ΑΛΙΚΗ ΤΣΟΥΚΑΛΑ:
"Αποκηρύσσω, μα όχι τις ιδέες μου... αλλά τον πατέρα μου"!!!



Η Αλίκη σε σχέδιο του Μέντη Μποσταντζόγλου, από την τελευταία της φωτογραφία με πανομοιότυπο της υπογραφής της.


Η Αλίκη Τσουκαλά ήταν μια γενναία και πανέμορφη κοπέλα Ευρυτανικής καταγωγής.

Εκτελέστηκε σε ηλικία μόλις 21 χρονών στο νεκροταφείο του Αϊ Γιάννη στη Χαλκίδα τα ξημερώματα της 16ης Απρίλη 1 949, μετά από μια κατάπτυστη δίκη-σκευωρία με την οποία καταδικάστηκε σε θάνατο για «συμμετοχή σε παράνομη κομμουνιστική οργάνωση με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος»! Η συνήθης στημένη κατηγορία με την οποία οδηγήθηκαν στα εκτελεστικά αποσπάσματα χιλιάδες αγωνιστές της αντίστασης και του λαϊκού μας κινήματος. Μαζί με την Αλίκη εκτελέστηκαν άλλες 3 γυναίκες (Κατερίνα Μελεμενή, Ευανθία Πατσαλή, Μαρία Λαφαζάνη) και 4 άντρες : Τάκης Φίτσος, Γιάννης Χάνος, Δημήτρης Βουραζόπουλος, Γιάννης Χριστοφορίδης). Όλοι τους διαλεχτοί αγωνιστές. Ο Τάκης Φίτσος ήταν ο σπουδαίος δημοσιογράφος και λογοτέχνης, παλιός στενός συνεργάτης του Άρη Βελουχιώτη. Ο Χριστοφορίδης ήταν ο ατρόμητος καπετάνιος ενός καϊκιού που φυγάδευε διωκόμενους αντάρτες. Μετά το χαμό του η γυναίκα του και μάνα δύο παιδιών αυτοκτόνησε πέφτοντας στον Ευβοϊκό.

Η Αλίκη γεννήθηκε Άνοιξη (26 Μάη 1928) και «έφυγε» Άνοιξη (16 Απρίλη 1949). Λες και μέσα από αυτή την τραγική συγκυρία οι τύραννοι του ερέβους, οι αδίστακτοι εκπρόσωποι του αμερικανόδουλου μοναρχικού κράτους, επεδίωκαν να δολοφονήσουν στο πρόσωπο της μικρής Αλίκης τον ίδιο τον συμβολισμό της αναγέννησης και της προόδου!

Ήταν ένα πανέξυπνο, όμορφο και γεμάτο ζωή κορίτσι. Τρυφερή, με σπάνιες ευαισθησίες. Στα χνάρια του πατέρα της, τον οποίο θαύμαζε, η Αλίκη μελετούσε ακατάπαυστα λογοτεχνία, ποίηση, ιστορία, ήταν δε και η ίδια ένα πολλά υποσχόμενο συγγραφικό ταλέντο. Παράλληλα διαπρέπει στις σπουδές της, λατρεύει παθολογικά τη μουσική, παίζει πιάνο. Οι κοινωνικές της αναζητήσεις βρίσκουν διέξοδο στην ΕΑΜική Αντίσταση. Από μικρή εντάσσεται στην ΕΠΟΝ! Η Αλίκη αποτελεί υπόδειγμα αγωνίστριας, είναι «πρώτη στα μαθήματα και πρώτη στον αγώνα» δίνοντας ανελλιπώς το παρόν της σε όλες τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις εναντίον του φασίστα κατακτητή. Κατόπιν, στην περίοδο του Εμφυλίου, κυνηγημένη πλέον, συνεχίζει την αγωνιστική δραστηριότητά της αποσπώντας το θαυμασμό και την εκτίμηση όλων των συντρόφων της για την ανιδιοτελή της προσήλωση στο κίνημα, μα και για την συγκινητική της τόλμη.

Το στρατοδικείο και η θανατική ποινή

Το Στρατοδικείο Χαλκίδας αποτελούσε τμήμα του Στρατοδικείου της Θήβας. Ξεκίνησε να λειτουργεί τον Ιούλη του 1947. Καταδίκασε σε θάνατο 51 κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές που εκτελέστηκαν.

Στις δίκες γράφτηκαν σελίδες ανείπωτου ηρωισμού, τέτοιες, που κουρέλιαζαν τους στρατοδίκες και το αστικό κράτος.

Στις Αρχές του 1949, συλλαμβάνεται η Αλίκη μαζί με άλλους 38 αγωνιστές. Ανάμεσα στους συλληφθέντες και ο πατέρας της Αλίκης, Γ. Τσουκαλάς, (ο οποίος επιλέγει εντελώς διαφορετική στάση: παραδίδεται αμαχητί στο φόβο και κατά συνέπεια στα χέρια της εξουσίας) θα υποστούν τα πιο άγρια βασανιστήρια μέσα στα αστυνομικά μπουντρούμια. Κάποιοι εξ' αυτών εκπαραθυρώνονται από την Ασφάλεια η οποία κατά την προσφιλή τακτική της τούς παρουσιάζει τάχα ως “αυτοκτονήσαντες”! Οι υπόλοιποι οδηγούνται στο στρατοδικείο. Η θανατική καταδίκη τους είναι κάτι παραπάνω από βέβαιη.

Το Στρατοδικείο Χαλκίδας ξεκινά στις 15/3/1949, με τη μεγάλη δίκη που κρατάει 20 ημέρες. Σε θάνατο καταδικάζονται οι 14: Ευάγγελος Μαντής, Δημήτρης (Τάκης) Φίτσος, Αλέξανδρος Κατραφύλλιας, Φ. Σκαρής, Μαρία Λαφαζάνου, Αλίκη Τσουκαλά , Πάννης Χριστοφορίδης, Δημήτρης Μπουραζόπουλος, Αικατερίνη Μελεμενή, Ευανθία Πάτσαλη, Πάννης Χάνος, Πολυξένη Βακάλη, Ιωάννης Βλέσσας, Ιωάννης Ζέρβας.

Οι 6 φυλακίζονται σε ισόβια: Αλκμήνη Αλεξανδροπούλου, Θρασύβουλος Παπαστρατής, Ελένη Μπάμπαλη, Παναγιώτα Ζέρβα, Γιώργος Μπέης, Βούλα Τσώλη και 1 σε προσωρινή φυλάκιση - 14 ετών - ο Αντώνης Κούκκος.

Απαλλάχτηκαν 15. Εκτελέστηκαν 8.

Εκείνο το πρωί η εφημερίδα της Χαλκίδας «ΕΘΝΙΚΗ ΦΩΝΗ», με διευθυντή τον Ν. Γ. Ζωγράφο, κυκλοφόρησε παράρτημα. Και έγραφε με πηχυαίους τίτλους: «Σήμερον την πρωίαν εξετελέσθησαν 8 εαμοπροδόται καταδικασθέντες υπό του στρατοδικείου».
Η εκτέλεση έγινε στις 16 Απρίλη 1949 στο χώρο του Νεκροταφείου του Αγίου Ιωάννου. Οι εκτελεσθέντες ήταν: Ιωάννης Χριστοφορίδης, Δημήτριος Βουραζόπουλος, Ιωάννης Χάνος, Δημήτριος Φίτσος, Αικατερίνη Μελεμενή, Μαρία Λαφαζάνη, Ευανθία Πατσαλή, Αλίκη Τσουκαλά.
Και η αιμοσταγής φασιστοφυλλάδα κατέληγε με την ευχή: «Ελπίζομεν, συν τω Θεώ, ότι λίαν συντόμως θα εκτελεστούν και τα υπόλοιπα εξ (6) καθάρματα του εαμοκομμουνισμού διά να ικανοποιηθεί εν μέρει η κοινή γνώμη της πόλεώς μας, εκ της αποφάσεως του στρατοδικείου της 4/4/1949».

Σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, το πνεύμα του Εμφυλίου! Καθοδηγούμενο από το «Δόγμα Τρούμαν» και το επιτελείο του Βαν Φλιτ!

Στις 21/4/1949, ανακοινώνεται από το ραδιοσταθμό του ΔΣΕ την «Ελεύθερη Ελλάδα» η είδηση ότι ύστερα από τα διαβήματα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και του Προέδρου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, προς την κυβέρνηση της Αθήνας για την αναστολή της εκτέλεσης του Φίτσου και άλλων 2 αγωνιστών, αποκαλύφθηκε ότι οι 8 είχαν ήδη εκτελεσθεί. Έσπευσαν γρήγορα - γρήγορα και πριν ακόμα λήξει η προθεσμία που προβλέπει ο νόμος τους, τους δολοφόνησαν.

Η Αλίκη υπόδειγμα Αγωνίστριας!

Η Αλίκη με πρωτοφανή λεβεντιά και αξιοπρέπεια αντέχει όλα τα μαρτύρια, στέκεται αλύγιστη! Καθώς ήταν πλασμένη από τα ανθεκτικά υλικά των ηρώων, δεν ακολουθεί τον ταπεινωτικό δρόμο του πατέρα της, αλλά επιλέγει τη στάση της τιμής, της αξιοπρέπειας και της υπερηφάνειας. Δεν δέχεται να διαχωριστεί από τους συντρόφους της, αρνείται να καταδώσει και δεν αποκηρύσσει τα πιστεύω της. Στην απολογία της ενώπιον του θανατοδικείου η ευαισθησία της γίνεται πύρινο ξίφος στην καρδιά του μοναρχοφασιστικού κράτους. Με συγκινητικό και συνάμα παλικαρίσιο τρόπο υπερασπίζεται τη λαϊκή υπόθεση και το δίκαιο του αγώνα για λευτεριά και ανεξαρτησία. Η γενναία απολογία της καθηλώνει τους πάντες, ακόμη και τους στρατοδίκες. Το μόνο που βρίσκει να πει ο πρόεδρος του στρατοδικείου Καρράς είναι: «κάνε μας μίαν προφορικήν δήλωσιν αποκηρύξεως και είσαι ελεύθερη να συνεχίσεις τας σπουδάς σου». Εκείνη ακριβώς την τραγική στιγμή που μια λέξη μόνο, θα μπορούσε να πάρει την Αλίκη από την αγκαλιά του θανάτου και να την οδηγήσει ξανά στη Ζωή, ο πατέρας της πέφτει γονατιστός μπροστά της ζητώντας της να υπακούσει στον πρόεδρο του στρατοδικείου. Μία σκηνή που αναμφίβολα θυμίζει αρχαία τραγωδία.

Πώς να ένιωσε άραγε αυτή η ακατάβλητη αγωνίστρια; Όταν πέρα από τον προσωπικό της Γολγοθά, έβλεπε τον ίδιο της τον πατέρα, τον παλιό αγωνιστή και κάποτε σεβαστό ίνδαλμά της, να καταρρακώνεται με τέτοιο τρόπο και παράλληλα να επιζητεί και από την ίδια να ακολουθήσει τη δική του ηθική πτώση;

Η Αλίκη στάθηκε ολόρθη υψώνοντας το δικό της «ΟΧΙ»! Κοιτώντας θαρραλέα τους στρατοδίκες της είπε: «Μονάχα δήλωση ότι αποκηρύσσω τον πατέρα μου και όχι τις ιδέες μου, μπορώ να σας υπογράψω»!!! Η ηρωίδα είχε ήδη επιλέξει έναν περήφανο θάνατο παρά μια ατιμωτική “ζωή”! Η απόφαση του στρατοδικείου για την Αλίκη ήταν ότι «αποβαίνει επιβλαβής δια την πατρίδα» και καταδικάζεται... «δις εις θάνατον»!!!

Μελλοθάνατη. "Απόψε αγαπημένοι μου πρέπει να κοιμηθούν τα όνειρά μου".


Το τελευταίο γράμμα της Αλίκης:

«Δεν φανταζόμουνα ποτέ πως τόσο πολύτιμη κι ωραία είναι η ζωή. Αν μπορούσε κανείς να μου το πει πρωτύτερα, και να τον πιστέψω, θα πρόσεχα πολύ στο πέρασμά της. Θα ήταν κάθε μου βήμα και ύμνος προς αυτήν. (Να, τώρα γιατί μου ήρθε στο νου μια σκηνή απ’ τον Σοπέν κι ακόμα η μελωδία του αθάνατου Μπετόβεν στη «Σονάτα υπό το Σεληνόφως»; Αχ, πόσο θα ‘θελα ακόμα μια φορά να τ’ ακούσω απ’ τις γλυκόλαλες χορδές του πιάνου μου, χαμένο κι αυτό πια τώρα). Θα πρόσεχα το κάθε φύλλο που σειόταν απ’ τ’ αγέρι και που τόση ζωή κλειούσε μέσα του. Κάθε μου βήμα θα ήταν κι ένα προσκύνημα -τέτοια προσκυνήματα έκανα πάντα, όμως μόνο με αισθήματα,- κι ούτε ένα μυρμήγκι δε θα πέθαινε κάτω απ’ το πέλμα μου. Θα έμενα ξάγρυπνη τις νύχτες για να είχα τώρα ζήσει διπλή τη μικρή μου ζωή (αλήθεια δεν έκλεισα ακόμη τα εικοσιένα μου χρόνια...)...

Να, απόψε είναι το τελευταίο βράδυ για πέντε ανθρώπους, που επί είκοσι δύο μέρες ανάσαιναν πλάι μου -κι αύριο δεν θα υπάρχουν, η ζωή όμως θα κυλάει αδιάφορη για άλλους. Ίσως να ‘ναι κι η δική μου στερνή νύχτα.... Τούτες τις τελευταίες μέρες πρόσεξα όλους τους ήχους. Ένιωσα ως μέσα στην καρδιά μου τα μηνύματα της Άνοιξης, που έρχεται και που θα είναι η τελευταία της λιγόχρονης ζωής μου. Ακούω από πάνω μου τα βήματα των μελλοθανάτων... το βήχα τους... κι αυτή τους την παράξενη για μένα, ευθυμία. Γατί πεθαίνουν; Ζήσαν τόσο πολύ για να είναι ευχαριστημένοι με το θάνατό τους; Τότε τι νόημα έχει η ζωή; Αλήθεια κι εμένα γιατί να με σκοτώσουν; Πως δεν μ’ αφήνουν να εκπληρώσω τον μεγάλο μου προορισμό σαν γυναίκα στη ζωή; Γατί δεν μ’ αφήνουν να γνωρίσω το μεγάλο συναίσθημα της μητρότητας και τη μεγάλη στιγμή της φύσεως; Ήθελα να κι εγώ να στήσω νοικοκυριό, να γεννήσω παιδιά, να τα φροντίζω - να μου αρρωστήσουν και να ξαγρυπνώ πάνω από την κούνια τους. Ακόμα ήξερα και πώς να τα ντύνω - κι ακούστε: Είχα ακούσει την αδύνατη φωνούλα τους να προσπαθούν να ταιριάξουν τις πρώτες λεξούλες που θα τα συνέδεαν με τη ζωή. Θα τα μάθαινα πολύ μικρά ν’ αγαπούν τη μουσική και να ‘ναι πάντα διψασμένα για μάθηση. Θα τους έβαζα διπλά μαξιλάρια στο σκαμνάκι του πιάνου για να φτάνουν τα μικρά τους ροδοδάχτυλα τα πλήκτρα. Ω!... τι αστεία που θα είναι τα μουτράκια τους όταν θ’ ακούσουν τον πρώτο ήχο... ίσως τρομάξουν κιόλας... Τι γέλια που θα κάνουμε με το μπαμπά .τους... Θέλω να πω πως θα κάναμε αν ζούσα κι αν ήταν όλα έτσι όπως τα φαντάστηκα... Απόψε ίσως να ‘ταν η τελευταία δύση που θαύμασα.

Μελλοθάνατη. Απόψε αγαπημένοι μου πρέπει να κοιμηθούν τα όνειρά μου. (Ακούω το σκοπό να λέει πως είναι δέκα παρά τέταρτο - και μένουν τόσες λίγες ώρες ως το πρωί.... Πόσο βιάζεται ο Χρόνος....).

Δίπλωσε χρόνε, δίπλωσε τ’ ακούραστα φτερά σου, ώρες γλυκές μην τρέχετε, σταθείτε μια στιγμή...

Τι αισθανόταν ο Λαμαρτίνος την ώρα που συνέθετε τούτους τους στίχους...

...Πολυαγαπημένοι μου, εσάς που τόσο πολύ πόνεσα τις τελευταίες δύσκολες μέρες, ζητώ από σας, ως τελευταία μου χάρη, όχι ν’ αγνοήσετε το θάνατό μου, γιατί αυτό δεν είναι ανθρώπινο, αλλά να βοηθήσετε ο ένας τον άλλον, όσο μπορείτε, να μου δώσετε ψεγάδια, για να ‘ναι ευκολότερο να με ξεχάσετε... Μην προσπαθήσετε να φανταστείτε την εικόνα του τόσο αλλόκοτου θανάτου μου - γιατί ούτε κι εγώ προσπάθησα να κάνω... Εκείνη τη στιγμή ίσως φοβηθώ λιγάκι γιατί δεν έχω ξαναπεθάνει και δεν ξέρω πως θα είναι... - είναι φυσικό. Λυπούμαι μόνο που θα είναι ελληνικές οι σφαίρες που θα σταματήσουν τη ζωή μου - και γι αυτό θα πρέπει κι εσείς να λυπηθείτε και να κλάψετε...

...Υπάρχουν πολλές πιθανότητες να με πάρουν κι εμένα το πρωί, κι όμως δεν νιώθω καμιά νευρικότητα μέσα μου. Έτσι λοιπόν ήρεμα θα ‘ρθει ο θάνατος; Θέλω τόσο πολύ να ζήσω.... Γατί λοιπόν δεν εξανίσταται το είναι μου ολόκληρο στην προσμονή του χαμού μου;...

...Είμαι τόσο μικρή ακόμη. Τι κακό μπορούσα να κάνω στην πατρίδα για να με αποκαλούν προδότη; Γατί δεν μ’ αφήνουν να τελειώσω τις σπουδές μου, να μπορέσω τότε να βοηθήσω κι εγώ με τις μικρές μου γνώσεις την Ελλάδα σ’ αυτό το αιώνιο πνευματικό ανέβασμά της;

9.4.49 (Σάββατο)

Πέρασε κι αυτή η αυγή. Ζουν κι οι πέντε ακόμα... Αύριο είναι Κυριακή – δεν εκτελούν. Τη Δευτέρα την αυγή θα περιμένω πάλι... 10.4.49.
(Κυριακή 12 1/2 νύχτα)
Λίγες ώρες μένουν ως που να φέξει. Δε μας απομόνωσαν εμάς, ίσως να μην είμαστε αύριο με τους άλλους. Θέλω την τελευταία στιγμή ν’ αφήσω τα γράμματα για το σπίτι»...
Αλίκη».

Η εκτέλεση!
Πόσο πρέπει να αγαπούσε τη ζωή αυτή η νεαρή αγωνίστρια, ώστε τα τελευταία της λόγια να αποτελούν έναν αληθινό ύμνο στις ίδιες τις χαρές της ζωής που τόσο πρόωρα αποχωρίζονταν; Αλλά και πόσο βαθιά πίστη έτρεφε στα ιδανικά του σοσιαλισμού - κομμουνισμού , στις αρχές και στο δίκαιο του αγώνα ώστε να θυσιάσει την ίδια της τη ζωή;

Την αυγή της 16ης Απριλίου 1949 η νεαρή ηρωίδα Αλίκη Τσουκαλά θα σταθεί περήφανη, μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους της, μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Το αθώο νεανικό της αίμα θα ποτίσει το δεντράκι των αδικαίωτων οραμάτων αυτού του λαού...

Επίλογος...

«Αγόρια στήστε το χορό, κορίτσια τραγουδήστε
και σεις παιδιά μου αδέρφια της, κρατείστε τον καημό σας.
Τώρα είναι Απρίλης κι άνοιξη, τώρα είν’ καημός για νιάτα
τώρα το μνήμα της ανθεί γιομάτο παπαρούνες
Μάνα της πιάσου στο χορό,, και συ αδερφέ της πρώτος
και σεις πικραδελφούλες της, φέρτε ένα γύρο ακόμα
κι εγώ ένα ρουμελιώτικο σκοπό θα τραγουδήσω
τραγούδι απ’ την πατρίδα μου κι απ’ την καρδιά μου μέσα.»

(“Ρουμελιώτικο μοιρολόι” - γραμμές από τον τραγικό πατέρα της Αλίκης)

Πηγή: Περιοδικό "ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ" Απρίλης-Σεπτέμβρης 2020 (Έκδοση ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ)



Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved