Οι μυστικές Αποστολές και παραλαβές όπλων στην ανατολικές ακτές των Μεσογείων και η προετοιμασία ακροδεξιού πραξικοπήματος κατά τη διάρκεια της Απελευθέρωσης



Το μνημείο στην πλατεία 9ης Οκτωβρίου 1944 στο Κορωπί


Γράφει ο Μιχάλης Λυμπεράτος *

"Το Κορωπί, η Κερατέα και η γύρω περιοχή βρέθηκαν, το φθινόπωρο του 1944, στο κέντρο των διαδικασιών της περίπλοκης διαδικασίας της Απελευθέρωσης από τους κατακτητές με τραγικές, όπως αποδείχθηκε, συνέπειες. Γιατί η Απελευθέρωση ήταν μια πραγματικότητα που δεν συνιστούσε την ομαλή εξέλιξη, που οι απουσίες της ιστοριογραφίας μας επέτρεψαν να σχηματιστεί ως εντύπωση. Αντίθετα, συντελέστηκε μέσα σε υποβόσκουσες εντάσεις και αντιθέσεις, που σε κάποιο βαθμό προδιέγραψαν τις μετέπειτα εξελίξεις. Είναι αυτό ακριβώς το γεγονός που ενδεχομένως αποκαλύπτει το γιατί έγινε η σφαγή στο Κορωπί, τη στιγμή που οι Γερμανοί αποχωρούσαν από την Αθήνα και είχαν εκβιαστικά επιβάλει να κηρυχθεί αυτή ως «ανοχύρωτη» πόλη για να αποχωρήσουν χωρίς να δεχθούν πλήγματα".

Πράγματι, η σφαγή στο Κορωπί έγινε παρότι ο ΕΛΑΣ είχε αναστείλει τις στρατιωτικές του ενέργειες εναντίον των κατοχικών στρατευμάτων μέσα στις πόλεις, ώστε να αποφευχθούν οι τυφλές καταστροφές με τις οποίες απειλούσαν οι Γερμανοί τον αστικό πληθυσμό. Γιατί οι απειλές αυτές δεν μπορούσαν να αγνοηθούν: μεγάλο τμήμα της Αθήνας ήταν υπονομευμένο με εκρηκτικά, μικρές δυνάμεις του γερμανικού στρατού με πυροβόλα είχαν ακροβολιστεί σε υψώματα, όπως τον Λυκαβηττό ή τον Λόφο του Αρδηττού και στόχευαν να ισοπεδώσουν ολόκληρες συνοικίες, δρόμους, γέφυρες και εργοστάσια που ήταν έτοιμα να ανατιναχθούν (και κάποια ανατινάχθηκαν), ενώ πηγές ηλεκτροφωτισμού και νερού, ακόμα και το φράγμα του Μαραθώνα, ήταν έτοιμα να καταστραφούν. [1]

Στην ουσία, οι Γερμανοί δεν είχαν ούτε το πρόσχημα ότι προέβησαν σε σφαγές για να απαντήσουν στα πλήγματα που δέχονταν με τη μορφή αντιποίνων. Γιατί ο ΕΛΑΣ δεν έπληξε τους Γερμανούς μέσα στις συνοικίες, όταν αποχωρούσαν. Οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον των αποχωρούντων γερμανικών στρατευμάτων έγιναν εκτός αστικού ιστού και σε απόσταση από κατοικημένες περιοχές. Αυτό εφαρμόστηκε και σε όλες τις άλλες πόλεις από τις οποίες αποχωρούσαν τα γερμανικά στρατεύματα, όπως τη Θήβα, τη Λαμία, την Πάτρα, ή την Κέρκυρα, τη Λάρισα, τη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια λίγο αργότερα. Στην περίπτωση της Αθήνας ο ΕΛΑΣ επιχείρησε να καταφέρει πλήγματα από το ύψος της Μαλακάσας και μετά.[2] Όπου οι Γερμανοί προέβησαν σε καταστροφές και ανατινάξεις μέσα σε πόλεις, όπως στο Λιμάνι του Πειραιά, ή στην περίπτωση της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι, αυτές έγιναν προληπτικά ή λόγω πανικού, βλέποντας Βρετανούς αλεξιπτωτιστές να προσγειώνονται στα Μέγαρα ή ελασίτες να πραγματοποιούν αντισαμποτάζ για να προστατεύσουν τις λιμενικές εγκαταστάσεις.

Από την άποψη αυτή το Κορωπί και η σφαγή εκεί συνιστά ένα ερωτηματικό που δεν μπορεί να εξηγηθεί ως αντίποινα των Γερμανών, αλλά μόνο ως απόρροια του αφανούς πολέμου με πολλούς υπαίτιους που συντελέστηκε λίγο πριν την απελευθέρωση. Κομβικός παράγοντας αυτής της πλευράς του πολέμου ήταν το ζήτημα του κενού εξουσίας που θα δημιουργούνταν κατά τη γερμανική αποχώρηση. Γιατί η απουσία κατοχικών δυνάμεων από την Αθήνα ήταν δυνατόν να ανατρέψει όλους τους σχεδιασμούς στους οποίους επένδυαν όλοι οι παράγοντες, εχθροί και σύμμαχοι, που ενεπλάκησαν στην τελευταία φάση απελευθέρωσης της χώρας.

Καταρχήν, το όποιο κενό εξουσίας θα δημιουργούνταν στην Αθήνα ενδιέφερε τους ίδιους τους Γερμανούς άμεσα. Και αυτό για να προστατεύσουν τα νώτα τους, να δημιουργήσουν συνθήκες πανικού και να επωφεληθούν από τη σύγχυση, ώστε να αποφύγουν μαζικά και αιφνιδιαστικά πλήγματα από τον ΕΛΑΣ κατά την αποχώρησή τους. Το σχέδιο «Χάος» που αφορούσε καταστροφές υποδομών, κατατρομοκράτηση του πληθυσμού με αναίτιες και ειδεχθείς σφαγές, ακόμα και μεμονωμένες δολοφονίες εν μέση οδώ, συνδυαζόταν με την προσπάθεια να αποδυναμωθούν οι ανταρτικές οργανώσεις μέσα στις πόλεις και να αφοπλιστούν, κατά το δυνατόν, οι δυνάμεις τους.

Έτσι, για παράδειγμα, για να ελεγχθούν οι μεταφορές όπλων και ο εξοπλισμός του ΕΛΑΣ χρειάστηκε να καταληφθεί το αμαξοστάσιο της Καλλιθέας. Για αυτό, τη Δευτέρα 28 Αυγούστου 1944, το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων με πρόσχημα αντίποινα για μια συμπλοκή του ΕΛΑΣ με άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας επιχείρησε από το Κουκάκι να κυκλώσει την Καλλιθέα, μέσω των Παλαιών Σφαγείων και της λεωφόρου Συγγρού σε συνεργασία με περίπου 200 άνδρες της «Χ». Όσοι συνελήφθησαν κατά το μπλόκο, περίπου 4.000 άνθρωποι, συγκεντρώθηκαν στο γήπεδο της Καλλιθέας, την ίδια στιγμή που άνδρες των Ταγμάτων επιδίδονταν σε λεηλασίες και πυρπολήσεις σπιτιών. Καταδότες επιδόθηκαν στον διαχωρισμό των εγκλείστων στο γήπεδο,[3] με θεατές 30 περίπου Γερμανούς από τις γύρω ταράτσες. Κατά ομάδες, όσοι επιλέγονταν, εκτελούνταν στα αποδυτήρια του σταδίου, συνολικά 54 άτομα.[4] Την επόμενη μέρα άλλοι 20 άνθρωποι και 5 γυναίκες εκτελέστηκαν στον περίβολο του παλιού Ψυχιατρείου στην Αγία Ελεούσα. [5]

Στα πλαίσια της ίδιας πρόθεσης παραγωγής τρόμου,[6] στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, 50 όμηροι εκτελέστηκαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, ενώ τρεις μέρες μετά, εκτελέστηκαν στο Δαφνί άλλοι 72, μέλη οι περισσότεροι της οργάνωσης «Υβόννη», ώστε να κοπεί ο σύνδεσμός ελληνικής αστικής αντίστασης και Βρετανών, ιδίως στη φάση που διασπείρονταν πληροφορίες ότι συμμαχικά όπλα διοχετεύονταν στην Αθήνα.. Ανάμεσα τους η Λέλα Καραγιάννη και ο δικηγόρος Εμ. Λίτινας από τον ΕΔΕΣ Αθήνας, από τους λίγους της οργάνωσης που δεν είχαν συμπράξει με την κατοχική κυβέρνηση.[7]

Στις 16 Σεπτεμβρίου 1944 τμήμα της Ειδικής Ασφάλειας θα επιχειρήσει να αποκόψει το κέντρο της Αθήνας από τις δυτικές συνοικίες, εισβάλοντας στην περιοχή μεταξύ Αιγάλεω και Περιστέρι, οι οποίοι θα αποκρουστούν στη γέφυρα Λένορμαν από τον 3ο Λόχο του ΙΙΙ/4 Τάγματος Περιστερίου του ΕΛΑΣ. Στις 2 Οκτωβρίου 1944 θα εκτελεστούν αλλά 34 άτομα στην Καισαριανή, ενώ σειρά πτωμάτων ανακαλύφθηκαν στον Άγιο Ιωάννη Βουλιαγμένης.[8]
Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις οι σφαγές αυτές συνδέονταν με την αναζήτηση όπλων από τους Γερμανούς και τα Τάγματα Ασφαλείας ώστε να μην περιέλθουν στα χέρια της αντίστασης. Η πιο ενδεικτική περίπτωση αυτού ήταν η σφαγή στο Μπαρουτάδικο, στο Αιγάλεω, στις 29 Σεπτεμβρίου 1944: βάσει πληροφοριών ότι μέσω των στοών του μπαρουτάδικου γινόταν μεταφορά οπλισμού στους αντάρτες, ένα επίλεκτο γερμανικό τάγμα διατάχθηκε να προχωρήσει σε εκκαθάριση της περιοχής. Οι Γερμανοί αρχικά εκτέλεσαν επί τόπου 31 άοπλους που βρέθηκαν στον δρόμο τους. 18 από τα πτώματα που βρέθηκαν την επόμενη μέρα εντοπίστηκαν μέσα στους λαχανόκηπους των σπιτιών τους.[9] Μετά οι Γερμανοί απέκλεισαν τον συνοικισμό του Αγίου Γεωργίου της περιοχής και επέτρεψαν την αποχώρηση μόνο κάποιων γυναικόπαιδων. Τους άνδρες άνω των 15 ετών που εγκλωβίστηκαν μέσα στις κατοικίες τους τούς έκαψαν ζωντανούς. Συνολικά κάηκαν 105 σπίτια. Η εφημερίδα Καθημερινά Νέα έγραψε ότι οι Γερμανοί έσπαγαν τα παράθυρα των σπιτιών και έριχναν εμπρηστικές χειροβομβίδες μέσα.[10]




Επισήμως, οι νεκροί ήταν 65, άλλες κάποιες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών πιθανόν και σε εκατό, γιατί στην ευρύτερη περιοχή ανακαλύφθηκαν 150 περίπου πτώματα. Να σημειωθεί ότι την ίδια μέρα, στις 29 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί επιδεικτικά σκότωσαν 9 και τραυμάτισαν 32 ανθρώπους έξω από την εκκλησία της Οσίας Ξένης στη Κοκκινιά, κατά τη διάρκεια του μνημόσυνου του μπλόκου της Κοκκινιάς, και εκτέλεσαν άλλους 14 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Όλες αυτές τις σφαγές οι Γερμανοί προσπαθούσαν να τις νομιμοποιήσουν με ανακοινωθέντα που έδιναν στις εφημερίδες. Στην περίπτωση του Αιγάλεω ήταν ο φόνος ενός Γερμανού που οι επόμενες ανακοινώσεις ανέβαζαν σε 4 και ούτω καθεξής.[11]
Δεν ήταν όμως μόνο η πρόθεση να δημιουργήσουν συνθήκες χάους για να επωφεληθούν από τη σύγχυση και τον φόβο που καλλιέργησαν. Ακόμα πιο σημαντικός ήταν ο πολιτικός στόχος των Γερμανών, να εξασφαλίσουν, δηλαδή, ότι η αποχώρησή τους δεν θα ευνοούσε τους έλληνες Αριστερούς και τους κομμουνιστές. Εκτός από το αντικομμουνιστικό τους μένος, οι Γερμανοί ερωτοτροπούσαν και με την ιδέα ότι οι Βρετανοί θα παρέμεναν αδρανείς κατά τη διάρκεια της γερμανικής υποχώρησης, αν διαπίστωναν ότι ήταν εφικτή μια άτυπη συνεργασία ώστε να αστυνομευθεί ο ΕΛΑΣ κατά την Απελευθέρωση.

Ως προς τη δυνατότητα μιας τέτοιας συνεργασίας, οι Γερμανοί είχαν ατράνταχτες αποδείξεις: τη συμφωνία που είχαν εξασφαλίσει στη Λισσαβόνα, τον Αύγουστου του 1944,[12] με τους Βρετανούς, ώστε να τεθεί υπό βρετανικό έλεγχο η εκκένωση των κατεχόμενων περιοχών της Ευρώπης, αλλά και τις άτυπες διαβουλεύσεις, από το καλοκαίρι του 1944 και μετά, μεταξύ Γερμανών και Βρετανών συνδέσμων στην Ελλάδα, κάτι που οπωσδήποτε συνδεόταν με την πρωτοφανή αδράνεια της βρετανικής αεροπορίας και του ναυτικού κατά τη αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων από την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά. Γιατί οι Γερμανοί από 25 Αυγούστου μέχρι 15 Σεπτεμβρίου 1944 κατάφεραν ανεμπόδιστα δια θαλάσσης να μεταφέρουν 7.000 στρατιώτες, 1.200 άλογα, πυροβολικό, οχήματα και 4.800 τόνους στρατιωτικού υλικού. Η Λουφτβάφε μετέφερε από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο του 1944, μεγάλο τμήμα των δυνάμεων αυτών στα ελληνο-γιουγκοσλαβικά σύνορα χωρίς να δεχτεί ουσιώδη πλήγματα, 30.000 περίπου στρατιώτες και 1.000 τόνους πολεμικό υλικό. Συνολικά από την Κρήτη αναχώρησαν 50.000 άντρες επί συνόλου 70.0000 και από τα νησιά 17.000, οι Γερμανοί μετέφεραν εντελών ανενόχλητοι τους δυνάμεις τους και από τη Λέσβο, Χίο.[13] Δεν ήταν τυχαίο ότι από τον Αύγουστο του 1944 οι Γερμανοί διέδιδαν ότι είχαν συμφωνήσει με τους Βρετανούς να τους παραδώσουν την εξουσία στην Αθήνα, πριν την καταλάβει ο ΕΛΑΣ. [14] Επιπλέον, η ιδιαίτερη μεταχείριση των υποχωρούντων Γερμανών από τους Βρετανούς περιείχε και τη μύχια πρόθεση να χρησιμοποιηθεί η υποχώρηση του γερμανικού στρατού από την Ελλάδα ως εμπόδιο στη ραγδαία προέλαση του Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια.

Δεν ήταν τίποτε από όλα αυτά όψιμο προϊόν των στιγμών της απελευθέρωσης. Οι Γερμανοί, ήδη από τα 1943, μετά την ιταλική συνθηκολόγηση και τις μεγάλες νίκες του Κόκκινου Στρατού στο Ρωσικό Μέτωπο, πόνταραν στη διαμόρφωση ενός αντισοβιετικού και αντικομμουνιστικού μετώπου, το οποίο, προϊόντος του χρόνου, θα συμπεριελάμβανε και τις δυτικές δυνάμεις. [15] Γιατί, ιδίως μετά τη διάσκεψη της Τεχεράνης, το Δεκέμβριο του 1943, διαφαινόταν ότι στο μόνο που μπορούσαν να επενδύσουν οι δυνάμεις του Άξονα ήταν να διασπαστεί το συμμαχικό μέτωπο, να οξυνθούν οι αντιθέσεις των μεγάλων Δυνάμεων και να απομονωθεί η Σοβιετική Ένωση. [16] Εκδοχή αυτής της επιδίωξης ήταν να μην ανοίξει το δεύτερο μέτωπο που ζητούσε ο Στάλιν στην Ευρώπη, γεγονός που τελικά διέψευσε η απόβαση στην Νορμανδία, τον Ιούνιο του 1944, την οποία καθυστερούσε συστηματικά ο Τσώρτσιλ για να εξασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα στην Ευρώπη.[17]
Ήταν μια στρατηγική που επέβαλε την αντικατάσταση της ιδεολογίας της «νέας τάξης πραγμάτων», με τη διεκδικούμενη ένταξη των Γερμανών στο μέτωπο της υποτιθέμενης προστασία της δυτικής κοινωνίας από τον κομμουνισμό. Η στροφή των Γερμανών προς τον γυμνό αντικομμουνισμό δικαιολογούνταν και από τις άοκνες προσπάθειες του Τσώρτσιλ, ακόμα και όταν το δεύτερο μέτωπο άνοιξε μετά από την επιμονή του Ρούζβελτ, να το αποδυναμώσει, ώστε ο βρετανικός στρατός να αναπτύξει τη δική του ξεχωριστή στρατηγική στην Ιταλία και τα Βαλκάνια.

Αυτή ακριβώς η αλλαγή πολιτικής στόχευσης καθόρισε, από τον Δεκέμβριο του 1943, τη στρατηγική άσκησης καταπίεσης εις βάρος των άμαχων στην Ελλάδα. Ως σκοπός των κατοχικών δυνάμεων, πλέον, προβλήθηκε η εξολόθρευση του κομμουνισμού, τα αντίποινα στρέφονταν αποκλειστικά κατά Αριστερών, ενώ οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες εξήψαν τις παλιές πολιτικές αντιθέσεις στην Ελλάδα, προσπαθώντας να παρασύρουν ακόμα και τη μετριοπαθή ελληνική Δεξιά σε σύγκρουση με το ΕΑΜ. Για αυτό δημιούργησαν και εξόπλισαν τα Τάγματα Ασφαλείας ως τον εκπρόσωπο του ελληνικού αστικού καθεστώτος. Ήταν ακριβώς για τους ίδιους λόγους που άρχιζαν να προσεγγίσουν δυνάμεις, όπως τον ΕΔΕΣ, στον οποίο πρότειναν, με ιδιαίτερη επιτυχία, αλλεπάλληλες συμμαχίες κατά του ΕΛΑΣ.[18]

Ήταν για τους ίδιους λόγους που άλλαξε ακόμα και ο τρόπος που δρούσε ο κατοχικός στρατός. Στην ουσία, οι Γερμανοί άφηναν τα Τάγματα Ασφαλείας να προβάλουν στην καταστολή των αντιστασιακών ενεργειών, ενώ παρέμεναν στα μετόπισθεν για να επέμβουν την κατάλληλη στιγμή. Έτσι, όλα τα μπλόκα μου έγιναν στην Αθήνα στα 1944, όλες οι επιθέσεις των κατοχικών δυνάμεων κατά οικισμών, ιδίως στην Πελοπόννησο, αναπαρήγαγαν αυτό το σχήμα τακτικής. Υποτίθεται ότι αυτό παρήγαγε την εικόνα ενός πολέμου κατά του κινδύνου σοβιετοποίησης των κοινωνιών, όπως οι κατοχικές ανακοινώσεις και οι εφημερίδες της κυβέρνησης Ράλλη διαλαλούσαν για να δικαιολογήσουν τις ειδεχθείς σφαγές, ιδίως του δεύτερου μισού του 1944.

Μάλιστα, οι Γερμανοί σχεδόν εξασφάλισαν και τη σιωπηλή αποδοχή των Βρετανών στα σχέδια αυτά, προσφέροντας ως δέλεαρ ακόμη και 10.000 Γερμανούς στρατιώτες ως οπισθοφυλακή ώστε να παραδοθεί ομαλά η εξουσία στην Ελλάδα στους Βρετανούς. Αυτό το γερμανο-βρετανικό μέτωπο απετράπη να εκδηλωθεί εμφανώς λόγω των διαμαρτυριών του Ρούζβελτ και της διεθνούς κοινής γνώμης. Ωστόσο, στις 8-9 Οκτωβρίου 1944, εκκρεμούσε ακόμα η συμφωνία να παραχωρηθεί μια εκεχειρία 72 ωρών στους Γερμανούς να αποχωρήσουν από την Αθήνα με αντάλλαγμα να αφήσουν από 100 έως 300 Γερμανούς στρατιώτες έτοιμους να παραδώσουν τα κλειδιά της Αθήνας στους Βρετανούς αλεξιπτωτιστές. Πράγματι, αν και όλοι οι Γερμανοί τελικά αποχώρησαν, καμία επίθεση δεν έγινε κατά των αποχωρούντων στρατευμάτων τους, 12 ώρες αφότου έφυγαν από την Αθήνα.[19] Οι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές περίμεναν υπομονετικά στα Μέγαρα, μέχρι να εκπνεύσει ο χρόνος που συμφωνήθηκε για να μετακινηθούν έκτοτε προς τον Πειραιά. [20]

Αλλά δεν ήταν μόνο οι βαθύτεροι γεωπολιτικοί σχεδιασμοί που επηρέασαν τις συνθήκες της Απελευθέρωσης. Ο δεύτερος παράγοντας που προσδιόρισε εξίσου την τροπή που πήραν τα πράγματα, αλλά και την καταστροφή που υπέστη το Κορωπί λίγο πριν την αποχώρηση των Γερμανών, ήταν οι επιδιώξεις της εγχώριας ακροδεξιάς, με προμετωπίδα τον βασιλιά, σε σχέση με την απαίτησή του να επανέλθει στην Ελλάδα, χωρίς την έγκριση του ελληνικού λαού. Στο βασιλικό στρατόπεδο γνώριζαν ότι χωρίς τη συνοδεία του βρετανικού στρατού ή εγχώριων στρατιωτικών δυνάμεων ως σωματοφυλακή του βασιλιά, η επάνοδος στη χώρα την περίοδο της Απελευθέρωσης ήταν σχεδόν αδύνατη.[21]

Και αυτό γιατί ο Γεώργιος ήταν πλήρως απο-νομιμοποιημένος στην ελληνική κοινωνία. Ακόμα και οι παραδοσιακοί μοναρχικοί του καταμαρτυρούσαν τεράστιες ευθύνες σε σχέση με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, και σχεδόν σύμπας ο δεξιός πολιτικός χώρος του είχε στρέψει την πλάτη, με το πρωτόκολλο του Μαρτίου του 1942, όπου του επέβαλε τη δοκιμασία του δημοψηφίσματος ως προϋπόθεση επανόδου του στην Ελλάδα. Ο βασιλιάς διέθετε την υποστήριξη μόνο του Κ. Τσαλδάρη από τους παλιούς δεξιούς πολιτικούς, την πλαισίωση κάποιων στρατιωτικών κύκλων στη Μέση Ανατολή με επικεφαλής τον στρατηγό Βεντήρη και την υποστήριξη κάποιων παραστρατιωτικών ομάδων στην Αθήνα, τύπου της «Χ» του Γρίβα. [22] Δεν διέθετε καν τη δεδηλωμένη υποστήριξη των Ταγμάτων Ασφαλείας, τα οποία συγκροτήθηκαν και επηρεάζονταν από αντιμοναρχικούς στρατηγούς, τον Στ. Γονατά και τον Θ. Πάγκαλο. [23]

Στην ουσία, ο μονάρχης είχε με το μέρος του μόνο την πείσμονα αποικιοκρατική νοοτροπία του Τσώρτσιλ. Αλλά και οι βρετανικές λόγχες δεν ήταν δεδομένες, αφού οι Βρετανοί δεν είχαν, σε εκείνη τη φάση, τις δυνάμεις να αποβιβαστούν στην Αθήνα και να επιβάλουν τον μονάρχη, παρά την θέληση του ελληνικού λαού. Για αυτό και εκλιπαρούσαν τον Γεώργιο να τεθεί στη διάθεση του λαού και να ορίσει έναν αντιβασιλέα.[24]

Όμως, ο Γεώργιος, χωρίς κανένα πολιτικό έρεισμα, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να επιβάλει την παρουσία του στην Ελλάδα, αναζητώντας έναν στρατό ακόμα και παρακρατικών, που θα τον επέβαλε στους Έλληνες. Βεβαίως το μόνο που διέθετε ήταν την Ορεινή Ταξιαρχία που είχε εκκαθαριστεί από τα δημοκρατικά στοιχεία, μετά τα γεγονότα του Απριλίου του 1944 στον ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής, τον οποίο οι Βρετανοί φοβούνταν να μετακινήσουν στην Ελλάδα, και τη βασιλική Χωροφυλακή που ήταν διαλυμένη.

Για αυτό ξεκίνησε από υποστηρικτές του βασιλιά μια προσπάθεια συγκρότησης φιλομοναρχικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αθήνα από τα υπολείμματα των παλιών Σωμάτων Ασφαλείας, με την έγκριση της κυβέρνησης Ράλλη, μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας αλλά και ακροδεξιών οργανώσεων που οι περισσότερες συντηρούνταν από τους Γερμανούς. Έχοντας τη σιωπηλή, αλλά έμπρακτη, αποδοχή των τελευταίων, που προσέβλεπαν στη δημιουργία ενός επιπλέον αντικομμουνιστικού στρατού δίπλα στα Τάγματα Ασφαλείας,[25] ο στρατηγός Παν. Σπηλιωτόπουλος, πρώην επιτελικός αξιωματικός της Χωροφυλακής στην κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου, ξεκίνησε να φτιάχνει, εν κρυπτώ, ένοπλα σώματα,[26] όπως είχε διαταχθεί από τους μοναρχικούς του ΓΕΣ της Μέσης Ανατολής.[27]

Οι Βρετανοί, που σχεδίασαν από τα παρασκήνια την όλη επιχείρηση, υπολόγιζαν τους μάχιμους από τους πολίτες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε 2.000 περίπου. Πίστευαν ότι τρεις (3) τουλάχιστον από τις ακροδεξιές οργανώσεις των Αθηνών διέθεταν πάνω από διακόσια τουφέκια η κάθε μία, και μεγάλο αριθμό πιστολιών. Σε αυτούς πρέπει να προστεθεί και ένας αριθμός ενστόλων, οι οποίοι υπολογίζονταν σε 4.000 χωροφύλακες και 3.000 αστυνομικοί και 200 πυροσβέστες σε Αθήνα-Πειραιά. Αυτοί, σύμφωνα με τις βρετανικές πληροφορίες, διέθεταν 2.500 τουφέκια και 20 οπλοπολυβόλα, ενώ ακόμα 3.000 πιστόλια που θα μπορούσαν να αγοραστούν από τη μαύρη αγορά. Αν σε αυτά προστίθεντο, άλλα 5.000 όπλα, κυρίως τουφέκια και οπλοπολυβόλα, που μπορούσαν να σταλούν από τη Μέση Ανατολή, τότε οι μοναρχικοί θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν πραξικόπημα, να καταλάβουν μετά την αποχώρηση των Γερμανών την Αθήνα και να υποδεχθούν το βασιλιά.

Μάλιστα, είχε εκπονηθεί και σχέδιο ώστε οι εξοπλισμένες αυτές δυνάμεις, μόλις αποχωρούσε ο τελευταίος Γερμανός στρατιώτης από το κέντρο της Αθήνας να καταλάβουν τον λόφο των Νυμφών, τον λόφο του Φιλοπάππου, την Ακρόπολη, τον λόφο του Αρδηττού, το Ζάππειο, την πλατεία Συντάγματος, τον Λυκαβηττό, τη Σχολή Ευελπίδων, την Καστέλα στον Πειραιά, τον Άγιο Βασίλειο, τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Πειραιά, το λιμάνι, το Δημοτικό Θέατρο, τα Ταμπούρια, την Κοκκινιά κοκ. Το σχέδιο προέβλεπε και την πιθανή αξιοποίηση δυνάμεων των Ταγμάτων Ασφαλείας που βρίσκονταν σε στρατόπεδα στο Γουδή, στο Χαϊδάρι, στο στρατόπεδο του Ρούφ, και σε στρατόπεδα στην Κοκκινιά. Για τη μεταφορά αυτών των δυνάμεων στα σημεία ελέγχου της Αθήνας θα χρειάζονταν 300 φορτηγά και 500 αυτοκίνητα, πιθανόν ακόμα και ταξί.[28]

Ακρογωνιαίος λίθος στην επίτευξη του σχεδίου αυτού, του τύπου των προνουτσιαμέντων του Μεσοπολέμου, ήταν η εξασφάλιση επαρκούς οπλισμού. Επομένως, αποδείχθηκε ζωτικής σημασίας η διανομή όπλων από επιλεγμένα σημεία της Αττικής που θα αποβίβαζαν οπλισμό βρετανικά καΐκια σε όρμους της περιοχής των Μεσογείων, σύμφωνα με απόφαση που πάρθηκε στις 8 Αυγούστου 1944 κατά την εντολή του Τσώρτσιλ. Το πρόβλημα ήταν ότι αυτές οι μεταφορές οπλισμού καθιστούσαν την περιοχή διακεκαυμένη ζώνη γιατί Γερμανοί, Βρετανοί και Έλληνες παρακρατικοί ενδιαφέρονταν εξίσου τα όπλα αυτά να μην περιέλθουν στην Κατοχή του ΕΛΑΣ. [29]

Τα όπλα αυτά αποφασίστηκε να μεταφερθούν στην Αθήνα, στις 12 Σεπτεμβρίου, και τα υπόλοιπα δύο εβδομάδες μετά.[30] Οι Βρετανοί προσπαθούσαν να βρουν διαθέσιμα όπλα, τα οποία, τουλάχιστον 600 τουφέκια και 100 οπλοπολυβόλα, θα τα προμηθεύονταν από την Κύπρο, θα μεταφέρονταν στη Σμύρνη και από κει στην Αθήνα. Η ίδια η Force 133 που κλιμάκιο της έδρευε στην Ελλάδα δεν είχε διαθέσιμα περισσότερα όπλα, και ειδοποιούσε το Κάιρο ότι για τα 1.000 τουφέκια και τις 200.000 σφαίρες που είχε αποφασιστεί να σταλούν στην Ελλάδα θα χρειάζονταν ένα μήνα για να τα διοχετεύσει στην Αθήνα μέσω Σμύρνης.[31]




Όταν τελικά τα όπλα συγκεντρώθηκαν, στόχος της πρώτης αποστολής ήταν να αποβιβαστεί ο Ταγματάρχης Sheppard για να οργανώσει τη συγκρότηση του μοναρχικού στρατού μαζί με 18 τόνους όπλων και πολεμοφοδίων στην περιοχή Κακιά Θάλασσα. Το καΐκι θα περνούσε μέσω Πανόρμου στην Τήνο, στις 12 Σεπτεμβρίου και από εκεί θα κατευθυνόταν στον Πειραιά. Λόγω, όμως, εντόνων ανέμων παρέμεινε στην Τήνο για οκτώ μέρες και μόνο στις 20 του μήνα το καΐκι πέρασε στην Άνδρο. Την επόμενη μέρα (21/9) έπλευσε προς Κακιά Θάλασσα στην οποία έφτασε στις 11.30 τη νύχτα.[32]

Τη διαδικασία μεταφοράς των όπλων οργάνωσαν και επέβλεπαν και δυνάμεις παρακρατικών της Αθήνας, όπως η «Χ» αλλά και δυνάμεις των Ταγμάτων Ασφαλείας με τη συνοδεία ομάδας Γερμανών που είχαν πληροφορηθεί τις κινήσεις αυτές και απλώς επέβλεπαν για να μην πέσει ο οπλισμός στα χέρια του ΕΛΑΣ. Μοναρχικοί και παρακρατικοί είχαν στρατοπεδεύσει στην περιοχή δύο εβδομάδες πριν για να παραλάβουν τα όπλα, [33] που, όμως, εντοπίστηκαν από τον ΕΛΑΣ, ο οποίος συνέλαβε έναν Βάϊο, αρχηγό της «Αγγλοελληνικής Οργανώσεως» μαζί με ορισμένα μέλη της από την Κερατέα. Την δύναμη αυτή αντικατέστησε ομάδα της «Χ» που πήρε εντολή από τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο να εγκατασταθεί στη θέση Πρασσιά-Πόρτο Ράφτη για να παραλάβει τον οπλισμό.[34] Επικεφαλής της ομάδας παραλαβής των όπλων ήταν ο συνταγματάρχης Δ. Ζαγκλή, ο οποίος με 100 περίπου άνδρες της «Χ» κατασκήνωσαν στο συμφωνημένο σημείο, στις 10 Σεπτεμβρίου. [35]

Επειδή καθυστερούσε το βρετανικό καΐκι, ο Συνταγματάρχης Ζαγκλής αναγκάστηκε να κρύψει τους άντρες του στον όρμο Αυλάκι και να ζητήσει ενισχύσεις από ακόμα 30 άντρες, μέλη της «Χ». Ήταν ο ίλαρχος Κόκκινος της «Χ» εκείνος που τελικά παρέλαβε τα όπλα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Άγγλος αξιωματικός που ήταν επικεφαλής της αποστολής ζήτησε από τους υποδοχείς των όπλων να μην αποκαλύψουν, ούτε καν στο πλήρωμα του αγγλικού πλοίου, ότι τα όπλα προορίζονταν για τους εθνικιστές της Αθήνας.[36] Όλο το βράδυ μεταφέρονταν όπλα από το καΐκι, τα οποία κρύφτηκαν σε λαγούμια στους γύρω λόφους. Επρόκειτο για 1.600 sterns, και 600.000 περίπου σφαίρες και 4.940 τουφέκια. Ο ΕΛΑΣ της περιοχής επιχείρησε να παρέμβει αλλά απωθήθηκε με νεκρούς και τραυματίες. [37] Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με μαρτυρίες, τα τεκταινόμενα παρακολουθούσαν από μακριά χωρίς να επεμβαίνουν Γερμανοί, τα φυλάκια των οποίων δεν επενέβησαν και όταν τα όπλα μεταφέρθηκαν με καμιόνια στην Αθήνα, στο φρουραρχείο της «Χ» στο Θησείο, στην οργάνωση Εθνική Ένωση του Ν. Αντωνακέα που έκρυψε, μάλιστα, τμήμα του οπλισμού στο σπίτι του,[38] ενώ ένα άλλο κατέληξε στις αποθήκες του Μηχανοκίνητου Τάγματος Μπουραντά. Μάλιστα, οι μεταφέροντες τα όπλα στην Αθήνα στις εκθέσεις τους δεν έκρυβαν την έκπληξή τους για τη στάση των Γερμανών όταν «η Γερμανική περίπολος ούτε εν βλέμμα δεν έρριψεν επί των αυτοκινήτων τα οποία ήσαν πλήρη όπλων και πυρομαχικών με τα αγγλικά σήματα….,».[39]

Το τι συνέβαινε κατά τις μεταφορές αυτές και πώς διασπείρονταν τα όπλα που κατέληγαν ακόμα και στη μαύρη αγορά φάνηκε από την εντολή που πήρε ο Σπηλιωτόπουλος από τον Sheppard να μην εμπλέξει ξανά τη «Χ» και τα Τάγματα Ασφαλείας στις μεταφορές αυτές, γιατί τμήμα του οπλισμού χάθηκε[40] και δεν μπορούσε να εντοπιστεί.[41] Να σημειωθεί, επίσης, ότι η κατάσταση στις δυνάμεις των Συνταγμάτων του Σπηλιωτόπουλου ήταν τόσο άσχημη, ώστε ο ίδιος ο Σπηλιωτόπουλος φοβήθηκε να δώσει εντολή να ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταφοράς των όπλων στις δυνάμεις αυτές και απαγόρευσε στον Ζαγκλή να επανέλθει στο Αυλάκι στην περιοχή της Κακιάς Θάλασσας. Τα υπόλοιπα όπλα που απέμειναν εκεί μεταφέρθηκαν με τρία αυτοκίνητα που έστειλε ο Σπηλιωτόπουλος και τα αποθήκευσαν στο περιφραγμένο στρατόπεδο του χωριού στο Μαρκοπούλο. Το ΚΚΕ και ο ΕΛΑΣ είχαν σαφείς πληροφορίες για τη μεταφορά όπλων, όχι μόνο από το Κορωπί και το Λαύριο, τον Σεπτέμβριο του 1944, αλλά και πιο νωρίς στις αρχές καλοκαιριού, από την περιοχή του Ωρωπού και του Σουνίου. Τις μεταφορές αυτές είχε διαταχθεί να ματαιώσει και να κατάσχει τον οπλισμό αυτό ο ΕΛΑΣ με εντολή του ίδιου του Σιάντου.[42] Μάλιστα, το ΚΚΕ διαμαρτυρόταν ότι η διασπορά όπλων είχε ξεπεράσει κάθε όριο και άτομα που φέρονταν ως εκπρόσωποι του Καίρου είχαν επιδοθεί σε μια εκτεταμένη αγορά όπλων, ξοδεύοντας μεγάλα ποσά χρυσών λιρών,[43]σε τέτοιο σημείο που έφτασε ένα πιστόλι να κοστίζει 5 χρυσές λίρες στη μαύρη αγορά.[44] Αυτό που κυκλοφόρησε στην Αθήνα ήταν ότι είχαν παραληφθεί από τον νέο «στρατό» του Σπηλιωτόπουλου 8.000 όπλα, και αυτός είχε συγκροτηθεί με 9 Συντάγματα πεζικού στην Αθήνα και 3 στον Πειραιά. Αυτό για την εθνικιστική εκδοχή της ιστορίας, μάλιστα, απέτρεψε τον ΕΛΑΣ από το να καταλάβει την εξουσία.[45]

Την 26 Σεπτεμβρίου 1944 εστάλη νέο τηλεγράφημα από τη Μ. Ανατολή στον Σπηλιωτόπουλο ώστε να καθορίσει και νέο σημείο-όρμο για την παραλαβή της νέας αποστολής οπλισμού. Αφού μελετήθηκαν τα πρόσφορα σημεία καθορίστηκε ως νέος χώρος παραλαβής του οπλισμού, ο όρμος της Βραώνας. Αφού προσδιορίστηκε το νέο σημείο, ορίστηκαν τα σήματα αναγνώρισης και εκδόθηκε διαταγή του Στρ/κού Διοικητού για τη συγκρότηση νέου αποσπάσματος παραλαβής των όπλων, με παραλήπτες αυτή τη φορά τον Αστυνομικό Διευθυντή Αθηνών Άγγελο Έβερτ και τον Συν/χη Πεζ. Μιχ. Αντωνόπουλο που ηγούνταν της επιχείρησης.

