«Αυτοπροσωπογραφία» (1939)
Ο Βάλιας Σεμερτζίδης (Βαλεντίνος) γεννήθηκε, το 1911, στο Κρασνοντάρ του Καυκάσου και πέθανε στην Αθήνα την 1η Φεβρουαρίου 1983. Ρωσίδα η μητέρα του (κόρη πλούσιου γαιοκτήμονα), Ελληνοπόντιος ο πατέρας, φιλότεχνος (στον Καύκασο δημιούργησε δικό του κινηματογράφο, μέχρι και Δημοτικό Θέατρο διηύθυνε), αγαπητός και από πολλούς ανθρώπους της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Το 1922 η οικογένεια Σεμερτζίδη εγκαθίστανται στη Δραπετσώνα μετά την υποχρεωτική, για όλους τους πρόσφυγες, μηνιαία καραντίνα στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι. Εκεί πεθαίνει ο μικρότερός του αδελφός. Ο πατέρας του όντας ιδιαίτερα ικανός στην οργάνωση επιχειρήσεων οδηγείται στην ίδρυση σχολής χορού, η οποία θα λειτουργήσει με επιτυχία εξασφαλίζοντας στην οικογένεια ένα σταθερό εισόδημα. Ο Βάλιας βοηθά την οικογένεια πουλώντας με ένα κασελάκι καραμέλες. Αγαπώντας από παιδί τη ζωγραφική, «πρωτομυήθηκε» σ' αυτήν από τον συμπατριώτη του ζωγράφο Πετρίδη, πορτρέτα του οποίου φιλοτέχνησε αργότερα.
Το 1927 η οικογένεια Σεμερτζίδη μετακομίζει στην Παλιά Κοκκινιά μέχρι την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940, οπότε ανεβαίνει στην Αθήνα.
Μέχρι το 1937 ασχολείται με βιοποριστικά επαγγέλματα. Για μεγάλο διάστημα συνεχίζει να διδάσκει χορό στη Σχολή χορού που διατηρεί ο πατέρας του. Αργότερα καταπιάνεται με φωτογραφικές μεγεθύνσεις, σπανιότερα με διαφημίσεις, κινηματογραφικές αφίσες και εικονογραφήσεις περιοδικών κ.ά. Ένα από αυτά είναι τα Ελληνικά Γράμματα του Κωστή Μπαστιά, όπου εικονογραφεί διηγήματα και ζωγραφίζει εξώφυλλα, όπως και ο Σπύρος Βασιλείου, ο Φώτης Κόντογλου, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Αντώνης Πρωτοπάτσης, κ.α.
Στη διάρκεια του πολέμου υπηρετεί στο Αντιαεροπορικό Πυροβολικό του Ναυστάθμου της Σαλαμίνας, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής οργανώνεται, όπως προαναφέρθηκε, στην Εθνική Αντίσταση, μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ. Από την παραμονή του στο βουνό συνέλεξε πολύτιμο υλικό, σχέδια και φωτογραφίες, που αξιοποίησε αργότερα, μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, σε συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων. Περίπου έως το 1944 αντλεί ακριβώς τα θέματά του από την Κατοχή, την πείνα και τους αγώνες του λαού της Αθήνας.
Παντρεύεται το 1935 τη Στέλλα Αλευροπούλου (ο γάμος τους θα διαρκέσει μέχρι το 1955), το 1942 γεννιέται ο γιος του Μάριος. Στις αρχές του 1944 μεταβαίνει στη Βίνιανη Ευρυτανίας και αργότερα στα Άγραφα εμφορούμενος από την επιθυμία να ζήσει από κοντά το αντάρτικο. Εκείνη την περίοδο, ο Σεμερτζίδης θα φιλοτεχνήσει τρία έργα, τα οποία πλέον δεν σώζονται, στις αίθουσες του Δημοτικού Σχολείου, στις Κορυσχάδες, όπου συνήλθε το Εθνικό Συμβούλιο από τις 14 έως τις 27 Μαΐου 1944: μία μεγάλη διαδήλωση του λαού της Αθήνας, το σύμβολο της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης και τον φοίνικα που αναγεννιέται από τις στάχτες του. Τις δύο βδομάδες που διαρκεί το Εθνικό Συμβούλιο ο Σεμερτζίδης θα σχεδιάσει τα σκαριφήματα των περισσοτέρων ομιλητών στο βήμα αλλά και σχέδια από την αίθουσα. Πολλά από αυτά αρκετές φορές είχαν δημιουργηθεί με σκοπό να διανεμηθούν. Έχοντας πλήρη επίγνωση του ρόλου και της αποστολής του ο Σεμερτζίδης χρονολογεί τα περισσότερα από αυτά, σημειώνοντας την ημερομηνία και αναγράφοντας τα ονόματα των αναπαριστάμενων. Ως εκ τούτου, τα σχέδια αυτά αποτελούν μία από τις σημαντικότερες ιστορικές μαρτυρίες της αντίστασης.
Ο Σεμερτζίδης ολοκληρώνει την τοιχογραφία «Διαδήλωση» στη μεγάλη αίθουσα του Γυμνασίου στις Κορυσχάδες, ενόψει της Συνόδου στις Κορυσχάδες
Σχετικά με τις προσωπικές του εμπειρίες στο Εθνικό Συμβούλιο στις Κορυσχάδες ο ίδιος θα περιγράψει σε συνομιλίες του με τον Χρήστο Αλεξίου:
«Όταν ξεκίνησα για το βουνό - μια και τα λέμε εδώ τώρα- υπήρχε ένας ρομαντισμός μέσα μου: ο Αντάρτης, ο μαχητής στα βουνά που κυνηγάει τον εχθρό, ξέρω 'γω, αντιστέκεται στον εχθρό κλπ., και είχα στόχο ακριβώς αυτόν. Ανέβαινα με τον σκοπό να ζωγραφίσω τον μαχητή, τον μαχόμενο αντάρτη. Αλλά όταν ανέβηκα απάνω -που ανέβαινα για πρώτη φορά στα μεγάλα βουνά- και είδα τους κατοίκους των βουνών αυτών, που ήταν Βλαχαραίοι εκεί πέρα, είδα ότι οι κατακτήσεις οι πολιτικές από τον ίδιο το λαό ήταν πολύ σοβαρότερες, στο βάθος σοβαρότερες από τον ένοπλα μαχόμενο. Δηλαδή οι κατακτήσεις, το Λαϊκό Δικαστήριο, η Συνεδρίαση, ήτανε πράγματα που με συνεπήραν πολύ περισσότερο απ' ό,τι ένας αντάρτης που ήταν μπροστά μου.»
Από τις Κορυσχάδες, πηγαίνει μαζί με τον φωτογράφο Σπύρο Μελετζή στα Άγραφα, στα χωριά της Αργιθέας και από εκεί στον Φουρνά Ευρυτανίας και συλλέγει το πολύτιμο υλικό του για τα μεταγενέστερα έργα του.
Εχοντας ζήσει μαζί με τους βασανισμένους της προσφυγιάς και της φτωχολογιάς ο Σεμερτζίδης θεωρούσε «αδιανόητο, ο διανοούμενος ή ο καλλιτέχνης να μην είναι με το μέρος όλων εκείνων που υποφέρουνε οικονομικά»m, έλεγε στην πρώτη συνομιλία του με τον Χρ. Αλεξίου, τονίζοντας παρακάτω: «Ο λαός με τραβούσε (...). Η διαφοροποίηση του λαού με ενδιαφέρει».
Κάτοχος της ρωσικής γλώσσας, αλλά αυτοδίδακτος στα ελληνικά, το 1926 εισάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών. Λόγω βιοποριστικής ανάγκης την εγκαταλείπει, αλλά επιστρέφει το 1928 «οριστικά». Μετά το τρίχρονο προκαταρκτικό τμήμα μαθητεύει στο εργαστήρι του Κωνσταντίνου Παρθένη, ο οποίος, λόγω του κλειστού χαρακτήρα του και της ανυποχώρητης απαιτητικότητάς του, από τους μαθητές του θεωρούνταν ο «εξαποδώ», ο «παλαβός» της Σχολής. Αν και αγαπητός μαθητής του «πρωτοπόρου επαναστάτη, μοναδικού δασκάλου», ο Σεμερτζίδης δεν συμμερίζεται τον «προσκολλημένο στη μυθολογία και τη θρησκεία, ιδεαλιστή» Παρθένη. Τον Σεμερτζίδη απασχολούσε «το τι στάση παίρνεις απέναντι στη ζωή». Αυτό... «ξεκαθαρίστηκε στην Κατοχή, με την Αντίσταση. Γι' αυτό ορόσημο μεγάλο στην ιστορία μου - όπως θα έπρεπε να ήταν σ' όλη τη νεοελληνική τέχνη και δυστυχώς δεν είναι - είναι η Κατοχή (...). Αλλά κι όταν κάνω ένα τοπίο, αυτή η στάση υπάρχει απέναντι στη ζωή»...
H εκτέλεση των 200 κομμουνιστών στο Σκοπευτήριο Καισαριανής, την Πρωτομαγιά του 1944
Στα έργα των χρόνων της Κατοχής και της Αντίστασης λ.χ. πορτρέτα ηγετών του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, κυρίως ανώνυμων μαχητών του ΕΛΑΣ, τσοπάνων στα επιβλητικά βουνήσια τοπία και αγροτών της Θεσσαλίας. Συνθέσεις λαϊκών συνελεύσεων και λαϊκών δικαστηρίων στα χωριά. Ο αγώνας της αγροτιάς για την επιβίωση του μαχητών του λαού. Η Μάχη της Σοδειάς. Η «Κυβέρνηση του Βουνού». Οι τοιχογραφίες του στο Γυμνάσιο των Κορυσχάδων, για τη Σύνοδο της ΠΕΕΑ, έργα «εξαιρετικό δείγμα άμεσης πολιτικής παρέμβασης» τα χαρακτηρίζει ο Ν. Χατζηνικολάου, σημειώνοντας μάλιστα ότι σκεπάστηκαν με ασβέστη «όταν το μίσος των ανθρώπων που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή θέλησε να σβήσει κάθε μνήμη, κάθε χνάρι της Εθνικής Αντίστασης. Ακόμα και το όνομα των Κορυσχάδων προσπάθησαν να αλλάξουν σε "Κυψέλη"». Στα σχέδια για την εκτέλεση των 200 κομμουνιστών στο Σκοπευτήριο Καισαριανής, την Πρωτομαγιά του 1944, για τον πίνακα «Ο χορός του Σουκατζίδη», έτσι «που να απεικονίζει κάθε εκτέλεση, στη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα και σε κάθε άλλη κατεχόμενη χώρα», όπως έλεγε ο ζωγράφος. Στα σχέδια για τις διαδηλώσεις - γιορτασμούς της απελευθέρωσης και για το αιματοκύλισμά τους στις 3 Δεκέμβρη του 1944.
Η αρμονία περιεχομένου - μορφής τελειοποιήθηκε όταν ο Σεμερτζίδης, κλεισμένος στο απόμερο φτωχόσπιτό του, στα χρόνια του εμφυλίου και μετά τη λήξη του, μετέπλασε σε μεγάλες διαστάσεις τα σχέδια στο μπλοκ του και τις μικρές υδατογραφίες που είχε φιλοτεχνήσει, υπό τις δύσκολες, κρίσιμες, επικίνδυνες συνθήκες του απελευθερωτικού αγώνα.
Ο Σεμερτζίδης, πιστεύοντας ότι «Κατοχή υπάρχει πάντοτε, γιατί υπάρχει κατεστημένο πάνω από το λαό», συγκλονισμένος από τον απελευθερωτικό αγώνα απαθανάτισε την «αποφασιστικότητα του λαού να πάει μπροστά (...)». Απαθανάτισε - ως ύμνο και διδαχή για το μέλλον - εκείνο τον επικό αγώνα του λαού «να ανοίξει δρόμο μέσ' από το σκοτάδι»...
Σε απόσπασμα δημοσιευμένου στο «Ριζοσπάστη», μετά το θάνατο του καλλιτέχνη, κειμένου του Πέτρου Ρούσσου, που μεταξύ άλλων αναφέρει: «Συνεισέφερε στον ΕΑΜικό αγώνα όλο τον πλούτο της ψυχής του και την προτίμησή του στο κόμμα του, το ΚΚΕ (...). Το φτωχικό σπιτάκι που νοίκιαζε στα Τουρκοβούνια, το πρόσφερε για δουλειές της Αντίστασης. Θυμάμαι, τους πρώτους μήνες του 1943, ένα μπουμπουνητό διέκοψε τη σύσκεψη μελών του τότε Πολιτικού Γραφείου του Κόμματός μας (...)». Επίσης, αναφέρεται στο ρόλο του Σεμερτζίδη ως μεταφραστή της Σοβιετικής Αποστολής. Στη σχέση των έργων του με τις φωτογραφίες του Σπύρου Μελετζή στο βουνό. Στο σπίτι του στα Τουρκοβούνια - «καταφύγιο γεμάτο σχέδια και σπουδές που είχε κάνει στο βουνό, γεμάτο "ντοκουμέντα", όπως τα χαρακτήριζε ο ίδιος, που περίμεναν να μετατραπούν σε έργα μεγάλων διαστάσεων». Στην «απεγνωσμένη προσπάθεια καλλιτεχνικής δημιουργίας», με θέματα του απελευθερωτικού αγώνα, στα εμφυλιακά και μετεμφυλιακά χρόνια, «σε κλίμα διώξεων, ψυχικής αγωνίας» και μεγάλης φτώχειας.
Ο Βάλιας σκιτσάρει τον Μαυροσκούφη "Λέων", αριστερά του ο Αρης Βελουχιώτης
Υλιστική προσέγγιση του κόσμου
Απάντηση στις απλουστευτικές, προπάντων στις αντιδραστικές αποτιμήσεις του έργου του, έδωσε ο ίδιος ο καλλιτέχνης, στην τελευταία συνομιλία του με τον Χρ. Αλεξίου:
«Δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλιστικός ρεαλισμός έξω από τη Ρωσία, απ' τις σοσιαλιστικές χώρες. Εδώ δεν υπάρχει σοσιαλιστική πραγματικότητα. Ποια σοσιαλιστική πραγματικότητα εξέφρασα λοιπόν εγώ, αφού στην Ελλάδα δεν υπήρχε και ούτε υπάρχει (...) Σε μένα το πνεύμα της Αντίστασης ρίζωσε. Ηταν συνειδητό. Γιατί ο παραμερισμός του λαού και η νίκη της αντίδρασης με ερέθισε ακόμα πιο πολύ. Εκείνοι που δεν ήρθαν στην εξουσία δεν έχασαν τον αγώνα. Ο αγώνας συνεχίζεται. Ο λαός έχει νικήσει. Ο εχθρός, απλώς, παλεύει να κρατήσει ό,τι έχει τώρα. Οχι πως έχει μέλλον μπροστά του»...
Το 1966, λαμβάνει πρόσκληση από την Ένωση Καλλιτεχνών της Σοβιετικής Ένωσης να εκθέσει έργα του στο Ερμιτάζ του Λένινγκραντ. Η έκθεση ήταν προγραμματισμένη για την περίοδο Απριλίου - Μαΐου του 1967. Ο Σεμερτζίδης στέλνει περίπου 70 έργα του, μεταξύ των οποίων τα περισσότερα είναι τοπία από τη Ρόδο. Η έκθεση πραγματοποιείται τελικά χωρίς την παρουσία του καλλιτέχνη, που εμποδίζεται από τη δικτατορία να ταξιδέψει στη Ρωσία. Την ίδια χρονιά συμμετέχει και στη Πανελλήνιο. Το 1967-1970 η έκθεση του Λένινγκραντ θα περιοδεύσει σε 25 πόλεις τις Σοβιετικής Ένωσης, μεταξύ των οποίων το Κίεβο, η Οδησσός, η Τιφλίδα και το Νοβοσιμπίρσκ. Τα έργα επιστρέφουν στην Ελλάδα μετά την πτώση της δικτατορίας. Οι Εκθέσεις αυτές προβάλλονται πολύ από τα μέσα ενημέρωσης και τον ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Τα έργα του παρουσιάζονται την ίδια περίοδο και στην έκθεση Ευρωπαϊκή Τέχνη στη Νέα Υόρκη.
Έργα τού Σεμερτζίδη βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές και κρατικές συλλογές και ιδρύματα, όπως: Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών, Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Ρόδου (Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου), Ιωαννίνων και Θεσσαλονίκης. Υπουργείο Παιδείας, Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών και Πειραιώς, Αγροτική Τράπεζα, Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Ελλάδος, ξένες Συλλογές. Πινακοθήκη Λιβόρνο, Πινακοθήκη Φερράρας. Στη Ρωσία έργα του αγοράσθηκαν για το «Ερμιτάζ» -Λένινγκραντ, Μουσείο Πούσκιν Μόσχας, Πινακοθήκη της Τασκένδης και για άλλα Μουσεία της Ρωσίας. Έργα του υπάρχουν ακόμα στην Κίνα, Αγγλία, Αμερική, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ελβετία και αλλού.
«Ο χορός του Σουκατζίδη» (παραλλαγή του 1966)
Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
Εθνική Αντίσταση-ΔΣΕ στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.
Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε
ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.