Εισαγωγή:
Μετά την ελληνική συνθηκολόγηση τον Απρίλιο του 1941, η ναζιστική Γερμανία παραχώρησε τις περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας ανατολικά του Στρυμόνα και της Θράκης στη Βουλγαρία με την οποία είχε συνάψει σύμφωνο συμμαχίας.
Με την ανοχή της Γερμανίας, η Βουλγαρία ενσωμάτωσε τις περιοχές αυτές στο βουλγαρικό κράτος επιχειρώντας τον πλήρη εκβουλγαρισμό τους. Το ίδιο διάστημα η Σοβιετική Ένωση αντιμετώπιζε την επίθεση της Γερμανίας και έκανε έκκληση προς όλα τα κομμουνιστικά κόμματα των κατεχόμενων χωρών να οργανώσουν αντικατοχικές ενέργειες.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ ήδη από το καλοκαίρι του 1941 οργάνωσε ανταρτικές ομάδες που τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου πέρασαν στην ένοπλη δράση. Σημαντικότερη ωστόσο δραστηριότητα ανέπτυξαν οι κομμουνιστικές οργανώσεις της Δράμας που οργάνωσαν μεγάλης κλίμακας ανταρτικές επιθέσεις που έλαβαν χώρα στις 28 Σεπτεμβρίου.
Η αντίδραση των βουλγαρικών αρχών ήταν άμεση και η «εξέγερση της Δράμας», όπως έμεινε γνωστή, πνίγηκε στο αίμα. Πάνω από 2140 υπήρξαν τα θύματα με βάση την εξαντλητική έρευνα του Δημήτρη Πασχαλίδη που έχει δημοσιευτεί σε ειδική μελέτη μας.
Έκτοτε, η βουλγαρική κατοχή κατέστη ακόμη σκληρότερη. Για τον λόγο αυτό, η ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη καθυστέρησε σχετικά με άλλες περιοχές και έπρεπε να φτάσουμε το φθινόπωρο του 1943 για να συγκροτηθούν οργανώσεις του ΕΑΜ και το 26ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ στο οποίο αρχικά συμμετείχαν και Πόντιοι καθώς και άλλοι ανεξάρτητοι οπλαρχηγοί ενώ ενισχύθηκε με Βρετανούς συνδέσμους αξιωματικούς και ρίψεις υλικών.
(Από το βιβλίο του Τάσου Χατζηαναστασίου, Αντάρτες και Καπετάνιοι)
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε