικά, επιστημονικά, καλλιτεχνικά, με
120.000 μέλη. Το Συνέδριο έκλεισε τις εργασίες
του με μεγάλη συγκέντρωση στο θέατρο
"Κεντρικόν" στις 31 του ίδιου μήνα, όπου
μαζεύτηκαν πάνω από 3.000 γυναίκες. Οι 631
αντιπρόσωποι που πήραν μέρος ήρθαν απ' όλες
τις γωνιές της Ελλάδας»1.
Στο Συνέδριο έστειλαν
χαιρετιστήρια τηλεγραφήματα η Διεθνής
Δημοκρατική Ομοσπονδία Γυναικών, η
πρόεδρος της Διεθνούς Ενώσεως για την
Ισοπολιτεία, την Ελευθερία και την Ειρήνη,
Μαργαρίτα Κόρμπετ Ασμπι, και η Γαλλική Επιτροπή
Συντονισμού της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας
Γυναικών, η οποία μάλιστα απέστειλε
και 50.000 γαλλικά φράγκα για τα παιδιά - θύματα
του πολέμου2.
Ακόμη, χαιρετιστήριο έστειλε
η Διοίκηση της τότε ΓΣΕΕ, το οποίο υπέγραφε ο
γενικός της γραμματέας Μήτσος
Παπαρήγας. Στο χαιρετιστήριο
αναφέρονται ανάμεσα σ' άλλα: «Η εργατική
τάξη της Ελλάδας στους μακρόχρονους και
σκληρούς της αγώνες πάντα είχε στις
διεκδικήσεις της τα αιτήματα της γυναίκας, που
αφορούσαν όχι μόνο τον οικονομικό τομέα, αλλά
ενδιαφέρθηκε και για την πολιτική θέση της
γυναίκας, την ισοτιμία της με τον άνδρα».
Και κατέληγε με το ότι «η εργατική τάξη της
Ελλάδας θα σταθεί πλάι σας για την επιτυχία
των αγώνων σας»3.
Το ζήτημα της πολιτικής
θέσης της γυναίκας κυριαρχούσε εκείνη την εποχή,
αφού οι γυναίκες δεν είχαν το δικαίωμα «του
εκλέγειν και εκλέγεσθαι». Αλλωστε, η πιο
σημαντική απόφαση του Συνεδρίου ήταν το ψήφισμα
που εξέδωσε και το οποίο παραδόθηκε στη Βουλή
και αφορούσε στην ανάγκη αναγνώρισης ίσων
πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών.
Ολόκληρο το ψήφισμα
έχει ως εξής:
«Το Α' Πανελλαδικό
Γυναικείο Συνέδριο, που οργανώθηκε από την
Πανελλαδική Ομοσπονδία Γυναικών και όπου πήραν
μέρος 160 γυναικεία σωματεία ή τμήματα
γυναικείων μεικτών σωματείων με συνολικό
αριθμό 120.212 μελών, έχοντας υπόψη
ότι ύστερα από τη νίκη
των Ενωμένων Εθνών κατά του φασισμού και της
βίας, που σημαίνει την επικράτηση των
δημοκρατικών αρχών της ισότητας και της
κοινωνικής δικαιοσύνης, είναι παράλογο και
άδικο να κρατιέται η γυναίκα στην Ελλάδα στη
μειονεκτική θέση που βρίσκεται σήμερα.
Οτι η μειονεκτική θέση
της Ελληνίδας γίνεται εμπόδιο για την υλική
και πνευματική και κοινωνική της εξέλιξη.
Στερεί συγχρόνως τη χώρα από τις ικανότητες
της γυναίκας, που φάνηκαν τόσο πολύτιμες στο
διάστημα του πολέμου και της κατοχής, τόσο
στον απελευθερωτικό αγώνα, όσο και στον αγώνα
για την επιβίωση του λαού.
Οτι σ' ολόκληρο σχεδόν
τον κόσμο έχει αναγνωριστεί η ανάγκη να δοθεί
αμέσως μετά τον πόλεμο ισοπολιτεία στις
γυναίκες.
