30/7/1943: Η Μάχη του Καπαρελλίου



Τμήμα του ΕΛΑΣ Αττικής στην απελευθέρωση των Αθηνών


Η κίνηση του Ι/34 από το Γαρδίκι Ομιλαίων προς τα Δερβενοχώρια ξεκίνησε στις 13 Ιουλίου 1943. Χαράξαμε την ίδια περίπου διαδρομή με την άνοδο:
Αργύρια, Κολοκυθιά, Ανατολή, Δάφνη, Καστριώτισσα, Μαυρολιθάρι, Καλοσκοπή, Δροσοχώρι, Χρισσό, Δεσφίνα, Δίστομο, Στείρι, Κυριάκι, Ζάλτσα,Πρόδρομος, Δομβραίνα, Ξηρονομή, Ελλοπία, Λεύκτρα, Καπαρέλλι, Βίλια,Πάνακτο.

Στο Καπαρέλλι φτάσαμε κατά τις εννέα το πρωί της 30ής Ιουλίου. Έπειτα απ’ τα καλωσορίσματα, η οργάνωση του χωριού μάς παρέδωσε έναν αριθμό ατομικών όπλων κι οπλοπολυβόλων, καθώς και κιβώτια με ταινίες για τα δεύτερα (τα οπλοπολυβόλα προορίζονταν για τον υπό σύσταση β΄ λόχο του τάγματος, με πρωτοστάτη το μακαρίτη Ν. Ζυγούρα). Πάρθηκαν μέτρα ασφαλείας με κλιμάκωση σε σκοπιές ένα-δύο χιλιόμετρα έξω απ’ το χωριό και οι άντρες κάθισαν κατάχαμα ή στα πεζούλια των σπιτιών να ξεκουραστούν, ενώ μερικοί καταπιάστηκαν με τον καθαρισμό των όπλων. Μας φίλεψαν ψωμί, ελιές και τυρί. Κάπου βρέθηκε κι ένα ουζάκι.

Θα ήταν μία το μεσημέρι, όταν από μια σκοπιά ακούστηκε πυροβολισμός που σήμαινε την κίνηση εχθρικού αυτοκινήτου προς το μέρος μας. Αμέσως δόθηκε εντολή να μην το χτυπήσει κανείς, αλλά να τραβηχτούμε απ’ το δρόμο και να κρυφτούμε στις μάντρες των σπιτιών. Έτσι, όταν ο οδηγός της κούρσας έφτασε ανυποψίαστος στο κέντρο του Καπαρελλίου και σταμάτησε, βρέθηκε ξαφνικά με τα όπλα μας προτεταμένα καταπάνω του. Οι επιβαίνοντες παραδόθηκαν έντρομοι και δίχως την παραμικρή αντίσταση, ήταν ένας Γερμανός υπολοχαγός του οργανισμού ΤΟΤ, ένας Γερμανός στρατιώτης που οδηγούσε και ένας Αρμένης διερμηνέας. Μαζί τους είχαν τον ντόπιο Σωτήρη Κ. Γεραμάνη ως όμηρο.

Γνωρίζαμε από πείρα ότι οι Γερμανοί θα κινούνταν αμέσως, μόλις θα διαπίστωναν ότι οι άνθρωποί τους αργούσαν αδικαιολόγητα να επιστρέψουν.
Όντως, γύρω στις τέσσερις εμφανίστηκε μια ισχυρή μηχανοκίνητη φάλαγγα με κατεύθυνση από Θήβα προς Καπαρέλλι.

Η συντριπτική αριθμητική υπεροχή του εχθρού (αργότερα μάθαμε ότι ήταν εξακόσιοι Γερμανοϊταλοί) επέβαλλε την τακτική της απόσυρσης, για την οποία επιπλέον ήταν ευνοϊκό το έδαφος κι ο χρόνος. Απ’ την άλλη μεριά, είχαμε πολλούς νέους αντάρτες κι ήταν ευκαιρία να πάρουν αέρα μάχης. Ήταν επίσης ευκαιρία να ενισχύσουμε το ηθικό και το κύρος των οργανώσεών μας, να δείξουμε στους κατοίκους των χωριών εκείνης της περιοχής ότι ο ΕΛΑΣ ξέρει να δίνει μάχες -όταν κι όπου θέλει- και να τις κερδίζει, αλλά και στους κατακτητές ότι από ’δω και πέρα θα είχαν έναν υπολογίσιμο αντίπαλο δίπλα στη φωλιά τους.

Αποφασίσαμε λοιπόν, μετά από σύσκεψη της τριμελούς διοίκησης, να δώσουμε μάχη και δόθηκαν απ’ το στρατιωτικό του Ι/34 Νικήτα οι ανάλογες εντολές. Οι άντρες έπιασαν θέσεις έξω απ’ το χωριό, στις δυτικές παρυφές του, με ανάπτυξη σε βάθος και κλιμακωμένες διαδοχικές αντιστάσεις. Οι δε χωρικοί διατάχτηκαν, όταν θα έφτανε ο εχθρός, να του δείξουν τις θέσεις μας ώστε να μην πραγματοποιηθούν μετά αντίποινα.

Το σχέδιο εξελίχτηκε όπως είχε καθοριστεί. Μόλις οι προφυλακές του εχθρού βγήκαν απ’ το χωριό και προχώρησαν σε απόσταση βολής απ’ τα όπλα μας, τους υποδεχτήκαμε με πυκνά πυρά που χτύπησαν αρκετούς. Ο εχθρός σταμάτησε την κίνησή του και άρχισε πλέον μάχη τακτικών τμημάτων. Οι προωθημένες ομάδες μας συμπτύχτηκαν και μ’ αυτές επιχειρήσαμε μικρό ελιγμό, χτυπώντας απ’ τα πλάγια. Ως απάντηση ο εχθρός πραγματοποίησε κι αυτός σύμπτυξη, αναζητώντας κάλυψη στ’ ακρινά σπίτια.

Η μάχη, η οποία αποτέλεσε το βάπτισμα του πυρός για το Ι/34, διήρκεσε περίπου τρεις ώρες. Ήταν μια κανονική μάχη εκ παρατάξεως που απέδειξε το αξιόμαχό μας. Οι Γερμανοϊταλοί μετά την πρώτη κρούση απέφυγαν να κινηθούν επιθετικά, ξεγελασμένοι απ’ την -ασυνήθιστη γι’ αντάρτικο τμήμα- πυκνότητα πυρός που τους έκανε να νομίσουν ότι ήμασταν πολύ περισσότεροι.

Έχασαν πέντε άντρες, μεταξύ των οποίων και το Γερμανό φρούραρχο Θήβας.
Άγνωστος παρέμεινε ο αριθμός των τραυματιών τους, τους οποίους παρέλαβαν κατά την αναχώρησή τους το ίδιο βράδυ. Το επόμενο πρωί ξαναγύρισαν και παρέλαβαν τους νεκρούς τους. Ευτυχώς, πέρα από μικρολεηλασία οικιακών αντικειμένων, δεν προέβησαν σε αντίποινα κατά του χωριού.

Εμείς δεν είχαμε απώλειες. Μόλις άρχισε να σουρουπώνει, με διαδοχικές κινήσεις κατά τις οποίες διατηρούσαμε επαφή με τον εχθρό με αραιά πυρά, υποχωρήσαμε δυτικά προς τη θάλασσα. Στη συνέχεια πιάσαμε τις βορειοδυτικές υπώρειες του Κιθαιρώνα, όπου καταυλιστήκαμε στη θέση Βλυζιμάς.

Κλείνοντας την εξιστόρηση της μάχης, θέλω να τονίσω ότι η πλειοψηφία των ανταρτών μας ήταν νέα παιδιά δίχως ιδέα από πόλεμο και πολλοί απ’ αυτούς δε γνώριζαν ούτε το χειρισμό του όπλου. Χάρη όμως στη συνειδητή πειθαρχία κι επιμονή τους, σε συνδυασμό μ’ εντατική εκπαίδευση βάσει ωρολογίου προγράμματος που είχαμε πραγματοποιήσει στο Γαρδίκι, είχαν κατορθώσει σ’ ελάχιστο χρονικό διάστημα ν’ αφομοιώσουν τόσο το χειρισμό των όπλων, όσο και τους βασικούς κανόνες μάχης.

Πηγή: ΓΙΩΡΓΗΣ ΜΠΟΥΤΣΙΝΗΣ-(ΝΙΚΗΤΑΣ), "ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ 1941–1945" - ΤΟΜΟΣ Α.

Τ ά γ μ α Ι / 3 4 (Αττικής)
Στρατιωτικός: Νικήτας (Γεώργιος Μπουτσίνης), μόνιμος υπαξιωματικός
Καπετάνιος: Θεοχάρης Πολύχρονος
Πολιτικός: Γαβριώτης (Θανάσης Τσαρός)· επειδή απουσίαζε, τα χρέη του θα ασκούσε ο Αλέξανδρος (Νίκος Παπανικολάου).



Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved