Αντίσταση στη διάλυση του ΕΛΑΣ.
Η «Ματωμένη Κυριακή». Αρχίζουν οι μάχες του Δεκέμβρη
Στα τέλη Νοέμβρη του 1944 η πολιτική κρίση στους κόλπους της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» έφτασε στο αποκορύφωμά της, με αιχμή τον αφοπλισμό του λαϊκού κινήματος, του ΕΛΑΣ. Από τη διάλυση όλων των ένοπλων σχηματισμών εξαιρούνταν η Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος, παρότι προβλεπόταν από τη Συμφωνία του Λιβάνου ο αφοπλισμός όλων των στρατιωτικών δυνάμεων. Μάλιστα, στις 22 Νοέμβρη 1944, σχετική απόφαση του Γ. Παπανδρέου όριζε στο άρθρο 2 παράγραφος 2:
«Εις τους άνδρας της Ορεινής Ταξιαρχίας θα παρασχεθούν αόριστοι άδειαι διά τας εστίας των...»[1]
Το βράδυ της 30ής του μήνα ο Γ. Παπανδρέου, παρακάμπτοντας τους υπουργούς του ΕΑΜ και τις ξεκάθαρα διατυπωμένες ενστάσεις τους, έδωσε στον Τύπο απόφαση, με την οποία όριζε για κάποιες περιοχές την 1η Δεκέμβρη ως μέρα παράδοσης του οπλισμού της Εθνικής Πολιτοφυλακής και ανάληψης της «τήρησης της τάξης» από τα υπό σύσταση Τάγματα Εθνοφυλακής. Οσοι δε συμμορφώνονταν απειλούνταν με ποινικές διώξεις.
Το ίδιο βράδυ, ο Γ. Σιάντος απέστειλε τηλεγράφημα στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ που έλεγε ότι «η κατάσταση είναι κρίσιμη και πρέπει να βρισκόμαστε σε επιφυλακή».[2] Την επομένη (1 Δεκέμβρη), απευθυνόμενος στην ΚΕ του ΕΑΜ, ο Γ Σιάντος τόνισε:
«Αν τώρα τολμήσουν δυναμικές λύσεις, φανταστείτε τι θα τολμήσουν μεθαύριο, στην περίπτωση που θ’ αποστρατευόταν ο ΕΛΑΣ και θα παρέμεναν πάνοπλες οι δυνάμεις της Δεξιάς. Αγωνιζόμαστε για την ομαλή δημοκρατική εξέλιξη, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα παραδώσουμε το λαό στο έλεος των φασιστών. Έχουμε τη δύναμη να τους αντιμετωπίσουμε όχι μόνο από τον ομαλό δρόμο, αλλά, αν το θελήσουνε, και δυναμικά.»[3]
Ταυτόχρονα με τη δημοσιοποίηση της απόφασης του Γ. Παπανδρέου, εκδόθηκε από το Βρετανό στρατηγό Ρ. Σκόμπι Ημερήσια Διαταγή με την οποία αναγγελλόταν η διάλυση της Εθνικής Πολιτοφυλακής από την 1η Δεκέμβρη και των ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ από τις 10-20 του ίδιου μήνα.[4]
Στην προκήρυξη που εξέδωσε την ίδια μέρα ο στρατηγός Σκόμπι τόνισε:
«Στέκομαι σταθερά εις το πλευράν της σημερινής συνταγματικής Κυβερνήσεως μέχρις ότου το Ελληνικόν Κράτος δυνηθή να αποκατασταθή με νόμιμον ένοπλον δύναμιν εις τας διαταγάς του, και να ημπορούν να γίνουν ελεύθεροι εκλογαί. Εάν όλοι μαζί δεν επιτύχωμεν αυτό, το νόμισμα ΔΕΝ θα κρατηθή σταθερόν και ο λαός ΔΕΝ θα τραφή. Εγώ θα προστατεύσω σας και την Κυβέρνησίν σας εναντίον οιασδήποτε απόπειρας πραξικοπήματος οποθενδήποτε προερχομένης ή άλλης πράξεως βιαίας και αντισυνταγματικής.»[5]
Την ίδια μέρα οι υπουργοί του ΕΑΜ Α. Σβώλος, Γ. Ζέβγος, Μ. Πορφυρογένης, Ν. Ασκούτσης, Η. Τσιριμώκος και Α. Αγγελόπουλος υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους από την κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» σε ένδειξη διαμαρτυρίας (στις 4 Δεκέμβρη παραιτήθηκε και ο υφυπουργός Στρατιωτικών Πτολεμαίος Σαρηγιάννης).
Αψηφώντας τις διαταγές των Παπανδρέου και Σκόμπι η Εθνική Πολιτοφυλακή δεν παρέδωσε τον οπλισμό της, ενώ μαζικές και μαχητικές εκδηλώσεις ξέσπασαν σε όλη την Ελλάδα κατά του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ.[6]
Την ίδια στιγμή, η Ορεινή Ταξιαρχία ακροβολίστηκε στους λόφους του Υμηττού, μεταξύ των συνοικιών Ζωγράφου και Καισαριανής, ενώ ο Ναπ. Ζέρβας αναχώρησε βιαστικά για την Ήπειρο, όπου βρισκόταν ο κύριος όγκος των δυνάμεων του ΕΔΕΣ.[7]
Παίρνοντας υπόψη τα παραπάνω, το Α' Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ εκπόνησε Σχέδιον Ενέργειας με σκοπό την αντιμετώπιση «παντός πραξικοπήματος της αντιδράσεως». Το Σχέδιο εντόπιζε τις δυνάμεις που διέθετε ο αντίπαλος σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο (κατά κύριο λόγο τα στρατιωτικά τμήματα που ήταν συγκεντρωμένα στο Γουδή - Ορεινή Ταξιαρχία, Σχολή Χωροφυλακής, Γερμανοτσολιάδες και Ιερός Λόχος - και σε συνέχεια τα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα, τις διάσπαρτες μονάδες της χωροφυλακής, τους Χίτες και άλλες «παρεμφερείς οργανώσεις», τις δυνάμεις της Γενικής Ασφάλειας, του ανασυγκροτημένου Μηχανοκίνητου του Μπουραντά κλπ.), χαράσσοντας ταυτόχρονα τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές για την εξουδετέρωση - αντιμετώπισή τους.[8]
Απέναντι σε μια εκτιμώμενη δύναμη 11.000 περίπου ανδρών,[9] που είχε στη διάθεσή της τη δεδομένη στιγμή η αστική τάξη στην πρωτεύουσα (πλην των Βρετανών [10]), ο ΕΛΑΣ μπορούσε σε πρώτη φάση να αντιπαρατάξει το Α' ΣΣ (1η και 2η Ταξιαρχία Αθηνών με 4 Συντάγματα, 5ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Περιχώρων και 6ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Πειραιά), καθώς και τη II Μεραρχία Αττικοβοιωτίας). Σύνολο δύναμης του ΕΛΑΣ: 10.350 μαχητές.[11]
Στις 2 Δεκέμβρη το υπουργικό Συμβούλιο - δίχως πλέον τους ΕΑΜικούς αντιπροσώπους - υπέγραψε το Διάταγμα για τη διάλυση του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ, του ΕΔΕΣ «και πάσης άλλης τυχόν υφιστάμενης οργανώσεως», κηρύσσοντας ταυτόχρονα την «επιστράτευσιν απάντων των εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών». Μέρα έναρξης της αποστράτευσης ορίστηκε η 10η Δεκέμβρη.[12]
Η ΚΕ του ΕΑΜ σε μια ολονύκτια συνεδρίαση (30 Νοέμβρη -1 Δεκέμβρη) είχε ήδη αποφασίσει:
α) Να απευθύνει έκκληση προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις της Βρετανίας, της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ.
β) Να πραγματοποιηθεί παλλαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος την Κυριακή 3 Δεκέμβρη,
γ) Να κηρυχτεί παλλαϊκή απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη και
δ) να ανασυγκροτηθεί η ΚΕ του ΕΛΑΣ.[13]
Η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά έδωσε την άδεια για τη συγκέντρωση της Κυριακής. Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, την ανακάλεσε. Όπως ενημέρωσε το Βρετανό πρέσβη Ρ. Λίπερ ο υπουργός Εφοδιασμού Θεμ. Τσάτσος, «το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να δώσει εντολή στην αστυνομία να σταματήσει τη διαδήλωση ακόμη και με τα όπλα»[14].
Στις 2 Δεκέμβρη αποβιβάστηκαν στο Φάληρο 6.000 Βρετανοί στρατιώτες και 2 ελληνικά τάγματα από την Αίγυπτο.[15]
Από τη μεριά τους, οι δυνάμεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ είχαν ριχτεί στη μάχη για την επιτυχία του κυριακάτικου συλλαλητηρίου. Θα αψηφούσαν την απαγόρευση. Ο ΕΛΑΣ θα έπαιρνε μέρος, αλλά άοπλος, ενώ όλες οι κομματικές, ΕΑΜικές και ΕΛΑΣίτικες δυνάμεις θέτονταν σε επιφυλακή. Η Διοίκηση του Α' Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ μεταφέρθηκε στην Κυψέλη, δίπλα στην ΚΟΑ του ΚΚΕ, για παν ενδεχόμενο.[16]
Στις 3 Δεκέμβρη, από νωρίς το πρωί, χιλιάδες κόσμου άρχισαν να συρρέουν στις προσυγκεντρώσεις, που είχαν καθοριστεί σε κάθε λαϊκή συνοικία της Αθήνας και του Πειραιά. Σύντομα, τα δεκάδες ρυάκια λαού συνέκλιναν σε μια τεράστια λαοθάλασσα με κατεύθυνση την πλατεία Συντάγματος. Καθώς η κεφαλή της πορείας πλησίαζε την πλατεία, οι δυνάμεις του Έβερτ,[17] που ήταν παραταγμένες μπροστά στο κτήριο του αρχηγείου της αστυνομίας (γωνία Πανεπιστημίου και Βασιλίσσης Σοφίας), άνοιξαν πυρ στο άοπλο πλήθος. Οι πυροβολισμοί πύκνωσαν από διάφορες κατευθύνσεις σκορπώντας το θάνατο. Ο απολογισμός αυτής της επίθεσης ήταν 21 νεκροί και 140 τραυματίες.[18]
Στις 14:30 το Α' ΣΣ του ΕΛΑΣ εξέδωσε «Διαταγή επιχειρήσεων» για την εφαρμογή του Σχεδίου Ενέργειας από την επομένη το πρωί. Ακολούθως, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ διατάχτηκαν να προχωρήσουν στον αφοπλισμό των αστυνομικών τμημάτων και της χωροφυλακής, αποφεύγοντας ταυτόχρονα κάθε εμπλοκή με τους Βρετανούς. Διατάχτηκε επίσης η κινητοποίηση της II Μεραρχίας και του Μηχανοκίνητου Τμήματος του ΕΛΑΣ. Η Διοίκηση του Α' ΣΣ μεταφέρθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Κατά τα μεσάνυχτα, ωστόσο, εκδόθηκε νέα διαταγή, η οποία ακύρωνε την προηγούμενη, περιορίζοντας τη δράση του ΕΛΑΣ στον αφοπλισμό της χωροφυλακής των προαστίων και τη συντριβή των Χιτών που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στο Θησείο. Είχε προηγηθεί σύσκεψη στελεχών της ΚΕ του ΕΛΑΣ με το Α' ΣΣ, όπου συζητήθηκε ο συσχετισμός δυνάμεων στην πρωτεύουσα. Σε αυτή, αφού επισημάνθηκαν τα λάθη της Καζέρτα, της μη συγκέντρωσης ανδρών και οπλισμού στην Αθήνα κλπ., καταλήχτηκε ότι στην παρούσα κατάσταση μια αναμέτρηση μεταξύ του ΕΛΑΣ και της εγχώριας Αντίδρασης θα είχε αναμφίβολα νικηφόρο αποτέλεσμα, ωστόσο, μια ενδεχόμενη εμπλοκή των Βρετανών θα ανέτρεπε εντελώς την ισορροπία δυνάμεων. Έπρεπε επομένως να προηγηθεί μια μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην πρωτεύουσα έως τις 10 Δεκέμβρη, οπότε έληγε και το τελεσίγραφο για τον αφοπλισμό του.[19]
Αυτά, την ώρα που ο αντίπαλος δεν έδειχνε παρόμοια αναβλητικότητα. Το ίδιο βράδυ 2 τάγματα της Ορεινής Ταξιαρχίας κινήθηκαν ανενόχλητα και εγκαταστάθηκαν στα Παλιά Ανάκτορα, το Μετοχικό Ταμείο Στρατού και το Πανεπιστήμιο.[20] Ο Τσόρτσιλ, από τη μεριά του, πίεζε το στρατηγό Ουίλσον (ανώτατο αρχηγό των Χερσαίων Συμμαχικών Δυνάμεων Μεσογείου) να αποσπάσει δυνάμεις από το ιταλικό μέτωπο και να τις αποστείλει άμεσα στην Αθήνα:
«Είμαι βέβαιος», τόνιζε σε σχετικό του τηλεγράφημα, «ότι βλέπετε την κατάσταση με στενό πνεύμα. Καταστροφή στην Ελλάδα λόγω ελλείψεως λίγων Ταγμάτων θα ήταν λυπηρό πράγμα και θα είχε συνέπειες σε μεγάλη κλίμακα. Η καταστροφή στην Αθήνα δεν ισοσταθμίζεται με την κατάληψη της Μπολώνιας. Γνωστοποιείστε μου τι αποφασίζετε».[21]
Η ακύρωση των επιχειρήσεων του ΕΛΑΣ άργησε να φτάσει στις μονάδες, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις δημιούργησε σύγχυση, απογοήτευση, ακόμα και αγανάκτηση.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Δεκέμβρη, η II Μεραρχία του ΕΛΑΣ δέχτηκε ένα σοβαρό πλήγμα, αφού το 2ο Σύνταγμά της, που ήταν καθ’ οδόν για τα Τουρκοβούνια, αιφνιδιάστηκε, περικυκλώθηκε κι αιχμαλωτίστηκε από ισχυρές βρετανικές δυνάμεις στη Φιλοθέη. Περίπου 400 από τους μαχητές του 2ου Συντάγματος - από τις πιο αξιόμαχες μονάδες του ΕΛΑΣ, δύναμης σχεδόν 1.200 ανδρών - κατάφεραν να διαφύγουν με τον οπλισμό τους. Η απουσία του 2ου Συντάγματος θα γινόταν αισθητή στις επιχειρήσεις των πρώτων ημερών.
Το γεγονός χαρακτηρίστηκε «ύποπτο» από το στρατηγό του ΕΛΑΣ Στ. Σαράφη, που το απέδωσε σε «προδοτική ενέργεια ορισμένων αξιωματικών ή καπεταναίων»[22]. Ο Λ. Σπαής (υφυπουργός Στρατιωτικών) σε άρθρο του στην εφημερίδα Ακρόπολις στις 29 Δεκέμβρη 1953 θα κατονομάσει ως υπεύθυνο τον ταγματάρχη του 2ου Συντάγματος Μιχ. Παπαζήση. «Ο Παπαζήσης», έγραψε, «με ειδοποιεί με τον καπεταν Κολοκοτρώνη (λοχαγός του Πυροβολικού Αναγνώστου Γ., συμπατριώτης μου και μυημένος και αυτός) ότι ήτο απόλυτος ανάγκη να με συναντήση αμέσως εις το γνωστόν σπίτι, όπου μ’ επερίμενε. Εκεί μετ’ ολίγον, παρουσία του ταξιάρχου Φερθ, βοηθού του Σκόμπι, καθωρίσθησαν αι λεπτομέριαι της παραδόσεως του 2ου Συντ/τος του ΕΛΑΣ, ας ο Παπαζήσης ετήρησεν επακριβώς, και ούτως απεφεύχθη η αιματοχυσία κατά την αιχμαλωσία του Συντ/τος τούτου, ενός των καλυτέρων του ΕΛΑΣ. Η παράδοσις λοιπόν του 2ου Συντ/τος ήτο αποτέλεσμα των προσπαθειών και της τακτικής της κυβερνήσεως, αποβλεπούσης εις την διάβρωσιν του ΕΛΑΣ, είχε δε ληφθή επαφή και με το 5ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, ως και με δύο άλλους διοικητάς συνταγμάτων τούτου, των οποίων όμως δεν επετεύχθη η παράδοσις».[23]
Ο Μιχ. Παπαζήσης, προσθέτει ο Λ. Σπαής, είχε ενταχτεί «εις τον ΕΛΑΣ, μη φανταζόμενος βέβαια ότι θα ήτο δυνατόν ο αγών του ΕΛΑΣ να μετατραπή από απελευθερωτικός εις ταξικόν». Όμως, όταν μετά από την Απελευθέρωση τα πράγματα οδήγησαν στην κρίσιμη ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη, ο Παπαζήσης, όπως και άλλα στελέχη του αστικού στρατού που είχαν ενταχτεί στον ΕΛΑΣ στην Κατοχή, αποστασιοποιήθηκαν, ενώ κάποιοι πέρασαν ανοιχτά με το μέρος της κυβέρνησης. «Ούτω πολύ προ της ημέρας της ενάρξεως των συγκρούσεων, ούτος (...) με συνήντα τακτικά εις μυστικό μέρος και μου παρείχε κάθε χρήσιμον πληροφορίαν περί των προθέσεων του ΕΛΑΣ και του τρόπου ενεργείας τούτου (...) αι πληροφορίαι αύται υπήρξαν ακριβείς και ωφελιμότατοι, χάρις δε εις αυτός ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, εις ον συνεχώς τας διεβίβαζα, αντελήφθη εγκαίρως τας προθέσεις των κομμουνιστών υπουργών της κυβέρνησής του.» Μετά από το Δεκέμβρη, «υπό την ιδιότητά μου ως Υφυπουργού των Στρατιωτικών, εφρόντισα και ενετάχθη ούτος εις τα μόνιμα στελέχη του Στρατού μας, περιληφθείς εις τον Α' πίνακα»[24].
Σε μια άλλη περίπτωση, ο Λίπερ αναφέρει σε έκθεσή του προς τον Ίντεν ότι και ο στρατηγός του ΕΛΑΣ Πτολεμαίος Σαρηγιάννης, «ύστερα από παράκληση του Παπανδρέου», έδωσε στον ίδιο στις 3 Δεκέμβρη λεπτομέρειες των κινήσεων του ΕΛΑΣ στην Αθήνα.[25]
Τα παραπάνω αναδεικνύουν το ζήτημα της στάσης σημαντικής μερίδας των αξιωματικών του αστικού στρατού που είχαν ενταχτεί στον ΕΛΑΣ. Η στάση αυτή βεβαίως δεν ήταν ενιαία. Ένας αριθμός τους συντάχτηκε με το λαϊκό κίνημα και μετά από την Κατοχή και το Δεκέμβρη, στον αγώνα του ΔΣΕ. Ωστόσο, η γενικότερη στελέχωση ενός ένοπλου λαϊκού στρατού, όπως ο ΕΛΑΣ, ήταν επόμενο να δημιουργήσει ρήγματα όταν η ταξική πάλη οξυνόταν και εξ αντικειμένου η σύγκρουση γινόταν για το «ποιος-ποιον». Οι επαγγελματίες αξιωματικοί ήταν απαραίτητοι και κρίσιμος κρίκος για το πέρασμα στρατιωτικών δυνάμεων από τον αστικό σ’ ένα λαϊκό στρατό. Αποτελούσαν επίσης πολύτιμο και αναντικατάστατο δυναμικό σε συνθήκες πολεμικών συγκρούσεων, ως ειδικοί στην τέχνη του πολέμου. Το πρόβλημα βρισκόταν για επίλυση στην ηγεσία του ΚΚΕ και καθοριζόταν από τη στρατηγική στόχευση που είχε.
Στο μέτωπο της απεργίας που είχε κηρύξει η ΚΕ του ΕΑΜ για τις 4 Δεκέμβρη, η επιτυχία άγγιξε το 100%. Κανένα εργοστάσιο δεν κινήθηκε, κανένα μαγαζί δεν άνοιξε. Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, σε μια συγκλονιστική ατμόσφαιρα πένθους και μαχητικότητας, συνόδευσε τους ηρωικούς νεκρούς του της προηγούμενης μέρας στο Α' Νεκροταφείο, όπου έγινε η κηδεία τους. Όταν ο όγκος της πένθιμης πομπής έφτασε στο Σύνταγμα, οι διαδηλωτές γονάτισαν, ορκίστηκαν στη μνήμη των νεκρών και έψαλαν το Πένθιμο Εμβατήριο. Το πανό, που κρατούσαν μαυροφορεμένες κοπέλες στην κεφαλή της πορείας, έγραφε:
«Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα. ΕΑΜ.»
Όμως, στην επιστροφή από το νεκροταφείο, στη συμβολή Αιόλου και Σταδίου, πραγματοποιήθηκε νέα δολοφονική επίθεση κατά του πλήθους από το ξενοδοχείο «Μητρόπολις» (κέντρο του ΕΔΕΣ) και τη Γενική Ασφάλεια, με αποτέλεσμα το θάνατο 40 και τον τραυματισμό 70 ακόμη αγωνιστών. Η νέα δολοφονική επίθεση, μία μέρα μετά από την προηγούμενη, έδειχνε και πάλι την αποφασιστικότητα της αστικής τάξης να τσακίσει το λαϊκό κίνημα διά πυρός και σιδήρου.[26]
Αυτοτελές πολιτικό-οργανωτικό-στρατιωτικό πρόβλημα αποτελείτο γεγονός ότι ο ΕΛΑΣ δεν είχε λάβει όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να καλύψει μια τέτοια μαζική λαϊκή εκδήλωση από μια νέα δολοφονική επίθεση, δεν ήταν ανάλογα εξοπλισμένος, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη η ένοπλη σύγκρουση. Βέβαια το ιδεολογικοπολιτικό υπόβαθρο αυτού του προβλήματος σχετίζεται με την καθοδηγητική κατεύθυνση του ΕΛΑΣ εκ μέρους του Κόμματος. Η ηγεσία του Κόμματος συνέχιζε να έχει ακόμα και τότε αυταπάτες για το πού πήγαινε η κατάσταση. Επικράτησε η σκέψη να μη ρίξουν την ευθύνη στον ΕΛΑΣ για να μην έχουν άλλοθι οι κυβερνητικές δυνάμεις στην επίθεσή τους κατά του λαού. Η μόνη εξήγηση για την ανεπαρκέστατη περιφρούρηση της διαδήλωσης ήταν ότι συνυπήρχαν και τα δύο.
Παρά την απώλεια του 2ου Συντάγματος, οι σχεδιασμένες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ στέφθηκαν με επιτυχία. Η «σφηκοφωλιά» των Χιτών στο Θησείο εκμηδενίστηκε. Οι Βρετανοί που κατέφτασαν εσπευσμένα, με πρόσχημα την «τήρηση της τάξης», δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν τη συντριβή της «X» από τον ΕΛΑΣ, ενώ, κάτω από τις μαζικές λαϊκές αντιδράσεις, αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Σύμφωνα με Έκθεση του Α' ΣΣ, έως το απόγευμα, το 60% των αστυνομικών τμημάτων της πρωτεύουσας είχε αφοπλιστεί (σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς αντίσταση -πολλοί αστυνομικοί ήταν οργανωμένοι ή φιλικά προσκείμενοι στο ΕΑΜ). Ο αφοπλισμός των αστυνομικών τμημάτων ήταν καθολικός στον Πειραιά, όπου μοναδικές εστίες αντίδρασης απέμειναν το οχυρωμένο μέγαρο Βάττη (Ακτή Μιαούλη) και η Σχολή Δοκίμων.[27]
Ο Τσόρτσιλ απέστειλε οδηγίες στους Ουίλσον, Σκόμπι και Λίπερ. Στον πρώτο υπογράμμισε πως «πρώτος σκοπός μας με προτεραιότητα υπέρτατης τάξεως είναι νίκη στην Αθήνα»[28] εξασφαλίζοντας την αποστολή νέων βρετανικών δυνάμεων. Αντίστοιχα, στον Σκόμπι τόνισε:
«Είσθε υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που θα πλησιάσουν προς την πόλη... Μην διστάσετε πάντως να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση.. .»[29]
Η έναρξη των συγκρούσεων οδήγησε σε νέα όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων αναφορικά με την τακτική απέναντι στο ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Στις 4 Δεκέμβρη, ο Γ. Παπανδρέου παραιτήθηκε υπό το βάρος της λαϊκής κατακραυγής για τα αιματηρά γεγονότα των προηγούμενων ημερών, ζητώντας από τον Θ. Σοφούλη να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Σοφούλης συμφώνησε. Ο Γ. Καφαντάρης και άλλοι αστοί πολιτικοί (Π. Ράλλης, Στ. Στεφανόπουλος κ.ά.), βλέποντας και εκείνοι ότι η κατακραυγή κατά της κυβέρνησης Παπανδρέου ήταν μεγάλη, συμφωνούσαν με την κυβερνητική αλλαγή. Την αντικατάσταση της κυβέρνησης Παπανδρέου ευνοούσε αρχικά και ο Λίπερ, ο οποίος πρότεινε στον Ίντεν ν’ αναλάβει την πρωθυπουργία ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός.[30] Τελικά ο Γ. Παπανδρέου -έπειτα από παρέμβαση και του Τσόρτσιλ- υπαναχώρησε, δίχως να δεχτεί ποτέ ότι είχε παραιτηθεί. Ας σημειωθεί ότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ εκτίμησαν θετικά το ενδεχόμενο σχηματισμού νέας κυβέρνησης υπό τον Σοφούλη, διαμηνύοντας στον τελευταίο την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν σε αυτήν.[31] Ήταν πολιτικές πράξεις που δείχνουν τη σύγχυση, την αντιφατικότητα και την προβληματικότητα της γραμμής του ΚΚΕ.
Στο στρατιωτικό επίπεδο, η ΚΕ του ΕΛΑΣ, αντί να διατάξει την άμεση κινητοποίηση δυνάμεων προς το επίκεντρο των μαχών, την πρωτεύουσα, εξέδωσε στις 6 Δεκέμβρη οδηγίες προς το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ με τις οποίες του ανέθετε «δευτερεύοντα» καθήκοντα:
α) Την ασφάλεια των συνόρων,
β) την επιτήρηση των βρετανικών φρουρών στην περιοχή του,
γ) την ασφάλεια από πιθανές αποβάσεις και
δ) την εξουδετέρωση των δυνάμεων του Τσαούς Αντόν [32] και του Ζέρβα.[33]
Από μόνο του το γεγονός έδειχνε τον τρόπο άσκησης της διεύθυνσης του ένοπλου λαϊκού αγώνα το Δεκέμβρη του 1944.
Από τις 14 Δεκέμβρη η ΚΕ του ΕΛΑΣ ανέλαβε προσωρινά με απόφαση της ΚΕ του ΕΑΜ και τη διοίκηση των ελεύθερων περιοχών της Ελλάδας, «για να εξασφαλιστεί αρτιότερος συντονισμός στη διεξαγωγή του όλου αγώνα για την ελληνική ανεξαρτησία και δημοκρατία»[34].
Σημειώσεις
1. ΕΑΜ, Λευκή Βίβλος. Μάης 1944-Μάρτης 1945, Τρίκαλα, Ανατύπωση Αθήνας, 1945, σελ. 23.
2. Στέφανος Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, εκδ. Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1958, σελ. 581.
3. Γιάννης Ανδρικόπουλος, 1944. Κρίσιμη χρονιά, τόμ. Β', εκδ. Διογένης, Αθήνα, 1974, σελ. 239.
4. Ελευθερία, 2.12.1944.
5. Ό.π.
6. Ριζοσπάστης, 2.12.1944.
7. Νίκανδρος Κεπέσης, Ο Δεκέμβρης του 1944, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1994, σελ. 165.
8. Όλο το Σχέδιον Ενέργειας του Α' ΣΣ του ΕΛΑΣ στο Σπόρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986, σελ. 46-50.
9. Συγκριμένα: Η Ορεινή Ταξιαρχία αριθμούσε περίπου 2.500 άνδρες, οι ταγματασφαλίτες που στρατωνίζονταν στο Γουδή 1.500, η Χωροφυλακή 3.000, η αστυνομία πόλεων 2.000, η «X» και ο ΕΔΕΣ 1.000 και τα Τάγματα Εθνοφυλακής 1.000. [Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, Έγγραφο 68490, «Έκθεση του Ξ.Ι.Φ./30 (Θ. Μακρίδη) για τη δράση του ΕΛΑΣ την περίοδο 1940-1944»]. Στους παραπάνω προστέθηκαν στις 12 Δεκέμβρη, κατά την ομολογία του τότε υφυπουργού Στρατιωτικών Λ. Σπαή, 12.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας: «Η εισήγηση», έγραψε 3 δεκαετίες αργότερα,«ήταν των Άγγλων και η απόφαση δική μου. Ήταν πόλεμος πλέον και κάθε μέτρο φαίνεται “επιβεβλημένο”. Δε θέλω να δικαιολογήσω την πράξη μου, αλλά δε γινόταν αλλιώς, η στρατιωτική μας δύναμη ήταν ανύπαρκτη. Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους...» (Πολιτικά Θέματα, 4.12.1974).
10. Οι βρετανικές δυνάμεις στην Ελλάδα, τέλη Δεκέμβρη του 1944, ξεπέρασαν τις 50.000, ενώ στις μάχες της Αθήνας και του Πειραιά είχαν στη διάθεσή τους δεκάδες άρματα μάχης, αεροπλάνα, βαριά όπλα, καθώς και τα κανόνια του στόλου (Νίκανδρος Κεπέσης, Ο Δεκέμβρης του 1944, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1994, σελ. 190).
11. Τις επόμενες μέρες οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ ενισχύθηκαν, ξεπερνώντας τις 16.000. [Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, Έγγραφο 68490, Έκθεση του Ξ.Ι.Φ./30 (Θ. Μακρίδη) για τη δράση του ΕΛΑΣ την περίοδο 1940-1944].
12. Νίκανδρος Κεπέσης, ό.π., σελ. 164.
13. Ό.π., σελ. 164-170. Την ΚΕ του ΕΛΑΣ αποτέλεσαν ο Γ. Σιάντος (Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ) και οι στρατηγοί του ΕΛΑΣ Μαν. Μάντακας και Μιχ. Χατζημιχάλης. Επιτελάρχης ανέλαβε ο αντισυνταγματάρχης Κ. Λαγγουράνης.
14. ΡΟ 371/43736 Β19861, Λίπερ προς ΡΟ, 2 Δεκέμβρη 1944, στο Μπάμπης Γραμμένος (επιμ.), Αυτός ήταν ο Δεκέμβρης. Η ένοπλη απάντηση του λαού στην αγγλική κατοχή, εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα, 2004, σελ. 14.
15. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 5, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1981, σελ. 515.
16. Σπύρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986, σελ. 56.
17. 0 Άγγελος Έβερτ ήταν αρχηγός της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών επί Κατοχής, ενώ διατηρήθηκε στη θέση αυτή από τον Γ. Παπανδρέου και μετά από την Απελευθέρωση. Όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο Έβερτ το 1958,«βάσει των υπευθύνων διαταγώντας οποίας είχον, διέταξα και εγώ υπευθύνως την βιαίαν διάλυσιν των επιτιθεμένων διαδηλωτών». (Ακρό- πολις, 12.12.1958).
18. Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944», στο Τμήμα Ιστορίας (επιμ.), Δεκέμβρης του ’44. Η κρίσιμη ταξική σύγκρουση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014, σελ. 205.
19. Σπύρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), ό.π., σελ. 59-64. Στα απομνημονεύματά του ο Λίπερ αναφέρει: «Κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της μάχης οι βρετανικές δυνάμεις, «που αριθμητικά υστερούσαν πολύ, ήταν περιορισμένες στο κέντρο της πόλεως. Αν ο ΕΛΑΣ είχε δείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και έσπευδε προς το κεντρικό τμήμα της πόλεως, πιθανώς να είχε επιτύχει, αλλά θα του είχε κοστίσει ακριβά. Ευτυχώς δεν προσπάθησαν.» Γιάννης Ανδρικόπουλος, 1944 Κρίσιμη χρονιά, τόμ. Β', εκδ. Διογένης, Αθήνα, 1974, σελ. 256).
20. Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944», στο Τμήμα Ιστορίας (επιμ.), Δεκέμβρης του ’44. Η κρίσιμη ταξική σύγκρουση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014, σελ. 206.
21. ΡΒΕΜ 3/212/10, όπως παρατίθεται στο Γιάννης Ανδρικόπουλος, ό.π., σελ. 244.
22. Στέφανος Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, εκδ. Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1958, σελ. 585. Διοικητής του 2ου Συντάγματος ήταν ο Μιχ. Παπαζήσης και Καπετάνιος ο Δ. Δημητρίου (Νικηφόρος). Ο πρώτος παρέδωσε το Σύνταγμα αμαχητί, ενώ ο δεύτερος είχε πάει στην Κηφισιά, μετά από επείγον τηλεγράφημα που του είχε σταλεί, όπως υποστήριξε, από τη διοίκηση της II Μεραρχίας (καπετάν Ορέστης-Μούντριχας). Ο Δ. Δημητρίου σε βιβλίο του έχει «θέσει με πολλά στοιχεία την όλη υπόθεση. (Δημήτρης Ν. Δημητρίου - Νικηφόρος, Δεκεμβριανό 1944:2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Παγίδευση και αφοπλισμός, Αθήνα, 1997).
23. Δημήτρης Ν. Δημητρίου-Νικηφόρος, Δεκεμβριανά 1944: 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Παγίδευση και αφοπλισμός, Αθήνα, 1997, σελ. 95.
24. Ό.π., σελ. 94-95.
25. ΡΒΕΜ3/212/10, όπως παρατίθεται στο Γιάννης Ανδρικόπουλος, 1944. Κρίσιμη χρονιά, τόμ. Β', εκδ. Διογένης, Αθήνα, 1974, σελ. 245.
26. Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944», στο Τμήμα Ιστορίας (επιμ.), Δεκέμβρης του ’44. Η κρίσιμη ταξική σύγκρουση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014, σελ. 207-208.
27. Σπόρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986, σελ. 75-76 και Γιάννης Κυριακίδης, Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας. 1941-1945. Βιβλίο II. Το 1/1 Τάγμα του ΕΛΑΣ της Αθήνας και το αρχείο του, Νέα Σμύρνη, 1985, σελ. 340.
28. Σπύρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), ό.π., σελ. 78-79.
29. Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, Δεκέμβρης-Εμφύλιος 1944-1949, εκδ. Κ. Καπόπουλος, Αθήνα, 1994, σελ. 118. και Σπόρος Α. Κωτσάκης (Νέστορας), ό.π., σελ. 78-79.
30. Τον Δαμασκηνό, ωστόσο, δε δέχονταν ούτε οι Φιλελεύθεροι, ούτε οι Λαϊκοί. (Γιάννης Ανδρικόπουλος, 1944. Κρίσιμη χρονιά, τόμ. Β', εκδ. Διογένης, Αθήνα, 1974, σελ. 244-255).
31. Νίκανδρος Κεπέσης, Ο Δεκέμβρης του 1944, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1994, σελ. 203-205.
32. 0 ΕΛΑΣ επιτέθηκε και συνέτριψε τις δυνάμεις του Τσαούς Αντόν στην Ανατολική Μακεδονία στις 12 Δεκέμβρη.
33. Νίκανδρος Κεπέσης, ό.π., σελ. 266-267.
34. Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, Έγγραφο 28833, Απόφαση της ΚΕ του ΕΛΑΣ με την οποία αναλαμβάνει τη Δ/ση των «Ελευθέρων Περιοχών» της Ελλάδας, 18.1.1945.
Απόσπασμα από το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ τόμος Β1 1939-1949
Σ.Σ.: οι υπογραμίσεις δικές μας
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε