Οι Βαγγελιές της Κρήτης…
Μέχρι το 1947 ο εμφύλιος δεν είχε φτάσει στην Κρήτη. Υπήρχαν βέβαια φυγόδικοι αντιστασιακοί στα βουνά και παρακρατικοί στις πόλεις ή τα χωριά. Οι εφημερίδες της εποχής καταγράφουν τη διάλυση εαμικών συγκεντρώσεων, τις συλλήψεις και τις δικαστικές διώξεις, ενώ από τα μέσα του 1946 είχαν αρχίσει σποραδικές δολοφονίες στελεχών της Αριστεράς, με πρώτο θύμα το Ρούσο Τσιγκουνάκη. Στις 22 Απριλίου 1947 πραγματοποιήθηκε στα Χανιά σύλληψη όλων σχεδόν των ΕΑΜιτών του νομού και άμεση εκτόπισή τους σε ξερονήσια.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αφενός της εμφύλιας τρομοκρατίας και αφετέρου της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας οι Βαγγελιές δρούσαν, η καθεμιά ανάλογα με τις ιδιαίτερες κλίσεις και δυνατότητές της.
H Bαγγελιώ Φωτιάδη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1925 στο Ηράκλειο. Ήταν Ηπειρωτικής καταγωγής από την πλευρά του πατέρα της και ορφανή από μητέρα. Είχε τρία αδέλφια, τον Χρήστο, τον Φάνη και τον Νίκο, ενώ η οικογένεια είχε χάσει ήδη τον Γιάννη. «Ήταν μέτρια στο ανάστημα, ανοιχτόχρωμη με κοντά καστανά μαλλιά και πλατύ χαμόγελο, πολύ όμορφη και πάντα γελαστή».
Ο πατέρας της Βάγιας, είχε ένα φούρνο γνωστό στην ευρύτερη γειτονιά, στην οδό Αγιοστεφανιτών, όπου ζύμωναν ψωμί αλλά κύρια παραγωγή τους ήταν το παξιμάδι. Ο φούρνος αυτός ήταν η μόνη πηγή εσόδων για την οικογένεια αλλά συγχρόνως προσέφερε θαλπωρή και φιλοξενία σε φτωχά παιδιά, σε γυφτάκια της γειτονιάς και σε «ανθρώπινα, θαλασσοβασσανισμένα κορμιά…που δεν είχαν μοίρα, οικογένεια και σπίτι»[1].
Δεκάδες παιδιά έτρωγαν οτιδήποτε έβρισκαν στο φούρνο και κοιμόντουσαν δίπλα στη φωτιά. Το γεγονός αυτό, βέβαια, έγινε γρήγορα γνωστό και διαδόθηκε στον περίγυρο. Έτσι οι γείτονες συμβούλευαν ο ένας τον άλλο να μην ψήνουν τα φαγητά τους στο φούρνο του Βάγια, με τη δικαιολογία ότι άστεγοι βούταγαν το φαγητό από τα ταψιά. Παρά τα όσα κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικογένεια, ο Βάγιας δεν έδιωχνε τα πεινασμένα παιδιά. «Ο ίδιος ο χώρος αυτός του φούρνου προσφερόταν και ως τόπος συνάντησης μελών της ΕΠΟΝ με νέους ανθρώπους που σταδιακά εντάσσονταν στην οργάνωση»[2].
Bαγγελιώ Φωτιάδη
Σε αυτόν το φούρνο μεγάλωσε η Βαγγελιώ Φωτιάδη και τα αδέλφια της. Από μικρή ηλικία διψούσε για μάθηση και προσπαθούσε να αποκτήσει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις. Έτσι αποφοίτησε από το δημοτικό με άριστα και η αγάπη της για τα γράμματα τη βοήθησε να αριστεύσει και στις «4 πρώτες τάξεις του εξατάξιου Γυμνασίου του ισότιμου ιδιωτικού σχολείου «Λύκειον ο Κοραής» και στις δυο τελευταίες τάξεις του δημοσίου γυμνασίου»[3] (της Εμπορικής Σχολής). Στα χρόνια της κατοχής η Β.Φ, όπως και όλα τα άλλα κορίτσια «παρακολουθούσαν τα μαθήματα τους στο γυναικωνίτη του Αγίου Μηνά»[4]. Παράλληλα φαίνεται ότι παρακολουθούσε «μαθήματα γαλλικής γλώσσας στη Γαλλική Σχολή Καλογραιών»[5]. Το 1943 ήταν από τους πρώτους που εντάχθηκε στους κύκλους της ΕΠΟΝ «έπειτα από παρότρυνση του μεγαλύτερου αδερφού της, Χρήστου»[6]. Αν και ήταν μόλις 18 ετών, εξελίχθηκε γρήγορα σε ένα από τα πιο δραστήρια μέλη της οργάνωσης, ώστε το 1948 να γίνει γραμματέας. Η Βαγγελιώ κατάφερε να ξεχωρίσει για τη μαχητικότητα της, την ενέργειά της και το δυναμισμό της, ενώ ήταν αγαπητή στους συναγωνιστές της, «σκέτο σπίρτο»[7]. Αυτό που την χαρακτήριζε ήταν η τσαχπινιά, αν και έμοιαζε με αγοροκόριτσο ήταν πάντα ένα ζωηρό, όμορφο και πρόσχαρο κορίτσι.
Με την Βαγγελιώ Αρμενάκη είχε ήδη συνδεθεί πριν ενταχθούν και οι δύο στην ΕΠΟΝ. Μάλιστα, «το πιθανότερο είναι, ότι η Β.Φ. προέτρεψε τη Β.Α. να γίνει και αυτή μέλος της ΕΠΟΝ, λόγω του ισχυρού φιλικού τους δεσμού»[8]. Η Βαγγελιώ Αρμενάκη είχε γεννηθεί στις 23 Φεβρουαρίου 1926 στο Ηράκλειο[9]. Η μητέρα της λεγόταν Λευκοθέα και ο πατέρας της Νίκος, με καταγωγή από τα Χανιά, από τον οποίο έμειναν νωρίς ορφανά, αυτή και τα δυο αδέρφια της, ο μεγαλύτερος αδερφός της Γιάννης και η μικρότερη αδερφή της Πόπη. Η οικογένεια Αρμενάκη είχε το σπίτι τους απέναντι από τον Άγιο Μηνά και υποδηματοποιείο στην Πλατιά Στράτα, το οποίο ανέλαβε η μητέρα της μετά το θάνατο του πατέρα της. Η οικονομική τους κατάσταση φαίνεται να ήταν αρκετά καλή. Η Βαγγελιώ Αρμενάκη ήταν μια ψηλή και λιγνή κοπέλα με μαύρα μαλλιά και μαύρα μάτια. «Ήταν πολύ όμορφη με ωραία λαμπερά μάτια και λεπτά καλλίγραμμα χείλη, που όταν γελούσαν αιχμαλώτιζαν τον συνομιλητή τους και ήταν αδύνατον να ξεφύγει από την πειθώ της»[10].
Διακρινόταν για τη γλυκύτητα του χαρακτήρα της και την ευαισθησία της στα κοινά «μια εξαιρετικά ντροπαλή, χαμηλών τόνων, αλλά και απίστευτα έξυπνη κοπέλα»[11].
Ντυνόταν πάντα κομψά και ντελικάτα, ωστόσο ως ένδειξη πένθους για τον πατέρα της φορούσε πάντοτε μαύρα ρούχα. Γεγονός είναι πάντως ότι ήταν και αυτή δυναμική, ατρόμητη και θαρραλέα.
Οι δύο αυτές νεαρές κοπέλες ήταν συνδεδεμένες με μια πολύ ισχυρή φιλία, η οποία κράτησε μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής τους. Ήταν τόσο όμοιες αλλά συγχρόνως και τόσο διαφορετικές, «τόσο αγαπημένες σαν αδελφές, για αυτό και λίγο πριν την εκτέλεση αγκαλιάσθηκαν»[12]. Ήταν ατρόμητες και οι δύο, έκαναν μια αδιάκοπη πάλη για τα ιδανικά της οργάνωσης, η μια με αγωνιστικό πάθος η άλλη με ήρεμο πείσμα και έπεσαν περήφανες. Πίσω από το φωτεινό και μαχητικό τους πρόσωπο δεν πρέπει να παραβλέψει κανείς το νεαρό της ηλικίας τους. Ως μέλη της ΕΠΟΝ συμμετείχαν τόσο σε δράσεις κατά των Γερμανών, γράφοντας συνθήματα σε τοίχους ή σε δρόμους, μεταφέροντας μηνύματα και διανέμοντας προκηρύξεις όσο και σε έργα διαφώτισης, ενημέρωσης, προώθησης αντιφασιστικών και εθνικοαπελευθερωτικών αρχών και διανομής τροφίμων. Πολλοί που ήξεραν ότι ήταν μέλη της ΕΠΟΝ «τους έλεγαν να προσέχουν, ιδιαίτερα οι καθηγητές τους όταν έκαναν μαθήματα στον Άγιο Μηνά»[13]. Παράλληλα διοργανώνονταν από την τοπική λέσχη της ΕΠΟΝ θεατρικές παραστάσεις, όπου συμμετείχαν οι Βαγγελιές. «Τα γραφεία της ΕΠΟΝ βρίσκονταν απέναντι από το καθολικό της εκκλησίας των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, σε ένα χώρο μεγάλο, που διέθετε ένα πατάρι, στο οποίο φύλαγαν τα κοστούμια των παραστάσεων»[14]. Διάβαζαν Γκόρκι, συζητούσαν για την λευτεριά, έπαιζαν, τραγουδούσαν, κατέγραφαν τα νέα μέλη, τύπωναν τις προκηρύξεις τους, οραματιζόμενοι ένα καλύτερο μέλλον, μια ελεύθερη Ελλάδα, χωρίς ξένους και ντόπιους κατακτητές[15]. Με την απελευθέρωση από τους Γερμανούς φάνηκε καθαρά ότι μόνο με αγώνα επίμονο είχε κατακτηθεί η εθνική ελευθερία.
Η σύλληψη και η περιπέτεια ως την εκτέλεση των δυο Βαγγελιών εμφανίζεται στον τοπικό Τύπο στις 11 Μαρτίου 1948. Σε άρθρο στην τοπική εφημερίδα «Πατρίς» (11/3/1948) με μεγαλογράμματο τίτλο «Σύλληψις Κομμουνιστριών» και υπότιτλο «Εξέδιδον και εκυκλοφόρουν λαθραίως πολυγραφημένην κομμουνιστικήν εφημερίδα» δημοσιεύθηκε η κατόπιν πληροφοριών του Διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας Ν. Δραμητινού έρευνα και κατάσχεση του χαρτιού στο οποίο εκτυπωνόταν η εφημερίδα «Ελεύθερη Κρήτη» καθώς και η σύλληψη της Ευαγγελίας Αρμενάκη και της Ευαγγελίας Φωτιάδου «επιφανών στελεχών της τέως κομμουνιστικής οργανώσεως ΕΠΟΝ», τη νύχτα της 10ης Μαρτίου «εις τας οικίας των ανωτέρω». Ο Διοικητής πληροφόρησε τους δημοσιογράφους ότι οι δυο συλληφθείσες ενέχονταν «εις την τελευταίως σημειωθείσαν ενταύθα κομμουνιστική κίνησιν πρός στρατολογίαν συμμοριτών διά την ενίσχυσιν της συμμορίας του καπετάν Γιώργου Χανίων», στην οποία είχαν ήδη στείλει τον Ι. Ψαριανό, εξόριστο κομμουνιστή.
Συντομότερης έκτασης ήταν το δημοσίευμα της ίδιας ημερομηνίας από την εφημερίδα «Η Δράσις», με τον τίτλο «Ανακάλυψις κομμουνιστικής οργανώσεως», ενώ την επόμενη μέρα η ίδια εφημερίδα επιδοκιμάζει τις ενέργειες της Γενικής Ασφάλειας, ιδιαίτερα «τον οξυδερκή και αεικίνητον υπομοίραρχον κ. Δραμητινόν»,για την ανακάλυψη της κομμουνιστικής σπείρας στο Ηράκλειο, που εξέδιδε κομμουνιστική εφημερίδα, για να ενισχύει τους ομοφρόνους της, χωρίς όμως να αναγράφονταιτα ονόματα των Βαγγελιών.
Είναι σίγουρο ότι «τη Βαγγελιώ Φωτιάδη παρακολουθούσε η αστυνομία. Μάλιστα σε σχετική έφοδο που είχε γίνει παλαιότερα στο σπίτι της, η ίδια είχε κρυφτεί πίσω από μια σκάφη και έτσι δεν είχε γίνει αντιληπτή από τους ασφαλίτες»[16]. Οι μέρες περνούσαν με τις δυο κοπέλες να μεταφέρονται κάθε πρωί στους στάβλους των Μπαντουβάδων για ανακρίσεις, βασανισμούς και άσκηση πίεσης, για να καταδώσουν τους συντρόφους τους και να οδηγούνται τα βράδια στα κρατητήρια στο κέντρο της πόλης, σε ένα μικρό πολύ ασφυκτικό κελί με ένα μικρό παραθυράκι, όπου κρατούνταν και οι δυο μαζί. «Παρέμεναν άκαμπτες, αλύγιστες και σταθερά αμετανόητες για τα «πιστεύω» τους, παρόλο που συχνά επέστρεφαν στο κελί τους πολύ ταλαιπωρημένες και κακοποιημένες. Ιδιαίτερα η Βαγγελιώ Φωτιάδη έφερε περισσότερα τραύματα, καθώς θεωρούνταν από τους ασφαλίτες πιο επικίνδυνη και υφίστατο περισσότερα μαρτύρια»[17]. Το ότι δε μαθεύτηκε τίποτα από το στόμα τους για τη δράση της ομάδας των Χανίων είναι σίγουρο, μια και στο διάστημα της φυλάκισής τους δεν έγιναν συλλήψεις της ομάδας του Κλάδου[18].
Βαγγελιώ Κλάδου
Στις 28 Μαρτίου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Πατρίς» η απόφαση να εκδικασθεί από το Στρατοδικείο Ηρακλείου η υπόθεση κατά των δυο Βαγγελιών και ενός ακόμη κομμουνιστή, του Σ. Ζουρίδη, για παράβαση του Γ΄ Ψηφίσματος «ήτοι διότι εκυκλοφόρουν την εφημερίδα «Ελεύθερη Κρήτη» επαναστατικού περιεχομένου» στις 6 Απριλίου.
Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι τριών άλλων κομμουνιστών (Κ. Γαράκη από τη Νεάπολη, Θ. Ξενιδάκη από τη Σητεία και Κανάκη Κλώντζα από την Κρητσά) η εκδίκαση της υπόθεσης αποφασίστηκε για τις 9 Απριλίου[19]. Εντωμεταξύ τοποθετήθηκε ο Ταγ/χης Γ. Λυγεράκης, γνωστός ως ο «’Ελευθερωτής τῆς Κονίτσης», Φρούραρχος της πόλης του Ηρακλείου στο ΚΒΕ Ηρακλείου (Η Δράσις, 1/4/1948) και λίγες μέρες αργότερα αποφασίστηκε η αναβολή της δίκης των Βαγγελιών «προς συνέχισιν και συμπλήρωσιν των σχετικών ανακρίσεων»[20], τη στιγμή που η δίκη των τριών άλλων κομμουνιστών για το ίδιο αδίκημα (παράβαση του Γ΄ Ψηφίσματος) ανακοινώθηκε ότι επρόκειτο να διεξαχθεί κανονικά[21].
Μάλιστα δυο μέρες αργότερα δημοσιεύθηκε η απόφαση του εκτάκτου Στρατοδικείου, σύμφωνα με την οποία οι δυο από τους τρεις καταδικάστηκαν σε ενός έτους φυλάκιση και ο τρίτος αθωώθηκε[22].
Τα όποια ερωτήματα για τους λόγους της καθυστέρησης ή διαφορετικής αντιμετώπισης της υπόθεσης των δυο Βαγγελιών είναι εύκολο να απαντηθούν από το δημοσίευμα στο ίδιο φύλλο με υπότιτλο «Συνελήφθησαν τα ηγετικά στελέχη». Το άρθρο εκθέτει όλη τη δράση του Ν. Δραμητινού από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο του 1948, που σκοπό είχε την ανακάλυψη της «μεγάλης κομμουνιστικής οργανώσεως», η οποία έκανε εράνους και διέθετε μέρος των χρημάτων για την ενίσχυση του συμμοριακού αγώνα, τη συντήρηση των εξορίστων, την παράνομη έκδοση της εφημερίδας και των επαναστατικών προκηρύξεων του ΚΚΕ.
Ακολουθεί ονομαστικός κατάλογος των συλληφθέντων που είχαν αναλάβει υπεύθυνες θέσεις στις περιφέρειες της πόλης και της υπαίθρου, με τα ονόματα των δυο Βαγγελιών και του Ι. Ψαριανού ως υπευθύνων της πόλης του Ηρακλείου.
Κάποια άλλα άτομα φέρονταν υπεύθυνα για τη συγκέντρωση και παράδοση των εντύπων, κάποιοι άλλοι για τη διανομή, την κυκλοφορία τους και τη διενέργεια εράνων υπέρ του ΚΚΕ, ενώ δυο ακόμη για την κατοχή διαφόρων κομμουνιστικών βιβλίων σε πολλά αντίτυπα.
Είναι σαφές ότι θεωρήθηκαν άκρως επικίνδυνες οι δυο Βαγγελιές, επομένως ενώ η σύλληψή τους αφορούσε παράβαση του Γ΄ ψηφίσματος, φάνηκε να παίρνει διαστάσεις σπουδαίας ανακάλυψης μιας μεγάλης κομμουνιστικής οργάνωσης και των ηγετικών στελεχών της.
Τις μέρες που ακολούθησαν δημοσιεύονταν στον Τύπο καθημερινά πίνακες με ονόματα πολιτών που επιθυμούσαν να αναλάβουν την περίθαλψη συμμοριόπληκτων παιδιών, ανακοινωθέντα του Γενικού Επιτελείου Στρατού για τις απώλειες των συμμοριτών, ειδήσεις για τις συμπλοκές συμμοριτών και εθνικοφρόνων στο Ν. Χανίων και επιστολές μεταμέλειας «πλανημένων» στρατιωτών.
Το κλίμα έδειχνε να είναι ήδη αρκετά βαρύ για αυτούς που βρίσκονταν στα χέρια της αστυνομίας, πολύ περισσότερο όταν μάλιστα επρόκειτο για δύο κοπέλες. Ήδη διαδίδονταν διάφορα για τις σχέσεις ανδρών και γυναικών στον χώρο του ΚΚΕ, τα οποία ενισχύθηκαν ιδιαίτερα μετά τη δημοσίευση Προκήρυξης της ΕΠΟΝ Ν. Χανίων με θέμα την ισοτιμία των δύο φύλων[23].
Και ενώ 1η Μαΐου δημοσιεύεται η επιτυχής σύλληψη του Ν. Σαμαρίτη, αρχηγού της οργανωτικής επιτροπής του ΚΚΕ και γυναικάδελφου του καπετάν Ποδιά, την ίδια μέρα σημειώθηκε απόπειρα δολοφονίας κατά του υπουργού Δικαιοσύνης Χ. Λαδά, ο οποίος κηδεύθηκε στις 4 Μαΐου, με όλο τον κυβερνητικό κόσμο να στρέφεται εναντίον των κομμουνιστών. Το συλλαλητήριο που οργανώθηκε για την Κυριακή 9 Μαΐου στις 9.30 π.μ. στο θέατρο «Ντορέ» και τα κείμενα που γράφονταν στον τοπικό Τύπο για τη δολοφονία του Λαδά κατακλύζονταν από μένος εναντίον του ΚΚΕ, πράγμα που ασφαλώς δυσκόλευε ολοένα και περισσότερο τη θέση και την εξέλιξη της υπόθεσης των Βαγγελιών όπως και κάθε άλλου κομμουνιστή[24].
Μέσα Μαΐου (14/5/1948) ανακοινώθηκε η παραπομπή για δίκη στις 28 Μαΐου στο έκτακτο Στρατοδικείο 26 κατηγορουμένων, με πρώτα τα ονόματα των δύο Βαγγελιών. Όλοι κατηγορούνταν ότι τους πρώτους μήνες του 1948 εκτύπωναν και διένεμαν την επαναστατικού περιεχομένου εφημερίδα «Ελεύθερη Κρήτη» και τις προκηρύξεις με τίτλο «Μπροστά στο Νέο Εικοσιένα», ενώ παράλληλα επεδίωκαν την βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος, διενεργούσαν παράνομο έρανο για την ενίσχυση του αντάρτικου αγώνα και παρείχαν μέρος του εράνου καθώς και πληροφορίες στον Ν. Σαμαρίτη και την ομάδα του[25]. Η πίεση που ασκούνταν από την κυβέρνηση ήταν οπωσδήποτε μεγάλη για τη εξόντωση των συμμοριτών. Την ίδια μέρα στάλθηκε έκκληση προς τους Χανιώτες να καταδώσουν το μέρος στο οποίο κρύβονταν οι καπεταναίοι, το συγκρότημα κυρίως του καπετάν Γιώργου, για την ενίσχυση του οποίου κατηγορήθηκαν αρχικά ότι διενεργούσαν έρανο οι δυο Βαγγελιές[26]. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε μάλιστα ότι «η εκκαθάρισις της εν Ελλάδι καταστάσεως θα επέλθη ή διά της παραδόσεως των συμμοριτών άνευ όρων ή δια της συντριβής των»[27]. Ακολούθησε μέσα σε λίγες μέρες η σύλληψη των εκτελεστών του Λαδά, ενώ στις 21 του ίδιου μήνα ανακοινώθηκε ότι για την δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζώρτζ Πόλκ ένοχη ήταν η κομμουνιστική ηγεσία. Το αντικομμουνιστικό κύμα οπωσδήποτε φούντωσε, ενώ τις αμέσως επόμενες μέρες αφενός δημοσιεύθηκαν τα πορίσματα ανακρίσεων για τη δολοφονία του Λαδά[28] και για την συμμοριακή οργάνωση στα Χανιά, όπου παραπέμπονταν 22 πολίτες ως ένοχοι[29], η καταδίκη σε θάνατο του κομμουνιστή Γ. Κουσίδη, μέλους της ομάδας του Ποδιά[30] και αφετέρου δηλώσεις μετανοίας πολλών πολιτών του Ηρακλείου[31].
Βαγγελιώ Κλάδου
Η δίκη και των 26 στο Έκτακτο Στρατοδικείο Ηρακλείου ξεκίνησε, όπως είχε ανακοινωθεί στις 28 Μαΐου 1948[32]. Μέχρι τις απογευματινές ώρες είχαν εξετασθεί οι μάρτυρες κατηγορίας, ενώ στις 6.00 μ.μ. άρχισε η εξέταση των μαρτύρων της υπεράσπισης. Σε όλη τη διάρκεια της δίκης «η κόρη του Βάγια έδειχνε αποφασιστική και θαρραλέα, η Αρμενάκη φαινόταν πιο σεμνή και φοβισμένη. Στις απαντήσεις τους επέμεναν ότι δεν έκαναν κάτι μεμπτό ούτε ότι έκαναν κάτι εναντίον της πατρίδας τους ή ότι ήταν όργανα ξένων κυβερνήσεων. Ό,τι έκαναν, το έκαναν από αγάπη για την πατρίδα τους και την ελευθερία τους. Οι στρατοδίκες με το φαρμακερό τους βλέμμα δεν τις πίστευαν, γιατί δεν πίστευαν και οι ίδιοι στην ελευθερία[33]». Την επόμενη μέρα η δίκη κράτησε ως τις 9.00 μ.μ. και επρόκειτο να συνεχισθεί την Κυριακή, οπότε εκδόθηκε η απόφαση, με την οποία επιβλήθηκε η ποινή του θανάτου στην Ευαγγελία Αρμενάκη, Ευαγγελία Φωτιάδου, Ιωάννη Ψαριανό, Ιωσήφ Παπαδοπεράκη και Νίκο Μπετεινάκη, των ισόβιων δεσμών σε έναν κατηγορούμενο, κάποιων χρόνων φυλάκισης σε 10 άλλους, ενώ απαλλάχτηκαν όλοι οι υπόλοιποι[34]. Το φρόνημά τους προκάλεσε την έκπληξη πολλών, οι οποίοι θεώρησαν ότι η στάση τους οφειλόταν σε μια «παγκόσμια κρίση που είχε προκαλέσει ο κομμουνισμός και φθάνει τα όρια της αλλοφροσύνης», για αυτό και κατά τη γνώμη τους ο νόμος «εξήντλησε την επιείκειάν του» στην επιβολή των ποινών. Ήταν επόμενο «η εμμονή των κατηγορουμένων να φέρει αυτή την απόφαση»[35]. Υπήρξε, όμως, και η έκπληξη αυτών που θαύμασαν το θάρρος των κατηγορουμένων και δυσκολεύονταν να πιστέψουν την απόφαση της θανατικής ποινής. Έτσι από τη μια οι συνήγοροι των πέντε καταδικασθέντων: Κ. Μαμαλάκης, Ευάγ. Χρυσός, Ι. Τσαντηράκης και Δ. Βουρεξάκης έστειλαν αμέσως στον υπουργό των Στρατιωτικών Ν. Στράτο τηλεγράφημα, με το οποίο ζητήθηκε να διαταχθεί η αναστολή της θανατικής ποινής, αφού είχαν απαλλαχθεί και οι πέντε από την κατηγορία για συνέργεια σε συμμοριακή δράση και είχαν καταδικασθεί μόνο για την κυκλοφορία κομμουνιστικής προκήρυξης. Μάλιστα πρόσθεταν ότι ο Βασιλικός Επίτροπος είχε ζητήσει ως ποινή τα ισόβια δεσμά[37].
Παρά, όμως, τις εκκλήσεις, την 5η Ιουνίου 1948 στις 4.45 π.μ, έγινε η εκτέλεση και των πέντε κατηγορουμένων στο Αρμένικο Νεκροταφείο, (που είναι η βορινή πλευρά του
γηπέδου του ΟΦΗ, οι εξέδρες), με την παρουσία του Φρουράρχου της πόλης, του Ταγματάρχη Γ. Λυγεράκη, του Εισαγγελέα Κ. Γιαννακόπουλου και του Διοικητή της Χωροφυλακής Γ. Χαλκιαδάκη[38]. «Γιατί τόση βιασύνη; Γιατί δεν περίμεναν το αποτέλεσμα της αίτησης χάριτος; Πιθανολογείται ότι δέχονταν πιέσεις για εκτέλεση θανατικών ποινών, ότι φοβόντουσαν μήπως εγκρινόταν η αίτηση χάριτος και ότι δεν ήθελαν να δώσουν χρόνο στο ΚΚΕ[39]». Προηγήθηκε, κατά το τυπικό, εξομολόγηση και θεία κοινωνία, ενώ οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν να τους δέσουν τα μάτια. Η εκτέλεση έγινε ομαδικά και για τους πέντε, ενώ το πρόσταγμα έδωσε ο Ταγματάρχης Γ. Λυγεράκης[40]. Ειδικά για την παρουσία του Φρουράρχου, δημοσιεύθηκε διευκρίνιση ότι η παρουσία του στην εκτέλεση των πέντε ήταν υποχρεωτική, όπως όριζαν οι κανονισμοί[41]. Για τις τελευταίες στιγμές των Βαγγελιών λέγεται ότι «ο Δραμητινός πλησίασε την Βαγγελιώ Αρμενάκη, η οποία φορούσε χρυσά σκουλαρίκια και της τα τράβηξε, κόβοντάς της το αυτί»[42]. Αγκαλιάστηκαν και φώναξαν: «Ζήτω ο Μάρκος Βαφειάδης, Ζήτω ο Δημοκρατικός Στρατός»[43].
Οι δυο Βαγγελιές έμειναν στη μνήμη πολλών ανθρώπων ως δυο αχώριστες φίλες, με όραμα αληθινό, με ελπίδα για την ελευθερία, τη ζωή και τον άνθρωπο. Στα λίγα χρόνια που έζησαν ανάμεσα στους γονείς, στα αδέλφια και στους φίλους τους μπόρεσαν να αφήσουν δυνατή τη σφραγίδα της παρουσίας τους. Μιας παρουσίας δυναμικής, μαχητικής και συγχρόνως σεμνής.
Η σύλληψη
«Η Καπετάνισσα της Κρήτης»
Tι να πρωτοπεί κανείς για την Βαγγελιώ Κλάδου τή Μαρία, όπως ήταν το αντάρτικο και παράνομο ψευδώνυμό της, τη θρυλική δασκάλα, την ατρόμητη κομμουνίστρια.
Η Βαγγέλα, όπως συνήθιζαν να την αποκαλούν οι συγχωριανοί της, γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1919, κόρη φτωχής και πολύτεκνης οικογένειας. Οταν τελείωσε το σχολείο, λόγω της αγάπης που είχε για τα γράμματα, οι γονείς της την έστειλαν στην Αθήνα, όπου φοίτησε στην Αρσάκειο και αποφοίτησε το 1940, με άριστα. Εκεί έρχεται σε επαφή με την κομμουνιστική ιδεολογία, τα δύσκολα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας.
Για την τρίτη Βαγγελιώ, την Κλάδου, θα διαβάσετε κάνοντας "κλικ" σε αυτό το άρθρο.
Παραπομπές:
[1] Μανώλης Δελετάκης, εφημ. Η Τόλμη, 8/7/1997.
[2] Απόσπασμα από την αφήγηση του Γιάννη Φωτιάδη, ανιψιού της Βαγγελιώς και γιου του Χρήστου
Φωτιάδη.
[3] Απόσπασμα από τη διήγηση του αδελφού της Βαγγελιώς Φωτιάδη, Χρήστου, όπως βρίσκεται
καταγεγραμμένο στο Αρχείο του Νίκου Ζαχ. Βασιλάκη.
[4] Απόσπασμα από την αφήγηση της Δέσποινας Σκαλοχωρίτη, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλης των
Βαγγελιών.
[5] Μαρτυρία καταγεγραμμένη στο Αρχείο του Νίκου Ζαχ. Βασιλάκη.
[6] Ό.π. σημ.[2]
[7] Απόσπασμα από την αφήγηση της Ειρήνης Μαμαλάκη, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλης της Βαγγελιώς
Φωτιάδη.
[8] Απόσπασμα από την αφήγηση της Δέσποινας Σκαλοχωρίτη, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλης των
Βαγγελιών.
[9] Πράξη γεννήσεως 232/1926, όπως δηλώθηκε στο Ληξιαρχείο.
[10] Μανώλης Δεδελετάκης, εφημ. Η Τόλμη, 8/7/1997.
[11] Απόσπασμα από την αφήγηση του Γιώργου Κλάδου, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλου των δυο
Βαγγελιών.
[12] Απόσπασμα από την αφήγηση του Βασίλη Χαρωνίτη, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλου των Βαγγελιών.
[13] Ό.π. σημ.20
[14] Ό.π.
[15] Από την αφήγηση της Ειρήνης Μαμαλάκη.
[16] Απόσπασμα από την αφήγηση του Γιάννη Φωτιάδη, ανιψιού της Βαγγελιώς και γιού του Χρήστου
Φωτιάδη.
[17] Απόσπασμα από την αφήγηση της Μαρίας Πλουμίδη, κόρης του Αντώνη Πλουμίδη,
συγκρατούμενου των Βαγγελιών.
[18] Από την αφήγηση του Γεωργίου Κλάδου, ο οποίος βρισκόταν εκείνο το διάστημα στα Χανιά, ως
γραμματέας της ΕΠΟΝ.
[19] Βλ. και εφημ. Η Δράσις, 30/3/1948.
[20] Βλ. εφημ. Πατρίς 7/4/1948 και Η Δράσις 7/4/1948.
[21] Βλ. εφημ. Πατρίς 8/4/1948.
[22] Ό.π. 10/4/1948.
[23] Βλ. εφημ. Η Δράσις 26/4/1948, σ.4.
[24] Ενδεικτικό είναι ότι και άλλη δίκη κομμουνιστών αποφασίστηκε να αναβληθεί (Πατρίς 15/5/1948),
ενώ μετά τη δολοφονία του Λαδά εκτελέστηκαν 43 άτομα, 300 επρόκειτο να εκτελεσθούν και
εκκρεμούσε η απόφαση για 2400 άτομα (Η Δράσις 10/5/1948).
[25] Η Δράσις 14/5/1948, σσ.1 και 3.
[26] Ό.π. σ.3.
[27] Ό.π., 16/5/1948
[28] Η Δράσις, 22/5/1948.
[29] Ό.π., 25/5/1948.
[30] Πατρίς, 25/5/1948
[31] Η Δράσις, 27/5/1948. Μάλιστα στις 28/5/1948 δημοσιεύθηκε η δήλωση μετανοίας του Ν.
Μπετεινάκη, ο οποίος όμως εκτελέστηκε μαζί με τις Βαγγελιές.
[32] Βλ. Πατρίς 29/5/1948, Η Ίδη, 29/5/1948, Η Δράσις 29/5/1948.
[33] Απόσπασμα από την αφήγηση του Κων/νου Μαρμαρέλη, μέλους της ΕΠΟΝ, φίλου των Βαγγελιών
που παρακολούθησε τη δίκη.
[34] Η Δράσις 1/6/1948, Πατρίς 1/6/1948, Η Ίδη, 1/6/1948.
[35] Η Δράσις, 1/6/1948, σ.3.
[36] Για τον ρόλο της Εκκλησίας την περίοδο του Εμφυλίου στην Κρήτη, βλ. Α. Σανουδάκη-Σανούδου,
Εμφύλιος και Εκκλησία. Η περίπτωση της Κρήτης (υπό δημοσίευση στο: Μεγάλη Ορθόδοξη
Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια).
[37] Πατρίς 2/6/1948 και Η Δράσις 2/6/1948, Η Ίδη 2/6/1948.
[38] Η Δράσις 6/6/1948, Πατρίς 6/6/1948.
[39] Ερωτήματα και εικασίες που συζητήθηκαν με τον Δημοσθένη Καραγιάννη, φιλόλογο και ιστορικό.
[40] Πατρίς 6/6/1948.
[41] Η Δράσις 8/6/1948.
[42] Απόσπασμα από την αφήγηση του Δημοσθένη Καραγιάννη, φιλολόγου και ιστορικού.
[43] Απόσπασμα από την αφήγηση του Βασίλη Χαρωνίτη, μέλους της ΕΠΟΝ και φίλου των Βαγγελιών.
Η καταδίκη
Πηγές: ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ,
Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
Εθνική Αντίσταση-ΔΣΕ στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.