Μενέλαος Λουντέμης:
«Ο Μεγάλος Δεκέμβρης»



Στις 7 Δεκεμβρίου του 1945 κυκλοφορεί το διπλό τεύχος του περιοδικού «Ελεύθερα Γράμματα», αφιερωμένο στην εξέγερση του Δεκέμβρη της προηγούμενης χρονιάς. Κάτω από τον τίτλο παρελαύνουν ονόματα αξιόλογων λογοτεχνών και πνευματικών ανθρώπων που με τα κείμενά τους αποτίουν φόρο τιμής στους λαϊκούς αγώνες: Ασημάκης Πανσέληνος, Μάρκος Αυγέρης, Μενέλαος Λουντέμης, Λευτέρης Νεγρεπόντης, Μέλπω Αξιώτη, Ρίτα Μπούμη-Παπά και άλλοι ακόμα.

Ο Μενέλαος Λουντέμης τιμά με την πένα του τη μάχη του Δεκέμβρη και τον ιστορικό της ρόλο είναι. Δύο εκτενή πεζά του, «Ο Μεγάλος Δεκέμβρης» και η «Δεκεμβριάδα», είναι αφιερωμένα αποκλειστικά σ’ αυτόν το σκοπό.

Για τον Λουντέμη δύο Ελλάδες στάθηκαν αντιμέτωπες τον Δεκέμβρη του 1944. Η μια που ζητούσε την ελευθερία και η άλλη που ήθελε τη συναλλαγή με τον εχθρό. Η μια πολεμούσε και η άλλη πρόδιδε. Ο Δεκέμβρης ήταν η πιο αποφασιστική σύγκρουση ανάμεσα στις δυο αυτές Ελλάδες. Θα κρινόταν αν θα κυβερνούσαν τον λαό ανάξιοι και προδότες ή θα αφηνόταν να ρυθμίσει μόνος του τα εσωτερικά του. Εκείνο που τελικά έγινε τον Δεκέμβρη ήταν μια ελεεινή σκευωρία των δυνάμεων της φασιστικής και δωσιλογικής Ελλάδας, που μαζί με τα όπλα του Τσώρτσιλ, θέλησαν ν’ αποκεφαλίσουν την Ελλάδα της ηρωικής Αντίστασης. Στην ελεεινή αυτή συνωμοσία ο λαός απάντησε με την ένοπλη άμυνα. Αυτός ήταν ο Δεκέμβρης του 1944. Πριν την περαιτέρω ανάπτυξη του θέματός του ο συγγραφέας, προτάσσει μια «απαραίτητη δήλωση», την εξής:

[...] Το βιβλίο αυτό άρχισε να γράφεται απ’ το Δεκέμβρη με μια προφητική, θα ’λεγα, ενόραση και συνεχίστηκε, σελίδα με σελίδα, ως τα σήμερα.

Γράφηκε μέσα σε συνθήκες αχαλίνωτου βρασμού κι’ έτσι μπορεί να ξεστράτισε λίγο απ’ τα όρια της πολιτικής ευπρέπειας, μα θα ’πρεπε να το ξέρουμε: Η φωνή του ανθρώπου που τον πατάνε στο στήθος ποτέ δεν είναι μελωδική. Το δράμα που έγινε βιβλίο –όχι ένα βιβλίο θέσης αλλά ένα βιβλίο κραυγής- το ’ζησα, όχι σαν μονωμένος άνθρωπος, μα σα λαός. Έπιασα την πέννα με την ίδια αυθορμησιά που έπιασε στις 4 του Δεκέμβρη ΚΕΙΝΟΣ το όπλο.

Η γραφή του δυνατή και εντυπωσιακή, χωρίς όμως να χρειάζεται να καταφύγει σε υπερβολές ή ηρωικές εξάρσεις - η μεγαλοσύνη του Δεκέμβρη πηγάζει από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της και αν θα μπορούσε να γίνει ποτέ έπος δε θα ήταν τέτοιο, αφού δεν θα το περιέβαλε τίποτα μυθικό ή υπεράνθρωπο. Ο Λουντέμης καταφέρνει να στήσει τις αφηγήσεις του με τέτοιο τρόπο, ώστε το έργο του και να ξαφνιάζει τον αναγνώστη, να τον ταράζει, αλλά και να του κεντρίζει το ενδιαφέρον, να τον παραπέμπει σε γνώριμα λογοτεχνικά βιώματα.

Το εισαγωγικό κομμάτι το ονομάζει ο συγγραφέας παραμύθι, και θυμίζει μάλλον μύθο του Αισώπου, όπου τα ζώα παίρνουν τους ρόλους των ανθρώπων. Το παραμύθι του Λουντέμη εξηγεί συνοπτικά πώς οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές από σύμμαχοι στον αντιφασιστικό αγώνα έφτασαν να γίνουν νέοι δυνάστες. Το ήθος και ο χαρακτήρας του ζώου ανταποκρίνεται στη στάση που κράτησε καθεμία από τις εμπλεκόμενες πλευρές (Άγγλοι: λιοντάρι, ΕΑΜ: αρκούδα, Γερμανοί: γεράκι, ελληνικός λαός: ειρηνική αγελάδα).




Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο Μεγάλος Δεκέμβρης»

[...]Από μια πλαγιά του Υμηττού, νηστικοί, ξεσπιτωμένοι, φάσματα απ' την πολυήμερη φρίκη, βλέποντας το ρήμαγμα της αγαπημένης μας Αγίας μας πόλης, πέσαμε απάνου στις πέτρες και κλάψαμε πικρά. Μέσα σε όλη τη γη δε στάθηκε δύναμη να το εμποδίσει αυτό. Οι φιλελεύθεροι πολιτικοί ήταν φιλελεύθεροι από πολιτική.
Οι επαγγελματίες ανθρωπιστές κάνανε γαργάρα για να ξεβραχιάσουν. Φωνάξαμε και παλέψαμε περισσότερο απ' όσο μπορούν να φωνάξουν και να παλέψουν οι άνθρωποι. Φαίνεται πως οι ανθρωπιστές έλειπαν κι απ' τους άλλους πλανήτες, γιατί ως κι εκεί έφτασε ο οδυρμός μας.
Κλείσαμε τα μάτια μας για να μη βλέπουμε την πόλη μας να ξεσκίζεται και πήραμε τους δρόμους της προσφυγιάς. Όμως και στους δρόμους και στα χαντάκια, και τις μέρες και τις νύχτες, τα τανκς και τα αεροπλάνα μας κατεδίωκαν. Περιττό να θυμίσουμε ότι είχε υπογραφεί ανακωχή. Μα η ανακωχή ήταν Εγγλέζικη. Δηλαδή: «Υπόγραψε εδώ ότι δε θα σηκώσεις όπλο πάνω μου κι ότι θα μ' αφήσεις να σ' εξοντώσω χωρίς αντίσταση». Θα μου πείτε, σ' όλες αυτές τις συμφωνίες υπάρχει και η εγγλέζικη υπογραφή. Βεβαιότατα. Και ορίστε, επί τη ευκαιρία, να μάθουμε μετά την εγγλέζικη ανακωχή, την εγγλέζικη υπογραφή: «Υπογράφω εδώ ότι συμφωνώ να δεχτείς τους όρους μου. Δια το γνήσιον της υπογραφής σ ο υ : Μεγάλη Βρετανία».
Τα ηττημένα γυναικόπαιδα αντιμετώπιζαν τα αεροπλάνα μόνο με τα φάσκελα, γιατί άλλο όπλο δεν είχαν. Τα οπλισμένα παλικάρια του λαού αποσύρθηκαν στα ορισμένα απ' την ανακωχή σημεία της Ελλάδας, κάτω απ' τη βροχή του ουρανού και των σπιτφάϊαρ χωρίς να ρίξουν τουφεκιά.
Εμείς εδώ κάτου, οι βουνίσιοι, μπορεί να μην ξέρουμε να βάλουμε την υπογραφή μας, άμα όμως καταφέρουμε κουτσά-στραβά και τη βάλουμε ξέρουμε να την τ ι μ ο ύ μ ε !
Όμως τα ηρωικά σίδερα δεν αποπειράθηκαν να μας χτυπήσουν στις γραμμές μας. Μόνο από κείνη τη στιγμή, αποφάσισαν οι Εγγλέζοι να σεβαστούν την υπογραφή τους και να ανακοινώσουν ανακωχή, γιατί παραπέρα απόπειρα θα βρομούσε μπαρούτι. Για μια Αθήνα χρειαστήκανε 33 μέρες για να –όχι για να κερδίσουν αλλά για να– εκβιάσουν μια «νίκη», για ολόκληρη την Ελλάδα όσο θα θέλανε; Άδηλο.

Γι' αυτό αποφάσισαν να μιλήσουν εγγλέζικα:
– «Ακούστε κ.κ. λησταί! Αν εμείς οι φιλέλληνες σύμμαχοί σας αναγκαστήκαμε να κάνουμε χρήση των όπλων μας, το κάναμε χάριν της τάξεως. Αν τώρα παραδώσετε τα όπλα σας κανένας λόγος δυναμικής επεμβάσεως δεν θα συντρέχει. Θα μου πείτε ότι αρχίζω πάλι το παλιό τροπάρι. Προσθέτω: Όχι. Η πέτρα του σκανδάλου, η επονομαζόμενη Ορεινή Ταξιαρχία, θα ακολουθήσει την τύχη σας. Θα διαλυθεί. Τα στελέχη σας και τα στελέχη της θα ενταχθούν στον ενιαίο εθνικό και ακομμάτιστο Ελληνικό Στρατό. Δεκτόν; Ελπίζω. Απομένουν τα Σώματα Ασφαλείας. Θα γίνει η επιθυμία σας: Θα εκκαθαριστούν από τα μέλη της Γκεστάπο. Εν τέλει υπολείπονται οι τρομοκρατικές οργανώσεις. Θα αφοπλισθούν. Καθώς βλέπετε δεν γίνονται παρά μόνο οι επιθυμίες σας. Εν Βαρκίζει τη 12η Φεβρουαρίου 1945».

Η Βάρκιζα είναι η «μάχη της Ελλάδος», η μόνη και τελική μάχη που κέρδισε εγγλέζικα ο Σκόμπυ. Η «αμετακίνητος» 10η Δεκεμβρίου του πραγματοποιήθηκε στις 12 του Φλεβάρη. Και να ποια ήταν τα όπλα της μάχης αυτής που έδωσαν, δυο μήνες αργότερα, τη νίκη: Πανουργία, Ανανδρία, Ξετσιπωσιά και Απάτη.
Οι όροι πραγματοποιήθηκαν με σχολαστική ακρίβεια: Η ορεινή ταξιαρχία έγινε πεδινή. Τα τάγματα ασφαλείας εξεκαθαρίστηκαν... από κάθε τίμιο στοιχείο. Οι τρομοκρατικές οργανώσεις αφοπλίστηκαν... από τα παλιά τους όπλα και εφοδιάστηκαν με νεωτέρου συστήματος. Αμνηστεία δόθηκε σ' όλους τους... πορτοφολάδες, διαρρήκτες, σωματέμπορους κ.λπ. Ιδιαίτερη μέριμνα πάρθηκε για τους ζωοκλόπους. Εφοδιάστηκαν με αυτόματα, ιματισμό, εφόδια, άλογα κι έγιναν βασιλείς των ορέων. Αμέσως μετά άρχισε ο εκπολιτισμός της Βαλκανικής αυτής Γουϊνέας. Αλφαβητάρια τύπου Τόμυ-Γκανς κατέφθασαν βαγονιές.

Το ειρηνοποιό πνεύμα της Βάρκιζας θριάμβεψε.
Ο εθνικός στρατός αποτελέστηκε από «κανονικήν στρατολογίαν» όλων των ταγματαλητών του Σιμάνα. Όλες οι τρομοκρατικές οργανώσεις μπήκαν συν γυναιξί και τέκνοις μέσα σ' αυτό το... στρατό. Δεν έλειψαν ούτε οι παπάδες. Όλοι οι «εθνικόφρονες» έβρισκαν μίαν θέσιν υπό το στέμμα του σεπτού Άνακτος. Ως και η «εθνικόφρων» γιαγιά μου μπορούσε να περάσει στο μπράτσο της ένα περιβραχιόνιο, να πάρει κουμπούρα και να ενταχθεί στον εθνικό στρατό. Τα κριτήρια του στρατού ήταν ηθικά. Δηλαδή ξεκοίλιαζες κανένα συμπατριώτη σου... έκλεινες κανέναν στο Χαϊδάρι... έχεις καμιά «εύφημο» μνεία του Στρόοπ; Μπαίνεις με άριστα. Έχεις βρώμικο ποινικό μητρώο; Μπαίνεις με λίαν καλώς. Αν δεν φέρεσαι εγγεγραμμένος σε κανένα απ' αυτά τα δύο λόμπρο ντ' όρο (ποινικό μητρώο ή γερμανικό κατάλογο) αποκλείεσαι του στρατεύματος ως μη συγκεντρώνων τα απαραίτητα ηθικά και εθνικά εφόδια. Είσαι δηλαδή Βούλγαρος και πρέπει να εξοντωθείς.
Από κείνη τη μέρα κάθε άοπλος ήταν Βούλγαρος.
Αλλά φαίνεται πως οι Βούλγαροι στην Ελλάδα ήταν τόσο πολλοί, που οι άλλοι «Έλληνες» όχι τις γιαγιάδες να εξοπλίζανε, όχι τους παπάδες και τους δεσποτάδες, μα και τα σκυλιά τους, πάλι δεν έπιαναν χαρτοσιά. Γι' αυτό κάθε λίγο και λιγάκι τρέχανε στον προστάτη τους, που μόλις επέστρεφε από κάποια περιοδεία του, για να τους εμψυχώνει. Και ο προστάτης τους έβγαζε απανωτά ανακοινωθέντα: «Μη φοβάστε. Κοιμηθείτε ήσυχοι. Θα μείνωμεν εδώ όσο μας χρειάζεσθε για να σας προστατεύσωμεν».
Στο μεταξύ ο μαύρος καβαλάρης άρχισε να τους κάθεται στο στομάχι (χαράμι τα λεφτά τους στις Κάννες). Κείνος απ' την αρχή κιόλας ήθελε σώνει και καλά να νικήσουνε ελληνικά. Τη μπαμπεσιά η ψυχή του δεν τη σήκωνε. «Θα εξοντώσωμεν τους ληστάς εκ του συστάδην». Τα αφεντικά του τού συστήσανε να κάτσει φρόνιμα [...]






Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved