Τον Αύγουστο του 1946, ο συντάκτης του «Ριζοσπάστη» δολοφονούνταν στη Θεσσαλία
«Είχαμε κατασκηνώσει στα Αλώνια, ανάμεσα Μέλια - Χάλκη, 700 μ. από τη σιδηροδρομική γραμμή. Εκείνο το βράδυ φέρανε εκεί ένα δημοσιογράφο... (...) άκουσα να λένε μεταξύ τους, ότι αυτός που φέρανε είναι συντάκτης του "Ριζοσπάστη" και ότι θα περάσει από το μαχαίρι τους... Ακουσα ότι τον άρπαξαν από το τρένο, στο σταθμό Πλατυκάμπου και ότι τον παρακολουθούσε η ΕΒΕΝ από τη Θήβα, που πέρασε από την Αθήνα προς τη Λάρισα (...) Αυτό που ξέρω είναι ότι ο άνθρωπος αυτός μαρτύρησε ώσπου να ξεψυχήσει...
Τον έφεραν εδώ στις 10 μ.μ. Τον πήγανε εκεί κοντά, κάπου 100 μέτρα. Τον γδύσανε. Του βγάλανε τα παπούτσια και τον αφήσανε μόνο με το σώβρακο και τη φανέλα. Τα ρούχα του τα πήρε ένας από τους συμμορίτες, ο Κωνσταντάρας. Τη βαλίτσα του και τις σημειώσεις του, τις πήρε ο Τζώρτζης. Αυτός είναι ένας Κύπριος, που ουσιαστικά διευθύνει τη συμμορία. Αφού τον γδύσανε και του πήρανε τα χαρτιά, άρχισαν να τον χτυπούν με ρόπαλα και να τον ρωτούν. Τι τον ρωτούσαν δεν μπόρεσα να ακούσω...
Τον βασάνισαν έτσι ως τις 4 π.μ. κι αφού έπεσε νεκρός, τον άφησαν κι αποτραβήχτηκαν για λίγα λεπτά. Κάτι είπαν μεταξύ τους και μετά ξαναπήγαν, του έριξαν 4-5 σφαίρες και μετά το πτώμα του σε αυτοκίνητο. Πού πήγαν, δεν ξέρω».
1946, Αύγουστος μήνας, παραμονές Δεκαπενταύγουστου. Ο Κώστας Βιδάλης, δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη», αφήνει την τελευταία του πνοή στον Θεσσαλικό Κάμπο.
Ολη η χώρα βογκούσε μέσα σ' ένα ανείπωτο όργιο τρομοκρατίας. Στα γραφεία των εφημερίδων έφταναν συνέχεια ειδήσεις - κυρίως από τη Θεσσαλία - για το δράμα που ζούσε ο λαός.
Ο Κώστας Βιδάλης, πολιτικός συντάκτης του «Ριζοσπάστης» και της «Ελεύθερης Ελλάδας», παρακολουθούσε, ζούσε, μέρα τη μέρα τα συνταρακτικά γεγονότα. Οι Σούρληδες οργίαζαν στον Θεσσαλικό Κάμπο. Εκαιγαν τα χωριά, άρπαζαν το βιος του κόσμου, έδερναν μέχρι θανάτου, βίαζαν γυναίκες, σκότωναν τους αγωνιστές.
Ο Κ. Βιδάλης ζητά από την εφημερίδα να πάει στη Θεσσαλία: «Δεν μπορεί να γίνονται αυτά που γίνονται στη Θεσσαλία κι εμείς εδώ να περιμένουμε τις μπούρδες του Θεοτόκη (τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης)», είπε. «Επιμένω να φύγω». Και έφυγε...
Ηταν 13 Αυγούστου, όταν ο «Ριζοσπάστης» έλαβε το τελευταίο του μήνυμα: «Λογαριάζω να 'μαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε». Την ίδια μέρα ταξίδευε με το τρένο από τη Λάρισα για τον Βόλο. Στον Πλατύκαμπο, 13 χιλιόμετρα από τη Λάρισα, το τρένο κυκλώθηκε από είκοσι συμμορίτες του Σούρλα.
Ενας έμπορος που ήταν παρών θα αφηγηθεί αργότερα εμπιστευτικά στον διευθυντή του «Ριζοσπάστη», Κώστα Καραγιώργη: «Κατέβασαν από το τρένο κάποιον άντρα έως 40 χρόνων, που φορούσε άσπρο κοστούμι. Οι χωροφύλακες έκαναν ότι χάζευαν χωρίς να αντιδρούν. Οι ένοπλοι πήραν τον αιχμάλωτο, το τρένο ξεκίνησε πάλι...». Ο Βιδάλης παραλαμβάνεται και τοποθετείται στο αυτοκίνητο των Σούρληδων, με κατεύθυνση τη Μελία. Κατεβαίνουν σ' ένα καφενείο. Ο Βιδάλης, ατάραχος, ρωτά τους χωρικούς στο καφενείο για τη σοδειά και άλλα. Κρατά σημειώσεις πίσω από το πακέτο των τσιγάρων - του είχαν αφαιρέσει το χαρτοφύλακα. Μια κοπέλα που περνούσε από το καφενείο, άκουσε τους Σούρληδες που είχαν αποτραβηχτεί και κάτι μουρμούριζαν. Εβαλε τα χέρια στο πρόσωπό της κι έφυγε τρέχοντας. Ο Βιδάλης σαν κάτι να προαισθάνθηκε. Αρκέστηκε μόνο να δαγκώσει λίγο τα χείλη του.
«Ηξερε τους εχθρούς μας»
Στις 21 Αυγούστου, η Συντακτική Επιτροπή του «Ριζοσπάστη» ανάμεσα σε άλλα αναφέρει σε ανακοίνωσή της:
«Δεν υπάρχει ακόμα η κυβερνητική επιβεβαίωση για το θάνατο του Κ. Βιδάλη. Αντίθετα, υπάρχει συστηματική κυβερνητική πρόθεση να σκεπαστεί το έγκλημα, να δημιουργηθεί σύγχυση, να μετατοπιστούν άνανδρα οι ευθύνες. Ωστόσο, δε μας μένουν πια αμφιβολίες ότι ο σύντροφός μας Κώστας Βιδάλης πέθανε από έναν ανήκουστα μαρτυρικό θάνατο στα χέρια ανθρωπόμορφων τεράτων, κάτω από τις άμεσες οδηγίες αυτού του κυρίου "Τζωρτζ" που μιλάει άπταιστα τα αγγλικά.
Είναι βαρύς ο φόρος του αίματος που έχει πληρώσει στην επική σταδιοδρομία της η εφημερίδα του λαού, ο "Ριζοσπάστης". Ο σεμνός και μορφωμένος συντάκτης του, ο Μαρουκάκης, γκρεμιζόταν νεκρός από την ταράτσα της Ασφάλειας του Μανιαδάκη. Ο Κορνάρος, ο Σουκατζίδης, ο Κώστας Χατζήμαλης συμπλήρωναν τη θυσία, πέφτοντας κάτω από τα βόλια των Γερμανών παραδομένοι ή προδομένοι από Ελληνες που ήταν χειρότεροι από τους Γερμανούς.
Ο Κώστας Βιδάλης δίνει το αίμα του στο βωμό της μεταδεκεμβριανής θηριωδίας κι αυτής της κατοχής. Ακόμα όταν ήταν στα βουνά, τον καιρό που πολεμούσαμε τους Γερμανούς, είχε φρίξει από τη σατανικότητα της "συμμαχικής αποστολής" και τον κυνισμό των διαφόρων Κρις. Τον Δεκέμβρη τον έζησε σαν έπος και σαν δράμα. Πρώτος ύστερα από τη Βάρκιζα κατέβηκε στην Αθήνα για να βγάλει την "Ελεύθερη Ελλάδα" και το "Ριζοσπάστη". Σε όλη τη μεταδεκεμβριανή θύελλα στάθηκε ηθικός βράχος στην πρώτη γραμμή, πηγή ενεργητικότητας και αισιοδοξίας. Είχε το μεγάλο πλεονέκτημα ότι ΗΞΕΡΕ τους εχθρούς μας, την τάξη τους, τα κόμματά τους, τις παρατάξεις τους, ακόμα και όλα τα πρόσωπά τους - όσα άξιζαν κάπως τον κόπο - ένα προς ένα.
Είκοσι πέντε χρονών δημοσιογραφική ζωή, που την κράτησε πάντα επαγγελματικά άμεμπτη και τόσο έντιμη, ώστε να μην μπορεί να ακουστεί το παραμικρό ψεγάδι εις βάρος του! Αυτή η μακρόχρονη δημοσιογραφική ζωή και πείρα του έδωσαν μια σαιξπήρεια διαγνωστική ικανότητα για την τάξη που πεθαίνει και ζέχνει μέσα στην αποσύνθεσή της. "Αδελφέ μου αυτοί είναι μηδέν! Αν ζούνε ακόμα - γράψε Αγγλία στον κατάλογο!". Η πεποίθησή του στο καινούργιο που έρχεται ήταν νόμος για το Βιδάλη, νόμος βγαλμένος μέσα από τα ελληνικά πράγματα. Γύρισε κάποτε, στα χρόνια της γερμανικής κατοχής από μια τρομερά επικίνδυνη περιοδεία στον κάμπο της δυτικής Θεσσαλίας, όταν μαζί με τους αντάρτες ιππείς έδιναν τη μάχη της σοδειάς. Είχε περπατήσει μεσάνυχτα, είχε περάσει όλες τις επικίνδυνες γραμμές, γύρισε μαύρος με πρησμένα τα μάτια από την κακουχία.
(...) Δε θέλουμε να κλάψουμε τον Βιδάλη στις γραμμές αυτές. Δε θα το 'θελε με κανέναν τρόπο ο ίδιος. Ηταν ένας ολοζώντανος αγωνιστής και παραμένει για μας ολοζώντανος στο πλευρό μας. Η κανιβαλική αποθηρίωση των "λαοπρόβλητων" τον είχε εξαγριώσει. Οι ειδήσεις για τις "εκκαθαριστικές επιχειρήσεις" του Σπυρέτου Θεοτόκη και το ανήκουστο δράμα του θεσσαλικού πληθυσμού από τα σπιτφάιρς, τα ρουκετοβόλα, τα τάινφουν και τα τανκς (που έριχναν βέβαια - έλεγε ο Βιδάλης - "στο γάμο του καραγκιόζη", όσον αφορά τον εκστρατευτικό αντικειμενικό τους σκοπό, αλλά έκαναν κόλαση τη ζωή του άμαχου πληθυσμού) τον είχαν ερεθίσει.
(...) Δεν αγνοούσε ο Βιδάλης τη ζούγκλα που αποτελεί η επικράτεια του στρατηγού Γεωργούλη. Ούτε ότι ο υπουργός της Δημοσίας Τάξεως έχει τρεις υφυπουργούς του στη Θεσσαλία: Τον λήσταρχο Σούρλα, τον λήσταρχο Καλαμπαλίκη και τον λήσταρχο Τσαντούλα (κι έναν υπερυπουργό: Τον μυστηριώδη αγγλόφωνο "Τζωρτζ" της Ιντέλλιτζενς Σέρβις). Αλλά στηριζόταν στην τόλμη του, στην τεράστια, πράγματι, δημοσιογραφική του πείρα, στην πασίγνωστη εξυπνάδα του, στο γεγονός ότι "ήξερε να μιλάει γλώσσα" σε όποιους ανθρώπους εύρισκε. Το λάθος του και το λάθος μας είνε ότι δεν υπολογίσαμε ότι στην επικράτεια Γεωργούλη θα είχε να κάνει με όχι ανθρώπους με οποιαδήποτε γλώσσα, αλλά με ανθρωπόμορφα εκτρώματα χωρίς καμιά γλώσσα.
Ο Κώστας Βιδάλης, ο τίμιος άνθρωπος, το δυνατό και οξύ μυαλό, η μεγάλη και ολόθερμη καρδιά δε ζει πια. Ο "Ριζοσπάστης" και το Κόμμα μας έχασαν ένα σημαντικό κεφάλαιο, που στον τομέα του δύσκολα θα αναπληρωθεί».
Ποιος ήταν
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1904. Ορφάνεψε πολύ μικρός από πατέρα. Δούλεψε παραγιός σε περιβόλι κι αργότερα σε καφενείο. Από τα 1922, μαθητής ακόμα, μπήκε στο δημοσιογραφικό επάγγελμα. Δεν κόλλησε ποτέ σε κανέναν ιδιοκτήτη και σε κανένα πόστο. «Συμπαθών» από το 1924, σ' ένα μόνο κόμμα προσχώρησε, στο ΚΚΕ. Κυρίαρχη, από μικρό παιδί ακόμα, η δίψα για μάθηση. Παρότι δουλεύει σκληρά, δεν παύει να μελετά, να ερευνά. Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, γράφεται στη Νομική, αλλά δε θα την τελειώσει. Τον κερδίζει η δημοσιογραφία, αυτό για το οποίο όλοι έλεγαν πως είναι γεννημένος.
Τα γεγονότα που έζησε και πρωταγωνίστησε δημοσιογραφικά είναι πολλά. Το 1936 πηγαίνει, ως απεσταλμένος του «Ριζοσπάστη», στη Σπαρτακιάδα της Βαρκελώνης. Γυρίζοντας στην Ελλάδα βρίσκει τη μεταξική δικτατορία και αναπτύσσει αντιφασιστική δράση, ξεσκεπάζοντας το παιχνίδι της λίρας, τα σκάνδαλα και τη ρεμούλα της εποχής. Συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του Τύπου στην Αντίσταση και μετά την Απελευθέρωση. Στη «μάχη της σοδειάς» ο Βιδάλης ήταν στην πρώτη γραμμή. Βοήθησε στο στήσιμο της «Ελεύθερης Ελλάδας» (κεντρικό όργανο του ΕΑΜ) μέσα στο μυστικό τυπογραφείο της Καλλιθέας, που πραγματικά έπηξε σ' εκείνα τα χρόνια την περιοχή της πρωτεύουσας με υλικό κάθε μορφής.
«Να γράφεις», έλεγε, «κύριε συνάδελφε, για τους απλούς ανθρώπους. Καθαρά, όχι συννεφώδη, σύντομα και περιεκτικά. Αφηνε στην άκρη τις φλυαρίες και δίνε το λόγο στα γεγονότα. Αυτά πείθουν»...
Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.
Εθνική Αντίσταση-ΔΣΕ στο Facebook
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.