Στις 3 Οκτωβρίου 1944 εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3011 διαταγή που προσδιόριζε ότι το πλοίο που θα μετέφερε τον οπλισμό θα έφτανε στο συμφωνημένο σημείο τη νύκτα της 5ης προς την 6η Οκτωβρίου. Το απόσπασμα υποδοχής, τελικώς αποτελούνταν από 12 αξιωματικούς της αστυνομίας, 30 υπαξιωματικούς και 63 αστυφύλακες. Ταυτόχρονα, για να αποτραπεί κάθε εμπλοκή με τον ΕΛΑΣ, ο Σπηλιωτόπουλος μετά από εισήγηση του Αντωνόπουλου, διέταξε τον αρχηγό της Χωροφυλακής, ώστε με ισχυρό απόσπασμα Χωροφυλακής να καλύψει το δρόμο από το Μαρκόπουλο μέχρι τον Σταυρό και να μην επιτρέπει τη διέλευση κανενός αυτοκινήτου χωρίς άδεια.

Πράγματι, συγκροτήθηκε απόσπασμα από 70 χωροφύλακες με επικεφαλής 5 ανθυπομοιράρχους, δύναμη η οποία τελικά συνεπτύχθη στο Λιόπεσι. Όταν το απόγευμα της 5ης Οκτωβρίου 1944 το απόσπασμα αστυνομικών για να μεταφέρουν τα όπλα με πολιτική περιβολή περνούσε από το Λιόπεσι, η δύναμη δέχθηκε πυρά ανδρών του ΕΛΑΣ, γεγονός που κινητοποίησε και τους παριστάμενους από απόσταση χωροφύλακες και άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.[46]

Την ίδια στιγμή το Ά Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ επιχείρησε να κάνει αισθητή την παρουσία του και να ματαιώσει τις μεταφορές οπλισμού, [47] στέλνοντας δυνάμεις στην περιοχή (ένα Τάγμα του ΕΛΑΣ του 34 Συντάγματος), δυνάμεις που διήλθαν μέσα από το Κορωπί, το απόγευμα της Κυριακής 8 Οκτωβρίου 1944.[48] Σε αυτούς επιτέθηκαν οι διαθέσιμες δυνάμεις των Ταγμάτων Ασφαλείας και επιδόθηκαν σε μάχες εκ του συστάδην όλη τη νύχτα.[49] Το πρωί της επόμενης μέρας οι δυνάμεις των «γερμανοντυμένων», σύμφωνα με τις μαρτυρίες, (σε Γερμανούς απέδωσε βρετανικό τηλεγράφημα στο Κάιρο τις κινήσεις αυτές),[50]ενισχυμένες κατά τη διάρκεια της νύχτας, απώθησαν τον ΕΛΑΣ και επιδόθηκαν σε τυφλά πυρά κατά πολιτών, πυρπολώντας σπίτια και καταστήματα.[51]
Με τον τρόπο αυτό την 9η Οκτωβρίου 1944 στο Κορωπί δολοφονήθηκαν 47 άνθρωποι (45 από το Κορωπί και 2 από την Παιανία), ενώ 400 σπίτια και καταστήματα λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν. Ανάμεσα στα καμένα σπίτια ήταν και η πλήρης καταστροφή του τοπικού συμβολαιογραφείου του κοινοτικού καταστήματος και του υποθηκοφυλακείου, με όλα τα έγγραφα που περιελάμβαναν πληροφορίες για το καθεστώς αγοραπωλησιών επί Κατοχής.[52]
Τελικά το βρετανικό καΐκι με τα όπλα έφτασε στη Βραώνα, το απόγευμα της 12 Οκτωβρίου 1944, ενώ οι τελευταίοι Γερμανοί είχαν ήδη αναχωρήσει από το Πόρτο Ράφτη. Ο παραληφθείς οπλισμός κατά τη δεύτερη αποστολή ανερχόταν σε 1.200 αραβίδες, 250 αυτόματα Sten, και 150.000 φυσίγγια. [53] Κατά πάσα πιθανότητα τμήμα του οπλισμού αυτού πρέπει να περιήλθε στα χέρια του ΕΛΑΣ, γιατί η εθνική κυβέρνηση, και μάλιστα με σημείωμα του ΠΓ του ΚΚΕ υπογεγραμμένο από τον Γ. Ζεύγο, ζήτησε να επιστραφούν όλα τα όπλα που ο ΕΛΑΣ είχε κατάσχει τις μέρες εκείνες από το Πόρτο-Ράφτη. [54]

Είναι ενδεικτικό του κλίματος που διαμορφώθηκε μετά την απροκάλυπτη επίθεση κατά των πολιτών ότι στο Κορωπί, μετά τα γεγονότα, δεν κατέστη δυνατό να εγκατασταθεί δύναμη Χωροφυλακής, όπως έγινε στις 30 Οκτωβρίου 1944 στην Παιανία. Δυνάμεις του ΕΛΑΣ περικύκλωσαν τη δύναμη που έφτασε για τον σκοπό αυτό στο χωριό και απαγόρευσαν στους Χωροφύλακες να εγκατασταθούν στο κέντρο του οικισμού, παρά τις διαταγές του Σπηλιωτόπουλου. [55]

Ωστόσο, τη βασική ευθύνη για την όλη κατάσταση που διαμορφώθηκε στην περιοχή και επηρέασε τις εξελίξεις, την είχαν στην πραγματικότητα οι Βρετανοί. Γιατί όλες αυτές οι κινήσεις λίγο πριν την αποχώρηση των Γερμανών, υπαγορεύτηκαν από τη βρετανική απόφαση της 20ης Ιουλίου 1944 να πραγματοποιήσουν τη δική τους απόβαση στην Ελλάδα δημιουργώντας πολιτικά τετελεσμένα και επιβάλλοντας στη χώρα ως εντολοδόχο τους τον Έλληνα μονάρχη.

Όμως η αρχική πρόβλεψη να στείλουν 80.00 βρετανούς στρατιώτες στην Αθήνα προσέκρουσε στις απαιτήσεις του μετώπου των Αρδέννων στην Ιταλία, που απέκλεισε τη μεταφορά τέτοιου όγκου δυνάμεων στην Αθήνα, και επέτρεψε την αξιοποίηση μιας πολύ μικρότερης δύναμης 10.000 ανδρών.[56] Η επιχείρηση «Bucketforce» αφορούσε την αξιοποίηση του αεροδρομίου του Αράξου ως ενδιάμεσου σταθμού, προκειμένου βρετανικές δυνάμεις να καταλάβουν την Πάτρα και να αποβιβαστούν στην Αθήνα με τη συνδρομή 2 αερομεταφερόμενων ταξιαρχιών αλεξιπτωτιστών και της ναυτικής δύναμης που θα κατέπλεε στον Πειραιά μαζί με δύναμη του Ιερού Λόχου που βρισκόταν στα Κύθηρα. [57]

Το σχέδιο Μάννα, όπως ονομάστηκε, και η επιχείρηση απόβασης που το υλοποιούσε, και μετονομάστηκε σε Dogfish,[58] βασιζόταν στην προϋπόθεση ότι δεν θα υπήρχε οργανωμένη αντίδραση στην απόβαση. Η απόφαση του ΕΑΜ να διασφαλίσει συνθήκες πλήρους τάξης στην απελευθερωμένη Αθήνα διευκόλυνε τα βρετανικά σχέδια.[59]

* Ο Μιχάλης Λυμπεράτος σπούδασε στο Ιστορικό Τμήμα της Φιλοσοφικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τις εκλογές του 1946, στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Επίσης, έχει συγγράψει τον τόμο «Ιστορία της Πολεμικής Αεροπορίας στη Μέση Ανατολή (1941-1944)», ενώ εργασίες του έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά και έχει λάβει μέρος με εισηγήσεις του σε διεθνή συνέδρια για τον Εμφύλιο Πόλεμο. Ακόμη, ο συγγραφέας έχει δώσει διαλέξεις για τον Εμφύλιο Πόλεμο στο Μεταπτυχιακό Τμήμα της Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

______________________________________

[1] FO 371/43693/R 15470, Boxshall to Laskey, 25 Σεπτεμβρίου 1944
[2] Υπήρχε πλούσιο παρασκήνιο για την προσπάθεια των Γερμανών με ενδιάμεσο τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό να εξασφαλίσει την «αδράνεια» του ΕΛΑΣ. Το ΓΣ του ΕΛΑΣ σταθμίζοντας τον κίνδυνο για εκτεταμένες καταστροφές λόγω των γερμανικών αντιποίνων συγκατένευσε αλλά αρνήθηκε να εκδώσει γραπτή διαταγή, όπως ζητούσαν οι Γερμανοί. Βλ. και Θ. Χατζής, Η Νικηφόρα επανάσταση που Χάθηκε, τομ. Γ Αθήνα 1983, σ. 443-444. Ο Στρατηγός Στ. Σαράφης αποδίδει την απραξία αυτή του ΕΛΑΣ σε εντολές που δόθηκαν για την Αθήνα και τον Πειραιά από τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο., Στ. Σαράφης, ο ΕΛΑΣ, Αθήνα 1984, σ. 431.
[3] Β. Λιογγάρης, Συνοικισμός Xαροκόπου, Αθήνα 1985 σ. 236-244.
[4] Βλ. και Δ. Ψαθάς, Αντίσταση, Αθήνα 2002, σ. 252-259.
[5] Για τις μάχες αυτές και το κλίμα που επικράτησε την Αθήνα τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1944-«ματωμάνο Αύγουστο «τον χαρακτηρίζει ο συγγραφέας- βλ. Β. Μπαρτζιώτας, Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα, Αθήνα 1984, σ. 273-283.
[6] Παραγωγή τρόμου αποτελεσματική γιατί με αφορμή τις εκτελέσεις αυτές ο Φιλελεύθερος πολιτικός Θ. Σοφούλης δήλωσε στις εφημερίδες ότι έπρεπε να μπει χαλινός στην αντίσταση για να μην υπάρχουν τέτοια αντίποινα. Ελευθερία 3 Οκτωβρίου 1944
[7] Κ. Σβωλόπουλος, Χαϊδάρι 8 Σεπτεμβρίου 1944, Αθήνα 2002, passim.
[8] Ο. Μακρής, ο ΕΛΑΣ της Αθήνας, Αθήνα 1984, σ. 71-72.
[9] Βλ και Σπ. Κωτσάκης, Εισφορά στο Χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα 1986, σ. 221-22.
[10] Καθημερινά Νέα 29 Σεπτεμβρίου 1944
[11] SOE, Greece, HS5/570, Force 133 (Sheppard) to Force 140, 2 Οκτωβρίου 1944.
[12] Β. Μαθιόπουλος, Ο Δεκέμβριος του 1944, Αθήνα 1994, σ. 32-33.
[13] L. Bearenzen, «Anglo-Germans negotiations during German Retreat from Greece in 1944», Scandinavian Studies in Modern Greek, no 4, σ.. 27.
[14] FO 371/43691/R 13102, Warner to Eden, 14 August 1944.
[15] Ου. Τσώρτσιλ, Απομνημονεύματα, τομ. 5οςμ Αθήνα, σ. 301.
[16] My Dear Mr Stalin, The Complete Correspondence of Franklin D. Roosevelt and Joseph V. Stalin (ed. by S. Butler), Yale University Press, New Haven and London, 2005, σ. 226-227
[17] Fr. D. Roosevelt, Map Room Papers, 1941-1945, Fr. D. Roosevelt Presidential Library, BOX 6, Churchill to FDR, 1 Ιουλίου 1944
[18] Βλ και Μ. Λυμπεράτος, «Οι οργανώσεις της Αντίστασης», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου Αιώνα, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, τομ. Γ2, Αθήνα 2007, σ. 42-43.
[19] FO 371/43694, R 16924, Boxshall to Laskey 16 October 1944.
[20] SOE, Greece, HS5/570, Force 133 to H.Q 3 Corps, 10 Οκτωβρίου 1944.
[21] Το καλοκαίρι του 1944 είχε επικρατήσει πανικός στις τάξεις των εθνικιστών της Αθήνας για το ενδεχόμενο επανόδου του βασιλιά και το «Ελληνικό Αίμα» προσπαθούσε να τονώσει το ηθικό τους με πληροφορίες ότι δεν εγκαταλείφθηκαν από τους Βρετανούς και ο πανικός τους δεν δικαιολογούνταν κατά κανένα τρόπο, Ελληνικό Αίμα 15 Αυγούστου 1944, ΑΣΚΙ (5975)
[22] FO 371//43692 R 147898, Leeper to FO, 4 September 1944.
[23] Η «Υβόννη» είχε πληροφορήσει τους Βρετανούς ότι ο διορισμός του Σπηλιωτόπουλου είχε προκαλέσει ικανοποίηση στους κατώτερους αξιωματικούς του παλιού στρατού. Οι ανώτεροι όμως δεν τον ήθελα,ν SOE, Greece, HS5/614, Yvonne via Smyrna to E Med GP, 10 Σεπτεμβρίου 1944.
[24] H. Macmillan, War Diaries, The Mediterranean 1943-1945, Hong Kong, σ. 538
[25] Επί τη βάσει του 19 Αυγούστου 1944 Βασιλικού Διατάγματος που δημοσιεύθηκε στο υπ. αρ. 29 της 23 Αυγούστου 1944 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, ο Βεντήρης ανελάμβανε, με εντολή του Γεώργιου Β΄ δικαιώματα αρχιστρατήγου του «Στρατού Ζώνης Επιχειρήσεων», εκτός από τη διοίκηση όλων των εθνικών στρατιωτικών δυνάμεων που θεωρούνταν δυνάμεις του «εθνικού» στρατού, και τη διοίκηση, όλων των «εθνικών μαχητικών απελευθερωτικών οργανώσεων», που θεωρούνταν πλέον τμήματα του εθνικού στρατού, ΓΕΣ/ΔΙΣ, 11, Υπουργείον Στρατιωτικών, αρ. πρ. 114572/2193, Διεύθυνσις Προσωπικού, Προς άπασας τας Στρατιωτικάς Αρχάς, «Περί δικαιωμάτων και αρμοδιότητος του Αρχηγού του Γ.Ε.Στρατού», Κάιρο 23 Αυγούστου 1944, ο Γ.Δ, Ι. Σωτηρίου, ο Επί των Στρατιωτικών Υπουργός Γ. Παπανδρέου.
[26] Σπ. Παπαγεωργίου, Ο Γρίβας και η «Χ», Το Χαμένο Αρχείο, Αθήνα 2004, σ. 337-341.
[27] SOE, Greece, HS5/600 Rankin Operation, HQ MEF, 13 Αυγούστου 1944.
[28] SOE, Greece, HS5/600 Rankin Operation, Γενικό Επιτελείο Στρατού,Followin Instructions containing in 12/1031/ 4 Message, 8 Αυγούστου 1944.
[29] R. Hampe, Η διάσωση της Αθήνας τον Οκτώβριο του 1944, Αθήνα 1994, σ.. 25.
[30] SOE, Greece, HS5/600 Rankin Operation, Force 133 to Formula, 9 Σεπτεμβρίου 1944.
[31] SOE, Greece, HS5/600 Rankin Operation, Force 133 to GCA/150, 17 Αυγούστου 1944.
[32] SOE, Greece, HS5/570, LFP Caique “St. John”, Captain A. Klosser, Operation Ballroom, Force 133. 4 Οκτωβρίου 1944.
[33] ΓΕΣ/ΔΙΣ, Αρχεία Εθνικής Αντίστασης 1941-1944, τομ. 7, Αθήνα 1998, σ. 320-321.
[34] ΓΕΣ/ΔΙΣ, τομ. 7, σ. 248 και Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου, τομ. 1, σ. 111.
[35] ΓΕΣ/ΔΙΣ, Έκθεσις, Περί της δράσεως του Υποστρατήγου ε.α. Ζάγκλη Δημητρίου κατά την προαπελευθερωτικήν περίοδον, κατόπιν της υπ’ αριθ.Φ.69/36/387865/ 25-10-57, εντολής ΓΕΣ (Γραφ.ΙV/Γ), σ. 399
[36] Χρ. Ζαλόκωστας, Το Χρονικό της Σκλαβιάς, Αθήνα 2011, σ. 297
[37] Γ. Γρίβας-Διγενής, Έκθεσις επί των Εθνικών Σκοπών και του Εθνικού Έργου της Οργανώσεως ‘Χ», ανατ. Αθήνα, σ. 52.
[38] ΓΕΣ/ΔΙΣ, Δράσις της Οργανώσεως Ε.Ε κατά την τελευταίαν περίοδον της Κατοχής μέχρι της Απελευθερώσεως, Ν. Αντωνακέας, ο.π. σ. 473-475
[39] Ο.π σ. 408
[40]Ο Γρίβας ανταπατώντας στις κατηγορίες διατεινόταν ότι από τα όπλα που παραλήφθηκαν κανένα δεν πέρασε στην κατοχή της «Χ». Γ. Γρίβας-Διγενής, Έκθεσις επί των Εθνικών Σκοπών και του Εθνικού Έργου της Οργανώσεως «Χ», ο.π.. σ. 52.
[41] SOE, Greece, HS5/570, Force 133 (Sheppard) to Force 140, 1 Οκτωβρίου 1944.
[42] Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, φ 7/32/83, Γέρος προς ΠΓ του ΚΚΕ, ραδιοτηλεγρ’άφημα 46/ 13 Ιουνίου 1944. ΑΣΚΙ
[43] Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, φ 7/32/125, ΠΓ του ΚΚΕ, ραδιοτηλεγράφημα, αρ. 71, 4 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ
[44] Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, φ 7/32/125, ΠΓ του ΚΚΕ, ραδιοτηλεγράφημα, αρ. 70-72, 4 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ
[45] Θρ. Τσακαλώτος, Σαράντα Χρόνια Στρατιώτης, τομ Α, Αθήνα 1960, σ. 580
[46] Γ. Κυριακίδης, Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας, Νέα Σμύρνη-Φάληρο, Νέα Σμύρνη 343-344.
[47] ΕΛΑΣ, 1η Ταξιαρχία, 1ο Σύνταγμα, Διαταγή, 6 Οκτωβρίου 1944, στο Ο. Μακρής, Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας, ο.π.. σ. 167.
[48] Θ. Πρόφης, Η Τραγωδία του Κορωπίου, Οι μύθοι, οι Πλαστογράφοι και η Αλήθεια, Κορωπί 2006, σ. 59 κε.
[49] Να σημειωθεί ότι ήταν οι ίδιες μέρες που η «Χ» συγκρούστηκε με τον ΕΛΑΣ στο Θησείο και προς τη διάσωση της έσπευσαν Γερμανοί. Σπ. Παπαγεωργίου, ο.π. σ. 342-345.
[50] Να σημειωθεί ότι αυτά τα τηλεγραφήματα που στέλνονταν στη Μέση Ανατολή συντάσσονταν είτε από Έλληνες των μυστικών οργανώσεων που είχαν συγκροτήσει οι Γερμανοί, όπως η «Υβόννη», ο «Απόλλων», ο «Προμηθέας» κλπ ή Βρετανοί σύνδεσμοι στην Αθήνα, οι οποίοι όμως έπαιρναν τις πληροφορίες συνήθως από τις κατοχικές εφημερίδες και τις διαβίβαζαν στο Κάιρο. Στην περίπτωση της πληροφορίας για τη σφαγή στο Κορωπί την πληροφορία έστειλε ο Sheppard, αναπαράγοντας πλήρως την εκδοχή που έδιναν οι κατοχικές εφημερίδες για τα αίτια της σφαγής. Μάλιστα, το τηλεγράφημα του Sheppard αναφέρεται στον φόνο 15 Γερμανών, Χρονολόγιο Γεγονότων, 1940-1944, σύνταξη Μ. Σπηλιωτοπούλου-Π. Παπαστράτης, τομ. Β, 1944, καταγραφή 4591, Αθήνα 2004, σ. 664. Για αντίποινα λόγω του φόνου 2 Γερμανών έδωσε τη δική της εκδοχή η Ελευθερία 10 Οκτωβρίου 1944.
[51] Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι οι δυνάμεις των «χιτλερικών» έκαψαν 70 σπίτια και σκότωσαν 10 από το βράδυ της 8ης Οκτωβρίου 1944 και το επόμενο πρωί έγινε η μάχη που οι «χιτλερικοί» είχαν θύματα. Να σημειωθεί ότι σε αυτές τις αναμνήσεις η φονική αποτελεσματικότητα του ΕΛΑΣ πάντα διογκώνεται, Ο. Μακρής, ο.π. σ. 178. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η μάχη δεν φιγουράρει στις περισσότερες από τις αναμνήσεις των πρώην μελών του ΕΛΑΣ.
[52] Να σημειωθεί ότι η σφαγή αυτή και οι καταστροφές στο Κορωπί έγιναν την μέρα που ο αρχιστράτηγος R. Scobie εξέδωσε τη διαταγή για φυλάκιση των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, FO 371/43694, R 16924, Boxshall to Laskey, 16 October 1944.
[53] Εν Αθήναις τη 25 Νοεμβρίου 1957, Δημ. Ζάγκλης Υποστρ.ε.α., ΓΕΣ/ΔΙΣ, ο.π. σ.393-415
[54] Θ. Χατζής, ο.π. σ. 458-459.
[55] ΓΕΣ/ΔΙΣ, 60, Διοίκησις Χωροφυλακής, Δ. Αθηνών, αρ. 53/92/23Β, Προς το Αρχηγείον Χωροφυλακής, Γραφείον Δημοσίας Ασφάλειας, 30 Οκτωβρίου 1944.
[56]PREM 3/210, Από Αρχηγούς Επιτελείων προς το Υπουργικό Συμβούλιο, 20 Ιουλίου 1944, Γ. Ανδρικόπουλος, Κρίσιμη Χρονιά, τομ Β, Αθήνα 1974, σ. 9-13
[57] SOE, Greece, HS5/593, GSO Balkan Air Force 14 Σεπτεμβρίου 1944.
[58] SOE, Greece, HS5/592, Allied Force HQ, 24 Αυγούστου 1944
[59] Μάλιστα το ΠΓ του ΚΚΕ πήρε αυστηρά μέτρα κατά των ενδεχόμενων διαφωνούντων με την πολιτική της απόλυτα ειρηνικής μετάβασης στην Απελευθέρωση και κατήγγειλε όποιον δεν πειθαρχούσε με τη γραμμή αυτή. Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 145, Φ 7/32/134, Ρούσσος προς ΠΓ Αθήνα, Ραδιοτηλεγράφημα αρ. 39, 7 Σεπτεμβρίου 1944, ΑΣΚΙ.





Αν σας άρεσε το άρθρο, μπορείτε να το διαδώσετε

ή να το εκτυπώσετε (Εκτύπωση)

Υποστηρίξτε την σελίδα μας στο Facebook
κάνοντας "κλικ" στον παρακάτω σύνδεσμο, ευχαριστούμε.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ
Στείλτε ιδέες, προτάσεις, κριτικές για τον ιστότοπό μας.


© Copyright 2017 Εθνική Αντίσταση - ΔΣΕ - All Rights Reserved