ΨΗΦΙΖΕΙ
Να δοθούν και στην
Ελληνίδα πολιτικά δικαιώματα ίσα με τον άντρα
για να εκλέγει και να εκλέγεται στις δημοτικές
και στις βουλευτικές εκλογές. Να διευκολυνθεί
η εγγραφή των γυναικών στους εκλογικούς
καταλόγους και να επιτραπεί η συμμετοχή
γυναικών αντιπροσώπων στη σύνταξη των
εκλογικών καταλόγων»4.
Οι συνθήκες
διεξαγωγής του Συνεδρίου
Το 1ο Συνέδριο της ΠΟΓ ήταν
το πρώτο στην ιστορία του γυναικείου κινήματος
Πανελλαδικό Συνέδριο και για την εποχή του ήταν
σημαντικό βήμα για τη συνένωση της δράσης των
μαζικών γυναικείων οργανώσεων και συλλόγων.
Αναγκαία και απαραίτητη, για την ανάπτυξη
διεκδικητικού γυναικείου κινήματος ως μέσου για
την αντιμετώπιση των τεράστιων προβλημάτων των
γυναικών από τα λαϊκά στρώματα και των παιδιών,
που οι ίδιες οι αντικειμενικές συνθήκες της
συγκεκριμένης περιόδου όξυναν στο έπακρο. Σε
συνδυασμό, βεβαίως, με τη διεκδίκηση ίσων
οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών
δικαιωμάτων με τους άνδρες εργαζόμενους. Δεν
πρέπει να ξεχνάμε πως ο λαός σύσσωμος, μέσα από
το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ, η νεολαία μέσα από την ΕΠΟΝ,
με τον τιτάνιο απελευθερωτικό αγώνα ενάντια
στους Γερμανούς κατακτητές, έγραψε το μεγάλο
έπος της Αντίστασης και δημιούργησε τα φύτρα της
λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα, με τα όργανα Λαϊκής
Αυτοδιοίκησης, τα Λαϊκά Δικαστήρια, αλλά και την
Κυβέρνηση του Βουνού, την ΠΕΕΑ, έχοντας ως
προοπτική του αγώνα τη λαϊκοδημοκρατική
ανάπτυξη. Αλλά δεν πρόλαβε να χαρεί ούτε την
απελευθέρωση, ούτε να ανοίξει το δρόμο του δικού
του μέλλοντος, αφού ήρθε στη συνέχεια η αγγλική
ιμπεριαλιστική επέμβαση το Δεκέμβρη του 1944 και
η δεύτερη κατοχή, που σφραγίστηκε από την
απαράδεκτη Συμφωνία της Βάρκιζας.
Η ένοπλη επέμβαση του
αγγλικού ιμπεριαλισμού, το Δεκέμβρη του 1944,
επανέφερε και στήριξε στην εξουσία τις
αντιδραστικές αστικές πολιτικές δυνάμεις. Εριξε
δε την Ελλάδα σε βαθιά οικονομική και πολιτική
κρίση.
Το ΚΚΕ, μετά τη Συμφωνία της
Βάρκιζας, άρχισε να ανασυντάσσει και να
ανασυγκροτεί τις δυνάμεις του. Εξακολουθεί να
επηρεάζει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, να
διατηρεί γερούς δεσμούς με την αγροτιά και τα
μεσαία στρώματα της πόλης, να έχει τη συμπάθεια
πλατιών δημοκρατικών στρωμάτων.
Το κέντρο βάρους του αγώνα
μετατοπίζεται από το εθνικοαπελευθερωτικό προς
το κοινωνικοοικονομικό περιεχόμενό του, με
προοπτική τη λαϊκοδημοκρατική ανάπτυξη, μέσα σε
συνθήκες έντονης ταξικής πάλης, ανάμεσα στο ΚΚΕ
και το ΕΑΜ, από τη μια πλευρά, και τις
αντιδραστικές αστικές δυνάμεις, τις στηριζόμενες
από τον αγγλικό ιμπεριαλισμό, από την άλλη. Το
ΕΑΜ συνεχίζει να εκφράζει τους πόθους και τα
αιτήματα των πιο πλατιών λαϊκών δυνάμεων.
Οι αντιδραστικές πολιτικές
δυνάμεις, εκφράζοντας τους σκοπούς και τις
επιδιώξεις της ολιγαρχίας για εδραίωση και
ενίσχυση της εξουσίας της, αλλά μην έχοντας
ερείσματα στο λαό, οργανώνουν τη δράση για την
ολοκληρωτική συντριβή του λαϊκοδημοκρατικού
κινήματος. Με την υποστήριξη του αγγλικού
ιμπεριαλισμού εξαπολύουν πρωτοφανή μονόπλευρο
πόλεμο κατά του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, κατά του λαού,
από τις αρχές του 1946 ακόμη.
Σ' αυτές τις συνθήκες, η
οργανωτική συνένωση και ενιαία πανελλαδική δράση
του κινήματος των γυναικών ήταν σπουδαίο ζήτημα
για τη λαϊκή πάλη.
Η συμβολή του ΚΚΕ
Στην προσπάθεια αυτή
συνέβαλε τα μέγιστα το ΚΚΕ. Στην πολιτική
απόφαση του 7ου Συνεδρίου του (1-6 Οκτώβρη 1945)
αναφέρονται τα εξής: «...Δεν μπορεί να
νοηθεί επιτυχία του λαϊκοδημοκρατικού αγώνα
χωρίς τις γυναίκες που αποτελούν το μισό του
πληθυσμού μας. Οι γυναίκες κέρδισαν στα χρόνια
του εθνικού αγώνα τιμητική θέση στο στρατόπεδο
του μαχόμενου έθνους. Συνεχίζουμε και σήμερα
τον αγώνα τους στις πόλεις και τα χωριά. Το
Κόμμα μας πρέπει να βάλει τέλος στην υποτίμηση
της συμβολής της γυναίκας σε όλο το
λαϊκοδημοκρατικό αγώνα και να δουλέψει και για
την οργάνωση των πλατιών μαζών των γυναικών,
για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους και τη
στρατολογία στο Κόμμα των πρωτοπόρων γυναικών
και την ανάδειξη γυναικείων στελεχών του
Κόμματος»5.
Πράγματι, οι γυναίκες των
λαϊκών στρωμάτων αγωνίστηκαν χωρίς να υστερήσουν
σε τίποτα από τους άνδρες, τόσο κατά της
ιταλικής εισβολής, όσο και μετά στον
απελευθερωτικό αγώνα. Κατέκτησαν στη δράση την
κοινωνική θέση που τους αρμόζει. Και εκφράστηκε
αυτό για πρώτη φορά με την καθολική συμμετοχή
τους στις εκλογές για την ανάδειξη των
εθνοσυμβούλων, ενώ εκλέχτηκαν και γυναίκες
εθνοσύμβουλοι, στα 1944.
Παρ' όλ' αυτά, το
αντιδραστικό καθεστώς της Ελλάδας μετά την
αγγλική επέμβαση διατήρησε όλες τις φυλετικές
διακρίσεις της τότε αστικής κοινωνίας, στο
οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
Ετσι, το ΚΚΕ καταπιάνεται
αμέσως μετά το 7ο Συνέδριό του με την ανάπτυξη
της κομματικής δουλειάς στις γυναίκες των λαϊκών
στρωμάτων και την επιδίωξη ανάπτυξης του μαζικού
γυναικείου κινήματος. Αποτέλεσμα μιας σειράς
ιδεολογικοπολιτικών και οργανωτικών μέτρων για
τη μαζική δουλειά στις γυναίκες ήταν η ίδρυση
της ΠΟΓ, στις 8 Φλεβάρη του 1946.
Η Πανελλαδική Ομοσπονδία
Γυναικών συγκροτήθηκε από 35 Γυναικείους
Συλλόγους και Οργανώσεις. Σκοπός της, όπως
διακηρύσσεται στο ιδρυτικό πρακτικό, είναι: «α)
Η προστασία της μητέρας και του παιδιού, β) η
πολιτική, κοινωνική και οικονομική ισοτιμία
των γυναικών και γ) η άμυνα κατά του φασισμού
και εμπέδωση της ειρήνης. Εκλέχτηκε προσωρινή
Επιτροπή αποτελούμενη από τις: Αύρα
Θεοδωροπούλου, Μαρία Πολυμενάκου, Μαρία
Αναγνωστοπούλου - Βρανίκα, Αγνή Ρουσοπούλου,
Ρόζα Ιμβριώτη, Αγγελική Σκανδάλη, Αικατερίνη
Ναυπλιώτου, Δήμητρα Αλεξανδρίδου και Ρεγγίνα
Καββαδία»6.
Το στίγμα του
Συνεδρίου
Μια συνοπτική εικόνα του 1ου
Συνεδρίου της ΠΟΓ, αλλά και τη διάθεση των
εκπροσώπων των γυναικείων οργανώσεων να
τραβήξουν μπροστά τον αγώνα, μας δίνει η Ρόζα
Ιμβριώτη:
«Η αίθουσα του Συνεδρίου
παρουσίαζε όψη εργατικού μελισσιού... Είχαν
φτάσει απ' όλες τις επαρχίες της Ελλάδας, μέσα
σ' αφάνταστες δυσκολίες. Χωρίς σιδηροδρομικές
συγκοινωνίες, χωρίς κανονική θαλάσσια
συγκοινωνία, όμως αγωνίστηκαν πολλές 10 και 12
μέρες ως να φτάσουν.
Αλλες παραμέρισαν
προλήψεις, άλλες ξέφυγαν από αστυνομικά όργανα
κι άλλες άφησαν παιδιά κι άντρα για να
παρακολουθήσουν το Συνέδριο. Τόση ήταν η πίστη
και η απόφαση για να εργαστούν για ένα
καλύτερο αύριο δικό τους και των παιδιών τους.
Ολα τα στρώματα τα γυναικεία,
αντιπροσωπεύτηκαν σχεδόν ίσα, εργάτριες,
αγρότισσες, νοικοκυρές, διανοούμενες. Αρκετές
κατέχουν ανώτατες θέσεις στην υπαλληλική
ιεραρχία και πολλές έχουν εξέχουσα
σταδιοδρομία στα ελεύθερα επαγγέλματα»7.
Στο Συνέδριο μίλησαν
αντιπρόσωποι απ' όλη την Ελλάδα και απ' όλα τα
λαϊκά στρώματα, εργάτριες, αγρότισσες,
επιστημόνισσες, γυναίκες της διανόησης και της
Τέχνης. Και κατέληξε σε αποφάσεις πάνω στους
σκοπούς για τους οποίους συγκλήθηκε το Συνέδριο.
Αλλωστε, στο Συνέδριο εκπροσωπούνταν όχι μόνον
οι σύλλογοι γυναικών, αλλά και τμήματα γυναικών
άλλων σωματείων.
Το στίγμα του Συνεδρίου
δίνεται συνοπτικά από τον εναρκτήριο λόγο της
Αύρας Θεοδωροπούλου, προέδρου της Πανελλαδικής
Ομοσπονδίας Γυναικών στο Συνέδριο, αποσπάσματα
του οποίου παρουσιάζουμε:
«Σήμερα σ' όλη την
Ελλάδα οργανώνονται γυναικείοι σύλλογοι.
Ιδρύεται η Πανελλήνια Ενωσις Γυναικών, που
συγκεντρώνει τα προοδευτικότερα γυναικεία
νιάτα, οργανώνονται συνέδρια στη Θεσσαλονίκη,
στην Κρήτη, στο Βόλο, συγκεντρώσεις και
συνελεύσεις και στις μικρότερες επαρχιακές
πόλεις. Και σήμερα έρχονται μ' ενθουσιασμό οι
αντιπρόσωποί τους στο κάλεσμά μας για το Α'
Πανελλαδικό Συνέδριο...
Πώς έγινε το θαύμα αυτό,
που το περιμέναμε και το λαχταρούσαμε τόσα
χρόνια; Μέσα στα δέκα χρόνια της δικτατορίας
και της σκλαβιάς στον ξένο καταχτητή, μέσα
στις φλόγες του πολέμου, στον αγώνα για τη
λευτεριά, στην αντίσταση ενάντια στον εχθρό,
καθημερινή πάλη για την επιβίωση του λαού, στα
μαρτύρια μέσα στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, η
Ελληνίδα ατσαλώθηκε, πήρε συνείδηση της
δύναμής της, γέμισε η ψυχή της αυτοπεποίθηση.
Και τώρα που λευτερώθηκε η Ελλάδα ζητά να
συνεχίσει τον αγώνα της, τον αγώνα για τα
δικαιώματά της και ζητά να προσφέρει όλες τις
δυνάμεις της για την ανοικοδόμηση της
κατεστραμμένης χώρας μας. Κερδίσαμε την πρώτη
μεγάλη νίκη. Οι ναρκωμένες από τον προαιώνιο
παρασιτισμό γυναικείες ψυχές ξύπνησαν,
αντικρίζουν σήμερα με θάρρος τα προβλήματά
τους και παίρνουν τη λύση τους στα δικά τους
χέρια. Κερδίσαμε την πρώτη νίκη. Ο βραχνάς που
μας βάραινε αιώνες ολάκερους, το βάρος που δεν
μπορούσε να το σηκώσει ένας, ούτε δέκα, ούτε
εκατό, θα το σηκώσουμε σήμερα όλες μαζί και θα
μας φανεί αλαφρύ.
Γι' αυτό σας καλέσαμε
στο σημερινό συνέδριο. Για να μελετήσουμε μαζί
τα προβλήματά μας. Για να κάνουμε τη θέληση
όλων μας πράξη, πράξη οργανωμένη, συστηματική,
αποτελεσματική. Για να οργανώσουμε τον αγώνα
μας για τη δημιουργία του καινούριου κόσμου
που οραματιζόμαστε. Γιατί "ο αγώνας της
Γυναίκας είναι ο αγώνας της ανθρωπότητας".
Είναι η μάχη για τη δικαιοσύνη, για την
ειρήνη, για την ελευθερία, για τη χαρά της
ζωής.
Γι' αυτό το σκοπό
ιδρύθηκε φέτος το Φεβρουάριο η Πανελλαδική
Ομοσπονδία Γυναικών, που θα ενωθούν μέσα σ'
αυτήν όλες οι γυναικείες δυνάμεις, όλες οι
καλές θελήσεις, γύρω από τους τρεις βασικούς
σκοπούς:
α) Την πολιτική,
κοινωνική και οικονομική ισοτιμία της γυναίκας
με τον άνδρα.
β) Την προστασία της
μάνας και του παιδιού.
γ) Την άμυνα κατά του
φασισμού και την εμπέδωση της ειρήνης.
Το κήρυγμα της ΠΟΓ βρήκε
αμέσως αντίλαλο σ' όλες τις γυναικείες ψυχές
και σήμερα 200 γυναικεία σωματεία έχουν
προσχωρήσει σ' αυτήν κι ολοένα μεγαλώνει ο
αριθμός τους. Γιατί σήμερα το ζήτημα της
ισοπολιτείας της γυναίκας δεν αντικρίζεται πια
σαν ζήτημα θεωρητικό, μα είναι ζήτημα που
αγγίζει βαθιά κάθε γυναίκα, τη μάνα, τη
νοικοκυρά, την επιστήμονα, την εργάτρια...
Η πρώτη μας
έγνοια θα είναι για το παιδί, το παιδί που
είναι η αυριανή Ελλάδα...
Μακάρι να βλέπαμε το
κράτος να εφαρμόζει ένα πρόγραμμα πρόνοιας
συστηματικό, που ν' αρχίζει από το πρώτο
σκίρτημα του αγέννητου παιδιού και να φτάνει
ίσαμε την ενηλικίωσή του. Που θα φροντίζει για
τη σωματική και ψυχική υγεία του και για τη
μόρφωσή του. Και που δε θα ξεχνά πως η υγεία
και η μόρφωση του παιδιού είναι αξεχώριστη από
τις οικογενειακές του βιοτικές συνθήκες...
Ακόμα, από τις πρώτες
φροντίδες μας θα είναι και για την εργαζόμενη
μάνα. Είναι μεγάλος ο καημός της μάνας, που,
αναγκασμένη να δουλεύει έξω από το σπίτι της
για το ψωμί των παιδιών της και μην έχοντας
πού να τ' αφήσει, τα κλείνει όλη μέρα μονάχα
τους σ' ένα δωμάτιο, ή τ' αφήνει να παίζουν
στην αυλή, μέσα στις ακαθαρσίες και τα
βρωμόνερα, γιατί δεν υπάρχει στο χωριό της ή
στη γειτονιά της ένας παιδικός σταθμός που να
της το κρατά την ώρα της δουλιάς της...
Σήμερα είναι βαρύς ο
μόχθος της γυναίκας. Κι απ' όλους βαρύτερος
της αγρότισσας, που δουλεύει ολημερίς στο
χωράφι, σκάβοντας, θερίζοντας, κουβαλώντας
ξύλα απ' το βουνό, για να γυρίσει το βράδυ στο
καλύβι της, κατάκοπη, να πιάσει το μαγείρεμα,
το πλύσιμο, το μπάλωμα...
Θ' αντικρίσουμε ακόμα τα
προβλήματα της εργάτριας μέσα στη δουλιά της,
της υπαλλήλου μέσα στην υπηρεσία της... και θα
προσπαθήσουμε όλες μαζί να τα υπερνικήσουμε.
Είπα αρχινώντας πως
κερδίσαμε την πρώτη νίκη, την ένωση όλων των
γυναικείων δυνάμεων μέσα στην ΠΟΓ...
Η Ενωσις αυτή των
γυναικών ας γίνει απαρχή για την ένωση που
λαχταρούμε για όλο το λαό μας. Για να λείψουν
τα μίση και τα πάθη που μας χωρίζουν. Για να
σταματήσει πια η αιματοχυσία...
Την ενότητα αυτή των
γυναικών, που δημιουργήθηκε μέσα στις
σκληρότερες δοκιμασίες, θα τη χρησιμοποιήσουμε
για να δημιουργήσουμε πάνω στα σημερινά
ερείπια μιαν αυριανή Ελλάδα καλύτερη, πιο
ευτυχισμένη, πιο πολιτισμένη, όπου, άντρας και
γυναίκα, σύντροφοι και συνεργάτες, ισότιμοι
βαδίζουμε πλάι πλάι στο δρόμο της ζωής,
ανασαίνοντας το ζωογόνο αέρα της λευτεριάς,
λευτεριάς του στοχασμού και του λόγου,
λευτεριάς της θρησκείας, της πίστης,
λυτρωμένοι από την ανάγκη, λυτρωμένοι από το
φόβο.
Και τώρα, με συγκίνηση
βαθιά, σαλπίζω το σάλπισμα του συναγερμού. Και
προσκαλώ όλα τα νέα σωματεία στον αγώνα τον
καινούριο, που αφετηρία του είναι το σημερινό
συνέδριο. Ο ενθουσιασμός σας, νέες
συναδέλφισσες, ας δεθεί με την πείρα μας, η
μαχητική διάθεσή σας με το ζυγισμένο μόχθο
μας.
Κι έτσι ο ήλιος, που τον
είχαν κρύψει τα μαύρα σύννεφα της τυραννίας
των ντόπιων και των ξένων, θα ξαναφέρει πάλι
ολόφωτος το λυτρωμό μας».8
Ομως, η ντόπια πλουτοκρατία,
στηριγμένη στους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές
συμμάχους της, ήταν αντίθετη σ' αυτόν το
λυτρωμό. Είχε άλλους σκοπούς. Και επειδή δεν
μπορούσε να τους πραγματοποιήσει διαφορετικά,
οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο.
1. Α'
Πανελλαδικό Συνέδριο Γυναικών (ντοκουμέντα
από το αρχείο της Ρόζας Ιμβριώτη), σελ. 25,
έκδοση ΟΓΕ.
2. Στο ίδιο,
σελ. 57-60.
3. Στο ίδιο,
σελ. 61.
4. Από
ντοκουμέντα του αρχείου της Ρόζας Ιμβριώτη
που δεν έχουν εκδοθεί.
5. «Το ΚΚΕ,
Επίσημα Κείμενα», τ. 6, σελ. 87.
6. Α'
Πανελλαδικό Συνέδριο Γυναικών (ντοκουμέντα
από το αρχείο της Ρόζας Ιμβριώτη), σελ. 9,
έκδοση ΟΓΕ.
7. Στο ίδιο,
σελ. 25.
8. Στο ίδιο,
σελ. 31-36.
Πηγή: Ριζοσπάστης Κυριακή 3 Μάρτη 2013
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε